MENU

Δεν ήταν πέναλτι. Να ξεκινήσουμε με τα αυτονόητα, απλά για το... τσεκάρισμα. Να δούμε, βρε αδερφέ, τώρα που γίνονται διαιτητικά λάθη κατά και υπέρ όλων, πόσο δύσκολο είναι αν έχεις πάρει ένα σφύριγμα να πεις το απλό. Να κάνεις, δηλαδή, αυτό που δεν έκαναν οι άλλοι. Για... προσωπική χρήση, που λένε. Όχι, υπό το άγχος... μη γίνεις αυτό που κοροϊδεύεις. Τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει, γιατί δεν υπάρχει και περίπτωση, όχι η ΑΕΚ, αλλά καμία από τις άλλες ομάδες να παίρνει για τα επόμενα 20 σερί χρόνια τέτοια πέναλτι... κατ' εξακολούθηση.

Βέβαια, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα σου βγάζει μια αντίδραση. Διότι δεν φτάνει που βλέπεις τους... σίριαλ κίλερ να μιλούν για «φόνους», αλλά ακούς συνεχώς διάφορους αντικειμενικούς να γίνονται τώρα πια αδέκαστοι και να βλέπουν όσα δεν έβλεπαν δυο δεκαετίες. Και να χαρακτηρίζουν ένα λάθος αναμενόμενο επειδή... άλλαξε η κατάσταση. Δεν μας λένε, όμως, πώς ήταν και άλλαξε; Τι είχε η προηγούμενη; Τι συνέβαινε τόσα χρόνια; Κι αυτοί πού ήταν για να το κρίνουν και να το καταδικάσουν;

Τέλος πάντων. Επειδή στον πραγματικό κόσμο, και όχι στην εικονική πραγματικότητα που προσπαθούν να πλάσουν αυτοί που τόσα χρόνια έκαναν το άσπρο – μαύρο από την ανάποδη, είναι σαφές ότι πια δεν υπάρχει καμία μονόπλευρη κατεύθυνση στη διαιτησία και στο τέλος της ημέρας κατά συνέπεια αυτό που θα κρίνει τα πάντα θα είναι το ποδόσφαιρο, είναι χρήσιμο για την ΑΕΚ (κόντρα στη γενικότερη ατμόσφαιρα) να εστιάσει σε αυτό το κομμάτι, όσον αφορά το χθεσινό παιχνίδι. Υπήρξαν θετικά που πρέπει να κρατήσει και αρνητικά που θα πρέπει να τα εντοπίσει και να «δουλέψει».

Στα αρνητικά είναι ότι σε ένα παιχνίδι καθοριστικής σημασίας -λόγω της ευκαιρίας που της παρουσιάστηκε- η ΑΕΚ δεν έδειξε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα στο πρώτο ημίχρονο. Κάτι πολύ λάθος γιατί αυτά τα πονηρά ματς είναι πάντα χρήσιμο να τα «ξεκλειδώνεις» γρήγορα, διότι όσο περνά η ώρα γίνεται μεγαλύτερο το άγχος, ενώ και ο αντίπαλος το πιστεύει όλο και περισσότερο ότι μπορεί να σου πάρει αποτέλεσμα, κάτι που του δίνει αυτοπεποίθηση.

Επίσης, για ακόμη ένα παιχνίδι ο Κλωναρίδης δεν κατάφερε να είναι όσο ουσιαστικός θα έπρεπε, κάτι που σε συνδυασμό με την μέτρια -αλλά όχι κακή- απόδοση του Μπακασέτα και την όχι καλή ισορροπία στο κέντρο, δεν βοήθησαν την ΑΕΚ να ασκήσει μια πίεση... αποφασιστική προς τον αντίπαλο.

Ωστόσο, στο δεύτερο ημίχρονο η Ένωση βγήκε στο γήπεδο μεταμορφωμένη. Παρά την κούραση από το ματς με τη Ριέκα, έβγαλε πυγμή. Κι αυτό τη βοήθησε να ανεβάσει την πίεσή της πιο ψηλά. Να έχει τον Γιόχανσον πιο κοντά στην αντίπαλη περιοχή, τον Αϊντάρεβιτς σε πολλές περιπτώσεις μέσα στην περιοχή (χάνοντας και δύο πολύ σημαντικές ευκαιρίες) και σε συνδυασμό με όσα έφεραν από τον πάγκο οι Γκάλο, Λιβάγια και Λάζαρος, να δημιουργήσει εικόνα καθολικής υπεροχής στο γήπεδο. Με πολλές τελικές και με κατοχή που κάποια στιγμή ξεπέρασε και το 80%.

Από εκεί και πέρα, είναι δύσκολο να μην εστιάσει κανείς στον Λιβάγια, ειδικά από τη στιγμή που τους άλλους δύο που ήρθαν από τον πάγκο και έδωσαν πράγματα (τον Λάζαρο και τον Γκάλο), τους ξέρουμε και από πέρσι. Γνωρίζουμε τι μπορούν να προσφέρουν στην ομάδα. Ο Κροάτης είναι ένας παίκτης που με το «καλημέρα» αμφισβητήθηκε, κυρίως νομίζω λόγω της κάψας όλων να δουν ξανά στην ΑΕΚ τον Αραούχο, όμως συνεχώς δείχνει πόσο ποιοτικός είναι.

Τα πάντα στο ποδόσφαιρο είναι θέμα ποιότητας. Έκανε πολλά μέσα στο γήπεδο χθες στο διάστημα που αγωνίστηκε, αλλά ας εστιάσουμε στη φάση που καταλήγει στο φάουλ – πέναλτι. Τον βρίσκει με πλάτη ο Αραούχο. Οι εννιά στους δέκα θα στόπαραν τη μπάλα και θα προσπαθούσαν να τη σπάσουν ξανά κάπου προς τα πίσω για να γυρίσουν. Αυτό περίμενε και ο προσωπικός του αντίπαλος, αλλά μέχρι να καταλάβει τι έγινε, ήταν ο Λιβάγια μπροστά και εκείνος πίσω να τον κυνηγάει.

Είναι ευλογία για κάθε ομάδα να έχει στο ρόστερ της έναν τέτοιο παίκτη. Με την ποιότητά του Κροάτη, αλλά και τη νοοτροπία του. Στα τελευταία τρία παιχνίδια είναι ο πρωταγωνιστής χωρίς να έχει βάλει γκολ. Και ενώ όλοι συζητούν «τι θα γίνει αν αρχίσει και να σκοράρει», εκείνος συνεχίζει να παίζει με απίστευτη ωριμότητα, δείχνοντας ότι δεν κολλάει το μυαλό του στο να βάλει αυτό το γκολ που και ο ίδιος θέλει πολύ, αλλά ψάχνοντας κάθε του ενέργεια να είναι η σωστή και η καλύτερη εκείνη τη στιγμή για την ομάδα.

Είναι δεδομένο ότι όσο περισσότερο παίζει μαζί με τον Αραούχο, τόσο πιο κερδισμένη θα βγαίνει η ΑΕΚ. Έχοντας στον άξονα δυο παίκτες τέτοιας κλάσης και στα άκρα της ποδοσφαιριστές όπως ο Μάνταλος (εφόσον παίζουν και οι δύο) και ο Λάζαρος. Παρεμπιπτόντως, διαπίστωσα ότι γίνεται αρκετή κουβέντα για την επιλογή να παίξει ο Λιβάγια πιο μπροστά και ο Αραούχο πίσω του, παρότι στα δικά μου μάτια αυτό είναι το απόλυτα λογικό.

Μπορεί πράγματι ο Τσίνο να είναι ένας παίκτης που έχει περισσότερο το γκολ γενικά, όμως αυτό δεν σημαίνει κάτι όσον αφορά στην τοποθέτησή τους μέσα στο γήπεδο. Είναι εύλογο να προσπαθήσει η ομάδα να εκμεταλλευτεί το παιχνίδι που μπορεί να κάνει ο Λιβάγια με πλάτη, την ικανότητά του να φτιάχνει φάση το... τίποτα, αλλά και τους χώρους που μπορεί να ανοίξει, βάζοντας τον Αραούχο... γύρω του για να ευνοηθεί από όλα αυτά.

Μπορεί στην πορεία να λειτουργήσει καλύτερα το ανάποδο, όμως καλό είναι να αφήσουμε να φανεί αν αυτό που βλέπει ο προπονητής είναι πιο σωστό. Υπάρχει και πρόσφατο παράδειγμα. Ομολογώ πως όταν ήρθε ο Πογιέτ και αποφάσισε να παίξει με 4-3-3, ήμουν από αυτούς που πίστευαν ότι ο Γιόχανσον θα γινόταν το εξάρι και ο Σιμόες ο εσωτερικός. Είχε γίνει μεγάλη συζήτηση τότε για το γεγονός ότι επέλεξε το ανάποδο και του είχε γίνει και σχετική ερώτηση. Τώρα, εκείνη η επιλογή φαίνεται αυτονόητη.

Ας δούμε, λοιπόν, πώς θα λειτουργήσει έτσι η συνύπαρξη Λιβάγια και Αραούχο. Εκτιμώ ότι πέραν του γεγονότος ότι μιλάμε για δύο παίκτες που τα χαρακτηριστικά τους ταιριάζουν πολύ για να παίζουν μαζί και η ποιότητά τους είναι από μόνη της ικανή για να... κάνουν μάγια, έχουν ένα ακόμη πολύ σημαντικό όπλο: την πολύ καλή προσωπική τους σχέση και την μεγάλη επιθυμία του ενός να πετύχει... ο άλλος.

Θα κάνει μάγια... ο Σέρχιο με Λιβάγια