«Μεγάλωσες; Να φταίει αυτό;
Μαλάκωσες; Να φταίει ότι μεγαλώνεις;
Κλαις πιο εύκολα πια. Δακρύζεις και δεν σκέφτεσαι ότι ο κόσμος παρακολουθεί. Κάθεσαι και κοιτάζεις. Χάνεται το βλέμμα σου στο κίτρινο, χάνεται το βλέμμα σου στο μαύρο και δεν σκέφτεσαι. Κλείνεις τα μάτια σου και αφήνεις τη βοή να σε παρασύρει. Φτιάχνεις εικόνες ακούγοντας το ασταμάτητο τραγούδι. Δεν σκέφτεσαι ποιος είσαι, δεν σκέφτεσαι ποιος πιστεύει ο κόσμος ότι είσαι. Θεέ μου, Δημήτρη, ποιος είσαι; Χορεύεις. Είσαι ευτυχισμένος και το δείχνεις. Είσαι χαρούμενος και επιτρέπεις στον κόσμο να σε δει. Εκτίθεσαι, Δημήτρη. Τι φταίει; Μεγαλώνεις; Τρομάζεις;
«Εγώ θα αγαπηθώ όταν θα φύγω από τη ζωή, έτσι είναι η ιστορία για όλους μας». Δε γίνεται να το πιστεύεις. Θυμήσου την αποθέωση του κόσμου στα εγκαίνια του γηπέδου. Κοιτούσες σαστισμένος, κοιτούσες βουρκωμένος, κοιτούσες και σκεφτόσουν όλα τα «όχι» που μετέτρεψες σε «ναι», όλα τα εμπόδια που ξεπέρασες. Πού βρήκες τη δύναμη ρε γέρο; Και τώρα τους κοιτάζεις. Δεν αντέχεις να μην κλάψεις. Δέκα χρόνια πέρασαν. Δέκα. Το είχες πει, αλλά ένιωθες το ίδιο σφίξιμο με έναν πατέρα που δεν έχει ευρώ στην τσέπη και υπόσχεται στο παιδί του ότι το βράδυ θα φάνε μπριζόλες. Πώς να κάνεις τις φακές μπριζόλες; «Η ΑΕΚ έχει ακόμα πολύ δρόμο. Τίποτα δεν είναι εύκολο και τίποτα δε θα χαριστεί. Η ΑΕΚ δε θα παρακαλέσει. Όταν χρειαστεί, θα απαιτήσει. Η ΑΕΚ αυτή την στιγμή, είναι τα τρία γράμματα που την εκπροσωπούν διαχρονικά. Είναι δυνατόν να φοβούνται τόσο τα τρία γράμματα; Δεν υπάρχει λόγος. Όταν είμαστε έτοιμοι και επιστρέψουμε, θα τους ενημερώσω εγώ πρώτος».
Ο κόσμος δεν ξεχνάει, Δημήτρη. Ο κόσμος δε θα σου χαρίσει τίποτα. Θα μετράει χρόνια. Θα μετράει μέρες. Θα σε ρωτάει ξανά και ξανά. Ξανά και ξανά. Είσαι έτοιμος να ενημερώσεις; Ήρθε η ΑΕΚ; Θα έρθει; Έρχεται; Χάθηκε; Να βάλουμε πλοηγό; Άκου το χειροκρότημα τώρα. Βγες λίγο από τη σουίτα, έρχονται τα παιδιά. Σου φέρνουν το κύπελλο. Δε χάθηκε η ΑΕΚ. Δημήτρη, όχι. Χάθηκε η ΑΕΚ. Χάθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Κατρακύλησε. Λοιδορήθηκε. Ξεφτιλίστηκε. Έφαγε πέντε γκολ από τον Ολυμπιακό. Δεν μπορούσε να κερδίσει ντέρμπι. Έχανε συνέχεια από τον ΠΑΟΚ. Έφευγε από τελικούς με σκυμμένο κεφάλι. Δεν ήταν αυτό ΑΕΚ. Ούτε καν τα τρία σκέτα γράμματα δεν ήταν αυτό το πράγμα. Και έφταιγες; Έφταιγες ρε γέρο, ίσως γι’ αυτό τώρα δεν μπορείς να συγκρατήσεις τα δάκρυά σου. Αλλά έρχονται τα παιδιά. Φέρνουν το τρόπαιο σε σένα…
«Το περιμέναμε με το νέο γήπεδο. Ήρθε νωρίτερα… Δεν πειράζει. Η δικαίωση είναι για τον προπονητή και τους παίκτες. Αυτοί το αξίζουν. Παίξαμε ωραίο ποδόσφαιρο μέσα στη χρονιά». Όχι τότε. Τότε δεν ήξερες καν αν το ήθελες και τόσο… Εκείνο ήταν των παικτών. Εκείνο ήταν των προπονητών. Τώρα, βγες. Έρχονται τα παιδιά. Πάρε πίτσες για τα αποδυτήρια. Πήγαινε να τους αγκαλιάσεις. Δημήτρη, όχι. Σου έχω άσχημα νέα. Έφυγε από τη ζωή ο Στέλιος. Πώς να αντέξεις και να μην λυγίσεις. Έφυγε από τη ζωή ο Μίμης. Γιατί δεν περίμεναν λίγο; Γιατί δεν το έκανες λίγο νωρίτερα; Θα το προλάβαιναν. Πήγαινε στα αποδυτήρια να δώσεις πριμ, τα κατάφεραν τα παιδιά. Πήγαινε στο αεροδρόμιο να αγκαλιάσεις τον Ματίας. Σου έφτιαξε την ομάδα που θες να βλέπεις, την ομάδα που σου θυμίζει τη δεκαετία του ’90.
Δημήτρη, ψυχραιμία. Δεν είμαστε στη δεκαετία του ’90. Δεν είσαι σαράντα, ούτε πενήντα χρονών. Δημήτρη, είσαι 70. 72, αλλά ποιος μετράει; Και φοβάσαι. Μην ντρέπεσαι που φοβάσαι… Έκανες εγχείρηση καρδιάς πριν έντεκα μήνες, είδες όλη τη ζωή να περνάει μπροστά από τα μάτια σου στο ελικόπτερο τον περασμένο Φλεβάρη. Και τι είχε η ζωή που είδες εκείνες τις στιγμές, αν όχι ΑΕΚ; «Περιμέναμε πολύ... Υπομείναμε πολλά, ξεπεράσαμε εμπόδια που έδειχναν ανυπέρβλητα. Πονέσαμε, κλάψαμε, αλλά είμαστε εδώ». Είσαι ακόμα εδώ, Δημήτρη και έρχονται τα παιδιά να σου φέρουν το τρόπαιο. «Όταν έκανα μια δέσμευση στον κόσμο της ΑΕΚ, υπήρχαν τρία γράμματα και η μεγάλη ιστορία της ομάδας. Σήμερα υπάρχει η ΑΕΚ της κανονικότητας. Η πραγματική ΑΕΚ. Αυτή που όλοι θέλουμε και σύντομα θα γιορτάσουμε τα 100 χρόνια ιστορίας».
Δημήτρη, πάλι υπόσχεσαι… Πώς θα τα καταφέρεις πάλι ρε γέρο; Τα πόδια σου κρατάνε, το μυαλό σου λειτουργεί, αλλά η καρδιά σου; Δεν είσαι εκείνος που ήσουν. Μεγάλωσες. Μαλάκωσες. Συγκινείσαι συνέχεια… Και ο κόσμος το βλέπει. Σε τραβάει βίντεο, φωτογραφίζεται μαζί σου, χαμογελάει που σε βλέπει με σκύλο στη σουίτα – βρε γέρο, τώρα στα 70 σου θα γίνεις σταρ; Γράφεις λόγους, βγάζεις λόγους και κάνεις παύσεις. Κοιτάζεις τριγύρω, χαζεύεις, χάνεται το βλέμμα σου, σκέφτεσαι όσους δεν πρόλαβαν να το δουν, πώς να τους αποζημιώσεις εκείνους, πάλι συγκινείσαι, σύνελθε λίγο ρε γαμώτο, τα κατάφερα αναρωτιέσαι; Τα κατάφερες, σου το φωνάζει ο κόσμος.
«Αυτή τη στιγμή ζούμε όλοι μαζί την πιο σημαντική ίσως στιγμή της νεότερης ιστορίας της ομάδας μας. Μετά από δύο σχεδόν δεκαετίες προσφυγιάς και ξεριζωμού. Ξανά όλοι μαζί στον χώρο που αποτελεί το ιστορικό σημείο αναφοράς της αγαπημένης μας ΑΕΚ. Το να χωρέσεις όλα όσα σημαίνει αυτό που ζούμε όλοι μαζί σε έναν μικρό χαιρετισμό σε ένα συλλεκτικό έντυπο είναι φυσικά αδύνατο. Όλα όσα βιώσαμε σε αυτές τις δύο δεκαετίες, καλά και άσχημα, πώς να αποτυπωθούν σε λίγες λέξεις; Συμπληρωμένα μάλιστα από τον ορμητικό χείμαρρο των συναισθημάτων που προκαλεί η επιστροφή μας όχι πια ως σκέψη, αλλά ως πραγματικότητα… Κάποιοι από εσάς επιστρέφετε. Κάποιοι άλλοι το ζείτε για πρώτη φορά. Όλοι όμως από τη στιγμή που πήρατε τη θέση σας στο νέο μας γήπεδο, την «Αγιά Σοφιά-OPAP Arena», νιώθετε σίγουρα ως το μεδούλι τι σημαίνει ΑΕΚ με αυτό το γήπεδο και τι σήμαινε η ΑΕΚ του ΟΑΚΑ, της Νέας Σμύρνης, των Άνω Λιοσίων, της Ριζούπολης ή της Καλλιθέας».
Ναι, αλλά Δημήτρη φτάνει κάπου. Φτάνει, ναι. Δε θέλω τις κάμερες, δε θέλω τους δημοσιογράφους, φτάνει πια με τις δηλώσεις. «Όχι σε μένα, στα παιδιά».
Ναι, έρχονται τα παιδιά να σου φέρουν το τρόπαιο.
«Η δική μου ειδοποίηση ήταν αυτό το γήπεδο. Τώρα ειδοποιεί ο κόσμος, ο προπονητής, οι παίκτες της ΑΕΚ». Το έλεγες στο Τατόι το 2013, δέκα χρόνια πέρασαν. Τίγρη σε λένε, μνήμη ελέφαντα έχεις και πείσμα γαϊδάρου. Δεν είσαι πρόεδρος εσύ, Δημήτρη, το Αττικό Πάρκο είσαι. Συγκεντρώσου λίγο, σε παρακαλώ. Συγκέντρωσε τη σκέψη σου που θες και χιούμορ τέτοιες ώρες. Θυμάσαι το 2014; «Επιστρέφουμε στο σπίτι μας και ξαναβάζουμε την ΑΕΚ εκεί που ανήκει». Εννέα χρόνια σου πήρε. Να χαίρεσαι ή να λυπάσαι; Εννέα ή έξι; Έξι από τον αγιασμό και το υποσχέθηκες: «Τα τείχη της «Αγιάς Σοφιάς» θα είναι ψηλά, θα είναι άτρωτα και δεν θα πέσουν ποτέ».
Σε αυτά τα τείχη, μέσα από αυτά τα τείχη έκλαψες… Δάκρυσες. Ένιωσες. Σιχτίρισες. Σήκωσες τα χέρια. Πανηγύρισες. «Η ΑΕΚ απόψε ιδρύεται ξανά, μιλάει με την ιστορία της. Η ΑΕΚ πλέον έχει πάλι θεμέλια. Η ΑΕΚ πλέον δεν έχει ανάγκη κανέναν. Μόνο τον κόσμο της. Αυτό το γήπεδο είναι της προσφυγιάς. Ανήκει στα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας. Αυτό το γήπεδο έχει έναν ακίνητο φρουρό. Γιατί να μην πέσουν ποτέ αυτά τα τείχη: Τον Δικέφαλο».
Δημήτρη, τελείωσε το ματς. Κερδίσαμε. Πήραμε το πρωτάθλημα. Χαμογέλασε, γέλασε, κλάψε, δάκρυσε, σήκωσε το κεφάλι σου, σβήσε τις σκέψεις σου, ξέχνα το πριν, ζήσε το τώρα. Δημήτρη, η καρδιά νίκησε. Άνοιξε την πόρτα…
Ήρθαν τα παιδιά να σου φέρουν το τρόπαιο».