MENU

Για περισσότερο από δύο δεκαετίες, συγκεκριμένα σχεδόν 30 χρόνια, ο Σάκης Ψάρρας άφησε για τα καλά το στίγμα του στο ελληνικό βόλεϊ. Ένα πολύ καλός πασαδόρος με το χαρακτηριστικό επικίνδυνο κυματιστό του σερβίς αναδείχθηκε σε όποια ομάδα και αν αγωνίστηκε. Μάλιστα, πέρασε από όλες τις μεγάλες δυνάμεις του χώρου, Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό, Άρη, ΠΑΟΚ, ΕΑΠ, Μίλωνα και πολλές ακόμα ενώ δε γινόταν να μην περάσει από το ιταλικό πρωτάθλημα, από τη Ραβένα και την Τελεγιούνιτ Κόλε, αλλά και από τη γαλλική Ναρμπόν.

Ο άλλοτε πασαδόρος από τα Γρεβενά κατάφερε να βγει γρήγορα από τα… αγωνιστικά παπούτσια και να φορέσει το κοστούμι του προπονητή. Μετά τον Εθνικό, τον ΠΑΟΚ και τον Ηρακλή Χαλκίδας δείχνει τις ικανότητές του στο Μίλωνα όπου θα βρεθεί για τρίτη συνεχόμενη σεζόν. Πέρα από ευφυής παίκτης αποδεικνύει πως είναι και πανέξυπνος προπονητής με συνεχή και ταχύτατη βελτίωση. Η εμπιστοσύνη του στη νέα γενιά είναι ένα από τις βασικές του αρχές κάτι που θα παίξει κύριο ρόλο όχι μόνο στην πορεία της ομάδας του αλλά και γενικότερα στο ελληνικό βόλεϊ.

 

Τρίτη χρονιά στο Μίλωνα. Μπορεί να θεωρηθεί ως λιμάνι για εσάς;

Το Μίλωνα τον αγαπάω σαν σωματείο γιατί πέρασα και ως παίκτης από εκεί. Θα ήμουν, όμως, αφελής αν πίστευα ότι υπάρχει λιμάνι για έναν προπονητή. Δεν υπάρχει λιμάνι, υπάρχει συνεχής εξέλιξη και βελτίωση τόσο σε προσωπικό επίπεδο ως προπονητής όσο και σαν ομάδα. Θέλω να είμαι συνεχώς σε εγρήγορση και κάθε χρόνο να κάνουμε κάτι παραπάνω.

Η μετάβαση από παίκτης σε προπονητής ομαλοποιεί όσο να ‘ναι την αποχώρηση από την ενεργό δράση;

Εξαρτάται. Πολλοί παίκτες που ήταν σπουδαίοι σαν αθλητές δεν τα καταφέρανε ως προπονητές. Άλλοι όταν άλλαξαν πορεία και δοκίμασαν κάτι διαφορετικό είχαν επίσης προβλήματα. Έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία το καθενός και το πόσο πολύ μπορεί να αποβάλει από μέσα του τον αθλητή και να μετατραπεί σε προπονητής. Εγώ προσαρμόστηκα αμέσως γιατί έπαιξα πολλά χρόνια, σχεδόν 30, και το χόρτασα οπότε η μετάβαση έγινε εύκολα και ένιωθα σαν να είμαι προπονητής για χρόνια.

Η πορεία και η δουλειά που έχει γίνει τις προηγούμενες σεζόν δείχνουν ότι υπάρχουν σωστές βάσεις στο σύλλογο πέρα από την εργατικότητα και τη διάθεση.

Ο Μίλωνας είναι ένα μεγάλο και ιστορικό σωματείο και για όσους δεν το γνωρίζουν έχει κατακτήσει πρωταθλήματα Ελλάδας τη δεκαετία του 60’ στο βόλεϊ. Έχει φοβερές γηπεδικές εγκαταστάσεις και κατά την άποψή μου γύρω από ένα γήπεδο στήνονται οι ομάδες. Υπάρχουν στέρεες βάσεις και πάνω σε αυτές χτίζει. Υπάρχουν επίσης τα εφηβικά και παιδικά τμήματα που φέρνουν συνεχώς επιτυχίες επομένως υπάρχουν γερές βάσεις και για την αντρική ομάδα.

Η ευρωπαϊκή συμμετοχή του Μίλωνα τη νέα σεζόν τι φιλοδοξίες δημιουργεί;

Αυτό ήταν κάτι που προέκυψε στην πορεία και είπαμε αμέσως το «ναι» στην ευρωπαϊκή συμμετοχή. Δείχνει τη φιλοσοφία της ομάδας, δεν είμαστε εδώ απλά για να υπάρχουμε, είμαστε εδώ για να βελτιωνόμαστε και να εξελισσόμαστε και θέλουμε να πούμε στα νεότερα παιδιά της περιοχής και της Αττικής ελάτε στο βόλεϊ και ελάτε στο Μίλωνα. Η ευρωπαϊκή συμμετοχή είναι η βιτρίνα που θα δώσει το έναυσμα στα νέα παιδιά να ασχοληθούν με το άθλημα.

Πάντως το πλάνο στο αγωνιστικό κομμάτι μοιάζει και φέτος ίδιο. Λίγοι έμπειροι και πιο μεγάλοι σε ηλικία αθλητές και αρκετοί νέοι και εξελίξιμοι.

Αυτό ακριβώς θέλω να δημιουργήσω. Θέλουμε νέους αθλητές που θα δίνουμε στο ελληνικό βόλεϊ αλλά για να παίξουν αυτοί οι νέοι να παίξουν πρέπει να έχουν δίπλα του κάποιους πιο έμπειρους που θα τους βοηθήσουν. Πέρα από την προπόνηση πρέπει να υπάρχει και η νοοτροπία στα αποδυτήρια και νομίζω ότι Λάππας, Ανδρεάδης και Γιορντάνοφ μπορούν να το εγγυηθούν αυτό.

Πως μπορεί ένας προπονητής να ισορροπήσει στα αποδυτήρια με αρκετούς παίκτες οι οποίοι ήταν συμπαίκτες του;

Μόνο θετικό μπορεί να είναι αυτό για μένα για τη δουλειά μου. Ξέρουν ακριβώς τι θέλω να περάσω στους παίκτες μου και βοηθάνε στο να το μεταφέρουν στους νεότερους. Άρα μόνο θετικό μπορεί να είναι αυτό για μένα και πολύ βοηθητικό στο έργο μου.

Πάντως στο Μίλωνα βλέπουμε ότι οι νέοι αθλητές έχουν πολύ διάθεση για προπόνηση παρότι λέμε συνήθως ότι οι αθλητές βαριούνται την προπόνηση.

Δεν έχω κανένα παράπονο σε αυτό το κομμάτι. Οι αθλητές του Μίλωνα ήταν 100% επαγγελματίες, δουλεύανε όπως τους ζήτησα και για αυτό τελικά εξελιχθήκανε. Δεν υπάρχει άλλη λύση.

Ήταν η δεκαετία του 2010 ένας μεσαίωνας για το ελληνικό βόλεϊ; Εκεί που είχε πάει μπροστά το άθλημα και βλέπαμε ελληνικές ομάδες σε ευρωπαϊκούς τελικούς ξαφνικά μείναμε στάσιμοι.

Είναι αλήθεια αυτό, η οικονομική κρίση μας κράτησε πίσω και εκεί που τη δεκαετία του 2000 ήμασταν στις καλύτερες εθνικές ομάδες αλλά και τα σωματεία μας έκαναν μεγάλες επιτυχίες ξαφνικά μείναμε στάσιμοι. Σιγά σιγά, όμως, επανερχόμαστε. Δεν ήρθε η καταστροφή κατά τη γνώμη μου, πάντα έβγαιναν νέοι παίκτες, όπως και τώρα, και οι ομάδες μας καταφέρνουν και πάλι να γίνουν ανταγωνιστικές στην Ευρώπη και αυτό είναι πολύ ευχάριστο.

Τα χρήματα είναι πάντα ένα ζήτημα αλλά πέρα από αυτό ήταν και θέμα οργάνωσης το ότι μείναμε πίσω αυτά τα χρόνια;

Δεν πρέπει να τα ρίχνουμε όλα στην οικονομική κρίση. Υπάρχουν χώρες όπως η Αργεντινή που πέρασαν μεγαλύτερη κρίση από εμάς, χρεωκόπησε επίσημα, αλλά παρόλα αυτά συνέχισε να βγάζει μεγάλους παίκτες και να μένει σε πολύ υψηλό επίπεδο η εθνική της ομάδα επομένως δεν είναι μόνο οικονομικό το θέμα. Είναι θέμα διάθεσης, οργάνωσης και διοικητικής επάρκειας.

Ισχύει ότι ένας καλός προπονητής ξεκινάει το σχεδιασμό του από τον πασαδόρο;

Όχι, διαφωνώ. Παρότι ήμουν πασαδόρος ως παίκτες δεν ξεκινάω έτσι το σχεδιασμό μου. Δε θα σας πω από που ξεκινάω το σχεδιασμό πάντως δεν είναι από τον πασαδόρο.

Οι Καναδοί πάντως τα πήγαν καλά γενικότερα στο περσυνό πρωτάθλημα, μιας και ο Χερ ο νέος πασαδόρος του Μίλωνα είναι Καναδός. Ουόλς, Μπράουν, Χαντ παλιότερα και Κρος στις γυναίκες.

Οι Καναδοί πέρα από καλοί παίκτες έχουν πολύ καλή νοοτροπία. Δουλεύουν πολύ στην προπόνηση, έχουν μια φιλοσοφία που μου ταιριάζει και γενικά θέλω να παίρνω παίκτες από την Αμερική, τον Καναδά ή από ευρωπαϊκές χώρες. Έχουν καλύτερη νοοτροπία και πιστεύω πως μπορούν να προσαρμοστούν καλύτερα σε ένα σύστημα παιχνιδιού που μου ταιριάζει.

Η συζήτηση για τον πέμπτο ξένο και γενικά για το όριο των ξένων που μπορεί να βρει ισορροπία; Τι μπορεί να είναι πιο ουσιαστικό για το καλό του αθλήματος;

Εγώ πιστεύω ότι υπάρχουν καλοί Έλληνες αθλητές αρκεί να τους δώσουμε την ευκαιρία να παίξουν και στο Μίλωνα αυτό κάνουμε. Νομίζω ότι αυτό που λέμε πως δεν υπάρχουν καλοί Έλληνες νέοι παίκτες δεν είναι σωστό. Το πρόβλημα είναι ότι οι ομάδες μας δε δίνουν χρόνο συμμετοχής στους Έλληνες παίκτες. Εμείς στο Μίλωνα το κάναμε, το κάνουμε και θα το κάνουμε. Καταλαβαίνω, βέβαια, ότι πολλές ομάδες θέλουν να διακριθούν στην Ευρώπη και θέλουν να αυξήσουν τον αριθμό των ξένων παικτών οπότε σε αυτό το θέμα πρέπει να βρεθεί μια χρυσή τομή.

Στο ελληνικό πρωτάθλημα βλέπομε αρκετά μεγάλο μέσο όρο ηλικίας. Όλα ξεκινάνε από την έλλειψη ευκαιριών προς τους νέους;

Έχει να κάνει με το ότι δεν προωθούνται οι νέοι παίκτες. Στο Μίλωνα φέτος θα έχουμε στη 14άδα πέντε παιδιά μεταξύ 17-20 χρονών.

Χάνονται ταλέντα τα τελευταία χρόνια από κακή διαχείριση και οργάνωση;

Έχουν χαθεί ταλέντα και σε αυτό ευθύνονται όλοι, διοικήσεις, προπονητές, η οικονομική κρίση που είπαμε πριν. Πρέπει να βρεθούν προπονητές και ομάδες που θα πιστέψουν στα νέα παιδιά. Όλοι παίξαμε γιατί μας πιστέψανε και έτσι πρέπει να γίνει και τώρα. Δεν υπάρχει άλλη λύση.

Τελικά το κολλεγιακό πρωτάθλημα στην Αμερική είναι παραγωγικό για τους αθλητές; Είδαμε και τον Μούχλια με τον Χάκα να κατακτούν το κολλεγιακό πρωτάθλημα φέτος.

Αυτοί οι δύο αθλητές μάλιστα βρίσκονται και στην εθνική ομάδα των ανδρών πλέον κάτι που σημαίνει ότι η πρωταθλήτρια ομάδα του NCAA στελεχώνει εθνική ομάδα αντρών. Ο Παραπούνοφ που αποφοίτησε πέρυσι από το ίδιο πανεπιστήμιο είναι ο βασικός διαγώνιος της εθνικής Βουλγαρίας. Αρκετοί Αμερικανοί από κολλέγια έρχονται και παίζουν στην Ευρώπη. Είναι παραγωγικό αλλά δε σημαίνει ότι όποιοι βγαίνουν από αμερικάνικα πανεπιστήμια είναι απαραίτητα ανταγωνιστικοί για να παίξουν σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.

Στο ξεκίνημα της καριέρας παίξατε στον Κτησιφών Παιανία αρχές του 90’ αλλά ουσιαστικά η αρχή έγινε από πιο μικρές ηλικίες στα Γρεβενά. Πως αντιμετωπίζονταν το βόλεϊ τότε;

Ήταν διαφορετικά τα πράγματα τότε. Στα Γρεβενά υπήρξαν άνθρωποι με όραμα που μάζεψαν παιδιά από σχολεία και φτιάξανε μια ομάδα. Από αυτά τα παιδιά κάποια παίξανε και κάποια διακρίθηκαν. Έτσι γίνεται συνήθως και έτσι ξεχωρίζουν οι αθλητές. Πρέπει, όμως, να υπάρχουν άνθρωποι με όραμα.

Έγινε η μεγάλη επιτυχία της Γάνδης το 1987 αλλά το Ευρωμπάσκετ είχε τραβήξει την προσοχή και «καπέλωσε» το βόλεϊ;

Είναι αλήθεια αυτό. Δεν καταφέραμε να αξιοποιήσουμε την επιτυχία του 1987 ή μάλλον μείναμε σε αυτή την επιτυχία, επαναπαυτήκαμε και δεν την αξιοποιήσαμε. Πρέπει να το ξεχάσουμε, να βγούμε μπροστά και να χαράξουμε καινούργια σχέδια. Άνθρωποι και διοικήσεις με όραμα πρέπει να βγουν μπροστά και να χτίσουμε το νέο 87’.

Τι έχει μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο τελικά, οι επιτυχίες των ομάδων μας ή η εθνική ομάδα;

Για μένα οι επιτυχίες των εθνικών ομάδων είναι πάνω από όλα και το βλέπουμε τι έγινε και με το μπάσκετ και με το ποδόσφαιρο και με το πόλο. Οι εθνικές ομάδες είναι αυτές που δίνουν το έναυσμα και το ερέθισμα στα νέα παιδιά να ασχοληθούν με το άθλημα. Χρειαζόμαστε επιτυχίες εθνικών ομάδων σε όλα τα ηλικιακά επίπεδα.

Το αγαπάμε τελικά σαν άθλημα ή η επιρροή των brand names έπαιξε τον κύριο ρόλο στην ανάπτυξή του αθλήματος;

Έχω μια άποψη διαφορετική από πολλούς καθώς θεωρώ ότι το βόλεϊ έπρεπε να είναι το εθνικό μας άθλημα και θα το εξηγήσω. Δεν υπάρχει Έλληνας ή Ελληνίδα που δεν έχει αγγίξει μπάλα βόλεϊ είτε στο σχολείο είτε στην παραλία. Πιστεύω επίσης ότι επειδή δεν είμαστε ένας λαός με ιδιαίτερη σωματική δύναμη ένα άθλημα όπως το βόλεϊ, που δεν έχει επαφή, μας ταιριάζει. Άρα αυτή η «καραμέλα» που λέει ότι το άθλημα δεν πουλάει στην Ελλάδα δε με βρίσκει σύμφωνο. Είναι θέμα δουλειάς, οράματος και ανθρώπων που μπορούν να πιστέψουν σε αυτό και θα μπορέσουν να πάνε το άθλημα μπροστά.

Το ότι δεν βλέπουμε μεγάλα brand και ποδοσφαιρικούς συλλόγους σε άλλες χώρες είναι ένα στοιχείο που έχει δημιουργήσει καθαρά βολεϊκό κοινό σε Ιταλία, Ρωσία, Πολωνία κλπ;

Επειδή έχω περάσει από την Ιταλία ξέρω πολύ καλά ότι οι ομάδες εκεί «χτίζονται» γύρο από μία πόλη. Άλλες πόλεις έχουν το μπάσκετ και άλλες το βόλεϊ. Υπάρχει μια ομάδα σε κάθε πόλη όπου ο κόσμος τη στηρίζει και πηγαίνει στο γήπεδο, πολλές φορές γίνονται εθελοντές στην ομάδα τους, καθώς ξέρουν ότι μέσα από όλο αυτό διαφημίζουν την πόλη τους. Αυτό νομίζω είναι το μυστικό. Στην Ελλάδα έχουμε πάει σε μια λογική πολυαθλητικών σωματείων που έχουν και ποδόσφαιρο και μπάσκετ και βόλεϊ. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό αλλά χρειαζόμαστε και ομάδες από άλλες πόλεις όπως ο Φοίνικας Σύρου, η Αλεξανδρούπολη, η Ορεστιάδα κλπ.

Πόσο έχει λείψει ο Έβρος από το ελληνικό βόλεϊ;

Ο Έβρος και λόγο σωματοδομής έχει ακριβώς αυτό που ζητάει το άθλημά μας και γι’ αυτό τις προηγούμενες δεκαετίες έβγαζε αθλητές που στελέχωναν την εθνική ομάδα. Δυστυχώς κάποια λάθη έκαναν τις ομάδες να υποχωρήσουν, δεν ξέρω τι ακριβώς πήγε στραβά και δεν έχω εικόνα. Η Ορεστιάδα είναι ξανά στην Α1 και αυτό είναι θετικότατο και ελπίζω να είναι σύντομα και η Αλεξανδρούπολη καθώς έχει πολύ μεγάλα ταλέντα. Πρόσφατα έγινε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Κ18 και ο Εθνικός Αλεξανδρούπολης είχε πολύ μεγάλα ταλέντα που σίγουρα τα επόμενα χρόνια θα στελεχώσουν την εθνική ομάδα.

Τι κάνει τόσο ξεχωριστό το ιταλικό πρωτάθλημα;

Είναι όλα θέμα οργάνωσης. Επειδή το έζησα, όταν ζεις κάτι το απομυθοποιείς κιόλας. Δεν είναι κάτι εξωπραγματικό που να μην μπορούμε να πλησιάσουμε στην Ελλάδα ή άλλες χώρες. Πιστεύω ότι η Πολωνία έχει ξεπεράσει το ιταλικό βόλεϊ απλά έχει μείνει ότι το ιταλικό είναι το κορυφαίο. Αυτό γιατί ξέρουν να προωθούν και να διαφημίζουν το προϊόν τους. Όταν έπαιζα στη Ραβένα ήμουν 39-40 χρονών. Στην Ελλάδα θα με λέγανε βετεράνο ενώ στην Ιταλία κάνανε ολόκληρα θέματα για το πως κάποιος μπορεί σε αυτή την ηλικία να είναι σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Βλέπουν δηλαδή τη θετική πλευρά και δεν κοιτάζουν να προωθήσουν την αρνητικότητα και την μεμψιμοιρία.

Στη Ραβένα μάλιστα ήσασταν μαζί με τον Πελεκούδα και μάλιστα με μεγάλη διαφορά ηλικίας.

Ναι, ήμουν σαν μέντορας και αυτός ήταν ακόμα παιδάκι! Του μάθαινα ιταλικά, του μάθαινα το ιταλικό πρωτάθλημα και γενικά ήταν μια ωραία εμπειρία.

Αυτό περί Πολωνίας το είδαμε δύο συνεχόμενες χρονιές με τη ΖΑΚΣΑ να κατακτάει το Τσάμπιονς Λιγκ κόντρα στα μεγάλα μπάτζετ των ιταλικών ομάδων.

Η Πολωνία εκμεταλλεύτηκε τα πολλά ταλέντα που βγάζει και στελεχώνουν όχι μόνο τις πολωνικές ομάδες αλλά όλη την Ευρώπη. Εκεί το βόλεϊ είναι το νούμερο ένα άθλημα. Όταν έπαιζε στην Ελλάδα ο Ζαγκούμνι έλεγε ότι ήθελε να φύγει από την Πολωνία και να κάνει ένα διάλειμμα γιατί δεν μπορούσε να αντέξει την πίεση από τον κόσμο και τους φαν. Υπερέβαλε σε ένα βαθμό βέβαια αλλά όλοι οι αθλητές βόλεϊ είναι τρομερά δημοφιλείς στην Πολωνία.

Ποια είναι η προσέγγιση των Ιταλών προπονητών που περιμένουμε να κάνει τη διαφορά στην εθνική;

Θεωρώ αρχικά πως έχουμε καλούς Έλληνες προπονητές. Όχι όλοι αλλά οι περισσότεροι είναι σε πολύ καλό επίπεδο. Επειδή έχω δουλέψει πάρα πολύ με ξένους προπονητές οι Ιταλοί έχουν σίγουρα μια τεχνογνωσία που μπορεί να φέρει κάτι ξεχωριστό στους Έλληνες αθλητές και κυρίως την αναγνώριση από τους αθλητές από το πρώτο δευτερόλεπτο. Πάντα υπάρχει αμφισβήτηση αλλά πιστεύω θα τα καταφέρουν. Έχω εμπιστοσύνη στον Έλληνα αθλητή και πιστεύω ότι η εθνική ομάδα μπορεί να κάνει βήματα παραπάνω και θα τα κάνει.

Υπάρχει πάντως εξωστρέφια από τους Έλληνες προπονητές, κυρίως στο γυναικείο βόλεϊ.

Έτσι είναι. Είναι καλοί οι Έλληνες προπονητές αρκεί να τολμήσουν να βγουν προς τα έξω και σίγουρα θα τα καταφέρουν.

Στο αντρικό κομμάτι γιατί δεν έχουμε τόσες ευκαιρίες για το εξωτερικό από τους προπονητές μας;

Ίσως δεν το κυνηγήσαμε τόσο πολύ. Είχα φέτος μια πρόταση από ομάδα της Α2 στην Ιταλία αλλά προτίμησα να μείνω στο Μίλωνα.

Η προσθήκη πρώην διεθνών στην εθνική ομάδα είναι η κατάλληλη σύνδεση μεταξύ παικτών και προπονητών;

Αθλητές που φορέσανε τη φανέλα της εθνικής ξέρουν το βάρος της και αυτό καλούνται να μεταδώσουν στους παίκτες, το πόσο σημαντικό είναι, δηλαδή, να είσαι μέλος της εθνικής ομάδας. Επειδή είναι και πολύ καλά παιδιά και ο Στεφάνου και ο Χριστοφιδέλης και ο Γκιούρδας και πολύ καλοί στο ρόλο τους πιστεύω ότι θα βοηθήσουν πολύ την εθνική ομάδα.

Στις ελληνικές ομάδες βλέπουμε τα ίδια πρόσωπα, παίκτες και προπονητές, να «ανακυκλώνονται» στις ίδιες ομάδες. Πόσο παραγωγικό μπορεί να είναι αυτό;

Αυτό έχει να κάνει με έλλειψη φαντασίας πιστεύω. Και επίσης δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στους νέους.


 

Ψάρρας στο SDNA: «Είμαστε εδώ για να βελτιωνόμαστε και να εξελισσόμαστε»