MENU

Το …ευγενικό μήνυμα του Βαγγέλη Μαρινάκη προς τους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού, μετά την τριάρα στα Γιάννενα, εκτός από ένα ακόμα σπουδαίο μάθημα ήθους που προσέφερε δωρέαν σε όλους μας ο ηγέτης των Ερυθρολεύκων, παραδόξως, εμπεριείχε και μια μικρή δόση αυτοκριτικής: «Φταίω εγώ που σας πήρα και σας χρυσοπληρώνω», είπε ο Μαρινάκης.

Τώρα, αυτό εκ πρώτης όψεως μοιάζει κάπως με τις δηλώσεις διαφόρων τηλεμαϊντανών που όταν τους ρωτούν στις συνεντεύξεις τους αν έχουν κάποιο ελάττωμα, εκείνοι απαντούν: «Είμαι τελειομανής» ή «Εμπιστεύομαι υπερβολικά τους ανθρώπους» ή το αγαπημένο μου «Είμαι πολύ ευαίσθητος».

Έτσι κι ο Μαρινάκης. Δεν φταίει επειδή αλλάζει προπονητές πιο συχνά από όσο ανεβάζει χυδαία ποσταρίσματα ο Καραπαπάς, ούτε επειδή εδώ και τουλάχιστον δυο χρόνια δεν υπάρχει ίχνος σχεδιασμού ή ποδοσφαιρικής σοβαρότητας στην ομάδα. Φταίει επειδή είναι μεγάλη καρδιά και χρυσοπληρώνει τα παλιόπαιδα που δεν κάνουν ούτε για χαρτί υγείας στου Ρέντη. Πλην όμως, επειδή στην φράση, υπήρχε και ένα «φταίω εγώ που σας πήρα», ας είμαστε δίκαιοι και ας μην αποκλείσουμε την πιθανότητα ο ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού να αποδέχεται την ευθύνη που του αναλογεί (τεράστια δηλαδή) στον καταρτισμό ενός ρόστερ επιεικώς μετρίου επιπέδου.

Σε κάθε περίπτωση, δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ να σταθώ στην ουσία όσων ανέφερε ο Μαρινάκης και καταρρίπτουν πανηγυρικά το ερυθρόλευκο αφήγημα ολόκληρης της σεζόν: Ούτε η διαιτησία έφταιξε στον Ολυμπιακό, ούτε η ΕΠΟ, ούτε η Κυβέρνηση. Με παίκτες που δεν κάνουν ούτε για χαρτί υγείας, κάθε επιχείρημα περί κλοπής του τίτλου, όσο λυγμό κι αν προσθέσει ο φιλότιμος κυρ – Σάββας, προφανώς πάει περίπατο.

Με ενδιαφέρουν περισσότερο οι τύποι. Τα προσχήματα αν προτιμάτε, των οποίων την χρησιμότητα διαρκώς υποτιμούμε, παρότι αποτελούν κάτι σαν το τελευταίο ανάχωμα στην ραγδαία παρακμή μιας κοινωνίας που δίχως αυτά θα εξελισσόταν σε ζούγκλα εν ριπή οφθαλμού.

Προσωπικά, βρίσκω απαράδεκτο έως εξοργιστικό για οποιονδήποτε εργοδότη να λέει στους υφισταμένους του να πάνε να πνιγούνε. Να τους αποκαλεί χειρότερους και από χαρτί τουαλέτας.

Υποψιάζομαι, δυστυχώς, ότι πάρα πολλοί άνθρωποι οι οποίοι ακούνε τα ίδια και χειρότερα από τα δικά τους αφεντικά, για 400 ευρώ το μήνα, όχι απλώς δεν χαλιούνται με το κράξιμο του Μαρινάκη, αλλά -καθώς απευθύνεται σε ανθρώπους πράγματι χρυσοπληρωμένους που αντί να πάνε να πνιγούνε, μάλλον θα πάνε διακοπές σε ακριβά θέρετρα- χαίρονται κιόλας. Το ευχαριστούνται. Η αισθητική του μεγαλοτσιφλικά που μπορεί να φέρεται με όποιον τρόπο γουστάρει στους ιπποκόμους του έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και βρίσκει έρεισμα σε πολλά και διαφορετικά συμπλέγματα.

Τέλος πάντων, για να μην το βαρύνουμε περισσότερο, ας μείνουμε στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Εκεί όπου το πρότυπο του «προεδράρα», ο οποίος γαμεί και δέρνει (συχνά κυριολεκτικώς), σηκώνει το πρωτάθλημα πριν τους ποδοσφαιριστές, διότι στη συνείδηση του κόσμου, είναι κυρίως δικό του, πηγαίνει στην προπόνηση πριν από τα μεγάλα παιχνίδια για να κράξει ή για να τάξει έξτρα πριμ και όλο αυτό αντιμετωπίζεται από δημοσιογράφους και οπαδούς σαν σοβαρή είδηση και όχι ως τη μέγιστη γραφικότητα, επίσης έχει ερείσματα και παραμένει ολοζώντανο.

Ο κόσμος το γουστάρει. Το θέλει. Οι δημοσιογράφοι (εκείνοι που χρειάζονται πάντα την ασφάλεια ενός αφεντικού για να γλείφουν )το γουστάρουν και το θέλουν. Είναι αναγνωρίσιμο και καθησυχαστικό.

Αντιθέτως, το πρότυπο μιας ποδοσφαιρικής εταιρείας, με τεχνοκρατική προσέγγιση στο άθλημα, με στελέχη σύγχρονης αντίληψης και νοοτροπίας, που έχει στην κατάλληλη θέση, τους κατάλληλους ανθρώπους για να διατηρεί ζωντανό το απαραίτητο συναίσθημα, και με έναν πρόεδρο που θα εμφανίζεται μονάχα όταν χρειάζεται, στην χώρα μας, αντιμετωπίζεται ως φλώρικο και ξενέρωτο. Ή τουλάχιστον έτσι αντιμετωπιζόταν.

Διότι, την ώρα που ο Βαγγέλης Μαρινάκης αποκαλούσε τους παίκτες του χειρότερους και από κωλόχαρτο και ολόκληρος ο Ολυμπιακός επιδόθηκε κατά τη διάρκεια της σεζόν σε μια παλιακή, εντελώς ξεπερασμένη επικοινωνία «αυριανικής» μορφής, την ώρα που και οι δυο (Ολυμπιακός και ΠΑΟΚ) με ποσταρίσματα και tweet στελεχών τους, εξακολουθούν να κινούνται σε ένα επίπεδο αντιπαράθεσης που θα έκανε τον μακαρίτη τον Κουρή υπερήφανο, η ΑΕΚ πανηγυρίζει το πρωτάθλημα!

Η ΑΕΚ του –σχεδόν – άφαντου Μελισσανίδη. Η ΑΕΚ των πολλών, αμιγώς ποδοσφαιρικών πρωταγωνιστών. Η ΑΕΚ των λίγων, προσεγμένων, σοβαρών και κατά κανόνα μετριοπαθών δημόσιων τοποθετήσεων. Η ΑΕΚ που θεωρείται από τους περισσότερους ως η καλύτερη ομάδα στην Ελλάδα, όχι επειδή είναι υποχρεωτικά έτσι, αλλά κυρίως επειδή υπήρξε για τους ουδέτερους η συμπαθέστερη.

Η ΑΕΚ που απέδειξε στην πράξη ότι η εποχή της «προεδράρας» μπορεί και να τελειώνει. Και ότι υπάρχει κι άλλος δρόμος προς την επιτυχία.

Κι αυτό είναι για εμένα, σαφώς το πιο ελπιδοφόρο γεγονός της κατά τα άλλα προβληματικής και απολύτως ζοφερής σεζόν που ολοκληρώνεται.

Να πάτε να πνιγείτε!