MENU

Ουσιαστικά, εκείνες τις ημέρες, επισφραγιζόταν το τέλος ενός κύκλου επιτυχιών δυο ομάδων που συνδύασαν την παρουσία τους με την έκρηξη ενός αθλήματος η απήχηση του οποίου στην ελληνική φίλαθλη κοινή γνώμη έπιανε ταβάνι.

Ο Άρης στο Τορίνο στα 1993, εξαργύρωνε στον επιθανάτιο ρόγχο του, την μακρά προσπάθεια για ευρωπαϊκή διάκριση. Κι ο ΠΑΟΚ το 1994 χαρίζοντας ίσως ένα από τα τελειότερα ευρωπαϊκά παιχνίδια τελικού που έπαιξε ποτέ ομάδα, δρομολογούσε επίσης μια περίοδο μακράς κρίσης με ελάχιστες αναλαμπές. Οι δυο παράγοντές τους που ηγήθηκαν της προσπάθειας να κρατήσουν τα καράβια πάνω σε μια τρικυμία, ο Θεόφιλος Μητρούδης και ο Λάκης Οικονομίδης αποχώρησαν διαπομπευμένοι και οικονομικά κατεστραμμένοι. Αυτοκαταστροφικοί, ικανοί και φιλότιμοι κι ίσως από τους πιο αδικημένους στην παραγοντική ιστορία των ομάδων τους με προσφορά που δεν έχει αναγνωριστεί αρκούντως. Αλλά το ποτάμι δε γυρνούσε πίσω…

Με λογικές μπακάλικου δεν μπορούσες να ανταγωνιστείς πολυεθνικές. Γιατί τα εκατομμύρια του Κόκκαλη και του Γιαννακόπουλου θα άλλαζαν για πολλά χρόνια τη γεωγραφία του αθλήματος. Μετά από τα δυο ευρωπαϊκά κύπελλα, τόσο ο Άρης όσο και ο ΠΑΟΚ έπεσαν σε περίοδο κρίσης. Με τεράστια οικονομικά προβλήματα, με παράγοντες κυνηγημένους και με ελάχιστες εξαιρέσεις όταν οι διοικήσεις επιχειρούσαν οικονομικές υπερβάσεις όπως η κατάκτηση του Κόρατς από τον Άρη το 1997.

Η συζήτηση γύρω από το μπάσκετ γίνεται όχι μόνο διότι το άθλημα στην Ελλάδα εξακολουθεί να έχει υψηλά ποσοστά δημοτικότητας από τα υψηλότερα στην Ευρώπη σύμφωνα με την έρευνα της Metron Analysis για το Sdna.gr. Αλλά διότι μπορεί να αιτιολογήσει κανείς τα ευρήματα αναφορικά στις οπαδικές προτιμήσεις. Αν η ίδια έρευνα διεξαγόταν πριν από τριάντα χρόνια, τα ποσοστά του Αρη για παράδειγμα θα ήταν σαφώς μεγαλύτερα.

Δεν είναι τυχαίο ότι στις ηλικίες 18-34 το ποσοστό είναι αμελητέο σε σχέση με τις ηλικίες 35-54 που ανεβάζουν το μέσο όρο επειδή ακριβώς, αυτές οι ηλικίες έχουν ακόμη τις παραστάσεις των επιτυχιών της ομάδας σε Ελλάδα κι Ευρώπη. Μετά την επική κατάκτηση του Κόρατς το 1997 επί της Τόφας μέσα στην Τουρκία, το μπάσκετ του Αρη διατηρήθηκε στην επιφάνεια με πολύ κόπο και όχι χωρίς οικονομική αιμορραγία. Η κατάκτηση του FIBA Champions Cup που διοργανώθηκε για μία και μοναδική χρονιά το 2003 απλώς συντήρησε την προσδοκία της αναβίωσης του μπασκετικού παρελθόντος, τη στιγμή όμως που ο Παναθηναϊκός (κυρίως) και ο Ολυμπιακός κατακτούσαν τις Ευρωλίγκες τη μία μετά την άλλη έχοντας στο ρόστερ τους κορυφαίους παίκτες της Ηπείρου.

Στο PAOK Sports Arena το κοινό αποθέωνε την κυπελλούχο ομάδα του βόλεϊ, αποδοκιμάζοντας τους ποδοσφαιριστές και στηρίζοντας την μπασκετική ομάδα. Τα πάντα είναι σχετικά… Τα κεφάλαια μπορεί να τα έχει η ΠΑΕ, στην ΚΑΕ, ο Πρέλεβιτς μετρά τα ευρώ όπως ο γερολαδάς τις λίρες στην κατοχή για τα φέρει βόλτα και στο βόλεϊ κανείς δεν περίμενε τον ΠΑΟΚ πρωταγωνιστή.

Το κοινό εκτίμησε περισσότερο την προσπάθεια και το Value for Money υλικό, έχοντας απαιτήσεις εκεί όπου θεωρεί ότι τα χρήματα μπορούν να φέρουν εκτός από ευτυχία και την επιτυχία. Οι διοικήσεις των ΚΑΕ Αρη και ΠΑΟΚ έχοντας κάτι περισσότερο από 300 χιλιάδες ευρώ μπάτζετ, είναι αδύνατο να κοιτάξουν το πρωτάθλημα. Ίσως γι αυτό, εκείνες οι ομάδες του Τορίνου το 1993 με Τάρπλεϊ, Γιαννάκη, Τζέι Τζέι Αντερσον και της Τεργέστης το 1994 με Μπέρι, Σάβιτς, Πρέλεβιτς να ήταν οι τελευταίες που γέννησαν νέους οπαδούς. Το κοινό έχει αλάνθαστο κριτήριο. Οι κλισαρισμένοι επωδοί «το μπάσκετ χρειάζεται δυνατή Θεσσαλονίκη» ακούγεται περισσότερο ως ευχολόγιο μνημόσυνου σε συγγενείς των εκλιπόντων. Και το χειροκρότημα μετά από εντός έδρας ήττα 16 πόντων μοιάζει με το φιλικό χτύπημα στην πλάτη και την παραδοχή της σκληρής πραγματικότητας ότι με «πορδές αυγά δε βάφονται» κι ούτε με τη φτώχεια γεννάς οπαδούς…

Οι τελευταίες ομάδες που «γέννησαν» οπαδούς