MENU
Χρόνος ανάγνωσης 15’

Κεμζούρα στο SDNA: «Δεν φεύγεις από το γήπεδο, όταν χάνεις με 15 πόντους»

0

Το καλοκαίρι του 2018, η είδηση πως οι αδερφοί Αγγελόπουλοι έδωσαν τα χέρια με τον Ντέιβιντ Μπλατ για την μετα-Σφαιρόπουλου εποχή στον Ολυμπιακό είχε προκαλέσει θόρυβο στην Ευρώπη και κύμα ενθουσιασμού στον κόσμο της ομάδας. Μαζί με τον πολύπειρο κόουτς, στην Ελλάδα κατέφθασε κι ο Κεστούτις Κεμζούρα, ένας assistant coach με βιογραφικό που μόνο να αγνοήσει δεν θα μπορούσε κανείς. «Σύμφωνα με πληροφορίες από την Λιθουανία, ο Ντέιβιντ Μπλατ ετοιμάζεται να φέρει μαζί του στον Ολυμπιακό τον πρώην προπονητή της Εθνικής Λιθουανίας» ανέφερε τότε το σχετικό άρθρο στο sdna.gr και πράγματι είναι σπουδαίο παράσημο η παρουσία σ' έναν τόσο «λαμπερό» πάγκο, όπως αυτός της «Lietuva».

Είναι γεγονός, λοιπόν, πως ο Κεμζούρα δεν ήταν απλά ένας ακόμη assistant coach, καθώς διέθετε ήδη γεμάτο βιογραφικό και είχε λόγο στο πλευρό του Μπλατ, με τον οποίο είχε συνεργαστεί και σε Ντιναμό Αγίας Πετρούπολης, Μπενετόν και Νταρουσάφακα. Το παιχνίδι της μοίρας έφερε τον Λιθουανό κόουτς για τα καλά στο προσκήνιο τον Οκτώβρη του 2019, όταν οι δρόμοι του Ολυμπιακού με τον Μπλατ χώρισαν, ύστερα από μία σεζόν κι ένα παιχνίδι: αυτό στην Λυών που έληξε με βαριά ήττα των Πειραιωτών από την Βιλερμπάν. Τα δύο παιχνίδια, για τα οποία του ζητήθηκε αρχικά να κάτσει στον πάγκο, έγιναν αρκετά περισσότερα κι ο 50χρονος κόουτς κράτησε το «ερυθρόλευκο» τιμόνι μέχρι τον Ιανουάριο του 2020, όταν κι αντικαταστάθηκε από τον Γιώργο Μπαρτζώκα. 

Από το Κάουνας, όπου βρίσκεται και πέρασε την καραντίνα, ο έμπειρος και παρασημοφορημένος προπονητής παραχώρησε μία μακροσκελή συνέντευξη στο SDNA, στην οποία μίλησε για τον ενάμιση χρόνο του στην Ελλάδα: ο Κεμζούρα παραδέχθηκε πως ενθουσιάστηκε εξαρχής με την προοπτική του Ολυμπιακού, στον οποίο πάντως, όπως τόνισε, η δίψα για νίκες... αφαιρεί χρόνο. Σχολίασε τα κομμάτια του παζλ που έφεραν την αποτυχία στη σεζόν 2018/2019 και φυσικά απάντησε για το περιβόητο ματς της 13ης Φεβρουαρίου του 2019 στο ΟΑΚΑ, εκφράζοντας την άποψη πως «δεν φεύγεις από το γήπεδο, όταν χάνεις με 15 πόντους».

Η κουβέντα περιστράφηκε γύρω από το πώς επηρέασε η απουσία του Ολυμπιακού από την Basket League και τις μεταγραφικές κινήσεις του περασμένου καλοκαιριού, με τον Κεμζούρα να επισημαίνει πως κάποιοι παίκτες απέρριψαν την «ερυθρόλευκη» προοπτική λόγω του ενός ματς την εβδομάδα. Φυσικά, ο Λιθουανός μίλησε για το διάστημα που πέρασε ως head coach στην ομάδα, αλλά και για την αποχώρησή του, για την οποία ουσιαστικά ενημερώθηκε από τα λιθουανικά media λίγες ώρες πριν από το ματς με την Βαλένθια, όταν πια είχε γίνει ήδη γνωστή η συμφωνία του Ολυμπιακού με τον Γιώργο Μπαρτζώκα. Λίγο πριν το φινάλε, έγινε φυσικά και ξεχωριστή αναφορά στο αξέχαστο, φετινό «αιώνιο» ντέρμπι του ΟΑΚΑ, όταν ο Κεμζούρα παρέταξε έναν πανέτοιμο και συγκεντρωμένο Ολυμπιακό, αλλά τα μαγικά του Ταϊρίς Ράις (41π.) χάλασαν τα σχέδια κι ενδεχομένως έκριναν το μέλλον για τον 50χρονο. 

- Πρώτα απ' όλα, θα ήθελα να ρωτήσω πόσο σας έλειψε το να βλέπετε μπάσκετ στη διάρκεια της καραντίνας;

«Για να είμαι ειλικρινής, το μυαλό δεν ήταν στο μπάσκετ. Κανείς δεν περίμενε αυτό που συνέβη και κανείς δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει. Φυσικά, μου έλειψε το μπάσκετ, αλλά όλοι είχαμε μία διαφορετική σκέψη ως προτεραιότητα. Μας ένοιαζαν οι οικογένειές μας, όλα αυτά που συμβαίνουν. Τουλάχιστον εγώ δεν το σκεφτόμουν τόσο το μπάσκετ. Τώρα αρχίζει κάπως να ξεκαθαρίζει η κατάσταση, ξεκινάμε να μαθαίνουμε περισσότερα πράγματα. Μέχρι πριν λίγο καιρό, κανείς δεν ήξερε τίποτα γι' αυτό που βιώνουμε, νιώθαμε πως το μέλλον είναι πιο μακρινό κι αβέβαιο από ποτέ».

- Αντίστοιχα, πόσο σας έχει λείψει η ρουτίνα της προπονητικής και το να είστε μέλος μιας ομάδας;

«Φυσικά μου λείπει αυτή η ρουτίνα. Όλοι οι προπονητές χρειάζονται αυτήν την ρουτίνα, του παιχνιδιού, της προπόνησης. Αντίστοιχα όμως, όταν είσαι σε μία ομάδα, σου λείπουν πράγματα όπως το να είσαι σπίτι, δίπλα στην οικογένειά σου. Είμαστε άνθρωποι όλοι μας. Οι συνεχόμενοι αγώνες κουράζουν παίκτες και προπονητές, φτάνουμε σ' ένα σημείο που το σώμα και το μυαλό χρειάζονται ξεκούραση. Ο κάθε άνθρωπος προσπαθεί να ξεφύγει από το στρες, την πίεση, την αϋπνία. Κάθε διάλειμμα είναι καλό, αλλά μετά πρέπει να επιστρέφεις. Μου λείπει λοιπόν η ρουτίνα μου, η συνεργασία με τους παίκτες και τους άλλους προπονητές».

- Πιστεύετε πως το διάλειμμα από τους πάγκους είναι μια καλή ευκαιρία για τους προπονητές να αντλήσουν ακόμη περισσότερες γνώσεις;

«Το να είσαι εκτός πάγκων, δεν αλλάζει κάτι ως προς τη σχέση σου με το παιχνίδι. Ακόμη ενδιαφέρεσαι, ακόμη θες να μαθαίνεις τις εξελίξεις κι έχεις περισσότερο χρόνο να το κάνεις. Έβλεπα την παλιά μου ομάδα, τον Ολυμπιακό, γιατί ξέρω τους παίκτες και τους ανθρώπους του. Ήμουν μέρος του προγράμματος και θέλω να το ακολουθώ. Διάβασα πράγματα για το μπάσκετ, έκανα ο,τι μπορώ για να προετοιμάζομαι, μοιραζόμουν σκέψεις με συναδέλφους μου. Πριν ξεσπάσει η πανδημία, μου ζήτησε και η Ομοσπονδία να κάνω κάποια σεμινάρια, να προπονήσω μικρά παιδιά, ενώ είχα μια συνεργασία και με ένα Πανεπιστήμιο».

- Θα πρέπει να περιμένουμε επιστροφή σας στους πάγκους την επόμενη σεζόν;

«Δεν θέλω να βιαστώ για το επόμενο βήμα. Πιστεύω ότι είμαι σε θέση να παίρνω αποφάσεις έχοντας ζυγίσει τα δεδομένα. Είμαι ανοικτός σε προτάσεις. Βέβαια με την κατάσταση που επικρατεί, είναι δύσκολο για τις ομάδες να λειτουργήσουν. Όπως όλοι οι προπονητές, πάντα θέλω να είμαι σε μία ομάδα με καλή οργάνωση, πιθανότητες επιτυχίας, λίγους περιορισμούς και παιχνίδια σε ευρωπαϊκή διοργάνωση. Επίσης, ποτέ δεν μου αρέσει να αποκλείω δουλειές, διότι είναι πάντα αβέβαιο το τι σου επιφυλάσσει η ζωή. Ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ, γιατί μπορεί η ίδια η ζωή να σε εκθέσει. Όταν έρθει μια πρόταση, θα κάτσω να τη συζητήσω».

- Πριν από μερικά χρόνια, σε μία συνέντευξη, ο κόουτς Ιγκόρ Κοκόσκοφ μού είχε πει ότι στην Ελλάδα η προπονητική είναι μία δουλειά υψηλού ρίσκου. Συμμερίζεστε αυτήν την άποψη, έπειτα από ενάμιση χρόνο στη χώρα μας;

«Πλέον, δεν νομίζω πως η Ελλάδα είναι μια εξαίρεση. Δες την Euroleague φέτος. Πόσες ομάδες άλλαξαν προπονητή; Από τη μία, καταλαβαίνεις τις ομάδες, γιατί υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες, ιδιαίτερα σε μία διοργάνωση με τέτοιο πρεστίζ όπως η Euroleague. Ειλικρινά, όμως, δεν το θεωρώ φυσιολογικό. Πρέπει να υπάρχει συνέχεια. Ιδιαιτερα σε μία τόσο ανταγωνιστική λίγκα, πρέπει να χτίζεις κάτι με συνέπεια, και δεν μπορείς να κρίνεις από αρνητικά αποτελέσματα. Η Euroleague έδειχνε φέτος ότι δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για κανένα αποτέλεσμα. Κάθε μέρα πρέπει να αποδεικνύεις ότι αξίζεις τη θέση σου, δεν υπάρχει περιθώριο χαλάρωσης. Δεν ξέρω αν είναι θέμα Ελλάδας. Ίσως κάποιες συνήθειες θα μπορούσαν να αλλάξουν, αλλά είναι πιο αρμόδιοι να τοποθετηθούν οι Έλληνες προπονητές»

- H Λιθουανία είναι η απόλυτα μπασκετική χώρα, ενώ και στην Ελλάδα το πάθος για το συγκεκριμένο άθλημα είναι πολύ μεγάλο. Υπάρχουν κοινά σημεία;

«Και στις δύο χώρες, οι παίκτες και οι προπονητές βλέπουν το μπάσκετ ως ομαδικό σπορ, τους νοιάζει να μοιράζονται την μπάλα. Υπάρχουν προπονητές που είναι πολύ αφοσιωμένοι στο κομμάτι της τακτικής και ξέρουν να αξιοποιούν τους παίκτες τους, οι οποίοι είναι επίσης δεκτικοί. Οι Έλληνες έχουν μέσα τους το μπάσκετ υπομονής κι έχουν τους γκαρντ να το υποστηρίζουν, ενώ για τη Λιθουανία δεν ισχύει ακριβώς το ίδιο. Και οι δύο σχολές όμως βασίζονται στην ομαδικότητα, στην δομή».

- Προηγουμένως αναφερθήκαμε στο πόσο σας έλειψαν κάποιες καταστάσεις. Πριν πάρετε την ευκαιρία στον Ολυμπιακό, σας είχε λείψει να είστε πρώτος προπονητής σε μία ομάδα;

«Είναι λογικό να σου λείπουν κάποιες τέτοιες εναλλαγές, γιατί η κάθε θέση έχει διαφορετικές αρμοδιότητες κι ευθύνες από την άλλη. Προφανώς, όταν είσαι πρώτος προπονητής, έχεις τον τελευταίο λόγο. Ωστόσο, ήταν πραγματικά πολύ ωραίο για εμένα να δουλεύω στο κορυφαίο επίπεδο, δίπλα στον κόουτς Ντέιβιντ Μπλατ, έστω και ως assistant. Όταν είσαι head coach είσαι σε θέση να εφαρμόζεις τη φιλοσοφία σου για το μπάσκετ, την προσέγγισή σου που διαφέρει από προπονητή σε προπονητή. Στη θέση του assistant τα πράγματα είναι διαφορετικά. Έχεις επίδραση, η άποψή σου μετρά, αλλά πρέπει να είσαι πιο προσαρμοστικός στα "θέλω" του πρώτου προπονητή. Εκτιμώ πόσο με βοηθούσε, κι είχαμε πει ότι αν ερχόταν κάποια ενδιαφέρουσα προοπτική για μένα για θέση πρώτου προπονητή, είχα το ελεύθερο να την ακολουθήσω. Δεν είχα στο μυαλό μου όμως να φύγω αν δεν μιλούσαμε για μία πρόταση που θα ήταν αδύνατον για οποιονδήποτε να την αρνηθεί».

- Ποια ήταν η αντίδρασή σας το καλοκαίρι του 2018, όταν ο κόουτς Μπλατ σας ενημέρωσε ότι συμφώνησε με τον Ολυμπιακό και σας θέλει στο πλευρό του;

«Μεγάλος ενθουσιασμός! Ήμουν πραγματικά πολύ χαρούμενος και μπορώ να πω με βεβαιότητα το ίδιο για τον Ντέιβιντ που ανυπομονούσε να πιάσει δουλειά. Όπως είπα και πριν, εκτιμώ πολύ το γεγονός πως με επέλεξε να είμαι δίπλα του σε έναν τόσο μεγάλο σύλλογο».

- Στη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού, μαθαίναμε ότι ο Ολυμπιακός είναι κοντά στον Πιέρια Χένρι, αλλά ο παίκτης άλλαξε γνώμη και προτιμήσατε να πάρετε δύο φόργουορντ, τον Αξέλ Τουπάν και τον Γιάνις Τίμα. Πιστεύετε ότι αυτή η αλλαγή πλάνω έπαιξε ρόλο στην έκβαση της σεζόν;

«Δεν μπορούμε να πούμε ότι φταίει μόνο ένα πράγμα. Όπως πάντα, έχουμε ένα πλάνο Α που πιστεύουμε ότι είναι τέλειο και θέλουμε ιδανικά να προχωρήσουμε βάσει αυτού, αλλά καμιά φορά αναγκάζεσαι να πας στο πλάνο B ή το C. Ένας παίκτης μπορεί να έχει μια σπουδαία σεζόν με έναν προπονητή και σε μία ομάδα και την αμέσως επόμενη να μην ταιριάξει. Κάποιες φορές δεν μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς φταίει. Από την μεριά μας, και οι προπονητές είμαστε άνθρωποι. Είναι δουλειά μας να βρίσκουμε τα κουμπιά κάθε αθλητή, ώστε να αποδώσει στο μάξιμουμ, αλλά καμιά φορά αυτό δεν είναι εφικτό να συμβεί. Μπορούμε να μιλάμε μέχρι αύριο το πρωί και να μην καταλήξουμε στο ποιος έχει δίκιο.

Μου μίλησες για τον Πιέρια Χένρι. Εγώ δεν θέλω να αναφερθώ σε ονόματα στόχων, αυτά είναι για τους δημοσιογράφους. Εμείς θέλαμε να αξιοποιήσουμε τον Αξέλ Τουπάν στο "2", σε έναν ρόλο που θα του επέτρεπε να έχει την μπάλα στα χέρια του, να παίζεις σαν δημιουργός. Στον Ολυμπιακό όμως, που θέλει πάντα να νικά, δεν υπάρχει πολυτέλεια χρόνου. Ίσως από την άλλη όντως να μην ήταν δυνατό να μας βγει αυτό που θέλαμε με τον Τουπάν, αλλά τέτοια πράγματα θέλουν χρόνο». 

- Ακόμη κι έτσι όμως, η ομάδα τα πήγαινε πολύ καλά και μέχρι τα Χριστούγεννα ήταν στα όρια της 4άδας. Τι πήγε λάθος μετά τον Ιανουάριο;

«Δεν θέλω να μπω τόσο βαθιά, πολύ απλά γιατί δεν υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο θέλουμε να σταθούμε. Είναι κάποια πράγματα που απλά συνέπεσαν κι έκαναν την κατάσταση πιο δύσκολο, είχε προκύψει και το σκάνδαλο με τα μηνύματα. Δεν μπορώ να απομονώσω ένα πράγμα, ούτε να επεκταθώ ξεχωριστά. Δεν έχω απάντηση στο τι άλλαξε. Χάσαμε παιχνίδια που ήταν στο χέρι μας, όπως εκείνο στην έδρα της Νταρουσάφακα. Έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο και οι τραυματισμοί, χάσαμε τους δύο βασικούς δημιουργούς μας, τον Στρέλνιεκς και τον Σπανούλη». 

- Μπορείτε να μας μιλήσετε για εκείνη τη μέρα στο ΟΑΚΑ; Πώς το βιώσατε όλο αυτό; Κάποιοι είχαν ισχυριστεί ότι γνωρίζατε, πριν από την ανάπαυλα, ότι υπάρχει πρόθεση αποχώρησης.

«Όχι, όχι δεν ισχύει αυτό! Δεν ξέρω ποιος ήξερε ή όχι τι πρόκειται να γίνει, αλλά σίγουρα οι προπονητές δεν το ξέραμε. Το παιχνίδι δεν πήγε όπως θέλαμε, ήμασταν πολύ soft. Ήρθε η ώρα για την ανάπαυλα, πήγαμε στα αποδυτήρια κι είχαμε το καθιερωμένο meeting με τα υπόλοιπα μέλη του προπονητικού σταφ, ώστε να δούμε τι οδηγίες πρέπει να δώσουμε, τις προσαρμογές να ζητήσουμε από τους παίκτες. Τότε, η διοίκηση μάς είπε ότι δεν θα συνεχίσουμε, ότι δεν θα βγούμε στο παρκέ. Για εμάς, που περνούσαμε τον πρώτο μας χρόνο στην Ελλάδα, ήταν μια απόφαση που δύσκολα μπορούσαμε να καταλάβουμε. Δεν γνωρίζαμε πολλά για την κατάσταση με τους διαιτητές και για το τι είχαν βιώσει στο παρελθόν οι παίκτες και η διοίκηση. Ένιωσα πως αισθάνονται ότι δεν πάει άλλο. Δεν μπορώ να κρίνω με τον ίδιο τρόπο που θα έκρινε αν ήμουν χρόνια στην ομάδα. Από την μεριά μας, θέλαμε να συνεχίσουμε, να δώσουμε μάχη. Αν θες τη γνώμη μου, δεν φεύγεις όταν χάνεις με -15, κάθεσαι και παλεύεις. Ίσως όμως να μην μπορούμε να νιώσουμε όπως οι πιο παλιοί της ομάδας, που το αντιλήφθηκαν όλο αυτό σαν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι».

- Φαντάζομαι πως ήταν η στιγμή που καταλάβατε ότι στην Ελλάδα τα πράγματα είναι διαφορετικά σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα.

«Κάθε χώρα και κάθε ομάδα έχει τα δικά της θέματα, τις δικές της ιδιαιτερότητες. Στην Ελλάδα, υπάρχει τόσο μεγάλος ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες, τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Ειλικρινά πιστεύω ότι μιλάμε για παιχνίδια που αφορούν και τα περιμένει ολόκληρη η Ευρώπη. Και είμαι πεπεισμένος ότι ο ένας χρειάζεται τον άλλον απέναντί του και η λίγκα την μάχη τους. Σε όλες τις χώρες υπάρχει μια αντιπαλότητα. Στην Λιθουανία έχουμε το Ζαλγκίρις - Ρίτας και, παρ' όλο που υπάρχουν κι άλλες ομάδες που μπαίνουν σφήνα, είναι δύο πόλοι που ασχολούνται ο ένας με τον άλλον. Δεν πιστεύω πως στην Ελλάδα η λίγκα ήταν πιο ενδιαφέρουσα χωρίς τον Ολυμπιακό, έχασε μεγάλο μέρος της αίγλης της, ενώ και ο Παναθηναϊκός δεν νομίζω πως χαίρεται παίζοντας χωρίς τον μεγάλο του αντίπαλο».

- Σχετικά με το περασμένο καλοκαίρι, είχατε πει ότι αναγκαστήκατε ορισμένες φορές να ασχοληθείτε και να υπογράψετε παίκτες που δεν ήταν οι πρώτες επιλογές σας. Για ποιο λόγο εκτιμάτε ότι συνέβη αυτό;

«Δεν ήμουν ακριβώς αναμεμειγμένος στην απόκτηση των παικτών. Ο κόουτς Μπλατ δούλεψε πολύ σκληρά, όπως κάνει πάντα, για να βρει παίκτες. Του αρέσει να μιλάει μόνος του με παίκτες και ατζέντηδες, να τους προσεγγίζει με τον τρόπο του. Εγώ και οι άλλοι assistants λέγαμε τη γνώμη μας για το τι μας αρέσει και τι όχι σε κάποιον παίκτη. Πρέπει να πω ότι κι εγώ είχα κάποια ευθύνη στα λάθη που έγιναν, γιατί μπορεί να πρότεινα κάποιον παίκτη. Καμιά φορά, βλέπεις το βίντεο, σου φαίνεται πως ένας παίκτης ταιριάζει με την ομάδα, αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει. 

Ήταν μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Το καλοκαίρι ήταν πολλά τα δημοσιεύματα στην Ευρώπη για την οικονομική κατάσταση στον Ολυμπιακό και τις οφειλές, ενώ σίγουρα κάποιοι παίκτες αρνήθηκαν να έρθουν λόγω του ότι δεν υπήρχαν αγώνες πρωταθλήματος. 

Μες στη σεζόν, άκουσα πολλές φορές να μου γίνεται ερώτηση από τους δημοσιογράφους για τα "+" και τα "-" αυτής της κατάστασης. Υπάρχουν παίκτες που σκέφτονται ότι, αν κάτι στραβώσει σε ματς της Euroleague, θα έχουν την ευκαιρία να το διορθώσουν και να βρουν ρυθμό μέσω πρωταθλήματος. Αν μιλάμε για παίκτη χωρίς μεγάλη αυτοπεποίθηση κι εύθραυστο ψυχολογικά, καταλαβαίνετε πόσο ζόρικο είναι να νιώσει καλά. Ήταν πρόβλημα. Από τη μία έχεις χρόνο να προπονηθείς, να δοκιμάσεις συστήματα, αλλά αυτό δεν μπορεί να υποκαταστήσει το παιχνίδι

Είναι πολύ δύσκολο να βρεις ρόλους για τους παίκτες του, όταν έχεις ένα ματς την εβδομάδα. Σε ματς τόσο απαιτητικά όπως αυτά της Euroleague, πώς να παίξεις με 12 παίκτες. Ακόμη και το να χρησιμοποιήσεις rotation 9-10 παικτών θεωρείται πολλές φορές τολμηρό. Η καλύτερη προπόνηση είναι το παιχνίδι. Ειδικά οι πιο μεγάλοι, σε ηλικία, παίκτες προτιμούν ξεκάθαρα το παιχνίδι από την προπόνηση».

- Όταν έφτασε η στιγμή και σας ζητήθηκε να αναλάβετε την ομάδα ως head coach, νιώθατε έτοιμος;

«Όταν έφυγε ο κόουτς Μπλατ, η διοίκηση μού ζήτησε να αναλάβω την ομάδα ως πρώτος προπονητής. Ρώτησα για πόσο καιρό και αρχικά μου είπαν για δύο παιχνίδια. Στο συμβόλαιό μου υπήρχε ο όρος ότι αν χρειαστεί, πρέπει να αναλάβω την ομάδα και ότι δεν μπορείς να φύγω απλά και μόνο επειδή έφυγε ο head coach».

- Δηλαδή αν δεν υπήρχε τέτοιος όρος, θα είχατε αποφασίσει να φύγετε;

«Όχι. Πάντα ακούω τη γνώμη του κόουτς Μπλατ, τον ρώτησα, μου είπε ότι είναι ΟΚ να μείνω και με υποστήριξε. Δεν ήξερα τι να περιμένω, σκέφτηκα ότι είναι μόνο δύο παιχνίδια και μετά θα αποφασίσει η διοίκηση τι θα γίνει. Είπα ότι συγκεντρώνομαι στα δύο ματς και ότι θα κάνω το καλύτερο δυνατό ώστε να προετοιμάσω την ομάδα μου γι' αυτά Στην αρχή, είχα σοκαριστεί από την αποχώρηση του κόουτς Μπλατ, γιατί ποτέ δεν είναι ωραίο να συμβαίνει αυτό. Αλλά είπα, ότι κάποιες στιγμές πρέπει να κάνεις αυτό που απαιτείται. Είπα ότι ίσως είναι η ευκαιρία μου». 

- Μιλώντας για ευκαιρία, θεωρείται ότι αν δεν είχε χαθεί η ευκαιρία για διπλό στο ΟΑΚΑ σε εκείνο το απίθανο ματς, θα είχατε μείνει για περισσότερο καιρό στον Ολυμπιακό; 

«Δεν ξέρω. Δεν το σκέφτομαι έτσι. Θα πρέπει να ρωτήσετε την διοίκηση αν μια πιθανή νίκη θα άλλαζε κάτι. Ίσως δεν ήμουν αρκετά καλός για να δουν μαζί μου το μέλλον. Όσον αφορά σε εκείνο το ματς, η ομάδα έπαιξε καλά με την εξαίρεση δεν κάναμε καλή δουλειά πάνω στον Ράις. Και πάλι όμως είναι παράσημο για τους παίκτες ότι έμειναν συγκεντρωμένοι. Ξέρετε, πριν το ματς όλοι έλεγαν ότι ο Παναθηναϊκός θα μας διαλύσει με διαφορά άνω των 20 πόντων. Οι παίκτες μας όμως έδειξαν χαρακτήρα και κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Πολλοί ήταν πρωτάρηδες σε όλο αυτό και τους άρεσε πολύ που έπαιξαν σε τέτοια ατμόσφαιρα, σε ένα τόσο σπουδαίο ματς. Είχαμε πει ότι πρέπει να μείνουμε στο πλάνο μας. Ακόμη κι όταν μέναμε πίσω με διαφορές, επιστρέφαμε, είχαμε πείσμα. Ακόμη και σήμερα, πιστεύω πως ήμασταν η ομάδα που έπρεπε να νικήσει, αλλά σε τέτοια ντέρμπι όλα μπορούν να κριθούν σε μία φάση, σε ένα φάουλ που δεν έγινε, σε ένα χαμένο ριμπάουντ. Δεν χαρήκαμε από το αποτέλεσμα, αλλά δείξαμε για τι πράγματα ήμασταν ικανοί αν παίζαμε με βάση αυτό που μπορούσαμε». 

- Πόσο δύσκολο ήταν να προετοιμάσετε την ομάδα για τον εκτός έδρας αγώνα με την Βαλένθια, γνωρίζοντας ότι θα αποτελέσετε παρελθόν μετά τη λήξη του;

«Ειλικρινά, επειδή δεν ξέρω ελληνικά και δεν διάβαζα το ελληνικά media, δεν γνώριζα κάτι. Πηγαίνοντας στην Βαλένθια, ξέραμε βέβαια ότι η κατάσταση δεν είναι καλή, ούτε το κλίμα. Όμως αυτό δεν άλλαζε κάτι. Όταν δεν έχουν τελειώσει οι πιθανότητές σου να διεκδικήσεις κάτι, τότε δεν μπορείς να σκεφτείς σαν να μην έχεις ελπίδες. Λίγες ώρες πριν από τον αγώνα, είχα ξαπλώσει όπως κάνω συνήθως για να αποφορτιστώ και όταν σηκώθηκα έριξα μια ματιά στα λιθουανικά Μέσα. Είδα ότι έγραφαν πως είναι το τελευταίο μου παιχνίδι. Δεν ήταν κάτι ευχάριστο, αυτή είναι η αλήθεια. Όμως έχω βρεθεί σε καταστάσεις που κάποιος δεν με εμπιστεύεται ή που πιστεύει ότι κάτι άλλο ταιριάζει καλύτερη. Είπα λοιπόν μέσα ότι πρέπει να κάνω τη δουλειά μου. Κάναμε ένα πολύ καλό παιχνίδι, ήταν πραγματικά... τρελό ματς. Πήγαμε να το χάσαμε μέσα από τα χέρια μας, αλλά το κερδίσαμε και ήμασταν όλοι πολύ χαρούμενοι. Τουλάχιστον μπορούσα να λέω ότι άφησα την ομάδα με ελπίδες να τα καταφέρει να βρεθεί εντός 8άδας».

- Τελικά, φεύγοντας από την Ελλάδα, ποια εντύπωση είχατε αποκομίσει πλέον για τους αδερφούς Αγγελόπουλους;

«Δεν μπορώ να πω κάτι κακό για εκείνους. Έδειξαν και δείχνουν υποστήριξη, ξοδεύουν τα λεφτά τους για την ομάδα, ενδιαφέρονται να κάνουν πράγματα με τον σωστό τρόπο και είναι ειλικρινείς. Με ευχαρίστησαν, μου εξήγησαν ότι δεν τους αρέσει να αλλάζουν προπονητές, αλλά έπρεπε να συμβεί. Πιστεύω ότι έχουμε καλές σχέσεις και ότι με εκτιμούν, όπως εγώ».

- Πιστεύετε πως τώρα, με τον κόουτς Μπαρτζώκα, ο Ολυμπιακός βαδίζει σε μία καλύτερη κατεύθυνση; 

«Αλλαξαν κάποια πράγματα. Κάθε προπονητής έχει διαφορετικούς τρόπους, διαφορετική φιλοσοφία. Πιστεύω ότι είναι ένας πολύ έμπειρος προπονητής, έχει κερδίσει την Euroleague, έχει την εμπιστοσύνη της διοίκησης και θα τον βοηθήσει να δουλεύει νιώθοντας την ασφάλεια».

- Το μπάσκετ ήταν το βασικό αντικείμενο της κουβέντας μας, αλλά για το φινάλε θα ήθελα να μου πείτε πόσο μεγάλο μάθημα ήταν για εσάς το να δουλεύετε πλάι στον κόουτς Μπλατ σε μία τόσο ιδιαίτερη στιγμή για εκείνον, με το πρόβλημα υγείας που δεν άφησε να τον λυγίσει...

«Έμαθα πολλά από τον Ντέιβιντ, όχι μόνο για το μπάσκετ, αλλά και για τη ζωή γενικότερα. Πρώτα απ' όλα είναι 100% μαχητής, ποτέ δεν τα παρατά σε οποιοδήποτε κομμάτι της ζωής και το έδειξε. Βέβαια, πρέπει να πω ότι είναι πολύ κακός loser (γέλια). Μετά τις ήττες, δεν αφήνει κανέναν μας να κοιμηθεί και προσπαθεί να βρει τι έχει φταίξει. Είναι όμως πάντα θετικός και αυτό μας έχει μάθει σε όλους. Είναι ένα λαμπρό μυαλό, ένας μεγάλος άνθρωπος».

Κεμζούρα στο SDNA: «Δεν φεύγεις από το γήπεδο, όταν χάνεις με 15 πόντους»