MENU

31 Ιανουαρίου. Ο Νταβίντ Σιμάο είναι στο Οπόρτο. Ποδοσφαιριστής της Μποαβίστα, βασικός και αναντικατάστατος στα περισσότερα παιχνίδια. Η ομάδα του, με την περίφημη σκακιέρα στη φανέλα, υποδέχεται την Μαρίτιμο. Οι φιλοξενούμενοι προηγούνται και στο 43’, ο 28χρονος μέσος έχει την ευκαιρία να ισοφαρίσει από τα έντεκα βήματα. Θα αστοχήσει, όμως ευτυχώς για την ομάδα του το γκολ θα έρθει στο… ριμπάουντ της απόκρουσης του Κάρλες. Λίγο πριν το φινάλε του ματς, η Μποαβίστα θα πάρει τη νίκη. Εκτέλεση φάουλ του Σιμάο, κεφαλιά του Ν’ Τζιέ και τρεις βαθμοί στο σακούλι.

Ο Σιμάο βρίσκεται στη μεικτή ζώνη. Οι δημοσιογράφοι του μιλούν για την εμφάνισή του, για το γκολ το οποίο ήταν το μοναδικό που του έλειψε. «Ναι, ήθελα πολύ να σκοράρω», θα πει. «Ήθελα να το αφιερώσω στον αδερφό μου. Είχαμε μια δύσκολη εβδομάδα», προσθέτει και βάζει τα κλάματα σε ζωντανή μετάδοση.

24 Ιανουαρίου. Το τηλέφωνο δεν σταματάει να χτυπάει από το πρωί. Η οικογένεια είναι διασκορπισμένη. Αλλού οι γονείς, αλλού η κόρη, αλλού οι γιοι. Είναι τα γενέθλια της μητέρας του Νταβίντ και ευτυχής τα γιορτάζει στο σπίτι της. Μέχρι τη στιγμή που έρχεται το τηλεφώνημα που καμία μάνα δεν μπορεί να αντέξει. Ο μεγάλος της γιος, ο Μπρούνο, είχε ατύχημα με τη μηχανή. Είναι σε κώμα. Ουδείς εκείνη τη στιγμή γνωρίζει αν θα καταφέρει να επιζήσει. Τα νέα είναι συγκλονιστικά. Τέσσερα σπασμένα πλευρά, σπασμένη ωμοπλάτη, διάτρηση του πνεύμονα. Τρεις μέρες σε κώμα. 15 μέρες στην εντατική. 45 πυρετό. Σηψαιμία. Χειρουργεία. Ο Μπρούνο εξασθενούσε, ο Νταβίντ έπρεπε να είναι στο γήπεδο. Ο Μπρούνο θα έφτανε να χάσει 15 κιλά, ο Νταβίντ έπρεπε να είναι δυνατός.

Θα τα κατάφερνε. Τόσο ο Μπρούνο, όσο και ο Νταβίντ. Ο μικρός, εξάλλου, ήταν πάντα ο μεγάλος αδερφός σε αυτή τη σχέση!

Από τις Βερσαλλίες στο όνειρο!

Ήταν μια τυπική επίσκεψη στο νηπιαγωγείο. Ο Μπρούνο ήταν έξι χρονών, λίγο πριν τη σχολική ηλικία. Ο Νταβίντ ενός. «Ξέρετε, δεν μπορώ να συνεννοηθώ με το γιο σας. Δε μιλάει λέξη γαλλικά». Τι ήθελε και το είπε; Ο πορτογαλικός εγωισμός του φιλόπατρη πατέρα τους ξύπνησε και αποφάσισε ότι είχε έρθει ο καιρός να επιστρέψει στο σπίτι του. Μετανάστης στη Γαλλία, εγκαταστάθηκε στις Βερσαλλίες προκειμένου να εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά του, ωστόσο ήθελε να μορφωθούν στο «σπίτι». Επίσης, ήθελε να παίξουν ποδόσφαιρο οι γιοι του. Και οι δύο!

Ο Μπρούνο ήταν ο πρώτος. Ο Νταβίντ ακολούθησε. Μεγάλωσαν με το όνειρο της Μπενφίκα, αμφότεροι μπήκαν στις ακαδημίες της, αμφότεροι σκάρωναν σκανταλιές για να παρακολουθήσουν την αγαπημένη τους ομάδα και αμφότεροι έφτασαν να γίνουν επαγγελματίες. «Θυμάμαι μια μέρα που η μητέρα μου δεν ήθελε να με αφήσει να πάω προπόνηση γιατί έβρεχε πάρα πολύ. Έκλαιγα και έκλαιγα και έκλαιγα, μέχρι που δεν άντεχε να με ακούει και μου έδωσε άδεια να φύγω. Κάπου τότε κατάλαβαν όλοι ότι αυτό θα κάνω στη ζωή μου», θα πει ο Νταβίντ, ο οποίος το έκανε καλύτερα από τον μεγάλο του αδερφό. Ή, αν μη τι άλλο, σίγουρα πιο ώριμα.

Ο Μπρούνο ήταν αλλοπαρμένος. Κατέστρεψε – και το ομολογεί – το ταλέντο του στη νυχτερινή ζωή, την οποία έμαθε σε ηλικία 17 ετών. Αναγκάστηκε να φύγει από την Πορτογαλία γιατί ήταν… σεσημασμένος καλοπερασάκιας, που δεν έβαζε το ποδόσφαιρο σε προτεραιότητα. Πέρασε μια δεκαετία στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει στην πατρίδα του. Έβγαλε λεφτά, ξόδεψε λεφτά, ποτέ του δεν κατάφερε να ωριμάσει εγκαίρως. Ο Νταβίντ ήταν ο μεγάλος αδερφός στην οικογένεια!

«Ναι, ισχύει 100%», λέει γελώντας ο Μπρούνο. «Είναι ο αδερφός μου, ο πατέρας μου, ο φίλος μου. Είναι το χρυσό μου αγόρι. Έτσι τον φωνάζω. Και δεν επιτρέπω σε κανέναν να πει κακή κουβέντα για εκείνον. Είναι το χειρότερό μου. Γίνομαι έξαλλος. Είναι το είδωλό μου, εκτός και εντός γηπέδου. Πάντα μου έδινε το σωστό παράδειγμα, τις ενδεδειγμένες συμβουλές. Από πολύ μικρός ήταν ένα πολύ ώριμο παιδί. Από παιδί ήταν ενήλικας».

Το χρυσό παιδί είχε τις δικές ατυχίες. Παρότι φέρελπις στην Μπενφίκα, παρότι έζησε το όνειρο να προπονείται δίπλα στον Ρούι Κόστα, έπεσε σε μια εποχή που δεν ήταν εύκολο να είσαι κεντρικό χαφ στους Λουζιτανούς. Ο Νταβίντ Σιμάο υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο σε ηλικία 19 ετών και μιλούσε για την περηφάνεια να φοράει τη φανέλα της Μπενφίκα. Μόνο που την ίδια φανέλα εκείνο το διάστημα φορούσαν – έτσι ενδεικτικά – o Άνχελ Ντι Μαρία, ο Πάμπλο Αϊμάρ, ο Ραμίρες ο Χάβι Γκαρσία, ο Ρούμπεν Αμορίμ και δεν είναι ότι ο ανταγωνισμός θα γινόταν ευκολότερος. Ο νεαρός θα έπαιρνε το δρόμο των δανεισμών και θα ακολουθούσε τον αγαπημένο του Ρουί Βιτόρια, τον προπονητή που τον δίδαξε στις ακαδημίες και μετέπειτα τεχνικό της Μπενφίκα.

Η διαδρομή του δεν ήταν σταθερή. Δεν ήταν εκείνη που θα τον οδηγούσε πίσω στην αγαπημένη του Μπενφίκα. Τουναντίον, έπαιξε σε πέντε πορτογαλικές ομάδες, πριν δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό. Δεν στέριωσε στην ΤΣΣΚΑ Σόφιας και σε μια εποχή που ακουγόταν και ως αντικαταστάτης του Κάρλος Ζέκα στον Παναθηναϊκό, επέλεξε να επιστρέψει για την Μποαβίστα. Η δεύτερη απόπειρα για το εξωτερικό έγινε με την Αντβέρπ και από το Βέλγιο έρχεται στην Ελλάδα για την ΑΕΚ.

Η ιστορία του δεν κουβαλάει ίντριγκα. Δεν κουβαλάει τρέλα, πάθη, κραιπάλες και όνειρο ζωής να ανοίξει ένα μπαρ στην Ταϊλάνδη. Αυτά όλα είναι για τον αδερφό του. Ο Νταβίντ Σιμάο είναι το χρυσό παιδί. Μένει να φανεί αν και η ΑΕΚ βρήκε χρυσό στην εισήγηση του Μιγκέλ Καρντόσο.

Το χρυσό αγόρι!