MENU

Ο Σάββας Κωφίδης αποτελεί μία ξεχωριστή φιγούρα στο χώρο του ποδοσφαίρου. Μέσος, εξαιρετικός χειριστής της μπάλας, με υψηλή τεχνική κατάρτιση. Δραστήριος, ακτιβιστής, ιδεολόγος τοποθετείται πάντα για όλα τα ζητήματα της κοινωνίας. Το «τόπι» τον κέρδισε από μικρό και κατάφερε να χτίσει μια σημαντική καριέρα που τον έφερε σε Ηρακλή, Ολυμπιακό και Άρη, αλλά και στην Εθνική Ελλάδας και έγραψε μία πορεία 18 ετών σε υψηλό επίπεδο.

Το 1999 σταματά το ποδόσφαιρο και από τότε ασχολείται με την προπονητική. Η σημερινή είναι ημέρα γενεθλίων για τον βετεράνο ποδοσφαιριστή -γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1961-  και μαζί θυμόμαστε στιγμές από το παρελθόν του, ενώ μας σχολιάζει και στιγμές του σήμερα.

 

«Ήρθα το 1966 από το Καζακστάν, οι γονείς μου ήταν Έλληνες του Πόντου, και από 6 χρονών, αυτό που μου προξένησε την εντύπωση ήταν ένα τόπι που έτρεχε κι εγώ έτρεχα από πίσω του, είναι το συναίσθημα που σου δίνει το ποδόσφαιρο, αυτό ήταν που με τράβηξε και ακολούθησα σε όλη μου τη ζωή».

Πως ήταν το ντεμπούτο σας με τη φανέλα του Ηρακλή, σε ηλικία 20 ετών;

«Γενικά τα παιδιά εκείνη την εποχή κι εγώ σαν παιδί το είχα όνειρο να παίξω ποδόσφαιρο και συγκεκριμένα στον Ηρακλή, δεν σκεφτόμουν κάτι άλλο, και όταν αυτό πραγματοποιήθηκε ήταν ένα συναίσθημα πολύ δυνατό, πολύ έντονο και νόμιζα ότι αυτό ήταν και η ολοκλήρωση μου, ήταν μεγάλη στιγμή και βέβαια αυτό με ακολούθησε όσο έπαιζα στον Ηρακλή και όσο έπαιζα ποδόσφαιρο».

Ο Ηρακλής όμως ήταν και μία ομάδα που σας «πλήγωσε»;

«Για τα επιφανειακά… όσον αφορά τους ανθρώπους που εμπλέκονται γύρω από τον Ηρακλή, οι οποίοι δεν μπορούν να εκτιμήσουν ή να σεβαστούν άτομα. Είναι κάτι το οποίο με αφήνει αδιάφορο, δεν πληγώνομαι, απλά σκέφτομαι ότι εδώ στην Ελλάδα δεν έχουν την παιδεία και την κοινωνική συναίσθηση τι είναι να αγαπάς μία ομάδα και τους ανθρώπους που παίζουν για την ομάδα. Συμβαίνει σε όλες τις ελληνικές ομάδες, η αγάπη μου για τον Ηρακλή μένει η ίδια, δεν αλλάζει, επειδή δυο - τρεις ανεγκέφαλοι λειτουργούν χωρίς σεβασμό απέναντι σε αυτό που υποτίθεται αγαπούν. Αυτοί αγαπούν μόνο τον εαυτό τους και επιβεβαιώνονται μέσα από αυτό. Δεν είναι απλοί φίλαθλοι, απλοί άνθρωποι που αγαπούν. Οι αναμνήσεις μου από την ομάδα πάντως είναι με αγάπη».

Όταν αγωνιστήκατε στον Ηρακλή συνυπήρξατε και με τον Βασίλη Χατζηπαναγή.

«Ήμουν ευτυχισμένος και  από τους τυχερούς που έπαιξα μαζί του, το ταλέντο του είναι κάτι που δεν εξηγείται. Πήγαινε, έπαιζε και το έκανε επειδή  είχε αυτό το ταλέντο. Για μένα ήταν πολύ μεγάλη χαρά που έπαιξα μαζί του και όχι μόνο το ότι έπαιξα με ένα μεγάλο ποδοσφαιριστή, αλλά και το ότι ήταν και είναι ένας μεγάλος άνθρωπος».

Πως ήταν μετέπειτα που ασχοληθήκατε με την προπονητική, να είστε και προπονητής στην ομάδα που αγαπήσατε (ήταν στο τιμόνι του Ηρακλή τη διετία 2005-2007 και 2009-2010);

«Ήταν τιμή να αντιπροσωπεύω την ομάδα προπονητικά, αλλά μεγαλύτερο ήταν το συναίσθημα όταν αγωνίζεσαι ως παίκτης. Είναι μεγάλη ομάδα ο Ηρακλής».

Την πρώτη χρονιά, ως προπονητής του Ηρακλή, η ομάδα είχε πάει πολύ καλά, με τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα και έξοδο στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Τι έγινε την επόμενη αγωνιστική περίοδο όμως;

«Είναι όπως συμβαίνει σε κάθε ελληνική ομάδα, που δεν υπάρχει σχέδιο, δεν υπάρχει ενιαία φιλοσοφία. Πρόγραμμα δεν υπάρχει, ούτε υπομονή, ούτε χρόνος, ενώ η ομάδα πήγαινε καλά και την επόμενη χρονιά έπρεπε να σχεδιάσουμε πως θα τη δυναμώσουμε για να μείνει σταθερή. Αυτό δεν συνέβη, αντίθετα έφυγαν παίκτες, όπως ο Επαλέ και άλλοι, με αποτέλεσμα φυσικά να αποδυναμωθεί η ομάδα και όπως είναι φυσιολογικό να καταλήξουμε να μην έχουμε διάρκεια».

Πως συνεχίσατε στον Ολυμπιακό;

«Το όνειρό μου και η σκέψη μου δεν ήταν να φύγω από τον Ηρακλή και να παίξω σε ελληνική ομάδα. Με ενδιέφερε να φύγω  έξω, αυτό ήθελα, αλλά τότε ήταν δύσκολο. Το γεγονός ότι ο τότε πρόεδρος Θεοδωρίδης, ενώ είχαμε συμφωνήσει να φύγω μόνο για έξω, τελικά ίσως το χρήμα, όπως γίνεται, του άλλαξε την γνώμη, καθώς τα χρήματα που θα έπαιρνε ήταν πολύ περισσότερα και δυστυχώς δεν κατάφερα να κάνω το όνειρό μου, που ήταν να φύγω έξω.

Δεν παραπονιέμαι όμως, είμαι ευτυχισμένος που έπαιξα ποδόσφαιρο, αυτό ήταν το όνειρό μου. Το γεγονός ότι δεν πήγα στο εξωτερικό, ήταν ένα όνειρο που δημιουργήθηκε στη συνέχεια ήταν και οι συνθήκες τέτοιες που ήταν δύσκολες. Τα σύνορα τότε στην Ελλάδα ήταν κλειστά, δεν γνώριζε κανείς για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Είχα προτάσεις από αγγλικές ομάδες, πριν τον Ολυμπιακό, απλά οι διαφορές στα χρήματα από ότι μου είπε μετέπειτα ο Θεοδωρίδης ήταν τεράστιες. Δεν παραπονιέμαι, όμως, όπως είπα, είμαι χαρούμενος που έπαιξα τόσα χρόνια και μπόρεσα να κάνω αυτό που αγαπάω.

Πήγα στον Ολυμπιακό που απέκτησα εμπειρία, παρόλο που ήταν δύσκολα χρόνια –είχε διοικητικά προβλήματα- μέσα από όλο αυτό δυνάμωσα σαν άνθρωπος και σαν ποδοσφαιριστής».

Και στη συνέχεια, τις χρονιές 1992-1997 στον Άρη…

«Στον Άρη ειδικά τα πρώτα δύο χρόνια ήταν πολύ καλά, έχω καλές αναμνήσεις και φυσικά η επιστροφή μου στον Ηρακλή με γέμισε με ικανοποίηση, γιατί σε μία πορεία 20 περίπου ετών επαγγελματικής καριέρας κατέληξα στην αγαπημένη μου ομάδα, να φύγω ήρεμα και ομαλά».

 

Όσο είστε στο χώρο του ποδοσφαίρου, έχετε δει να αλλάζει κάτι;

«Όχι, παραμένει μια αδυναμία από τις ποδοσφαιρικές αρχές να δώσουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο μια ταυτότητα και μεμονωμένα κάποιες ομάδες, κάνουν κάτι, όπως ο Ολυμπιακός που έχει ξεφύγει, όπως προσπαθεί τώρα ο ΟΦΗ να κάνει κάτι. Δεν υπάρχει μια δομή».

Πως ήταν η εμπειρία σας με την Εθνική ομάδα στο Μουντιάλ, το 1994; Παίξατε και ως αντίπαλος με τον Μαραντόνα.

«Είναι η αιωνιότητα, στο Μουντιάλ αντιλαμβάνεσαι τι είναι το ποδόσφαιρο, αυτή η ατμόσφαιρα είναι κάτι που δεν μπορείς να περιγράψεις, καταλαβαίνεις όμως ότι το νόημα του να είσαι ποδοσφαιριστής είναι εκεί. Είχα έναν αντίπαλο (σ.σ. Μαραντόνα) για τον οποίο ήμουν περήφανος. Είναι σπουδαίο να έχεις είτε εχθρό, είτε αντίπαλο και να είσαι περήφανος. Ήταν σπουδαίο».

όταν πρωτόπαιξα στον Ηρακλή, το συναίσθημα ήταν κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω

Από τους προπονητές που έχετε συνεργαστεί, ξεχωρίζετε κάποιον;

«Σαν ποδοσφαιριστής ναι, όταν είχα στον Ηρακλή προπονητή τον Φρίντελ Ράους, έμπαινε πολύ μέσα στον ποδοσφαιριστή, τον διαχειριζόταν πολύ καλά, και όσον αφορά την ψυχολογία του, σε έκανε να βγεις έξω από το καβούκι σου, να απελευθερωθείς μέσα από το ποδόσφαιρο».

Από τα 561 παιχνίδια συνολικά στην καριέρα σας, τι θυμάστε περισσότερο;

«Δύο πράγματα, πρώτον, όταν πρωτόπαιξα στον Ηρακλή, το συναίσθημα ήταν κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω και όταν πήγα στο Μουντιάλ, όταν πάτησα το πόδι μου στο γήπεδο για το παιχνίδι με την Αργεντινή, αυτά τα δύο νομίζω δεν μπορούν να ξεπεραστούν με τίποτα».

Από πέρσι είστε στον ΟΦΗ, ως υπεύθυνος των Ακαδημιών, ένα νέο ξεκίνημα για εσάς.

«Γίνεται μία προσπάθεια για να δομηθεί κάτι που ξεκινά από μία φιλοσοφία για το ίδιο το ποδόσφαιρο, υπάρχει μια γενικότερη αποδοχή από όλους, μιλάμε την ίδια γλώσσα για το ποδόσφαιρο και την ανάπτυξη του και πως μέσα από το ποδόσφαιρο θα αναδειχθούν κοινωνικές δεξιότητες. Αναπτύσσουμε αξίες και στα παιδιά, στο αναπτυξιακό αλλά και στους ίδιους τους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές, ότι πάνω από όλα είναι αυτό και όχι οι υλικές απολαβές. Είναι κάτι που θέλει χρόνο, δημιουργείται, αναπτύσσεται, δομείται και θέλει υπομονή και κυρίως από τον κόσμος για να στηρίξει αυτό το εγχείρημα».

 

Αν μου αποδείξεις ότι κόβοντας μαλλιά, ή φορώντας γραβάτα, κοστούμι θα γίνω καλύτερος άνθρωπος, τότε θα τα αλλάξω όλα

Ποια είναι η γνώμη σας για τους χειρισμούς της Κυβέρνησης, όσον αφορά την πανδημία από τη μία και την επανέναρξη των πρωταθλημάτων από την άλλη, καθώς μόνο η Super League, συνεχίζει κανονικά; Υπάρχουν κραυγές αγωνίας από πολλούς ποδοσφαιριστές…

«Είναι τραγικό, είναι φυσικά μια απρόβλεπτη κατάσταση που ταλαιπωρεί όλο τον  κόσμο και την ίδια την κυβέρνηση στο να μπορέσει να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση και έτσι βλέπουμε πολλές αντιφάσεις και μία αυτές είναι και στο ποδόσφαιρο, που το έχει αποκλείσει, έχει αποκλείσει και τις ερασιτεχνικές ομάδες και τις αναπτυξιακές ηλικίες. Κατά την γνώμη μου, πρέπει να σκύψει περισσότερο στο πρόβλημα το ποδοσφαιρικό».

Είστε ένας άνθρωπος που πάντα παίρνετε θέση, σε ζητήματα και εκτός του αθλητικού χώρου, ακόμη και κοινωνικοπολιτικά. Πιστεύετε ότι ένας αθλητής – ποδοσφαιριστής πρέπει να τοποθετείται έτσι;

«Φυσικά και γι’ αυτό μιλάω, δεν θα με φιμώσει κανείς. Οι ποδοσφαιριστές, έχουμε σταθερή άποψη, έχουμε φωνή, είμαστε άνθρωποι μίας κοινωνικής ομάδας, το ποδόσφαιρο δεν εξαιρείται από τον πολιτισμό και την κοινωνία. Το να αποκλειστεί πολιτικοκοινωνικά είναι ανήθικο. Είναι δειλία να μη μιλάμε για θέματα που αφορούν τους συνανθρώπους μας, δεν είναι θέμα πολιτικής είναι θέμα κοινωνικής κατάστασης της χώρας. Η φωνή του ποδοσφαιριστή λόγω της δημοφιλίας του είναι κάτι που εισακούγεται πιο εύκολα από έναν απλό άνθρωπο, που δεν είναι αναγνωρίσιμος, μπορεί να γίνει η φωνή του λαού, όπως έγινε με τον Σόκρατες ή τον Μαραντόνα και όπως έγινε και με άλλους ποδοσφαιριστές που έθιξαν ζητήματα της κοινωνικής αδικίας».

Η διαφορετικότητα έχει θέση στο ποδόσφαιρο;

«Το ποδόσφαιρο είναι η κοινωνία μας και η διαφορετικότητα έχει θέση στην κοινωνία, άρα και στο ποδόσφαιρο. Το άθλημα μας πρέπει να απενοχοποιήσει τη διαφορετικότητα, την ομοφοβία, να είμαστε ανοιχτοί σε κάθε τι που αφορά την κοινωνία μας».

Σε παλαιότερη συνέντευξη σας έχετε πει, ότι κάποια στιγμή ένας προπονητής σας είχε κάνει παρατήρηση για την εμφάνισή σας. Τι του είχατε απαντήσει;

«Του είπα αν μου αποδείξεις ότι κόβοντας μαλλιά, ή φορώντας γραβάτα, κοστούμι, αν σταματήσω να μιλάω για θέματα που αφορούν την κοινωνία, ή πολιτικά ότι θα γίνω καλύτερος άνθρωπος, τότε θα τα αλλάξω όλα».

 

 

Σας έχουν προσεγγίσει για να ασχοληθείτε και πιο ενεργά με την πολιτική;

«Πολλές φορές και από διαφορετικά κόμματα, όταν όμως τους έβαλα κάποια πράγματα ως σκέψεις, μου είπαν δεν γίνεται. Για παράδειγμα, όταν τους είπα αν θέλετε πραγματικά να βοηθήσετε τους συνανθρώπους, αν οι 300 της βουλής μειώσουν όλα τα χρήματα που παίρνουν από 5 να πάρουν 1 και τα υπόλοιπα να διατεθούν για την παιδεία ή την υγεία, μου είπαν δεν γίνεται. Γιατί; Γιατί πάνε για το κόμμα. Οπότε σταμάτησα εκεί γιατί καταλαβαίνετε ότι την επόμενη μέρα ή μήνα θα έχω φύγει ή θα με έχετε διώξει εσείς γιατί θα έρθω αντιμέτωπος με κάτι που θεωρώ αδικία».

Ο 60ρης Κωφίδης στο SDNA: «Ήθελα να παίξω έξω, ο Θεοδωρίδης με έδωσε στον Ολυμπιακό»