MENU
Χρόνος ανάγνωσης 11’

Τσαρτσαρής στο SDNA: «Το 2009 βάλαμε το «εγώ» κάτω από το «εμείς», ήταν το πιο δυνατό Final- 4 μέχρι σήμερα»

0

Έντεκα χρόνια πέρασαν από το συγκλονιστικότερο ίσως Final Four της ιστορίας, αφού από τους τρεις κρίσιμους αγώνες, δύο κρίθηκαν στο καλάθι κι ένας στους 4 πόντους. Είναι γεγονός ότι ακόμα και σήμερα πολλοί μνημονεύουν εκείνο το Final Four της «O2 WORLD arena» ως το πιο ανταγωνιστικό όλων των εποχών.

Σπανούλης, Φώτσης, Διαμαντίδης, Γιασικεβίτσιους, Περπέρογλου, Νίκολας, Μπατίστ, Πέκοβιτς, Τσαρτσαρής, υπό τις οδηγίες του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στο πλευρό του οποίου καθόταν ο Δημήτρης Ιτούδης. Ονόματα που αν αναλογιστεί κανείς την αξία τους τον πιάνει... ίλιγγος.

Σπουδαίοι παίκτες, μεγάλες προσωπικότητες που παραμέρισαν το «εγώ» τους προς χάριν του «εμείς» και απέδειξαν πως όταν γίνεται αυτό, μαγικά πράγματα μπορούν να συμβούν!

Για τον Παναθηναϊκό του 2009 ο στόχος ήταν ένας και αδιαπραγμάτευτος. Η κορυφή. Πέρασαν μια πιεστική σεζόν, έφτασαν σε ένα Final Four που αναγκάστηκαν να παλέψουν με «θηρία», όμως το βλέμμα τους παρέμενε πάντα στραμμένο προς το τρόπαιο. Με αυτοσυγκράτηση, συγκέντρωση αλλά παράλληλα με πίστη και αυτοπεποίθηση έβλεπαν το κάθε παιχνίδι σαν ένα βήμα που τους έφερνε πιο κοντά στην ανάδειξη τους σε πρωταθλητές Ευρώπης.

Όπερ και εγένετο. Μετά από έναν ημιτελικό – διαφήμιση του ελληνικού μπάσκετ – απέναντι στον Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός είχε ένα τελευταίο «σκαλοπάτι» να ανέβει για να φτάσει στην υψηλότερη θέση του βάθρου. Η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Πρωταθλήτρια Ευρώπης του 2006 και του 2008, με τον Ετόρε Μεσίνα στον πάγκο της, μόνο εύκολη αντίπαλος δεν ήταν για τους «πράσινους».

Ο μεγάλος τελικός ήταν βγαλμένος από τα πιο τρελά όνειρα κάθε φίλου του Παναθηναϊκού στο πρώτο μισό που εκτυλίχθηκε σε ντέρμπι για γερά... νεύρα στο δεύτερο μισό. Το παιχνίδι κρίθηκε κυριολεκτικά στο τελευταίο δευτερόλεπτο, με τον Σισκάουσκας να αστοχεί σε σουτ υπό την πίεση του Ντρου Νίκολας και τον Παναθηναϊκό να πανηγυρίζει έξαλλα την κατάκτηση του 5ου ευρωπαϊκού τροπαίου του.

Ο Κώστας Τσαρτσαρής, για τον οποίο οι συστάσεις περισσεύουν, έζησε την αγωνία, την πίεση, τον ενθουσιασμό, αλλά και την απόλυτη ευτυχία εκείνες τις ημέρες στο Βερολίνο και μοιράζεται μαζί μας τα όσα βίωσε εκείνη την σημαδιακή χρονιά φορώντας τη φανέλα του Παναθηναϊκού.

 

- Καταρχάς Κώστα, πάμε πίσω στις αρχές της σεζόν εκείνης. Την προηγούμενη χρονιά αποκλείστηκε ο Παναθηναϊκός στη φάση των «16», ποιοι ήταν οι στόχοι και οι σκέψεις σας για τη χρονιά που ξεκινούσε;

«Κάθε χρονιά η ομάδα χτιζόταν για να κατακτήσει την κορυφή και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αλλά σαφώς ήταν πιο δύσκολο το να κατακτήσεις την κορυφή στην Ευρώπη. Έτσι και εκείνη τη χρονιά σίγουρο είχαμε στο μπροστά μέρος του μυαλού μας ότι έπρεπε να επανέλθουμε στην κορυφή γιατί όπως είπες το 2008 δεν τα καταφέραμε. Η ομάδα είδαμε ότι χτίστηκε με γνώμονα αυτό και μόνο σαν στόχο, ήρθαν κάποια παιδιά που ήταν πολύ υψηλής αγωνιστικής αξίας με φοβερή προσωπικότητα και ήρθαν να κουμπώσουν στο ήδη υπάρχον πολύ δυνατό υλικό και να φτιάξουμε μια από τις καλύτερες ομάδες που περάσαν ποτέ από την Ευρώπη. Σαν ρόστερ τουλάχιστον γιατί ήταν ακόμα καλοκαίρι. Έπρεπε να αποδείξουμε στη συνέχεια ότι ήμασταν καλοί και σαν ομάδα».

- Στην αρχή τα πράγματα ήταν κάπως περίεργα όσο τόσο για τα αποτελέσματα όσο για την εικόνα της ομάδας η οποία δεν άρεσε σε κάποια παιχνίδια στον κόουτς Ομπράντοβιτς. Θεωρείς ότι ο Παναθηναϊκός «γύρισε» το κουμπί στην απόδοση του, μετά το περίφημο ματς με την Πρόκομ και την συνέντευξη τύπου του Ζέλικο Ομπράντοβιτς;

«Όχι δεν ήταν εκείνο το σημείο που αλλάξαμε. Εντάξει ο κόουτς Ομπράντοβιτς είναι ένας πανέξυπνος άνθρωπος και δημιούργησε εκείνη τη στιγμή μια κατάσταση με την οποία μας έκανε να καταλάβουμε ότι τα πράγματα στη συνέχεια δεν θα είναι τόσο... ρόδινα αν δεν βάζαμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να γίνουμε σωστή ομάδα. Προφανώς δεν ήμασταν από την αρχή της σεζόν αυτοί που θα έπρεπε, αλλά δεν είναι τόσο εύκολο τόσες ισχυρές προσωπικότητες, δώδεκα ισχυρές προσωπικότητες και τόσο μεγάλα ταλέντα να μπορέσουν να συνυπάρξουν και να βάλει ο καθένας το «εγώ» του κάτω από το «εμείς». Ήθελε χρόνο και πολλή δουλειά όλο αυτό. Αυτή η κουβέντα πιυ έγινε με την Πρόκομ είχε γίνει κατ ιδίαν πολλές φορές ή στα αποδυτήρια ή στο γραφείο του προπονητή ώστε να μπορέσουμε να μπούμε στο σωστό δρόμο. Λίγο αργότερα όμως άρχισαν τα πράγματα να μπαίνουν στη σωστή σειρά, να παίζουμε όπως θα θέλαμε να παίζουμε και θεωρώ ότι στο κρίσιμο σημείο της σεζόν που ήταν η αρχή των play – offs ήμασταν η ομάδα που περίμενε πρώτα απ’ όλα ο προπονητής, εμείς οι ίδιοι και μετά και ο κόσμος».

 

- Στα προημιτελικά ο Παναθηναϊκός είχε να αντιμετωπίσει την πολύ δυνατή και φορμαρισμένη Σιένα που κέρδισε μάλιστα στο δεύτερο παιχνίδι στο ΟΑΚΑ. Πιστεύεις ότι ο Παναθηναϊκός φώναξε «είμαστε έτοιμοι για το Final Four» με τις δύο εκπληκτικές εμφανίσεις που έκανε στην Τοσκάνη;

«Γνωρίζαμε πολύ καλά οι παίκτες και οι προπονητές το ποιοι ήμασταν και τι μπορούσαμε να κάνουμε. Η Σιένα ήταν μια πολύ καλή ομάδα πραγματικά και επί σειρά ετών βρισκόταν στην ελίτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ και φυσικά ήταν και μια έδρα που ήταν πολύ δύσκολο να τη «σπάσεις», οπότε η ήττα μας στο ΟΑΚΑ μας έβαλε σε δεύτερες σκέψεις. Παρόλα αυτά από την ώρα που μπήκαμε στα αποδυτήρια μετά την ήττα στο ΟΑΚΑ, είπαμε ότι είμαστε καλύτεροι, απλά πρέπει να παίξουμε καλύτερα και να αποδείξουμε ότι αξίζουμε να είμαστε στο Final Four.

Ξεκινήσαμε αμέσως λοιπόν την προετοιμασία μας πρώτα απ’ όλα πνευματικά, την επόμενη μέρα αγωνιστικά μπαίνοντας στο γήπεδο και φυσικά το ταξίδι εκεί έγινε με γνώμονα όχι να κερδίσουμε ένα παιχνίδι και να επιστρέψουμε στην έδρα μας για το πέμπτο αλλά να κερδίσουμε και τα δύο παιχνίδια. Κάτι το οποίο κάναμε και φάνηκε μέσα από αυτό και το mentality που είχαμε σαν ομάδα και σαν παίκτες, ότι δεν μας άρεσαν τα ημίμετρα, δηλαδή να κερδίζαμε απλά το ένα ματς και να φέρναμε τη σειρά στα ίσα για να πάμε στο πέμπτο παιχνίδι αλλά να τελειώνουμε εκεί τη δουλειά. Αποδείξαμε εκεί την ανωτερότητα μας, αποδείξαμε ότι μπορούσαμε να... πατήσουμε το κεφάλι του αντιπάλου αν το θέλαμε και δείξαμε και σε όλη την Ευρώπη ότι δεν αστειευόμασταν καθόλου».

- Έρχεται λοιπόν η ώρα του Final Four στο οποίο θα αντιμετωπίζατε καταρχήν τον Ολυμπιακό. Νιώθατε σαν να «κουβαλάτε» ένα βάρος ειδικά οι Έλληνες από την πίεση του κόσμου και λόγω των χαμένων ημιτελικών του Παναθηναϊκού κόντρα στον Ολυμπιακό στο Τελ Αβιβ και στην Σαραγόσα.

«Εμείς δεν είχαμε ζήσει αυτές τις καταστάσεις, παρόλα αυτά ο κόσμος όντως είχε πολύ μεγάλες απαιτήσεις. Ήδη διανύαμε μια σεζόν με ιδιαίτερα υψηλή πίεση στις πλάτες μας και φτάσαμε λοιπόν να παίζουμε στο Final Four, την πρόκριση μας στον τελικό, έναντι του μεγάλου εγχώριου αντιπάλου μας, που είχε μια εξαιρετική ομάδα οπότε η πίεση έγινε ακόμα μεγαλύτερη. Ήταν σίγουρα το πιο πιεστικό Final Four από τα πέντε στα οποία αγωνίστηκα, με τα τρία να είναι νικηφόρα. Πιο πιεστική περίοδος ήταν αυτή πριν το Βερολίνο. Όλος ο κόσμος στο δρόμο ζητούσε επιτακτικά να τους κερδίσουμε. Πολλές φορές και ο κόσμος υπερβάλλει, κάποιοι λέγανε «δεν μας ενδιαφέρει αν θα το πάρετε, αρκεί να κερδίσετε τον Ολυμπιακό στον ημιτελικό». Φαντάζομαι ότι και από την αντίπερα όχθη το ίδιο σκεφτόταν. Είναι αλήθεια ότι περάσαμε πολύ δύσκολη περίοδο, προετοιμαστήκαμε όμως επαγγελματικά, προετοιμαστήκαμε για να παίξουμε έναν ημιτελικό είτε ήταν απέναντι μας ο Ολυμπιακός, είτε η Μπαρτσελόνα ή οποιαδήποτε άλλη ομάδα, χωρίς να κοιτάμε το συναισθηματικό κομμάτι για να μείνουμε συγκεντρωμένοι. Εντάξει όπως όλα τα παιχνίδια ιδιαίτερα στα Final Four κρίνονται στις λεπτομέρειες. Απλά ήμασταν καλύτεροι σε μία – δύο λεπτομέρειες και κερδίσαμε το παιχνίδι».

- Μετά από μια σπουδαία και δραματική νίκη κόντρα στον αιώνιο αντίπαλο σας, πως καταφέρατε να παραμερίσετε αμέσως την χαρά της πρόκρισης και να εστιάσετε στο παιχνίδι με την ΤΣΣΚΑ. Υπήρξε ο φόβος του ψυχολογικού αδειάσματος; Τι σας είπε ο κόουτς στα αποδυτήρια μετά τη νίκη αυτή;

«Το παν σε αυτή την περίπτωση είναι η εμπειρία. Όλοι οι παίκτες που απαρτίζαμε αυτή την ομάδα είχαμε φοβερή εμπειρία. Όχι μόνο από προηγούμενα Final Four, αλλά κάποιοι από εμάς που ήμασταν και μέλη της Εθνικής ομάδας, είχαμε ζήσει και το... στραπάτσο του 2006 με την Ισπανία, μετά το ψυχολογικό άδειασμα από την νίκη επί της Αμερικής. Αυτό ήταν ένα τεράστιο μάθημα και γνωρίζαμε ότι δεν θα έπρεπε να αφήνουμε τα συναισθήματα μας, είτε πρόκειται για χαρά είτε για λύπη, να μας καταβάλουν.

Βέβαια πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι είχαμε στο τιμόνι έναν άνθρωπο ο οποίος είχε ήδη στις βαλίτσες του 10-15 Final Four, δεν ξέρω πόσους τίτλους είχε ακόμα εκείνη την περίοδο, ο οποίος ήξερε να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις, ήξερε να χρησιμοποιήσει τις σωστές λέξεις και φράσεις για να μας προετοιμάσει πνευματικά και από εκεί και πέρα να κάνουμε και εμείς το δικό μας κομμάτι. Ήμασταν συγκεντρωμένοι στο 100% από το πρώτο λεπτό όταν τελείωσε το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό. Ξέραμε ότι η δουλειά δεν είχε τελειώσει εκεί και έπρεπε να παίξουμε ένα ακόμα παιχνίδι σωστό και νομίζω ότι δείξαμε πανευρωπαϊκώς αν όχι παγκοσμίως από το πρώτο λεπτό που μπήκαμε με την ΤΣΣΚΑ ότι ήμασταν πανέτοιμοι και γι’ αυτό παίξαμε και ένα εξαιρετικό πρώτο ημίχρονο και καταφέραμε έστω και δύσκολα στο τέλος να κερδίσουμε το παιχνίδι του τελικού».

- Το πρώτο ημίχρονο του τελικού με την ΤΣΣΚΑ είναι το καλύτερο που έχεις αγωνιστεί με την φανέλα του Παναθηναϊκού; Αρκετός κόσμος θεωρεί ότι ήταν το καλύτερο που έχει κάνει ομάδα σε τελικό αν βγάλουμε από το κάδρο την μεγάλη διαφορά που είχε σε ποιότητα ο τελικός του 2004 ανάμεσα στην Μακάμπι και την Φορτιτούντο Μπολόνια. Τι πήγε λάθος στο δεύτερο ημίχρονο και το παιχνίδι έγινε ντέρμπι;

«Καταρχήν συμφωνώ ότι ήταν ένα εξαιρετικό πρώτο ημίχρονο για την ομάδα μας. Πιθανόν και η ΤΣΣΚΑ να είχε ένα λάθος καταστρωμένο σχέδιο απέναντι μας και γι’ αυτό βγήκαν και πολλά ελεύθερα σουτ για εμάς. Βέβαια ήταν εύστοχα κάτι που από μόνο του σημαίνει ότι είχες υψηλή συγκέντρωση και θέληση. Περνώντας στο δεύτερο ημίχρονο πολλά ειπώθηκαν, πολλά ζήσαμε και είδαμε νομίζω όμως θα ήταν ασεβές όμως απέναντι στους αντιπάλους που ήταν μια εξαιρετική ομάδα να μιλάμε για διαιτησία. Και εμείς καθίσαμε λιγάκι αγωνιστικά, δεν ακολουθήσαμε το πλάνο όπως θα έπρεπε, δεν ανταποκριθήκαμε στις φυσικές επαφές όσο θα έπρεπε και δώσαμε την ευκαιρία σε μια πολύ ταλαντούχα αντίπαλη ομάδα να μπει στο παιχνίδι. Φυσιολογικό ήταν να υπάρξει αντίδραση, δυστυχώς όμως η αντίδραση αυτή μας έφτασε μέχρι και το τέλος. Παρόλα αυτά η τύχη μας χαμογέλασε στο τέλος. Δυστυχώς για τον Σισκάουσκας και ευτυχώς για εμάς έχασε το σουτ και όλα ήρθαν όπως έπρεπε, στη θέση τους».

 

- Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που πέρασε από το μυαλό σου στο σουτ του Σισκάουσκας στην λήξη του τελικού και με το σκορ στο 73-71;

«Πολλά περάσαν από το μυαλό μας γιατί γνωρίζαμε καταρχήν την ποιότητα του Σισκάουσκας ο οποίος θα μπορούσε να πολύ εύκολα να βάλει το καλάθι γιατί ήταν ένα καλό σουτ, δεν ήταν ένα τελείως άστοχο κακό σουτ. Τον έχουμε δει να βάζει και πιο δύσκολα. Όλα μπορούν να συμβούν στο μπάσκετ. Άλλος έβαλε σουτ από το κέντρο, κερδίσανε, περάσανε, άλλος έχασε λέι απ από κάτω και πάει λέγοντας. Είναι συναισθήματα τα οποία δεν μπορείς να τα περιγράψεις, είναι συναισθήματα τα οποία τα βιώνουν μόνο όσοι ασχολούνται με τον πρωταθλητισμό ο οποίος έχει πολύ έντονα ζενίθ και πολύ έντονα ναδίρ. Δηλαδή την χαρά αλλά και την λύπη στον ύψιστο βαθμό. Αυτά είναι ταλέντα που πρέπει να έχει ένας άνθρωπος για να μπορέσει να διαχειριστεί αυτές τις στιγμές και να τις ζήσει. Ευτυχώς στην καριέρα μου έζησα πολύ περισσότερα ζενίθ παρά ναδίρ!».

- Κατά γενική ομολογία η ομάδα του Παναθηναϊκού το 2009 ήταν η καλύτερη στην ιστορία του αν αναλογιστεί κανείς ότι στον πάγκο της ομάδας στον τελικό με την ΤΣΣΚΑ βρισκόντουσαν παίκτες όπως εσύ, ο Διαμαντίδης, ο Γιασικεβίτσιους, ο Χατζηβρέττας και ο Μπατίστ. Πως καταφέρατε να «δεθείτε» τόσο σαν ομάδα και να πετύχετε όσα πετύχατε; Γιατί και σήμερα βλέπουμε ομάδες με μεγάλα ταλέντα και πολύ καλούς παίκτες αλλά συχνά δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

«Δεν είναι εύκολο. Καταρχήν είχαμε έναν κορμό, τον περιβόητο αυτό κορμό που λέμε ότι είχε ο Παναθηναϊκός για πολλά χρόνια, που απαρτίζονταν από κάποιους Έλληνες και φυσικά 2-3 ξένους, οι οποίοι είχανε ενστερνιστεί τη φιλοσοφία του προπονητή και αυτοί οι παίκτες είχαν καταλάβει ότι έπρεπε όλοι να θυσιάσουν το «εγώ» και να το βάλουν κάτω από το «εμείς» για να μπορέσει η ομάδα να προχωρήσει και να επωφεληθούν φυσικά από τις επιτυχίες. Ενσωματώνοντας λοιπόν κάποιους καινούριους παίκτες ήταν πολύ πιο εύκολο να τους βάλουμε στη φιλοσοφία όλων των υπολοίπων. Θέλει δουλειά. Ήθελε δουλειά και όπως σου είπα και στην αρχή πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να μπορέσουμε να μπούμε στο σωστό δρόμο. Παρόλα αυτά όμως είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι μεγάλες ομάδες δεν χτίζονται μόνο γύρω από έναν παίκτη, αλλά πρέπει τουλάχιστον στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, να υπάρχουν πολλοί παίκτες οι οποίοι μπορούν να κάνουν πολύ μικρές δουλειές οι οποίες είναι πολύ σημαντικές όμως στο τελικό αποτέλεσμα».

- Είναι το Final Four του Βερολίνου το πιο δυνατό που έχει γίνει, αν λάβουμε ως δεδομένο τα ρόστερ των τεσσάρων ομάδων και τα ονόματα που υπήρχαν σε κάθε ομάδα όσο και την εξέλιξη των αγώνων με τους δύο ημιτελικούς και τον μεγάλο τελικό να κρίνονται στο σουτ;

«Ναι κατ εμέ ήταν σίγουρα το πιο δύσκολο Final Four που έχει γίνει. Όπως και του 2007 αλλά θεωρώ ένα επίπεδο πάνω ήταν αυτό του 2009. Ακόμα πολλοί Ευρωπαίοι παίκτες δεν είχαν κάνει το βήμα να περάσουν τον Ατλαντικό, τα επόμενα χρόνια είδαμε ότι οι πόρτες άνοιξαν και για πολλούς παίκτες ήταν πιο εύκολο να περάσουν εκεί. Το κινέζικο πρωτάθλημα δεν είχε ζήσει τις καλές στιγμές, δηλαδή να μπορέσει να προσελκύσει και να γοητεύσει τους Αμερικανούς με τα πολλά τους δολάρια. Οπότε πολλοί καλοί παίκτες έπαιζαν στην ευρωλίγκα, πολύ δυνατή διοργάνωση και γι’ αυτό είδαμε ένα Final Four με πολλές μεγάλες προσωπικότητες και πολύ δυνατούς παίκτες. Γενικότερα υπήρχαν πολλές καλές ομάδες που θα μπορούσαν να σταθούν οπουδήποτε και όταν λέω οπουδήποτε ίσως και να μπορούσαν να παίξουν και στο NBA ενδεχομένως».

- Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη στιγμή από εκείνο το Final Four την οποία φέρνεις στο νου σου όταν γίνεται αναφορά σε εκείνη τη σπουδαία τελική φάση;

«Δύο είναι οι στιγμές. Μια είναι το σουτ του Σισκάουσκας όπου τα συναισθήματα εκεί ήταν φυσικά πολύ έντονα. Η δεύτερη είναι η κίνηση του Διαμαντίδη που φώναξε τον «Φράγκι» που ήταν στο τελείωμα της καριέρας του να σηκώσουνε μαζί την κούπα, γιατί ήταν κάτι πολύ τιμητικό για τον ίδιο τον Αλβέρτη αλλά και για τον χαρακτήρα του Δημήτρη που ενώ είχε την ευκαιρία να βρεθεί σε μια αφίσα μόνος του με το κύπελλο αποφάσισε να το κάνει με τον μεγάλο αρχηγό της ομάδας όλα αυτά τα χρόνια. Κάτι το οποίο το επανέλαβε βέβαια και το 2011 με εμένα και τον Μάικ. Εκεί καταλαβαίνεις και το μεγαλείο κάποιον ανθρώπων».

 

Τσαρτσαρής στο SDNA: «Το 2009 βάλαμε το «εγώ» κάτω από το «εμείς», ήταν το πιο δυνατό Final- 4 μέχρι σήμερα»