MENU

Κάθε εποχή έχει τους δικούς της κανόνες ψεύτικου ηθικισμού. Αντιδράσεις, θέσεις, ιδέες τα πάντα «σιδερώνονται» γιατί έτσι... πρέπει. Ακόμα και στο χώρο του ποδοσφαίρου υπάρχουν άγραφοι κανόνες που επιβάλουν το «politically correct». Όλα πρέπει να μπαίνουν στο... ρυάκι του ορθού. Πάντα, όμως, θα υπάρχουν και τα «μαύρα πρόβατα».

Ένας από αυτούς, τους αλλιώτικους, τους ξεροκέφαλους, τους ανατρεπτικούς, τους... μη ορθούς, ήταν και ο Πολ Μπράιτνερ. Ο Βαυαρός άσος που διέπρεψε στο πλευρό του Μπεκενμπάουερ, ήταν παρών σε δύο τελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου με την Γερμανία (σκόρερ και στους δύο) και παρέμεινε αληθινός παραπάνω από όσο επέτρεπε η εποχή και η συντηρητική Δυτική Γερμανία της δεκαετίας του 70'. Ο «Άφρο» είχε ταμπεραμέντο Λατινοαμερικάνου και η αντίδραση κυλούσε στο αίμα του. Κουβαλούσε σε όλη σχεδόν την σταδιοδρομία, την κόμη του και τις ακραίες αριστερές έως αναρχικές πολιτικές του απόψεις.

Σήμερα κλείνει τα 66 του χρόνια και παρακάτω θα διαβάσετε μια ωδή στο ταλέντο και την αντισυμβατικότητά του μέχρι την στιγμή της... αποκαθήλωσης.

Γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1951 στο Κόλμπερμουρ της Βαυαρίας. Όντας ακόμα πιτσιρίκι, θα γνωρίσει το ποδόσφαιρο στις Κόλμπεμορ (1957-61), Φραϊλάσινγκ (1961-70). Εκείνη την εποχή ήταν σε μεγάλη άνθιση το «68er Bewegungm» όπως ονομαζόταν χαρακτηριστικά. Μια σειρά γερμανικών φοιτητικών διαμαρτυριών οι οποίες πολλές φορές κατέληγαν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία - ενάντια στον αυξανόμενο αυταρχισμό της κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, τις κακές συνθήκες διαβίωσης των σπουδαστών και των εργατικών τάξεων και την άνοδο σε δημοτικότητα του νεοσυσταθέντος δεξιού Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος. «Οι διαμαρτυρίες του 1968» σηματοδότησαν μια αποφασιστική στιγμή, όταν η νεολαία της πολιτικής στη Γερμανία μετατοπίστηκε προς τα αριστερά και οδήγησε στη δημιουργία ριζοσπαστικών οργανώσεων όπως η «Ομάδα Μπάαντερ-Μάινχοφ». Μέχρι τη δεκαετία του 1970, το κίνημα είχε εξαπλωθεί από την πολιτική σε άλλες σφαίρες της ζωής. Στο ποδόσφαιρο, κύριος εκφραστής των παραπάνω ιδεών ήταν ο Πολ Μπράιτνερ!

«Στην ηλικία των 16 ετών, ο θάνατος του Τσε Γκεβάρα είχε μεγάλο αντίκτυπο σε μένα. Αυτό ήταν ένα πολύ σημαντικό στάδιο της ανάπτυξης μου», υποστήριξε κάποτε ο ίδιος.

Στα 17 και τα 18 του αγωνιζόταν και στις «μικρές» Εθνικές της Γερμανίας. Στο ντεμπούτο του, αφού σημείωσε το μοναδικό γκολ σε μια ήττα 4-1 των Γερμανών στην Γιουγκοσλαβία, επέστρεψε στο γυμναστήριο και περίμενε να τον επαινέσουν για το επίτευγμά του, αλλά αντί αυτού τον διέταξαν να κόψει τα μαλλιά του. Αυτή ήταν η αρχή της θυελλώδους σχέσης του με τη διοίκηση της Γερμανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (DFB).

«Ήμουν μαθημένος να θέτω ερωτήσεις», είπε κάποτε. «Όταν ξεκίνησα το 1970, οι ποδοσφαιριστές έπρεπε να κάνουν ό, τι τους υποδείκνυαν οι προπονητές και οι εκπαιδευτές για να κάνουν. Κανείς δεν ρωτούσε "γιατί", κανείς δεν έλεγε "όχι". Ήταν ένα σοκ για το σύλλογο, τον λαό και τον Τύπο. Η εικόνα μου ξεκίνησε εκεί, αλλά ήμουν μέρος των '68ers' στη Γερμανία. Υπήρχε μια επανάσταση στο μυαλό των μαθητών και αισθάνθηκα μέρος αυτής. Με ενδιέφεραν οι ιδέες του Μάο και του Τσε Γκεβάρα».

Το ταλέντο του δεν θα αργήσει να φανεί. Θα τον... τσιμπήσουν, λοιπόν, από την Μπάγερν Μονάχου, όπου κάνει το ντεμπούτο του λίγο πριν κλείσει τα 20.

Την ίδια χρονιά, ήρθε το χαρτί της στρατολόγησης. Δεν πήγε ποτέ να καταταγεί. Η στρατιωτική αστυνομία τον έψαχνε, κρυβόταν στο κελάρι του διαμερίσματος του. Εμφανίστηκε λίγο πριν τυπωθούν και μοιραστούν στους δρόμους αφίσες με το πρόσωπό του, σαν καταζητούμενος. Πέρασε έναν χρόνο καθαρίζοντας στρατιωτικές τουαλέτες, ενώ οι συμπαίκτες του κέρδιζαν το πρωτάθλημα της Μπουντεσλίγκα. Ο «Κόκκινος Πολ» όπως έγινε τότε ευρέως γνωστός, δεν υποχώρησε. Προς απογοήτευση της διοίκησης της Μπάγερν, φωτογραφήθηκε καθισμένος σε μια πολυθρόνα διαβάζοντας ένα αντίγραφο του Peking Review με αφίσες του Μάο Τσε-Τουνγκ και Τσε Γκεβάρα στον τοίχο πίσω του. Την ίδια χρονιά, οι New York Times τον έχρισαν ως τον «νεότερο ήρωα του γερμανικού αντιστασιακού κινήματος».

Επί 13 συναπτά έτη, αρχικά ως επιθετικός, μετά σαν αριστερό μπακ, εν συνεχεία ως κεντρικός μέσος, θα παντρέψει την τεχνική που είχε έμφυτη με τη στείρα λογική των Γερμανών και θα προσφέρει τα μέγιστα. Θα περάσει και από το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του, για 48 αναμετρήσεις! Θα φτάσει το ρεκόρ του θρυλικού Πελέ, σκοράροντας σε δύο διαφορετικούς τελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου (Βάβα, Πελέ, Μπράιτνερ, Ζιντάν, όσοι κατά σειρά το έχουν καταφέρει).

Η... πρόωρη κορύφωση στην καριέρα του ήρθε το 1972 όταν ως μέλος της ομάδας της Δυτικής Γερμανίας θα κερδίσει τον τίτλο του πρωταθλητή Ευρώπης. Το 1974 (δύο χρόνια αργότερα) ο Μπράιτνερ θα βάλει τα χέρια του στο... νεοσχεδιασμένο τρόπαιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Στον τελικό της διοργάνωσης, η γηπεδούχος Δυτική Γερμανία αντιμετώπισε στο Μόναχο την φοβερή και τρομερή Ολλανδία, και ο «Άφρο» ήταν αυτός που ισοφάρισε για τα «Πάντσερ» (1-1) εκτελώντας με ψυχραιμία το πέναλτι! Στα 23 του, ένα από τα νεότερα μέλη μιας Εθνικής ομάδας πολύπειρων αστέρων, ο Πολ Μπράιτνερ είχε τα κότσια να αναλάβει αυτός την εκτέλεση του πέναλτι που ανέκοψε την «πορτοκαλί παλίρροια» και επέτρεψε τελικά στην ομάδα του Χέλμουτ Σεν να κατακτήσει το τρόπαιο, επικρατώντας με 2-1.

Το 1982, στο Μουντιάλ που φιλοξενήθηκε στην Ισπανία, στο ματς του τελικού κατά της Ιταλίας, ο 31χρονος πλέον Μπράιτνερ έσωσε την τιμή της ομάδας του, μειώνοντας το σκορ στο τελικό 3-1, στο 83ο λεπτό της αναμέτρησης. Ο Μπράιτνερ βέβαια συνήθιζε να λέει ότι οι εθνικοί ύμνοι πριν από τους διεθνείς αγώνες των ομάδων ήταν βαρετοί και «καταστρέφουν τη συγκέντρωση». Οι οπαδοί των αντιπάλων τον αποκαλούσαν συχνά «Μαοϊστή κομμουνιστή!», μη συνειδητοποιώντας ότι εκείνος αυτά τα έπαιρνε ως κοπλιμέντα.

Μέχρι το 1974 ο «Άφρο» θα παίζει για τους Βαυαρούς, και εν συνεχεία θα μετακομίσει στην Ισπανία και την Μαδρίτης για να φορέσει τα λευκά της Ρεάλ από το 1974 έως το 1977. Έπειτα θα επιστρέψει και πάλι στη Γερμανία. Για έναν χρόνο (1977-78) στην Μπραουνσβάιγκ κι έπειτα πάλι στην ομάδα του Μονάχου, όπου θα μείνει μέχρι το 1983, όταν και κρέμασε τα παπούτσια του! Το παλμαρέ του; Εντυπωσιακό! Πέντε πρωταθλήματα Γερμανίας με την Μπάγερν Μονάχου (1972, 1973, 1974, 1980 και 1981), άλλα δύο πρωταθλήματα Ισπανίας με την Ρεάλ Μαδρίτης (1975 και 1976). Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Μπάγερν το 1974, δύο Κύπελλα Γερμανίας (1971, 1982) και Κύπελλο Ισπανίας με την Ρεάλ το 1975. Όσον αφορά τα «Πάντσερ»: Ευρωπαϊκό το 1972, Παγκόσμιο το 1974, τελικός Μουντιάλ το 1982.

Αυτά, όμως, είναι γυμνοί αριθμού και ο αστέρας της Μπάγερν και των «Πάντσερ», έχει πολλά παραπάνω να επιδείξει. Με είδωλα τους Τσε Γκεβάρα και Μάο Τσε-Τουνγκ ανεπηρέαστος από το σάλος που προκαλούσε προέβαινε σε συνεχείς δηλώσεις κατά του καπιταλισμού και υπέρ των ανθρώπων που παλεύουν ενάντια στην φτώχεια και την εξαθλίωση. Ορκισμένος εχθρός του... δικαίου της πυγμής.

Μιλώντας στο «Die Zeit» κάποια στιγμή στις αρχές της δεκαετίας του '70, φάνηκε ενοχλημένος που είχε ακολουθήσει τη ζωή ενός αστέρα του ποδοσφαίρου. Περιέγραψε τη ζωή ενός διεθνούς άσου ως "μόνο αεροδρόμιο, ξενοδοχείο, αεροδρόμιο". Ενώ την ίδια την ομάδα την περιέγραφε ως μια "νεόπλουτη χρηματική βάση αριστοκρατίας" και ανέφερε επίσης: «Η Μπουντεσλίγκα είναι μια μεγάλη επιχείρηση. Σχεδόν όλα περιστρέφονται γύρω από τα χρήματα. Δεν υπάρχει χώρος για σοσιαλισμό. Η όλη δραστηριότητα της διαδικασίας των μεταγραφών είναι παράνομη, αντίθετη με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια».

Η μετακίνησή του στην Ρεάλ Μαδρίτης έφερε αντιδράσεις και σηματοδότησε το... «θάνατο» του αναρχικού Μπράιτνερ, όπως τον γνώριζαν μέχρι τότε.

«Έφυγα από την Γερμανία για την Ισπανία, γιατί βαθιά μέσα μου ήθελα να παίξω για την Ρεάλ», είπε. «Ήταν ένα όνειρο, ήθελα να προχωρήσω και να διευρύνω την εμπειρία μου όχι μόνο της ζωής αλλά και στο γρασίδι, ένιωσα ότι το παιχνίδι μου μπορούσε να επεκταθεί σε... λατινικό ύφος, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία προσωπικής έκφρασης από ότι στην Γερμανία. Το ίδιο το χρήμα είναι ένα μέσο για να φτάσει κανείς στο τέλος, ελπίζω ότι θα είμαι μια ημέρα σε θέση να διευθύνω ένα σχολείο για την ευημερία των παιδιών». Προσπάθησε επίσης να μετριάσει τις δηλώσεις που έκανε νωρίς στην καριέρα του. «Είναι αλήθεια ότι οι διδασκαλίες του Μάο είναι ύψιστης σημασίας για μένα, αλλά μια ευρύτερη ανάγνωση έχει μεγάλο ενδιαφέρον και είναι σημαντική για τη σκέψη μου και την προσωπικότητά μου».

Την ώρα που ο αείμνηστος Γιόχαν Κρόιφ δήλωνε πως δεν θα έπαιζε ποτέ σε μια ομάδα που σχετίζεται με τον δικτάτορα Φράνκο και επέλεγε την Μπαρτσελόνα, ο Πολ Μπράιτνερ άφηνε παραπλεύρως όσα κουβαλούσε μέσα του και άρχισε να παραδίδεται στα πλούτη, τα ακριβά αυτοκίνητα, τη μεγάλη ζωή. Αυτό φυσικά ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να χωνέψουν οι αριστεροί εκείνης της περιόδου. Είχε μετατραπεί σε όλα αυτά που μισούσε χρόνια. Λίγο πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 δέχθηκε ένα συμβόλαιο ύψους 150.000 μάρκων από εταιρεία καλλυντικών. Ξύρισε τη θρυλική γενειάδα του. Θα εμφανιστεί και σε άλλες διαφημίσεις της μεγάλης αμερικανικής αλυσίδας «Mac Donald's». Δοκίμασε την τύχη του και στον κινηματογράφο, συμμετέχοντας σε τρεις γερμανικές παραγωγές, με πιο διάσημη το γουέστερν "Potato Fritz"!

«Οι άνθρωποι και οι απόψεις τους συχνά αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου», δήλωνε και παρόλο που υποστήριζε ότι ήθελε να δημιουργήσει ένα σχολείο για τα παιδιά, η αποξένωση μεταξύ του ίδιου και της ιδεολογίας του ήταν πλέον πλήρης!

Μετά τη συνταξιοδότηση, η θυελλώδης σχέση του με τη διοίκηση της DFB και της Μπάγερν Μονάχου θα συνεχιστεί. Το 1998, ωστόσο, θα διοριστεί ως προπονητής της εθνικής ομάδας της πλέον ενοποιημένης Γερμανίας. Δεν κράτησε πολύ καιρό, μετά από διαφωνίες με πολλούς αξιωματούχους, έμελλε να κρατήσει τη θέση του μόλις για 17 ώρες. Σήμερα είναι δημοσιογράφος σε εφημερίδες και σχολιαστής σε τηλεοπτικούς σταθμούς, ενώ περιστασιακά παίζει για τους All-Stars της Μπάγερν Μονάχου σε φιλανθρωπικά παιχνίδια.

Ξεκίνησε... ως επαναστάτης. Μέσα στη «φλόγα» της νιότης του. Επαναστάτης, αντιδραστικός, αντισυμβατικός. Αργότερα «βαφτίστηκε» εκ νέου. Άλλαξε τις «πεποιθήσεις» του και αποδέχθηκε όσα με πάθος μίσησε!

Πολ Μπράιτνερ: Ο «αναρχικός» του ποδοσφαίρου που αποδέχθηκε όσα με πάθος μίσησε! (pics, vids)