MENU
Χρόνος ανάγνωσης 8’

Ο «Κολοσσός» μέσα στον Δέλλα!

0

Δύο συναντήσεις στο ίδιο ακριβώς σημείο με χρονική απόσταση αρκετών ημερών, ισάριθμοι καφέδες, πολλά -δικά μου- καμένα τσιγάρα στο τασάκι, ηχογράφηση σχεδόν πέντε ωρών κι ένα σημειωματάριο λευκό! Χωρίς ερωτήσεις (όπως πάντα άλλωστε, αφού, όταν υπάρχει ειλικρίνεια, μία συνέντευξη δεν είναι τίποτα άλλο από μία συζήτηση δύο ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να μιλήσουν ο ένας στον άλλον χωρίς καθωσπρεπισμούς και υποβολές).

Το δεύτερο ραντεβού έγινε την προπαρομονή της Πρωτοχρονιάς. Στο ίδιο σημείο… Αυτή τη φορά κουβαλούσα στο χέρι το βιβλίο του Τζόρνταν, που είχα υποσχεθεί ότι θα του δώσω όταν εκδοθεί…

Βιογραφία;” με ρώτησε (λογικό ήταν να μη θυμόταν). Στη ζωή μου, τον έχω συναντήσει τρεις φορές… Η πρώτη το 2004, όταν ως ρεπόρτερ της ΕΡΤ κάλυψα ζωντανά την επιστροφή της Μεγάλης ομάδας (μία είναι η μεγάλη ομάδα στο ελληνικό ποδόσφαιρο) από την Πορτογαλία, σε ένα σημείο, όπου οι 23 ήρωες και ο Ρεχάγκελ θα ήμουν ο πρώτος δημοσιογράφος που θα συναντούσαν. Καταστροφή! Οταν του ζήτησα να σταθεί για μία δήλωση, με κοίταξε με το γνώριμο άγριο ύφος του και μου είπε πέντε κουβέντες όπως ακριβώς βγήκαν από το στόμα του και δεν χρειάζεται να τις μεταφέρω… Επόμενη φορά που τον είδα, ήταν στο ΟΑΚΑ μετά από ένα παιχνίδι της ΑΕΚ στην Σούπερ Λίγκα. Ηταν τότε που του ζήτησα να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη. Πέρασε σχεδόν ένας χρόνος.

“Βιογραφία” του απαντώ…

Κι εγώ που παίρνω αυτό το βιβλίο, γιατί είμαι σίγουρος ότι τα λέει όλα;” πρόσθεσε ανοίγοντας αμέσως μετά τη χειραψία μία συζήτηση, που, μάλλον, δε θα προκαλούσε κανείς άλλος στη θέση του…

“Η βιογραφία είναι μία πιο ουδέτερη ματιά στο πρόσωπο. Η αυτοβιογραφία είναι πιο σύνθετη υπόθεση” του είπα… “Εσύ θα έκανες ποτέ κάτι τέτοιο, όπως τόλμησαν ο Αντώνης (Νικοπολίδης), ο Μάικ (Μπατίστ), ο Σάρας, ο Ζιοβάνι;” τον ρώτησα πριν προλάβει να πάρει ανάσα και να εκφράσει την επόμενη σκέψη του.

Θα μπορούσε ο καθένας να το κάνει. Αρκεί να ήξερε ότι απευθύνεται σε ανθρώπους με όλα τα όργανά τους ζωντανά. Δυστυχώς στην Ελλάδα οι άνθρωποι δεν είναι αρτιμελείς, διότι στερούνται αυτιών. Σε αυτούς που δεν έχουν αυτιά για να ακούσουν, ή μάτια για να διαβάσουν, τι να πεις; Και γιατί να το πεις; Για να το κάνεις ο άλλος πρέπει να έχει αυτιά να ακούσει, ή μάτια και μυαλό για να διαβάσει και να επεξεργαστεί αυτά που του μεταφέρεις. Στην Ελλάδα μας αρέσει μόνο να μιλάμε και όχι να ακούμε. Για αυτό κι εγώ το κάνω τόσο σπάνια”.

Πριν καν βρέξει η πρώτη γουλιά καφέ τον ουρανίσκο, πριν ανάψει το πρώτο τσιγάρο, ο Δέλλας με αφορμή ένα βιβλίο είχε συστηθεί στον άγνωστο που είχε απέναντί του.

“Ζόρικος θα είναι τούτος εδώ” σκέφτηκα.

Αρχίζω να του εξιστορώ τα πεπραγμένα των προσωπικών επαφών μας… Οταν ολοκλήρωσα… “Μα καλά αλήθεια σε μπρόγκηξα τότε;” με ρώτησε όταν του είπα ότι εκείνο το μεσημέρι του Ιουλίου, μου είχε κάνει τα νεύρα κρόσια. Δεν είμαι δα και …κανάς ήρεμος.

“Είδες τώρα; Ήρθες εσύ με το μικρόφωνό σου εκείνη την ημέρα να κάνεις τη δουλειά σου, εγώ σε πήρα από τα μούτρα, αλλά, ξέρεις κάτι; Είναι τόσα πολλά πράγματα που μπορούν να σε εκθέσουν σε ανθρώπους που δε σε ξέρουν. Εκείνο το απόγευμα εγώ είχα μίρλες. Είχα ψιλοφρικάρει και κουβαλούσα πολλά νεύρα”.

- "Γιατί ρε Τράι;"

Θα σου πω γιατί… Εχουμε έρθει από μία τεράστια επιτυχία, από τη μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού ποδοσφαίρου κι αντί όλα να είναι οργανωμένα στην εντέλεια, επικρατεί η απόλυτη προχειρότητα. Ακόμα και όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο δεν ξέραμε από που θα βγούμε, πως θα βγούμε, με ποιον θα βγούμε. Προχειρότητα παντού. Κι αυτό είναι κάτι που από τότε -πόσο μάλλον τώρα- μου προκαλούσε απίστευτη νευρικότητα. Τρελαίνομαι! Γιατί εμείς να μην μπορούμε, όπως όλοι οι ποδοσφαιριστές στον κόσμο, να απολαύσουν αυτές τις στιγμές; Τόσο δύσκολο είναι πια; Τι διάολο είμαστε εμείς για να μην μπορούμε να κάνουμε τίποτα όπως πρέπει;

Δεν έχω να σου πω πολλά για το ύφος του, για τα ρούχα του, για τις μορφές που έπαιρνε το πρόσωπό του. Με ελάχιστες -μάλλον αδιάφορες- εξαιρέσεις ο Δέλλας (σχεδόν στο ύψος μου ο μπαγάσας, ούτε την ψυχολογία της υψομετρικής απόστασης δε μου έδωσε) ήταν μία ανέκφραστη μάζα, που είχε απαρνηθεί τη γλώσσα του σώματος, αλλά ξερνούσε μηνύματα, συναισθηματισμό (όσο κι αν δεν του φαίνεται), όλα θεμέλια της δικής του κοσμοθεωρίας, όπως ο ίδιος την έχει σκεφτεί (και υπεραναλύσει), που συμβαδίζει με το σκληρό, το άγριο, αλλά συνάμα, το, πολύ βαθιά κρυμένο μέσα του, ευαίσθητο προφίλ του. Διάβασε λίγο ακόμα και θα καταλάβεις. Αν περιμένεις, ο Δέλλας, που ξέρεις καλά ότι ως άνθρωπος και προσωπικότητα τα …σέρνει, θα εξαπολύσει μύδρους και μπινελίκια για πρόσωπα και καταστάσεις που σου αφήνουν κενά, ή τα γνωρίζεις πολύ καλά, μην ταλαιπωρείσαι. Η συνέντευξη αυτή δεν περιέχει ίντριγκα.

- "Τι ομάδα είσαι;"

“Ζούμε σε μία χώρα που σώνει και ντε όλοι πρέπει να είναι κάτι. Δεν αποδέχεται κάποιος αν του πεις ότι δεν είσαι αυτό που νομίζει. Για πολλούς πρέπει ντε και καλά να είμαι ΑΕΚ. Ομως, είναι διαφορετικό να τιμάς, να σέβεσαι και να αγαπάς κάτι, κι άλλο να κουβαλάς ταμπέλες μόνο και μόνο επειδή κάποιοι έχουν ανάγκη να τις διαβάσουν για να επιβεβαιωθεί ο εγωισμός τους, ή επειδή εσύ θέλεις να επωφεληθείς από αυτό στο μέλλον”.

- "Αρα δεν είσαι τίποτα;" επέμεινα…

Να ξέρεις ότι ανά πάσα στιγμή είχα στο μυαλό μου ότι θα βρει τις πιο χαμηλές χορδές της φωνής του, αυτές που χρησιμοποιεί συχνότερα στη ζωή του για να με στείλει στο διάολο. Αυτό στο λέω απλά για να υπάρχει. Για να σε βοηθήσω να μπεις και στον κόσμο του δημοσιογράφου (αν σε ενδιαφέρει). Στη διάρκεια της συζήτησης πάντως, με έκανε να καταλάβω ότι δεν υπάρχουν απαγορευμένες ερωτήσεις, αφού, σχετικά νωρίς, χρησιμοποίησε μία φράση που μου έλυσε τα χέρια… “Αφού με ρώτησες, πρέπει να σου απαντήσω”. Αυτή ήταν η φράση-κλειδί, που με έκανε να αισθανθώ πιο στιβαρός και ταυτόχρονα μου επιβεβαίωσε ότι ο τύπος που είχα απέναντί μου, σέβεται και δε μιλάει ποτέ για πλάκα, ούτε έχει στο μυαλό του να πει μόνο αυτά που γουστάρει. Ωραίος τύπος. Με πλήρη συνείδηση της έννοιας “Συνέντευξη”. Αφού δέχθηκε να μιλήσει ήξερε ότι έπρεπε να τα πει… Κι όχι να κρυφτεί. Προσοχή όμως: Χωρίς να προσβάλει πρόσωπα, ή να προσφέρει σε δημόσια βορά κακοφορμισμένες καταστάσεις. Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις.

Γενικά δεν πωρωνόμουν με τα οπαδικά. Σίγουρα και θα ήταν χαζό να μην πω ότι έχω έντονα συναισθήματα για την ΑΕΚ όπου έπαιξα τα περισσότερα χρόνια

Ο ΠΕΠ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΦΗΜΟ ΜΗΝΥΜΑ

Τον κοιτούσα και προσπαθούσα να μπω στη θέση του. Χρησιμοποίησα ένα προσωπικό παράδειγμα ώστε να του εξηγήσω για ποιο λόγο αισθάνομαι ένα δέος που τον βλέπω μπροστά μου…

- "Εχεις παίξει με τον Γκουαρντιόλα και κυρίως είχες επικοινωνία μαζί του πρόσφατα… Με τον Πεπ! Με τον Γκουαρντιόλα ξαναλέω…"

Με τον Πεπ πήγαμε μαζί στη Ρόμα, στην ίδια μεταγραφική περίοδο. Στην αρχή, επειδή ήμασταν και οι δύο νέοι, κάναμε αρκετή παρέα. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι δεν του άρεσε καθόλου ο τρόπος προσέγγισης που είχε στο ποδόσφαιρο ο Καπέλο. Κάναμε πολλές συζητήσεις για το ποδόσφαιρο. Προσωπικά πιστεύω ότι ο Γκουαρντιόλα έχει αλλάξει τη ροή του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, της προπονητικής και του τρόπου που βλέπουμε το άθλημα. Και θα μου πεις εσύ τώρα ότι το κάνει σε ομάδες με σπουδαίους παίκτες και θα σου απαντήσω ότι δε φτάνει μόνο αυτό. Σταματάω εδώ όμως για τις σχέσεις που είχαμε στη Ρόμα και θα μεταφερθώ πολλά χρόνια μετά. Πέρσι ήταν το παιχνίδι του Ολυμπιακού με την Μπάγερν. Στο μεταξύ είχαμε χαθεί εντελώς, δεν είχαμε μιλήσει καν από τότε που συνυπήρξαμε στη Ρώμη. Με κάποιο τρόπο βρήκα το τηλέφωνό του και του έστειλα ένα μήνυμα. Ο άνθρωπος είχε κάθε δικαίωμα να μη με θυμάται καν. Αυτός είχε κάνει τόσα πράγματα. Μόλις το έλαβε λοιπόν, μου απάντησε αμέσως και δε σου κρύβω ότι η χαρά που πήρα ήταν απερίγραπτη. Οχι γιατί μου απάντησε ο Γκουαρντιόλα, αλλά για τον τρόπο που μου απευθύνθηκε στο μήνυμα. Του είχα ζητήσει, αν είχε χρόνο, να βρεθούμε.

Μου έγραψε στα Ιταλικά: “Τι κάνεις αγαπητέ Τραϊανέ; Θα χαρώ πάρα πολύ να σε δω”. Μετά από τόσα χρόνια, μέσω ενός μηνύματος, μου έδωσε την εντύπωση ότι δεν είχαμε χαθεί ποτέ και πως μιλούσαμε κάθε μέρα.

Η συνάντηση στο ξενοδοχείο

“Ο τρόπος που με υποδέχθηκε στο ξενοδοχείο ήταν πραγματικά ένα προσωπικό παράσημο. Για τον σεβασμό που έδωσα σε μία ομάδα, σε έναν άνθρωπο, σε όλους τους συμπαίκτες μου, αλλά και στην κοινωνία της Ρόμα, που ήταν η μεγαλύτερη ομάδα που έπαιξα και συνάντησα τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές στον κόσμο. Ο σεβασμός που έδειξα είναι αυτός που μου επιτρέπει να συναναστρέφομαι ή να μιλάω με ανθρώπους, όχι ποδοσφαιρικά, αλλά φιλικά. Ο Πεπ ήταν πάντα προσγειωμένος, ένας φιλόσοφος που έψαχνε πράγματα τα οποία εμείς δε βλέπαμε καν. Στο ξενοδοχείο, μετά το τέλος του αγώνα με τον Ολυμπιακό, μιλήσαμε δύο ώρες. Με πήρε μετά το ματς, πήγαμε στον όροφο που είχε δεσμεύσει η Μπάγερν για μία τελετή προς τιμήν των καλεσμένων της, με τους παίκτες να περνούν απ’όλα τα τραπέζια και να χαιρετούν τον κόσμο. Μου ζήτησε ευγενικά να περιμένω 10 λεπτά για να τηρήσει το πρωτόκολλο της ομάδας του και μετά ήρθε, με βρήκε εκεί που τον περίμενα και πήγαμε κάπου μόνοι μας. Θυμηθήκαμε τα παλιά και μιλήσαμε πολύ λίγο για ποδόσφαιρο. Εκεί του είπα: “Σε θαυμάζω, όχι για αυτό που έχεις κάνει, αλλά γιατί έχεις αλλάξει τη ροή του ποδοσφαίρου”. Μου απάντησε ότι: “Αυτό που μου αρέσει προσπάθησα να το κάνω στις μικρές ομάδες της Μπαρτσελόνα. Με πολλή επιμονή και δουλειά. Μου βγήκε όμως. Και μετά σκέφτηκα ότι από τη στιγμή που μπορώ να το κάνω σε μικρά γήπεδα, σε άσχημα γήπεδα, με μικρής ηλικίας ποδοσφαιριστές, μπορώ να το κάνω και πιο ψηλά. Και το έκανα”.

- Ξέρεις τώρα… Σκέφτομαι: Θα μπορούσες να τον χρησιμοποιήσεις για να πάρεις μία δουλειά;

“Θες να σου πω κάτι; Δεν αισθάνομαι καθόλου ανώτερος επειδή μίλησα μία φορά με τον Γκουαρντιόλα. Μπορεί να τον ξαναπάρω και να μην το σηκώσει. Δεν θα τον χρησιμοποιούσα ποτέ όμως. Γιατί δεν με ξέρει. Δεν ξέρει τι δουλειά κάνω. Αν ήξερε, μπορεί να ζητούσα μία σύσταση. Από τη στιγμή όμως, που δεν με ξέρει, με ποιο δικαίωμα θα του ζητήσω κάτι τέτοιο; Επειδή έτυχε να παίξουμε έξι μήνες στην ίδια ομάδα; Δε θα το έκανα ποτέ!”.

Ο «Κολοσσός» μέσα στον Δέλλα!