MENU

Κομματάκι «χλωμό» να περιμένει κανείς να μιλήσουμε αυτές τις μέρες πάλι για μπάλα. Τι να πεις και από που να πιαστείς άλλωστε... Οταν η μεταγραφική καθημερινότητα περιλαμβάνει πιτσιρικάδες που έρχονται για να δοκιμαστούν και το ιδιοκτησιακό σενάρια επί σεναρίων (κάποια εξ αυτών και... τρόμου) για την επόμενη μέρα, η σιωπή, ακόμη και σε επίπεδο αρθρογραφίας, αποκτά μεγαλύτερη αξία και τουλάχιστον περιορίζει και την αναπαραγωγή όλης αυτής της (δικαιολογημένης) μιζέριας. Μόνο με τον... ψυχολόγο σου μπορείς να ανοίξεις αυτή την εποχή ποδοσφαιροκουβέντα, οπότε, μέχρι νεοτέρας, να μας λείπει το βύσσινο...

Πάμε στο μπάσκετ λοιπόν, το μοναδικό τμήμα του συλλόγου που λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες και που συνεχίζει να μοιράζει χαμόγελα στους Παναθηναϊκούς και... πόνο στους αλλόθρησκους. Παίζει μόνος του μπάλα αυτή την εποχή ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος και ήδη έχει καταφέρει αφενός να φτιάξει μια πολύ καλή ομάδα βασισμένη στα θέλω του προπονητή και αφετέρου να πετύχει καίρια χτυπήματα στους απέναντι.

Το φινάλε της σεζόν βρήκε κόσμο και κοσμάκη να ανησυχεί, οι (προβλέψιμες για την εποχή και για τους αγγελιοφόρους) αρνητικές «ειδήσεις» και τα «μνημόσυνα» έδιναν και έπαιρναν, όμως σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έχει αλλάξει και το κλίμα αλλά και η πραγματικότητα. Ο Παναθηναϊκός χωρίς φανφάρες, με τη μπάλα κάτω και κινούμενος κάτω από απόλυτη μυστικότητα φτιάχνει μια πολύ καλή ομάδα, στο ρόστερ της οποίας από ώρα σε ώρα θα προστεθεί ένας ακόμη παίκτης – πλην του Λάνγκφορντ. Την ίδια στιγμή ο αντίπαλος, γιατί αυτά ΠΑΝΤΑ λειτουργούν ως συγκινωνούντα δοχεία, πήρε ένα καλό προπονητή, αλλά πάει από χυλόπιτα σε χυλόπιτα.

Η πρώτη κίνηση που κυριολεκτικά ήταν όλα τα λεφτά αφορούσε τον Καλάθη. Δεν χρειάζεται να πούμε τι θα σήμαινε μια ενδεχόμενη φυγή του Νικ, πόσο... αδύνατη θα ήταν η αντικατάστασή του καλύτερου γκαρντ στην Ευρώπη ετούτη την εποχή και τι πίεση θα υπήρχε. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και στη θέση αυτή έχεις δεδομένα το κεφάλι σου ήσυχο.

Ακολούθησε ο ερχομός του Λάσμε. Και εκεί ο Παναθηναϊκός πήγε στα σίγουρα. Αθλητικότητα, τρομερή φυσική κατάσταση, γνώση των αποδυτηρίων και κάψα (και) του ίδιου να ντυθεί ξανά στα πράσινα. Δεν ήρθε έτσι ξαφνικά η συγκεκριμένη περίπτωση, τον παρακολουθούσε όλη τη χρονιά ο Παναθηναϊκός έχοντας πλήρη «φάκελό» του από τον Πρίφτη και ότι κι αν λέγεται δεξιά και αριστερά έκανε μια κίνηση μηδενικού ρίσκου που θα του προσφέρει πάρα πολλά.

Για τον Παπαπέτρου, μιλάμε για τον καλύτερο διαθέσιμο Ελληνα, ένα παιδί με πολλά χρόνια μπάσκετ μπροστά του, άρα και περιθώρια βελτίωσης (που ειδικά με τον Πασκουάλ θα τα έχει), μια κίνηση που σου ενισχύει τον ελληνικό κορμό και που παράλληλα δείχνει αυτό που ξέραμε και παλιά. Οτι όταν τίθεται θέμα επιλογής ΕΣΥ παίρνεις τους καλύτερους. Η διαφορά στα λεφτά δεν ήταν μεγάλη και το παιδί ήρθε στον Παναθηναϊκό γιατί κατάλαβε ότι είναι αλλιώς να είσαι στους πρώτους και διαφορετικό σε αυτούς που... θέλουν να γίνουν πρώτοι αλλά δεν μπορούν. Μια κίνηση που φυσικά έχει και τον συμβολισμό της, λόγω του μπαμπά Αργύρη με τον οποία μεγάλωσε η δική μου γενιά στον Τάφο, μια κίνηση που θα κάνει αυτό το παλικάρι ΓΙΑΝΝΗ από... Ιωάννη! Αστειεύομαστε φυσικά, ας τον φωνάζουν όπως γουστάρει.

Πάμε και στην περίπτωση του Παππά. Ενός ακόμη παίκτη που ΕΠΡΕΠΕ να μείνει στην ομάδα και έμεινε. Το γιατί, όποιος δεν το καταλαβαίνει, ας ρωτήσει αυτούς που του έστρωσαν (κυριολεκτικά) κόκκινο χαλί αλλά έμειναν ως συνήθως με την όρεξη. Ο Νίκος είναι και παιχταράς και Ελληνας και Παναθηναϊκός και αυτός που τρελαίνει την εξέδρα όσο κανείς άλλος. Στην ηλικία δε που βρίσκεται νομίζω ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει ρόλο, να γίνει σύμβολο και σημείο αναφοράς σε αυτόν τον Παναθηναϊκό. Ολοι εντός της ομάδας τον αγαπάνε (για τους εκτός απλά ας κλείσει τα αυτιά του και να τους γράψει εκεί που δεν πιάνει μελάνι): Από τον πρόεδρο και τον προπονητή έως και τους οπαδούς που μπήκαν μέχρι και ασπίδα για να μείνει. Είναι στο χέρι του λοιπόν να αρπάξει την ευκαιρία και να γραφτεί στην ιστορία.

Κλείνουμε με το κερασάκι στην τούρτα, αν και θα μπουν κι άλλα λίαν συντόμως για να την κάνουν ακόμα πιο γλυκιά. Η συμφωνία με τον Λάνγκφορντ είναι ο ορισμός της βόμβας. Μιλάμε για μια πραγματική μηχανή, έναν παίκτη που ζητάει και παίρνει τη μπάλα όταν αυτή καίει και τη βάζει μέσα με όλους τους τρόπους. Διαβάζω δεξιά και αριστερά ότι είναι μεγάλος και ότι ήρθε για τα ένσημα. Προφανώς μεγάλωσε σε ένα χρόνο μέσα, γιατί πέρσι οι ίδιοι μας λέγανε γιατί δεν πήραμε τον παιχταρά. Βασικά κουράστηκα με τα social media και δεν βγάζεις και άκρη. Για πέντε likes και τρία «τα έλεγα εγώ» και «εμένα θα ακούς» πεθαίνουν μέχρι και τον Ρενέ. Αν – στην καλύτερη - μία στις πενήντα δικαιωθούν ποιος τους ακούει. Οποιος αντέχει είναι η απάντηση...

Μπαμ και μπουμ οι κουμπουριές!