MENU

Τον Νοέμβριο του 2019 ο Παναθηναϊκός κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του τη νίκη απέναντι στον ΠΑΟΚ στο γήπεδο της Τούμπας. Εως το 90+6’.

Ο Σλοβάκος ρέφερι Σλάβκο Βίντσιτς, όπως καλή ώρα κι ο Πορτογάλος Τιάγκο Μαρτίνς στο κυριακάτικο ντέρμπι των δύο ομάδων στο γήπεδο της Λεωφόρου, είχε δείξει πέντε λεπτά καθυστερήσεων. 

Στο έκτο λεπτό, υπέδειξε πέναλτι για παράβαση του Κουρμπέλη στον Κρέσπο. Ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε σε 2-2 στο 90+11’ και διατήρησε το -τότε- αήττητό του. Τότε, βέβαια, ήταν απλά Κυριακή. Δεν έτρεχε κάστανο. Τώρα υπάρχει εύνοια, διαφθορά και… παράγκα του Αλαφούζου (sic).

Οι ερμηνείες γίνονται κατά το δοκούν. Ανάλογα με το αποτέλεσμα και με το συμφέρον του καθενός. Με την ειδοποιό διαφορά ότι και στη μία και στην άλλη περίπτωση, αλλά και σε κάθε περίπτωση γενικώς, το ποδόσφαιρο δεν είναι μπάσκετ. Δεν υπάρχει κόρνα γραμματείας. Δεν υπάρχει καθαρός χρόνος και τίποτα δεν τελειώνει πριν από το τελευταίο σφύριγμα του εκάστοτε διαιτητή. Το γνωρίζουν ακόμη και αμούστακα παιδάκια.  

Προφανώς όταν δέχεσαι γκολ στην τελευταία φάση του αγώνα ξενερώνεις. Διότι κρατάς το τρίποντο στα χέρια σου και το χάνεις. Φυσιολογικό και ανθρώπινο είναι αυτό σ’ ένα βαθμό.

Αυτό που δεν είναι νορμάλ είναι να συμπεριφέρεσαι με αλλοφροσύνη, να μην δείχνεις σεβασμό στον αντίπαλο, να να το παίζεις Μουρίνιο, σταυρώνοντας τα χέρια λες και έκανες το ματς της δεκαετίας, πετώντας, επί της ουσίας, τη… μπάλα στην εξέδρα. Οπου ουσία, βάλτε δίπλα το ποδόσφαιρο και το γεγονός ότι ουδείς ασχολήθηκε με την αγωνιστική εικόνα των ομάδων μετά το ματς.

Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι άπαντες στον ΠΑΟΚ υιοθέτησαν το αφήγημα της διαιτησίας, μίας διαιτησίας που δεν έπαιξε τον παραμικρό ρόλο στην έκβαση του αγώνα και είναι για να σηκώνεις τα χέρια ψηλά βλέποντας και βιώνοντας τόσο ακραίες αντιδράσεις για ένα γκολ που μπήκε πέντε δευτερόλεπτα μετά το 95’ ή για ένα φάουλ για κάρτα που δεν δόθηκε στο πρώτο ημίχρονο. 

Φτάσαμε στο σημείο να ακούμε ότι ο Παναθηναϊκός ευνοείται συστηματικά την τελευταία διετία (!) και να μην ξέρεις εάν πρέπει να βάλεις τα γέλια ή αν προσγειώθηκαν με αλεξίπτωτο από κάποιον άλλον πλανήτη ορισμένοι στο βάναυσα κακοποιημένο ελληνικό ποδόσφαιρο και αγνοούν όσα έχει υποστεί στο πετσί του το τριφύλλι, όχι την τελευταία διετία μόνο, αλλά την τελευταία 20ετία και βάλε. 

Κι όχι από κάποιον παράγοντα καριέρας που προσπαθεί να πουλήσει εκδούλευση στο αφεντικό του με σόου και γραφικότητες, αλλά από έναν επαγγελματία και ικανότατο προπονητή, τον Ραζβάν Λουτσέσκου, του οποίου η συμπεριφορά ήταν επιεικώς απαράδεκτη. 

Και μόνο το γεγονός ότι έφτασε στο σημείο να κάνει τον πιο υπομονετικό κι απ’ τον Ιώβ και ορισμό της ταπεινότητας, Γιοβάνοβιτς, να ξεσπάσει κοκκινίζοντας στη συνέντευξη Τύπου μετά το ματς, αρκεί. Η διαφορά επιπέδου και συμπεριφοράς των δύο προπονητών είναι χαώδης. Τουλάχιστον για όλους όσοι μπορούν να αντιληφθούν τα αυτονόητα.

Στην ουσία, στο χορτάρι δηλαδή, κι όχι στις εντυπώσεις, παρακολουθήσαμε ένα ματς ευρωπαϊκού ρυθμού και εντάσεων, από δύο καλές ομάδες που φέρουν τη σφραγίδα των προπονητών τους. Είχαν από ένα δοκάρι (Τζούρισιτς στο 2’, Τόμας στο 57’) από δύο γκολ, πολλές κραυγαλέες ευκαιρίες κι έναν βαθμό ο καθένας. 

Ο Παναθηναϊκός ήταν εξαιρετικός στο πρώτο ημίχρονο, η τετράδα Αράο, Τσέριν, Τζούρισιτς και Μπερνάρ επιβλήθηκε στον άξονα και η δημιουργία του τριφυλλιού ήταν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Από πλευράς κυριαρχίας και δημιουργίας ήταν το καλύτερο φετινό ημίχρονο του Παναθηναϊκού.

Αυτό που δεν ήταν σε υψηλό επίπεδο στον Παναθηναϊκό ήταν τα τελειώματα, οι τελικές επιλογές. Με πρώτο τον Παλάσιος που βγήκε πολλές φορές σε καταστάσεις ένας εναντίον ενός, αλλά δεν είχε σωστές αποφάσεις στο επιθετικό τρίτο και τις σπατάλησε, ασχέτως εάν ήταν αυτός που σκόραρε το 1-1.

Οπως σπατάλησε αρκετές σέντρες και ο Χουάνκαρ από αριστερά, με συνέπεια να μην εξαργυρωθεί όσο θα έπρεπε η εξαιρετική δουλειά των χαφ, η πίεση, οι ανακτήσεις, η γρήγορη κυκλοφορία και ο γενικότερος έλεγχος στη μεσαία γραμμή του γηπέδου. 

Ο ΠΑΟΚ είναι μία από τις καλύτερες ομάδες στην Ελλάδα στο επιθετικό τρανζίσιον. Διαθέτει ποιότητα μεσοεπιθετικά (η τριπλέτα Ζίβκοβιτς, Τάισον, Κωνσταντέλιας είναι «φωτιά»), είναι καλά δουλεμένος, οργανωμένος και πολύ επικίνδυνος όποτε βγαίνει στο χώρο. Στο πρώτο ημίχρονο βγήκε μία φορά με αξιώσεις στο τρανζίσιον και σκόραρε. Αλλά ο Παναθηναϊκός ήταν η ομάδα που άξιζε να κερδίζει στο πρώτο ημίχρονο. 

Στο δεύτερο, μετά το εξαιρετικό τελείωμα του Ζίβκοβιτς και το 1-2, ο Παναθηναϊκός δεν έβγαλε ανάλογη αντίδραση με το 0-1. Το ματς «έσβησε» για περίπου ένα 20λεπτο και ο ΠΑΟΚ έδειχνε να το ελέγχει. Να το έχει φέρει στα μέτρα του.

Και δεν έφυγε τελικά με το τρίποντο στις αποσκευές του όχι λόγω των έξτρα… πέντε δευτερολέπτων που κράτησε ο Πορτογάλος διαιτητής και του γκολ του Γερεμέγεφ στα δεκατέσσερα παρθενικά του λεπτά με την πράσινη φανέλα και το τριφύλλι στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά διότι ο Σαμάτα λειτούργησε εγωιστικά μόλις ένα λεπτό νωρίτερα.

Ισως πάλι να συνέβη επειδή θα ήταν άδικο ποδοσφαιρικά να φύγει ηττημένος ο Παναθηναϊκός σ’ ένα ματς που ήταν ανώτερος του ΠΑΟΚ.

Το αφήγημα της διαιτησίας και η χαώδης διαφορά συμπεριφοράς των προπονητών