MENU

«Ο Λουκανίδης ήταν πολύ μεγαλύτερος παίκτης κι από εμένα ακόμα. Όπου και να τον έβαζες, έπαιζε» - Μίμης Δομάζος

Οι ροκάνες σταμάτησαν να χτυπούν. Η «Αθλητική Ηχώ» διπλώθηκε και τοποθετήθηκε -στην καλύτερη περίπτωση- μέσα σε μια τσέπη. Στη χειρότερη πετάχτηκε τσαλακωμένη σε κάποιον κάδο. Οι πλανόδιοι πωλητές έπαψαν να φωνάζουν «λεμονάδα, τσιπς, κωκ, σάμαλι έχω, λέγετε!». Ο σπίκερ Μιχάλης Γιαννακάκος χαιρέτισε τους ακροατές κι έκλεισε το μικρόφωνο. Ο φροντιστής Μπακούρος μάζεψε τις πράσινες φανέλες και τις λευκές σκελέες και τις στρίμωξε στα άπλυτα. Τα αφρολέξ τα πήρε ο αέρας και τα πέταξε μακριά. Οι σιδερένιες πόρτες με τα ανάγλυφα τριφύλλια έκλεισαν ερμητικά. Οι ταράτσες άδειασαν από τζαμπατζήδες. Οι αυτοσχέδιες κόρνες δεν αντηχούν πλέον. Στις εξέδρες έμειναν μόνο οι καθαριστές. Η καφέ δερμάτινη μπάλα κείτεται σκασμένη σε κάποια γωνιά, κανένας δεν την κλοτσάει τώρα. Οι γραβάτες λύθηκαν και το σακάκι με το χρυσό τριφύλλι στο πέτο κρεμάστηκε στον καλόγερο. Ο 45άρης δίσκος με το ύμνο των Μουζάκη-Οικονομίδη σταμάτησε να γυρίζει. Στην καταπακτή δεν ακούγονται πια πανηγυρισμοί. Ο Νικολαΐδης δεν θα είναι εκεί για να συγχαρεί «τους ποδοσφαιριστάς μας». Ούτε ο Μαντζαβελάκης…

Ο πληρέστερος Έλληνας ποδοσφαιριστής, ο Νεοτάκης (Τάκης) Λουκανίδης, δεν βρίσκεται πια εδώ. Ένας θρύλος του Παναθηναϊκού, της Δόξας Δράμας και της Εθνικής Ελλάδας, που αγωνιζόταν σε όλες τις θέσεις (ακόμα και τα γάντια του τερματοφύλακα φόρεσε όταν τον χρειάστηκε η ομάδα του), μας έχει πλέον αποχαιρετήσει. Έτσι έγραψαν οι εφημερίδες, δηλαδή. Άρα μάλλον έτσι είναι.

Μα… Μήπως δεν είναι έτσι τελικά;

 

Γιατί, εντελώς ξαφνικά, οι ροκάνες χαλούν το σύμπαν και τα μπαμπάκια κάνουν ξανά την εμφάνισή τους στα αυτιά των αντίπαλων ποδοσφαιριστών! Η «Αθλητική Ηχώ» τυπώνει νέο εξώφυλλο με τίτλο «Ο ηρωικός Λουκανίδης συνεκίνησε εκ νέου τα πλήθη και μάγεψε τους θεατάς!». Οι πλανόδιοι πωλητές δεν προλαβαίνουν να γεμίζουν το τελάρο τους, καθώς αυτό αδειάζει σε χρόνοd-t! Ο Μιχάλης Γιαννακάκος ανοίγει ξανά το μικρόφωνο για να εκφωνήσει το ντέρμπι μεταξύ Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού κι όλα τα τρανζίστορ μεταδίδουν επικές μονομαχίες και απίστευτα γκολ, ενώ παράλληλα οι φίλαθλοι πλάθουν στο μυαλό τους την εικόνα της αήττητης ομάδας του Μπόμπεκ και αναρωτιούνται πώς να είναι αυτό το «4-3-3» που τους δίδαξε ο Γιουγκοσλάβος τεχνικός. Ο φροντιστής παραδίδει τις φανέλες και τα σορτσάκια φρεσκοσιδερωμένα στους «ποδοσφαιριστές» και τους χτυπάει στοργικά έναν-έναν στον ώμο λέγοντάς τους «καλή επιτυχία, παιδιά μου». Τα αφρολέξ ανακουφίζουν και πάλι τα οπίσθια των οπαδών από το σκληρό και κρύο τσιμέντο των κερκίδων, ενώ οι πράσινες σιδερένιες πόρτες με τα ανάγλυφα λευκά τριφύλλια ανοίγουν ξανά για να διασχίσουν οι παίκτες την καταπακτή. Νικολαΐδης και Μαντζαβελάκης δεν λείπουν ποτέ από το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας και ο «στρατηγός» Μίμης Δομάζος εισέρχεται πρώτος στον αγωνιστικό χώρο με το κοινό να παραληρεί. Οι ταράτσες ασφυκτιούν από κόσμο ο οποίος αγνοεί τον κίνδυνο κάποιας αναπάντεχης πτώσης. Η μπάλα, καλά φουσκωμένη και με έντονη την οσμή του φρέσκου δέρματος, είναι έτοιμη να παραδοθεί στα κέφια των «πράσινων» άσων. Οι κόρνες αντηχούν ξανά κι οι πανηγυρισμοί ακούγονται μέχρι την Κυψέλη. Το πικ-απ παίζει τον ύμνο με τη βελούδινη φωνή του Γιάννη Βογιατζή και η βελόνα κολλάει στο «που λεβέντες είναι όλοι με καρδιά», μένοντας εκεί και παίζοντάς το «εις την αιωνιότητα». Εκεί που τρία χρόνια τώρα βρίσκεται και ο Τάκης Λουκανίδης.

 

Ίσως για όλους τους υπόλοιπους να «έφυγε» για τους ουρανούς. Για εμάς τους Παναθηναϊκούς, όμως, απλώς πήδηξε για κεφαλιά…



Για τον Τάκη Λουκανίδη…