MENU

Καλοκαίρι 2013. Για να ακριβολογούμε Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013. Ο Παναθηναϊκός βρίσκεται σε μεταγραφικό οργασμό και ανακοινώνει τη μία μεταγραφή μετά την άλλη. Στα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων το πράσινο χρώμα κυριαρχεί…

Μέσα σε διάστημα λίγων ορών, το «τριφύλλι» φέρνει στην Ελλάδα δύο ξένους ποδοσφαιριστές και υπογράφει μαζί τους συμβόλαιο συνεργασίας. Ο πρώτος, συστήνεται στο ελληνικό κοινό από τον αθλητικό Τύπο, ως ο «ηγέτης του νέου Παναθηναϊκού». Το όνομά του; Νταβίντ Μέντες!

Η μεταγραφή του δεύτερου αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα από δημοσιογράφους και φιλάθλους, με αποτέλεσμα η δική του απόκτηση να περνάει… στα ψιλά. Δίπλα στα πρώτα θέματα του… βασιλικού Μέντες, «ποτίζεται» και η… σουηδική γλάστρα που άκουγε στο όνομα Μάρκους Μπεργκ.

Ούτε μία εφημερίδα δεν είχε τολμήσει εκείνη τη μέρα να αναδείξει ως πρώτο θέμα την απόκτηση του Σουηδού επιθετικού. Θυμηθείτε απλά δύο ενδεικτικά πρωτοσέλιδα της 5ης Ιουλίου 2013 και ψάξτε να βρείτε και έναν μεγεθυντικό φακό για να δείτε το όνομα του Μπεργκ δίπλα σε αυτό του Μέντες που… έβγαζε μάτια!

Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων «Goalnews» και «Sportday» την Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013, με την άφιξη του Μάρκους Μπεργκ στην Ελλάδα να περνάει στα... ψιλά!

Δεν τις αδικώ τις εφημερίδες εκείνης της εποχής. Κρατούσαν πισινή. Πως να διαφήμιζαν ως σπουδαία μεταγραφή την απόκτηση του Μπεργκ, όταν το διαδίκτυο είχε πλημμυρίσει από απαξιωτικά σχόλια για έναν «άχρηστο» ποδοσφαιριστή που είχε να παίξει μπάλα δύο χρόνια! Τι κάνει ο μέσος Έλληνας φίλαθλος – αναλυτής (προσθέστε και μερικούς «δημοσιογράφους» στη συγκεκριμένη κατηγορία) του διαδικτύου για να κρίνει μια μεταγραφή της ομάδας του; Μπαίνει στη Wikipedia και βλέπει τα στατιστικά του…

Βάσει του διαδικτύου, λοιπόν, η επιλογή Μπεργκ τρόμαζε. Έβλεπε ο κόσμος του Παναθηναϊκού ότι από το 2009 μέχρι το 2013, ο Σουηδός είχε σημειώσει μόλις και μετά βίας 13 γκολ σε τέσσερις σεζόν (μέσος όρος 3,25 γκολ ανά περίοδο), διάβαζε ότι αδυνατούσε να καθιερωθεί σε ομάδες όπως το Αμβούργο και η Αϊντχόφεν και το κράξιμο έπεφτε σύννεφο:

«Ρε Αλαφούζο, τελειωμένο ποδοσφαιριστή πήγατε και φέρατε; Αυτός έχει να παίξει μπάλα δύο χρόνια. Ούτε στα προπονητικά διπλά δεν βάζει γκολ»…

Από τον Μπεργκ στον… Αλμέιδα!

Θυμήθηκα την υποδοχή που είχε επιφυλάξει το ελληνικό κοινό στον Μάρκους Μπεργκ, λόγω του αντίστοιχου καλωσορίσματος που περίμενε τον Ούγκο Αλμέιδα από μεγάλη μερίδα της φίλαθλης κοινής γνώμης, ακόμη και από σημαντικό κομμάτι των οπαδών της ΑΕΚ.

Ούτε υποστηρίζω ότι ο Αλμέιδα θα εξελιχθεί δεδομένα σε Μπεργκ, ούτε φυσικά ότι θα αποδειχτεί… περιπατητής. Υπογραμμίζω απλά την αναγκαιότητα να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερο σεβασμό και υπομονή μεταγραφές παικτών με τόσο πλούσιο βιογραφικό, όσο αυτό του Πορτογάλου επιθετικού.

Μην κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας. Υπήρχε ποτέ περίπτωση ένας παίκτης της αξίας του Αλμέιδα να επιλέξει να αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα, αν η καριέρα του δεν παρουσίαζε πτωτικές τάσεις την τελευταία διετία; Ποτέ των… ποτών, που έλεγε και η γιαγιά μου.

Ποιος σπουδαίος ποδοσφαιριστής που βρίσκεται στο φόρτε της καριέρας του θα επιλέξει τη δική μας Superleague, αφήνοντας στα κρύα του λουτρού πρωταθλήματα όπως το αγγλικό, το ισπανικό, το ιταλικό, ή το γερμανικό; Είμαστε σοβαροί;

Οι περιπτώσεις ξένων με αξιόλογο βιογραφικό που έρχονται να αγωνιστούν στην Ελλάδα είναι πολύ συγκεκριμένες:

  1. Να βρίσκονται σε προχωρημένη ηλικία και να αντιλαμβάνονται ότι το κορμί τους δεν μπορεί να ακολουθήσει τους υψηλούς απαιτητικούς ρυθμούς των κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων (Ριβάλντο, Καμπιάσο, Ζιλμπέρτο, Εσιέν, Λεντέσμα).
  2. Να βλέπουν την καριέρα τους να βρίσκεται σε κάθετη πτώση και να συνειδητοποιούν ότι η παρουσία τους σε ένα πρωτάθλημα χαμηλότερης ποιότητας, όπως το ελληνικό, μπορεί να ανεβάσει ξανά τη μετοχή τους και πολλές φορές να τους ανοίξει ξανά την πόρτα της εθνικής ομάδας της χώρας τους (Μπεργκ, Ιντέγιε και εσχάτως Αλμέιδα).
  3. Να έχουν υποφέρει από αλλεπάλληλους τραυματισμούς στην καριέρα τους και να αδυνατούν πλέον να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των κορυφαίων ευρωπαϊκών ομάδων (Σισέ).
  4. Να προτιμούν να αγωνιστούν σε ομάδα που συμμετέχει στο Champions League, από το να παραμένουν σε μια μικρομεσαία ομάδα του δικού τους πρωταθλήματος (τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τον Ολυμπιακό να αποκομίζει σημαντικά οφέλη από το συγκεκριμένο κριτήριο επιλογής).

Κανένας Αλμέιδα, κανένας Μπεργκ, κανένας Λεντέσμα δεν θα επέλεγε να μετακομίσει στα μέρη μας, αν διαπίστωνε ότι η μετοχή του παρέμενε «καυτή» κι ότι μπορούσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων δυνάμεων του πρωταθλήματος που αγωνιζόταν.

Στη Superleague μπορεί να κάνει πάρτι και o… Μπαράλες

Ας επικεντρωθούμε, όμως στην περίπτωση Αλμέιδα. Δεδομένα ο Πορτογάλος έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να πετύχει στην ΑΕΚ, απ’ όσες είχε για παράδειγμα ο Εσιέν να «πιάσει» στον Παναθηναϊκό.

Η θέση και ο τρόπος που αγωνίζεται δεν απαιτούν πολλά τρεξίματα, σε αντίθεση με το ρόλο που καθιέρωσε τον Γκανέζο στην ελίτ του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ο Αλμέιδα είναι ένας κλασικός φορ περιοχής που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη δύναμή του. Αν σωματικά είναι καλά, μπορεί για πλάκα να σημειώσει διψήφιο αριθμό τερμάτων στη δική μας Superleague. Σκεφτείτε απλά τι… θραύση έκανε στο πρωτάθλημά μας ένας αντίστοιχων χαρακτηριστικών (και κατά πολύ χειρότερης ποιότητας) επιθετικός, που είδαμε πρόσφατα στα ελληνικά γήπεδα. Αναφέρομαι στον Χερόνιμο Μπαράλες, που είδαμε πριν από δύο χρόνια να φοράει τη φανέλα του Αστέρα Τρίπολης.

Το να αμφισβητεί, λοιπόν, κανείς τη σημασία της μεταγραφής ενός ποδοσφαιριστή του «ειδικού βάρους» του Αλμέιδα, είναι εξίσου γραφικό με το να «θεοποιεί» αμφιβόλου αξίας παίκτες μόνο και μόνο για να… δοξάσει τον πρόεδρο της ομάδας του που «ξέρει τι κάνει και πάντα μάχεται για το καλό μας».

Ο Ούγκο Αλμέιδα θα κριθεί στο χορτάρι, όπως κάθε μεταγραφή, και εννοείται ότι δεν πρόκειται να αξιολογηθεί από κανέναν… ειδικό του διαδικτύου και κανέναν... προπονητή του facebook. Γιατί, αν επικρατούσε η δική τους γνώμη, ο Μάρκους Μπεργκ έπρεπε να έχει απελαθεί ως «άχρηστος» από τη χώρα μας, πριν καν πατήσει το πόδι του στη Λεωφόρο…

Ποιος Μπεργκ; Αυτός ο άμπαλος έχει να βάλει γκολ δύο χρόνια!