MENU

Κούβα, ε; Αβάνα, καραϊβική, σάλσα, μάμπο, Φιντέλ, Τσε, αρχιτεκτονική, πούρα, vintage αυτοκίνητα, μουσική ρούμι, daiquiri, mojito, Ernest Hemingway, πούρα. Φυσικά, τα πούρα.

Ωραία, τώρα. Ας κλείσουμε τον ταξιδιωτικό οδηγό.

«Ξυπνούσαμε πολύ, πολύ νωρίς για να πάμε στα περιβόλια των αγροτών και να κλέψουμε πορτοκάλια. Κλέβαμε ό,τι μπορούσε να φάμε. Όσα περάσαμε εκεί ήταν τρομακτικά. Βλέπεις πράγματα που δε θα δεις πουθενά αλλού. Μερικές φορές, η προπόνησή μας ήταν σε χωμάτινα χωράφια και όταν γυρνούσα σπίτι οι κάλτσες μου ήταν τόσο κόκκινες, που η μαμά μου με ρωτούσε αν προπονούμαι στο βόλεϊ ή στην γεωργία».

Κι αυτή ήταν μια καλή ζωή. Μια φαινομενικά καλή ζωή. Μια ζωή, για να το θέσουμε ακριβέστερα, όσων είχαν το ταλέντο για να γίνουν αποδεχτοί στο αθλητικό σχολείο της Κούβας. Στο «σχολείο μύησης στον αθλητισμό», όπως μεταφράζεται ή EIDE όπως είναι ευρύτερα γνωστό από τα αρχικά του. 100 χιλιόμετρα έξω από την Αβάνα, εκεί όπου ο Φερνάντο Ερνάντεζ έγινε πρωταθλητής. Ψέματα: Άντεξε, ώστε να γίνει πρωταθλητής. Ψέματα: Επιβίωσε.

«Μερικές φορές δεν είχαμε νερό να κάνουμε μπάνιο και πηγαίναμε στο χοιροστάσιο μαζί με τα γουρούνια και πλενόμασταν με ένα λάστιχο. Αυτές οι εμπειρίες σε καθορίζουν, σε σκληραίνουν, δημιουργούν μέσα σου μια πολύ δυνατή νοοτροπία. Είναι και ο λόγος που όλοι οι αθλητές από την Κούβα γίνονται πρωταθλητές στο εξωτερικό – έχουμε όλοι περάσει πολύ δύσκολες στιγμές».

Το βόλεϊ για τον Κουβανό άσο του Παναθηναϊκού έμοιαζε σχεδόν αυτονόητο. Ο πατέρας του ήταν πολύ γνωστός αθλητής, ήταν διεθνής με την Κούβα και ο μικρός Φερνάντο τόν είχε παρακολουθήσει πολλές φορές δια ζώσης. Αλλά υπήρχε κάτι ιδιαίτερο στον μικρό Φερνάντο και αυτό ήταν το ερευνητικό του πνεύμα. Η ανεξαρτησία του. Ευχή και κατάρα, συνήθως, ειδικά σε χώρες ειδικών καθεστώτων. Πριν ασχοληθεί με το βόλεϊ, είχε κλίση στις πολεμικές τέχνες. Καράτε, τάε κβον ντο και κυρίως, το αγαπημένο του, MMA. Πάντα μαζί με τον αδερφό του, και υπό τις οδηγίες του θείου του. Η αλλαγή ήρθε το 1998. Ο Φερνάντο παρακολούθησε όλα τα ματς της Κούβας στο Ciudad Deportiva και μαγεύτηκε. Μια Κούβα που προχώρησε να κατακτήσει εκείνη τη χρονιά το World League.

Τότε, ήταν εννέα ετών. Και παρότι μικρόσωμος και πιο κοντός από όσο θα ήθελε για να δίνει μάχες κοντά στο φιλέ, ξεκίνησε η διαδρομή που στα έντεκά του χρόνια, θα τον έφερνε στην EIDE. «Υπάρχουν τόσα πράγματα… Πίναμε νερό από δεξαμενές, νερό που ποιος ξέρει πόσο καιρό ήταν στάσιμο, και γυρίζαμε σπίτι γεμάτοι παράσιτα και πόνο στο στομάχι. Μας έδιναν ένα ζευγάρι παπούτσια πάρα πολύ κακής ποιότητας και μετά από μια εβδομάδα είχαν σκιστεί. Αν ήθελες να συνεχίσεις, έπρεπε να βρεις λεφτά να αγοράσεις ένα άλλο ζευγάρι ή να διαπραγματευτείς για να πάρει τα παπούτσια κάποιου άλλου παιδιού. Υπήρχαν τρομακτικά πράγματα. Μέχρι και τελετές abakua είχα δει να γίνονται».

Το (από)παιδι της Εθνικής!

Στην Κούβα οι επιλογές σου δεν είναι πολλές. Και δεν είναι άγνωστη ή κρυφή η ιστορία και η πραγματικότητα όσων θέλουν να παίξουν επαγγελματικά εκτός των συνόρων. Σε ένα καλό σενάριο και μια καλή συγκυρία, δε θα παίξεις ξανά στην Εθνική σου ομάδα. Στο κακό σενάριο και την κακή συγκυρία, θα θεωρηθείς λιποτάκτης και δε θα μπορέσεις να επιστρέψεις ποτέ στη χώρα σου. Οι περιορισμοί έχουν εν μέρει αρθεί από το 2013 και μια πιο φιλελεύθερη πολιτική εφαρμόζεται γύρω από τους επαγγελματίες αθλητές, έπειτα από 50 χρόνια πολύ σκληρών απαγορεύσεων. Οι περισσότεροι όταν σκέφτονται επαγγελματίες αθλητές και Κούβα, σκέφτονται το μπέιζμπολ και την πάντα ιδιότυπη σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπάρχει, όμως, και το βόλεϊ. Και πίσω στο 2011, ο Φερνάντο Ερνάντεζ έπρεπε να κάνει την επιλογή του.

«Μου είπαν ότι πρέπει να ξεχάσει την επαγγελματική μου καριέρα, αν ήθελε να μείνω στην Εθνική ομάδα. Δεν είχα σκοπό να το δεχτώ. Έπρεπε να μείνω μακριά από το άθλημα για δύο χρόνια…».

Πριν φτάσουμε στο τελεσίγραφο, ο Ερνάντεζ είχε αρχίσει να χτίζει την καριέρα του. Τόσο στο εγχώριο πρωτάθλημα, αλλά κυρίως με την Εθνική ομάδα σε όλο τον κόσμο. Παρά τις κάκιστες συνθήκες στις οποίες συχνά προπονούνταν, τις εξαντλητικές ώρες ταξιδιών, την πλήρη απουσία αθλητικών υποδομών και επαγγελματικής λειτουργίας των Εθνικών ομάδων, η Κούβα είχε τόσο ταλέντο και τόσο καλή γενιά που πρωταγωνιστούσε παντού! Μέσα σε τρία χρόνια, από το 2008 ως το 2011, είχαν να επιδείξουν το αργυρό μετάλλιο το 2010 στο παγκόσμιο πρωτάθλημα, την 5η θέση το 2011 στο παγκόσμιο κύπελλο, το αργυρό μετάλλιο το 2009 στο world grand champions cup, την τέταρτη θέση στο world league το 2009 και το 2010, τη δεύτερη θέση στους Παναμερικανικούς αγώνες του 2011 και τα δύο χρυσά μετάλλια στο πρωτάθλημα Κεντρικής Αμερικής το 2009 και το 2011.

Ήταν τόσο καλοί, που η ομοσπονδία τους υποσχέθηκε ότι θα αλλάξουν οι συνθήκες. Μέχρι που τους ρώτησε τι θα ήθελαν ως πριμ… «Γιατί να ζητήσεις ένα σπίτι ή ένα αυτοκίνητο, όταν ξέρεις ότι δεν πρόκειται να στα δώσουν; Κάποιοι ζήτησαν ένα ψυγείο ή μια τηλεόραση. Εγώ ήθελα ένα καλό στρώμα. Ζούσαμε σε ένα οικόπεδο με συνθήκες που δεν μπορείς να φανταστείς. Ήθελα να μπορώ να κοιμάμαι καλά. Όμως όλα έμειναν υποσχέσεις».

Οι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, η κόντρα με τον προπονητή του, η έμφυτη, έντονη προσωπικότητά του, είχαν ως αποτέλεσμα τη ρήξη. Ο Φερνάντο Ερνάντεζ σταμάτησε από την Εθνική ομάδα το 2011. Φυσικά και εκείνο το διάστημα δεν μπορούσε να παίξει στο εξωτερικό. Σταμάτησε να παίζει βόλεϊ. Και η προτεραιότητά του ήταν εκ νέου η επιβίωση.

«Κανείς δε φαντάζεται πόσα έχω κάνει. Πέρασα χρόνια πουλώντας γιαούρτια, ουίσκι, ρούχα στους δρόμους. Έκανα χιλιάδες συμφωνίες, αλλά δεν λιμοκτόνησα. Δεν είναι ούτως ή άλλως ότι και πριν είχα κάποιο σπουδαίο μισθό. 200 κουβανέζικα πέσος, δηλαδή 8 δολάρια, ήταν ο μισθός μας στην εθνική ομάδα. Τι θα έκανες με αυτά; Τίποτα. Δεν είναι ότι μας έδινε ζωή η εθνική ομάδα. Ο μπαμπάς μου ήταν εκείνος που μου έδινε ένα πιάτο φαγητό που χρειαζόμουν. Γι’ αυτό και ήθελα να παίξω επαγγελματικά στο εξωτερικό. Να μπορέσω να αγοράσω ένα σπίτι. Αλλιώς, θα ήμουν ακόμα στο οικόπεδο».

Ο ήλιος… ανέτειλε!

Πίσω στο 2011, όταν ήταν στην καλύτερή του φάση με την Εθνική ομάδα, ήταν και πρώτος σκόρερ στο FIVB World Cup. Ο τόπος διεξαγωγής του; Η Ιαπωνία. Ο Ερνάντεζ ήταν τόσο επιβλητικός και εντυπωσιακός που ουδείς τον είχε ξεχάσει. Κι ας είχαν περάσει δύο χρόνια. Μόλις άρθηκε ο αποκλεισμός των Κουβανών αθλητών (σ.σ. αλλά και πολιτών), ο Ερνάντο έφυγε για την Ιαπωνία. Κι εκεί κατάλαβε… Εκεί συνειδητοποίησε. Από το οικόπεδο και το ένα δωμάτιο που ζούσαν τέσσερις άντρες, από τα φθαρμένα παπούτσια και τους πόνους στα γόνατα και στη μέση, από τις πωλήσεις στον δρόμο βρέθηκε στην Ιαπωνία. Έγινε επαγγελματίας αθλητής.

«Είχα κρεβάτι. Είχα διαμέρισμα. Είχα έπιπλα. Είχα αυτοκίνητο. Είχα παπούτσια! Στην Κούβα, παίζαμε με μπανταρισμένα ψεύτικα adidas. Δεν ήταν καν αυθεντικά. Ήρθα στην Ιαπωνία και με πήγαν στο εργοστάσιο της Mizuno, όπου μου έδωσα τέσσερα ζευγάρια. «Τι μου δίνετε τέσσερα» τους είπα… «Τι να τα κάνω;»… Δεν ήξερα ότι μετά από έναν μήνα προπόνησης σε αυτό το επίπεδο, πρέπει να αλλάζεις παπούτσια. Δεν ήξερα τίποτα για τον επαγγελματικό αθλητισμό. Γιατροί, φυσικοθεραπευτές, μασέρ… Ήμουν σε έναν άλλο κόσμο».

Στον κόσμο του επαγγελματικού αθλητισμού θα έμενε… Ήθελε μια διαφορετική ζωή για εκείνον και για την οικογένειά του. Έκανε προσπάθειες να επιστρέψει στην Εθνική ομάδα, όμως του απάντησαν ότι είναι, πλέον, περιττός. Έπαιξε στην Ιαπωνία, στην Ιταλία, στην Τουρκία, ξανά και ξανά στην Ιταλία, και τώρα στον Παναθηναϊκό. Παίζει, καρφώνει, σκοράρει, αντέχει – είναι πρωταθλητής. Ένας πρωταθλητής με ένα απωθημένο, ένα τελευταίο όνειρο. Να παίξει με την Εθνική του ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Να μην είναι πια «εξόριστος» από μια χώρα που όλοι ονειρεύονται να τη ζήσουν σαν σελίδες ταξιδιωτικού οδηγού.

Κούβα, ε; Αβάνα, καραϊβική, σάλσα, μάμπο, Φιντέλ, Τσε, αρχιτεκτονική, πούρα, vintage αυτοκίνητα, μουσική ρούμι, daiquiri, mojito, Ernest Hemingway, πούρα. Φυσικά, τα πούρα.

Cuba(n) Libre!