MENU

Στο σύγχρονο μπάσκετ λένε πως όταν ένας παίκτης βάζει 40 πόντους σε ένα παιχνίδι, τότε πιθανότατα η ομάδα του φεύγει ηττημένη από το παρκέ και η θεωρία είχε πιστή εφαρμογή στο Τελ Αβίβ, εκεί όπου ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε τη Μακάμπι.  

Τι κι αν ο Νέντοβιτς άγγιξε τους 40 πόντους, όλοι οι υπόλοιποι παίκτες του Παναθηναϊκού δεν ήταν σε θέση να κάνουν τα απαραίτητα, με αποτέλεσμα οι «πράσινοι» να φύγουν ηττημένοι από το γήπεδο, σε ένα παιχνίδι που θα μπορούσαν να είχαν καλύτερη τύχη. Μια ομάδα που τελειώνει το παιχνίδι έχοντας έναν παίκτη με διψήφιο αριθμό πόντων κι άλλους 11 με μονοψήφιο, μοιραία δεν μπορεί και δεν αξίζει να έχει καλύτερη τύχη στο παιχνίδι.  

Ναι μεν ο Παναθηναϊκός πάλεψε, διεκδίκησε στο δεύτερο ημίχρονο, έφερε τη Μακάμπι σε δύσκολη θέση, αλλά δεν μπορούσε να πετύχει κάτι περισσότερο από τη στιγμή που δεν είχε έναν παίκτη να βοηθήσει τον Νέντοβιτς στο επιθετικό κομμάτι. Τρεις φορές ο Σέρβος αναζήτησε την πάσα και όχι το σουτ στην τελευταία περίοδο, μόνο τη μία εξ αυτών υπήρξε αποτέλεσμα για τον Παναθηναϊκό, με αποτέλεσμα η διαφορά να εκτοξευτεί ξανά στο -9 και να χαθεί μια για πάντα το παιχνίδι.  

Τα προβλήματα των «πράσινων» γνωστά και δεδομένα. Ελάχιστη η βοήθεια των ξένων (εξαιρείται ο Νέντοβιτς), φανερή η έλλειψη δημιουργίας και απειλής στη θέση του πλέι μέικερ, αδυναμίες στην άμυνα και κυρίως στο ένας εναντίον ενός. Προβλήματα που δεν μπορούν να λυθούν με το υπάρχον ρόστερ, προβλήματα που θα τα συζητάμε σε όλη τη διάρκεια της περιόδου, δεδομένου του ρόστερ που διαθέτει στα χέρια του ο Βόβορας.  

Τα δύο δεδομένα για Μαντζούκα  

Η απόκτηση του Μαντζούκα ήταν πραγματικά «βόμβα» για τον Παναθηναϊκό. Δεν ήταν μόνο ο (αθόρυβος) τρόπος που κινήθηκαν οι «πράσινοι», ήταν και το γεγονός ότι η φετινή οικονομική κατάσταση δεν σου δίνει το δικαίωμα να κάνεις αισιόδοξα σενάρια για το «αύριο». Δεδομένου του περιορισμένου μπάτζετ, λίγοι μπορούσαν να φανταστούν ότι ο Παναθηναϊκός έχει κάνει τα «κουμάντα» τους για μια επένδυση που αφορά το «αύριο» και όχι το σήμερα. Λίγοι ήταν αυτοί που θα μπορούν να φανταστούν ότι με «χειρουργικές» κινήσεις ο Παναθηναϊκός θα έκανε την πιο σπουδαία κίνηση για να εξασφαλίσει το μέλλον του.  

Στην υπόθεση του Μαντζούκα, κατά την προσωπική μου άποψη, δύο είναι τα δεδομένα:  

1.Οι «καλές δουλειές» γίνονται μόνο με αυτό τον τρόπο. Αθόρυβα, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και εκεί που ο αντίπαλος κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Όταν θέλεις να κάνεις μια καλή μεταγραφή, δεν «ξυπνάς» όλο τον κόσμο για να το βροντοφωνάξεις. Την κάνεις και μετά πανηγυρίζεις για την επιτυχία σου. Όταν συμβαίνει το ανάποδο, τότε πιθανότατα δεν σε ενδιαφέρει η μεταγραφή, αλλά η επικοινωνιακή  «καταιγίδα» των 72 ωρών…  

2.Μέχρι τώρα ο Παναθηναϊκός δεν με έχει πείσει πως είναι σε θέση να διαχειριστεί σωστά τους πιτσιρικάδες ηλικίας 15, 16 έως και 18 ετών. Παραδείγματα; Πολλά… Από τον Χαραλαμπόπουλο που αποκτήθηκε ως το μεγαλύτερο ταλέντο του ελληνικού μπάσκετ εκείνη την περίοδο μέχρι τον Λούντζη, τον Κόνιαρη και τον Μποχωρίδη που την πρώτη φορά αποκτήθηκε για να αποτελέσει την επόμενη ημέρα του Διαμαντίδη. Γιατί δεν τα κατάφερε; Για δύο λόγους: Ο Παναθηναϊκός δεν μπορούσε να διαχωρίσει τον πρωταθλητισμό από την ανάπτυξη και τη βελτίωση. Καλώς ή κακώς δεν γίνονται και τα δύο κι όσοι λιγοστοί κατάφεραν να το πετύχουν ήταν απλά η εξαίρεση που επιβεβαίωσαν τον κανόνα. Ναι, δεν γίνεται να ψάχνεις το φάιναλ φορ και ταυτόχρονα να απαιτείς την ραγδαία εξέλιξη του Χαραλαμπόπουλου. Δεν γίνεται να ξεκινάς με σχέδιο να βελτιώσεις τους «μικρούς» και δύο μήνες μετά να απαιτείς τη διάκριση, τον τίτλο και το φάιναλ φορ. Ο Παναθηναϊκός προσπαθούσε όλα αυτά τα χρόνια να χωρέσει δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη, με αποτέλεσμα να «χάσει» τα περισσότερα ταλέντα που πέρασαν από τα χέρια του. Φέτος, δεδομένων της κατάστασης, οι συνθήκες μοιάζουν ιδανικές για να μπορέσει ο Παναθηναϊκός να βελτιώσει παιδιά τύπου Μαντζούκα. Κανείς δεν έχει απαιτήσεις, κανείς δεν θα ζητήσει εξηγήσεις σε περίπτωση αποτυχίας στην Ευρώπη, κανείς δεν πρόκειται να ασκήσει κριτική αν ο Βόβορας ποντάρει στους νεαρούς κι όχι στους έμπειρους που μπορεί να έκριναν διαφορετικά ένα παιχνίδι. Για να «μεγαλώσει» ο (κάθε) Μαντζούκας, ο Παναθηναϊκός πρέπει να μείνει σταθερός σε αυτό το πλάνο: Να του δώσει χρόνο, να του δώσει ευκαιρίες, να του αναθέσει ξεκάθαρο ρόλο και να μην τον κρίνει αυστηρά ανάλογα με το αποτέλεσμα.  

Ντροπή για την Μπαρτσελόνα  

Δεν μπορεί να είσαι Μπαρτσελόνα, ο μεγαλύτερος σύλλογος στην Ευρώπη, και να δείχνεις τέτοια μικροπρέπεια. Δεν με ενδιαφέρει τι έκανε ο Γάλλος, ούτε πόσο «προδότης» μπορεί να είναι στα μάτια των φιλάθλων. Τις απαιτήσεις δεν τις έχω από τους παίκτες, αλλά από τις διοικήσεις και τις ομάδες. Οσο μεγαλύτερος είναι ένας σύλλογος, τόσο μεγαλύτερη είναι η απαίτηση που έχω για συμπεριφορά ανάλογη του μεγαλείου του. Η στάση της Μπαρτσελόνα στη συγκεκριμένη περίπτωση περισσότερο «λεκιάζει» την ιστορία των Καταλανών και πολύ λιγότερο τον Ερτέλ. Όταν είσαι ένας σύλλογος σαν την Μπαρτσελόνα δεν μπορείς να συμπεριφέρεσαι κατά αυτό τον τρόπο, οποιαδήποτε κι αν είναι το επιχείρημά σου. Η Μπαρτσελόνα είναι πάνω από τον οποιονδήποτε παίκτη του κόσμου, είναι πάνω από οποιαδήποτε «προδοσία» και οφείλει να αντιμετωπίζει τα πράγματα με το μεγαλείο που πρεσβεύει το όνομά της. Η «εκδίκηση» είναι για τους «μικρούς» και όχι για τους «μεγάλους»… 

Η μοναξιά του Νέντοβιτς, ο Μαντζούκας και η ντροπή της Μπαρτσελόνα