MENU

Το τρίτο ημίχρονο του ντέρμπι με τον Ολυμπιακό θύμιζε ναφθαλίνη και παλιοκαιρίλα.

Ξύπνησε μνήμες από 90’s, από 00’s από 10’s, τότε που στα περισσότερα ντέρμπι απέναντι σε ομάδες από Πειραιά και πρωτεύουσα, είτε στην Τούμπα είτε μακριά από αυτήν, ο διαιτητής έφευγε περικυκλωμένος, σχεδόν φυγαδευόταν από το γήπεδο με έναν οχετό από ασπρόμαυρα παράπονα να τον λούζουν.

Σε ένα βράδυ θαρρεί κανείς ότι άνοιξε το σφραγισμένο χρονοντούλαπο και βγήκαν από μέσα φαντάσματα και σκιάχτρα από το παρελθόν.

Το καλό με το 2024, είναι πως υπάρχει αυτή η ωριμότητα να γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο αγωνιστικό και το το εξωαγωνιστικό.

Τα αλήστου μνήμης παραμύθια «κάνε ομάδα να κερδίζεις και την διαιτησία», «δεν μπορείς να φωνάζεις για διαιτησία, αφού δεν έπαιξες μπάλα» δεν περνάνε πια. Όπως επίσης δεν μπορεί να φταίει μόνο η σφυρίχτρα για την νωθρή εικόνα μιας ομάδας στο γήπεδο. 

Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά πρέπει να εξετάζονται διαφορετικά.

Αφού τα ξεχωρίσαμε όλα αυτά, ας ξεκινήσουμε με ένα αξίωμα που υιοθετούν όλοι οι παίκτες και οι αθλητές. Το χειρότερο είδος διαιτητή είναι αυτό που στο ίδιο παιχνίδι, σφυρίζει με διαφορετικό κριτήριο τις επαφές. Είναι ο πιο εύκολος τρόπος για να τινάξεις ένα παιχνίδι στον αέρα, αλλοιώνεις τον τρόπο που μπαίνει κάθε παίκτης στις φάσεις, τους χαλάς το μυαλό, τον διαλύεις.

Ο Νογκέιρα έκανε μία κάκιστη, εκνευριστική, ακατανόητη διαιτησία. Ένας Άγγλος, ένας Γερμανός, ένας Δυτικοευρωπαίος διαιτητής δεν θα έδινε ποτέ την εσχάτη των ποινών για αυτό το ακούμπημα του Κουλιεράκη στην πλάτη του Φραν Ναβάρο. Υποψιάζομαι ότι ούτε ο Ισπανός θα έπεφτε έτσι, αν έπαιζε στην Premier League -αλλά αυτό δεν αποδεικνύεται.

Επειδή όμως δεν έχει εφευρεθεί το δυναμόμετρο, ας δεχθούμε ότι η επαφή στοιχειοθετεί παράβαση, αυτό το σφύριγμα παγιώνει έναν τρόπο που ο διαιτητής σφυρίζει τις επαφές στο παιχνίδι. Αμ, δε. 

Στην φάση του 2-0, ο Σάστρε δεν παίρνει φάουλ σε μία ακόμα πιο καθαρή επαφή, το αμυντικό τρανζίσιον παθαίνει μπλακ-άουτ με αποτέλεσμα το δεύτερο τέρμα που καταστρέφει τελείως το μυαλό των παικτών του Λουτσέσκου.

Προσοχή, μιλάμε για έναν διαιτητή που έδωσε 17-7 φάουλ υπέρ του ΠΑΟΚ, στα μικρά δεν έπαιξε έδρα, στα μεγάλα όμως ήταν μονόπαντος  και χωρίς καμία ενιαία διαιτητική λογική στις αποφάσεις του.

Η αλήθεια όμως είναι ότι ο καλός ΠΑΟΚ θα περνούσε από πάνω από όλα αυτά. Τίποτα από αυτά δεν θα μπορούσε να τον εκνευρίσει, να τον θυμώσει, να τον σπάσει, να τον χαλάσει. Θα έβρισκε έναν τρόπο να επιβάλλει το παιχνίδι του, να σφίξει τον κλοιό, να ορίζει τον ρυθμό, την κατοχή και τα μέτρα που παίζεται το ντέρμπι.

Μόνο που ο ΠΑΟΚ, τον τελευταίο καιρό, δεν είναι καλός. Δεν είναι παραγωγικός, δεν έχει ενέργεια, είναι σαν να μην έχει πόδια, σαν να θέλει να… δώσει και να μην βγαίνει.

Αυτός ο ιός που τρύπωσε στο εσωτερικό του και κρεβάτωσε μισή ντουζίνα παίκτες, θαρρεί κανείς ότι άφησε την συμπτωματολογία και στους υπόλοιπους. Σε τρία κολλητά παιχνίδια υψηλής έντασης, ο Δικέφαλος ήταν σκιά του καλού του εαυτού, δεν θύμιζε σε τίποτα την «υδραυλική» ομάδα που βλέπαμε όλη την σεζόν, ήταν μία ομάδα με συμπτώματα… δύσπνοιας.

Βρήκε απέναντι του μία υβριδική ενδεκάδα Ολυμπιακού, με παίκτες που είχαν παίξει από λίγο (Κίνι, Ρίτσαρντς, Ζέλσον Μαρτνς), έως καθόλου (Άμπι, Ιμπόρα), μία ενδεκάδα που αποκλείεται να την δούμε ξανά μαζί κι όμως δεν κατάφερε σε κανένα σημείο να βγάλει στο γήπεδο τα ταυτοτικά στοιχεία του ποδοσφαίρου του. 

Κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό, πολύ περισσότερο κι από το αποτέλεσμα που είναι κάτι πολυπαραγοντικό.

Όταν βλέπεις ομάδα του Λουτσέσκου να πηγαίνει σε μεγάλες (καταδικασμένες) μπάλες, όταν βλέπεις στατικές φάσεις να εκτελούνται απευθείας από τα 40 μέτρα, όταν βλέπεις αδυναμία να φτιάξει επιθέσεις με πολλές πάσες, κάτι δεν πάει καλά. Ο ΠΑΟΚ της Κυριακής θύμιζε ομάδα άλλης εποχής.

Τα πάντα θύμιζαν άλλη εποχή, σαν να έγινε ξαφνικά ένα ταξίδι στο χρόνο. Σε εποχές που αρκούσε ένα στραβό αποτέλεσμα και μία ανάποδη διαιτησία για να διαλυθούν όλα.

Ο Δικέφαλος έδειξε φέτος ότι έχει ισχυρά αντισώματα, σε όλα τα μικρόβια. Επανήλθε, με μεγάλα αποτελέσματα, σβήνοντας κάθε κρίση εν τη γεννέσει της.

Ο οργανισμός του δείχνει αυτή τη στιγμή εξασθενημένος, ψάχνει απεγνωσμένα ένα καλό νέο, μια καλή είδηση για να πάρει πάλι τα πάνω του. Το ταξίδι στην Λαμία μπορεί να του την δώσει, οι νίκες είναι το μόνο που διώχνουν την μαυρίλα γύρω από κάθε ομάδα...

Από πότε είναι αυτή η εφημερίδα;