MENU
Χρόνος ανάγνωσης 6’

Άλλου… Παππά Ευαγγέλιο!

0

Είναι η ευκολότερη λύση. Ας μην γελιόμαστε, όλοι έχουμε μπει στον πειρασμό. Δουλειά δεν είχε ο παππάς και με τις μύγες πάλευε, σα να λέμε. Υπάρχουν περισσότερες από σαράντα παροιμίες ή εκφράσεις στην ελληνική γλώσσα που να περιέχουν τη λέξη «παππάς». Ή να ταιριάζουν. Το μοναστήρι να ‘ναι καλά, θα παρατηρούσε κάποιος… Είναι δεδομένο ότι οι περισσότερες εξ αυτών έχουν χρησιμοποιηθεί για να γίνει λογοπαίγνιο με τον άσο του Παναθηναϊκού. Κάποια στιγμή, όμως, καταντάει βαρετό. Εξάλλου, το πολύ το κυρ Ελέησον το βαριέται και ο Παππάς!

Ουπς, να, συνέβη ξανά. Είναι σαν πάθηση, είναι σαν ασθένεια, σαν μια μεταδοτική νόσο, την οποία δεν μπορείς να ελέγξεις. Τώρα που βρήκαμε Παππά να θάψουμε πέντε-έξι, θα έλεγε ο λαός. Αδύνατο να ξεφύγεις. Έχει γίνει πλύση εγκεφάλου, έχει γίνει λοβοτομή και παντού είναι ο Νίκος Παππάς. Ο Νίκος Παππάς στην οργάνωση, ο Νίκος Παππάς στο σχόλιο, ο Νίκος Παππάς στο σκοράρισμα, ο Νίκος Παππάς οργανωτής εξέδρας.

Εδώ Παπάς, εκεί Παπάς, πού είναι ο Παππάς; Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς; Όχι, δεν γίνεται άλλο να συνεχίσουμε έτσι. Είναι επιδημία! «Το όνομά μου είναι εμπορικό, κάνει ομοιοκαταληξία». Το κατάλαβε μέχρι και ο ίδιος το κακό που έχει κάνει στη δημοσιογραφική κοινότητα. Αλλά, τα ράσα δεν κάνουν τον Νίκο γι’ αυτό ό,τι ακολουθεί μην το πείτε ούτε του Παππά!

Το σημείο μηδέν!

Έχει ζήσει πολλά βράδια σαν το χθεσινό. Το απίστευτο ταλέντο του στο σκοράρισμα τού επιτρέπει να βάζει τη μπάλα στο καλάθι, όπως κάθε φορά επιθυμεί. Το θράσος του έχει ως αποτέλεσμα να μην βλέπει καν τον εκάστοτε αντίπαλο που εμφανίζεται μπροστά του. Η αλαζονεία του, τον είχε οδηγήσει κάποτε να πει στον Κώστα Μίσσα (σ.σ. κι ενώ εκείνος σχεδίαζε την τελευταία επίθεση) «απλώς δώσε μου τη μπάλα». Η αυτοπεποίθησή του είχε ως αποτέλεσμα να πάρει τη μπάλα σε εκείνη την τελευταία επίθεση και, φυσικά, να σκοράρει.

Ο Νίκος Παππάς είχε τη ροπή να μείνει στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ ως ένα χαμένο ταλέντο. Είχε όλα τα χαρακτηριστικά. Ατίθασος, αυθάδης, ανεύθυνος, ξενύχτης (σ.σ. ειδικά όταν σμίγει με το alter ego του), τεμπέλης, σχεδόν ανεξέλεγκτος. Έχει τσακωθεί ή έχει κακολογήσει τους περισσότερους προπονητές με τους οποίους έχει συνεργαστεί. Πεδουλάκη, Τζόρτζεβιτς, Κατσικάρη, Τρινκιέρι… Μέχρι και όσους αποθεώνει – όπως τον Γιάννη Σφαιρόπουλο – αναγνωρίζει πως «τους έκανα τη ζωή πολύ δύσκολη. Δε θέλω ποτέ να βρω παίκτη σαν εμένα».

Στα 27 του χρόνια προσπαθεί ακόμα να βρει ισορροπία ανάμεσα στο τι μπορεί να γίνει, τι περιμένει ο κόσμος από εκείνον να γίνει και τι ζητάει το σύγχρονο μπάσκετ από έναν παίκτη με το δικό του, απίστευτο, ατομικό ταλέντο και στο τι θέλει, τελικά, ο ίδιος. Στα 27 του χρόνια έχει πάει στο εξωτερικό, έχει γυρίσει άπρακτος, έχει παίξει σε Κολοσσό, Πανιώνιο, ΠΑΟΚ, έχει αφήσει μύθους πίσω του για νυχτερινά πεπραγμένα του, έχει πάρει μια σπουδαία μεταγραφή, έχει επεκτείνει το συμβόλαιό του, έχει ζήσει απίστευτες βραδιές αποθέωσης, έχει προπονηθεί επί μήνες μόνος του, έχει παχύνει, έχει αδυνατίσει και κυρίως έχει σταθεί όρθιος, μετά από το πιο σκληρό χτύπημα.

«Να δουλεύουν σκληρά και ότι είμαι παράδειγμα προς αποφυγή», είχε πει στο τι θα συμβούλευε τα μικρά παιδιά και ήταν όντως τέτοιο μέχρι που υπέστη το δεινό τραυματισμό στις 16 Μαΐου του 2015. Σε εκείνο το σημείο ένιωσε ότι δεν είναι ο Παππάς απέναντι στον κόσμο, αλλά ο Νίκος σε μια ευρύτερη κοινότητα που τον θεωρεί μέλος της. Οι ευχές για περαστικά από συμπαίκτες, αλλά κυρίως αιώνιους αντιπάλους τον έκαναν να σκεφτεί διαφορετικά. Θα πάλευε για να αποδείξει ότι είναι άξιο κομμάτι που ελληνικού μπάσκετ. Και παρότι δε θα τα κατάφερνε πάντα με απόλυτη επιτυχία (σ.σ. συνεχίζει να κουβαλάει τους δαίμονές του), θα ξεκολλούσε από την ανεπάρκεια που έμοιαζε να προσδιορίζει την παρουσία του στον Παναθηναϊκό. Εκεί, όπου πάντα ήθελε να είναι.

Ένα καράβι δρόμος!

Υπάρχουν τρεις επιλογές. Η πρώτη είναι να αρχίσουμε πάλι να αραδιάζουμε παροιμίες με τους παπάδες, αλλά μάλλον το πιάσατε το αστείο. Η δεύτερη είναι να θυμηθούμε όλα τα κακώς κείμενα στην πορεία και στην καριέρα του Νίκου Παππά και ο τρίτος είναι ο δρόμος του εξαγνισμού. Τουτέστιν, η παιδική ηλικία. Ο 27χρονος γκαρντ ήταν ένα παιδί που μεγάλωσε σε αθλητικό περιβάλλον. Σε πράσινο, αθλητικό περιβάλλον. Έπαιζε ποδόσφαιρο, λάτρευε τον Παναθηναϊκό, πίεζε τον πατέρα του να τον πηγαίνει στο γήπεδο και είχε στο δωμάτιο του αφίσες και κασκόλ του τριφυλλιού.

«Παλαιότερα έβλεπα ποδόσφαιρο, αλλά και έπαιζα, γιατί είχα το ερέθισμα από τον πατέρα μου, που έπαιζε και αυτός. Όταν έπαιζα με τους μεγάλους, με έβαζαν στην άμυνα. Με τους μικρούς, το έπαιζα μπαλαδόρος», θα πει σε συνέντευξή του, για να επιδείξει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του, τον αυτοσαρκασμό. Και ανθρώπους που αυτοσαρκάζονται, δεν είναι να τους φοβάσαι. Ξέρουν να επιβιώνουν. Το ίδιο έκανε και ο Νίκος Παππάς.

Επιβίωσε της παιδικής παράνοιας, που τον ήθελε να έχει είδωλο τον Ανδρέα Λαγωνικάκη και κάποια στιγμή άρχισε να θαυμάζει τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Ήταν σχεδόν η ίδια στιγμή που ο Σέρβος οδηγούσε τον Παναθηναϊκό στην κατάκτηση της Ευρωλίγκας στην Μπολόνια και ο Νίκος Παππάς άρχισε να παίζει μπάσκετ. «Νομίζω ήμουν έντεκα ετών και πήγαινα στην έκτη δημοτικού, όπου έπρεπε να κατεβάσουμε μια σχολική ομάδα μπάσκετ. Δεν είχαμε ομάδα ποδοσφαίρου για να παίξω. Το μπάσκετ το σνόμπαρα, αλλά πήγα στην ομάδα επειδή ένας συμμαθητής μου έδινε αγγλικά και δεν τον άφηναν οι γονείς του να παίξει εκείνη την περίοδο. Έτσι ξεκίνησα. Μου άρεσε το πρώτο παιχνίδι και το συνέχισα. Έτσι κόλλησα με το μπάσκετ».

Από εκείνη την ηλικία κι έπειτα, ο Νίκος Παππάς δεν σταμάτησε να παίζει. Έπαιζε και παίζει ακόμα, όπου του δοθεί η ευκαιρία. Αποδέχεται κάθε πρόκληση για μονό και δηλώνει ότι είναι θρύλος των ανοικτών γηπέδων. Ποιος δεν έχει ακούσει την ιστορία για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και το 21-0; «Εγώ δεν έμαθα το μπάσκετ σε ακαδημίες με προπονητές. Μεγάλωσα στην επαρχία και έπαιζα με τους φίλους μου. Κάθε παιδί που θέλει να παίξει μπάσκετ, οφείλει το καλοκαίρι να παίρνει μια μπάλα και να παίζει μονά στα ανοικτά».

Η εποχή που θα αντιμετώπιζε τον μετέπειτα στα του ΝΒΑ αργούσε, όμως, ακόμα. Ο Παππάς μεγάλωσε στην Αιδηψό, περνούσε τα καλοκαίρι στην Κύπρο, απ’ όπου κατάγεται η μητέρα του Άννα Κρονίδου και από την ηλικία των έντεκα ετών δεν αποχωρίστηκε τη μπάλα του μπάσκετ. «Τα καλοκαίρια που ερχόταν με την οικογένεια στο σπίτι του παππού στην Λεμεσό, υπήρχε ένα καλάθι και έπαιζε εκεί», θα θυμηθεί η μητέρα του σε συνέντευξή της, στην οποία αναφέρθηκε και στις δυσκολίες που προέκυψαν μετά την πρώτη του μεταγραφή.

«Μετά τον Σύλλα, ο Νίκος πήρε μεταγραφή στον Λοκρό Αταλάντης, που ήταν μια επαγγελματική ομάδα κι εκεί φάνηκαν οι θυσίες που κάναμε από την πλευρά μας ως γονείς, αλλά και ο ίδιος, καθώς χρειάζονταν δύο ώρες τη μέρα για να πάει απ’ την Αιδηψό στην Αταλάντη, όπου αναγκαστικά διάβαζε στο πλοίο και ο πατέρας του έπρεπε να αφήσει τις δουλείες του για να πάει ο Νίκος για προπόνηση».

Δώδεκα ετών είχε γίνει, ήδη, μέλος των Εθνικών ομάδων. Άρχισε το όνομά του να μπαίνει στη λίστα των μεγαλύτερων ταλέντων, κατέκτησε αργυρά μετάλλια με τις Εθνικές εφήβων και νέων, κατέκτησε χρυσό μετάλλιο με την Εθνική εφήβων, κατέκτησε σχολικό πρωτάθλημα με το 5ο λύκειο Βύρωνα (πετυχαίνοντας 40 πόντους στον τελικό) και σκεφτόταν ακόμα να γίνει ψυχολόγος. Ακολούθησε η Σύλλα Αιδηψού, η Λοκρός Αταλάντης, ο Πανελλήνιος, η Μπιλμπάο, η Ρεάλ, ο Κολοσσός, ο ΠΑΟΚ, ο Πανιώνιος, ο Παναθηναϊκός και ένας ψυχολόγος για να τον κάνει καλά!

Φέτος, μοιάζει σαν μια χρονιά που επέστρεψε στην κανονικότητα του επαγγελματία αθλητή. Η επόμενη θα πρέπει να είναι η σεζόν που θα τον επαναφέρει στα στάνταρ που επαιτεί το ταλέντο του. Τα ράσα, εξάλλου, δεν κάνουν τον παπά. Αλλά το ταλέντο του Νίκου, σίγουρα κάνει τον Παππά! Ή όπως θα έλεγε μια παροιμία, που ίσως και ο ίδιος προτιμά, καθότι είναι πιο αντισυμβατική…

Θέλω να γενώ παπάς να σώσω την ψυχή μου, μα δε μ’ αφήνει ο διάολος που ‘χω μες στο βρακί μου! Αρκεί να αντικαταστήσουμε το «βρακί» με το «κεφάλι». Για μην παρεξηγηθούμε κιόλας…

Άλλου… Παππά Ευαγγέλιο!