MENU

Ο νεαρός που έκλεψε ένα αυτοκίνητο μαζί με ακόμα δύο ανήλικους, πλήρωσε με την ίδια του τη ζωή τον υπερβάλλοντα ζήλο των ανδρών της ΕΛ.ΑΣ. που μετέτρεψαν σε πεδίο μάχης κατοικημένη περιοχή. 

Αν το γεγονός από μόνο του δεν μας σοκάρει ως κοινωνία, τότε ίσως να μην υπάρχει επιστροφή από το τέλμα. 

Η ανεκπαίδευτη αστυνομία δεν είναι πρόβλημα που αφορά συγκεκριμένες παραβατικές πληθυσμιακές ομάδες, αλλά το σύνολο της κοινωνίας. Όλοι όσοι φέρουν στολή αστυνομικού χωρίς να έχουν ούτε καν τη στοιχειώδη εκπαίδευση, απειλούν την κοινωνική ειρήνη, τη δική μου ζωή και τη δική σου. Ομοίως βεβαίως, την απειλούν και όλοι όσοι τους οπλίζουν ανεκπαίδευτους, προσλαμβάνοντάς τους για ψηφοθηρικούς σκοπούς, όχι για να ενισχύσουν την ασφάλεια, αλλά ούτε καν το αίσθημα αυτής. 

Χθες, λοιπόν, τρεις έφηβοι έκλεψαν ένα αυτοκίνητο, άνδρες της ομάδας ΔΙΑΣ τους έκαναν σήμα για έλεγχο, ο οδηγός δεν υπάκουσε και ξεκίνησε μία άνευ προηγουμένου καταδίωξη εντός κατοικημένων περιοχών. Παρά τις επανειλημμένες εντολές που είχαν οι άνδρες της ΔΙΑΣ από το κέντρο να διακόψουν την καταδίωξη, (τους ζητήθηκε τουλάχιστον έξι φορές), αγνόησαν τους ανώτερους τους και καταλήξαμε στον νεκρό, έπειτα από 38 πυροβολισμούς!

Η εξοργιστική λεπτομέρεια εδώ είναι ότι οι τρεις έφηβοι ήταν άοπλοι... Οι αστυνομικοί υποτίθεται ότι κινδύνευσαν όταν το αυτοκίνητο που επέβαιναν οι δράστες έκανε όπισθεν. Άλλη μία εξίσου εξοργιστική λεπτομέρεια είναι ότι υπάρχει βίντεο, στο οποίο ακούγεται ξεκάθαρα άνδρας της ομάδας ΔΙΑΣ να ενημερώνει το κέντρο μετά τη λήξη του συμβάντος, ότι άπαντες οι συνάδελφοι του ήταν υγιείς, όταν όμως αμέσως μετά διαπίστωσαν ότι υπάρχει νεκρός από τα πυρά τους, ανακάλυψαν επτά τραυματίες...

Το βίντεο της κοπέλας που βιντεοσκοπεί από το μπαλκόνι της και κλαίει αναπόφευκτα φέρνει στο μυαλό μνήμες από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και ακολουθούν αυθόρμητα οι σκέψεις τι θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε όλο αυτό το βιντεοληπτικό υλικό που αποδεικνύει ότι οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. έδρασαν καθ' υπέρβαση των καθηκόντων τους.

 Βεβαίως, υπάρχουν δυστυχώς και εκείνοι που θεωρούν ότι οι αστυνομικοί έπραξαν τα αυτονόητα, στρέφοντας τα πυρά τους κατά άοπλων Ρομά, «γιατί μωρέ αυτοί παραβατικοί είναι ούτως ή άλλως» και πραγματικά δεν ξέρω αν αυτό είναι πιο τρομακτικό από το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν ανάμεσα μας ένστολοι, οι οποίοι οπλοφορούν με πραγματικά πυρά με μόλις ένα μήνα εκπαίδευσης όπως παραδέχτηκε δημοσίως σε τηλεοπτική του παρέμβαση ο πρώην ταξίαρχος της ΕΛ.ΑΣ. Θανάσης Κατερινόπουλος, ο οποίος σημείωσε ότι:

«Ό,τι επίθεση και να δέχτηκαν δεν υπάρχει το ανάλογο όπλο. Να δεχτούμε ότι έκανε όπισθεν το αυτοκίνητο και κινδύνευε η σωματική τους ακεραιότητα και επουδενί λόγο η ζωή τους κατά τη δική μου εκτίμηση, άρα λοιπόν ήταν πολύ τραβηγμένο να τραβήξουν όπλα. Και δεν τράβηξε όπλο ένας, αλλά οι περισσότεροι απ' ότι ακούσαμε, 38 κάλυκες. Έλεος, εδώ δεν είχαμε τρομοκράτες απέναντι που μας σημάδευαν με ένα όπλο. Εδώ υπάρχει απώλεια ψυχραιμίας.

Αυτό είναι δεδομένο και δεν δείχνει επαγγελματισμό. Έχω προσωπικά διαφορετική άποψη γι' αυτήν την περιβόητη ομάδα ΔΙΑΣ, η οποία σαφώς και προσφέρει πάρα πολλά αλλά δυστυχώς όμως είδαμε το τελευταίο εξάμηνο προσέλαβαν ανθρώπους τους εκπαίδευσαν ένα μήνα και τους έβαλαν στην ομάδα ΔΙΑΣ με αποτέλεσμα, οι εκπαιδευμένοι συνάδελφοι τους που επιβαίνουν στα ίδια δίκυκλα να κινδυνεύουν πολλές φορές περισσότερο από τον συνοδό τους παρά από τους κακοποιούς».

https://youtu.be/vrOkP1rW1Nw

Για όσα συνέβησαν στο Πέραμα, είναι σαφές ότι η ευθύνη δεν περιορίζεται στους ανεκπαίδευτους αστυνομικούς που προέβησαν σε δυσανάλογη χρήση βίας, αφού το νομοθετικό πλαίσιο ορίζει επακριβώς πότε προβλέπεται οπλοχρησία, αλλά και στην πολιτική ηγεσία, η οποία τους όπλισε χωρίς να πληρούν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις. 

Ο ΝΟΜΟΣ 3169/2003 προβλέπει λοιπόν, στο Άρθρο 3 σχετικά με τη Χρήση πυροβόλου όπλου και τις αρχές που τη διέπουν: 

1. Ο αστυνομικός επιτρέπεται κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του να προτάσσει το πυροβόλο όπλο, εφόσον συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης σε βάρος αυτού ή τρίτου.
2. Ο αστυνομικός επιτρέπεται να κάνει χρήση πυροβόλου όπλου, εφόσον αυτό απαιτείται για την εκπλήρωση του καθήκοντος του και συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α. Εχουν εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα, εκτός αν αυτά δεν είναι διαθέσιμα ή πρόσφορα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ηπιότερα μέσα είναι ιδίως παραινέσεις, προτροπές, χρήση εμποδίων, σωματικής βίας, αστυνομικής ράβδου, επιτρεπτών χημικών ουσιών ή άλλων ειδικών μέσων, προειδοποίηση για χρήση πυροβόλου όπλου και απειλή με πυροβόλο όπλο.
β. Εχει δηλώσει την ιδιότητα του και έχει απευθύνει σαφή και κατανοητή προειδοποίηση για την επικείμενη χρήση πυροβόλου όπλου, παρέχοντας επαρκή χρόνο ανταπόκρισης, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης.
γ. Η χρήση πυροβόλου όπλου δεν συνιστά υπερβολικό μέτρο σε σχέση με το είδος της απειλούμενης βλάβης και την επικινδυνότητα της απειλής.
3. Όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται η ηπιότερη χρήση του πυροβόλου όπλου, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης. Ως ηπιότερη χρήση πυροβόλου όπλου νοείται η κατά το εδάφιο δ' του άρθρου 1 κλιμάκωση της χρήσης του με τη μικρότερη δυνατή και αναγκαία προσβολή.
4. Ο εκφοβιστικός πυροβολισμός ή ο πυροβολισμός κατά πραγμάτων επιτρέπεται, ιδίως σε περιπτώσεις κινδύνου από ζώο ή προειδοποίησης για πυροβολισμό εναντίον ανθρώπου, εφόσον έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να μην πληγεί άνθρωπος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος. Πυροβολισμός κατά οχήματος, που ενέχει κίνδυνο τραυματισμού επιβαίνοντος προσώπου, επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις της επόμενης παραγράφου.
5. Ο πυροβολισμός ακινητοποίησης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
α. για την απόκρουση ένοπλης επίθεσης, εφόσον η επίθεση άρχισε ή επίκειται, ώστε κάθε καθυστέρηση αντίδρασης να καθιστά αναποτελεσματική την άμυνα.

β. για την αποτροπή επικείμενης τέλεσης ή εξακολούθησης κοινώς επικίνδυνου κακουργήματος ή κακουργήματος που τελείται με χρήση ή απειλή σωματικής βίας.
γ. για τη σύλληψη καταδικασθέντος ή υποδίκου ή καταδιωκομένου που καταλαμβάνεται να τελεί επ' αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα, εφόσον αντιδρά στη σύλληψη του και υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κάνει χρήση όπλου.

δ. για την αποτροπή παράνομης εισόδου στη χώρα ή εξόδου από αυτή προσώπων που επιχειρούν παράνομη διακίνηση ανθρώπων ή πραγμάτων και φέρουν όπλα του εδαφίου α' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 21687 1993.
ε. για την προστασία εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας ή χώρων, στους οποίους φυλάσσονται αντικείμενα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία ή τη δημόσια τάξη ή πειστήρια εγκλήματος, εφόσον η φύλαξη τους έχει ανατεθεί ειδικά στον αστυνομικό και επιχειρείται βίαιη είσοδος, προσβολή ή αφαίρεση των φυλασσομένων από ένοπλο.
στ. για την αποτροπή απόδρασης ή ελευθέρωσης κρατουμένου που επιχειρείται με ένοπλη επίθεση.
ζ. για την αποτροπή αφοπλισμού αστυνομικού κατά την υπηρεσία του.
6. Ο πυροβολισμός εξουδετέρωσης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
α. για την απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου,
β. για τη διάσωση ομήρων, για τους οποίους απειλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης.
7. Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται:
α. εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγεί τρίτος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος,
β. εναντίον ενόπλου πλήθους, εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγούν άοπλοι,
γ. εναντίον ανηλίκου, εκτός αν αποτελεί το μοναδικό μέσο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου θανάτου. Ως ανήλικος θεωρείται το πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του,
δ. εναντίον προσώπου που τρέπεται σε φυγή, όταν καλείται να υποστεί νόμιμο έλεγχο.
8. Οταν οι αστυνομικοί ενεργούν ως ομάδα, για τη χρήση πυροβόλου όπλου, απαιτείται προσταγή του επικεφαλής αυτής, εκτός αν ο αστυνομικός δέχεται επίθεση, από την οποία απειλείται βαριά σωματική βλάβη ή θανάτωση του.

9. Αντισυνταγματική ή προδήλως παράνομη διαταγή ανωτέρου για χρήση πυροβόλου όπλου δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του αστυνομικού.
10. Κάθε περίπτωση χρήσης όπλων από αστυνομικό αναφέρεται αμέσως στην αρμόδια αστυνομική Υπηρεσία και Δικαστική Αρχή.

Την τελευταία δεκαετία έχουν δοθεί πλείστες αφορμές για να ξεκινήσουν οι διαδικασίες ανασυγκρότησης της ΕΛ.ΑΣ., όμως καμία κυβέρνηση δεν έχει πράξει το παραμικρό. Η πυγμή και η αποφασιστικότητα που απαιτείται λείπουν από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία για μία τέτοια ενέργεια, υπό τον φόβο του πολιτικού κόστους. Και όσο εκείνοι θα φοβούνται το πολιτικό κόστος, εμείς θα φοβούμαστε την αστυνομία, η οποία υποτίθεται ότι ο λόγος ύπαρξης της είναι να παραδίδει τους παραβάτες στη δικαιοσύνη και όχι να αποδίδει «δικαιοσύνη» εκτελώντας σε κοινή θέα άοπλους πολίτες.  

Κλείνω με τα λόγια του αντιναζιστή πάστορα, Φρίντριχ Γκούσταβ Εμίλ Μάρτιν Νιμέλερ: 
«Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν τσιγγάνος. 
Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν κομμουνιστής. 
Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν Εβραίος. 
Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα, δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει… 
Για σένα που νομίζεις ότι η δική σου σειρά δε θα φτάσει ποτέ...», όπου «όταν ήρθαν» βάλτε «πυροβόλησαν» και ίσως καταλάβετε ότι κανένα υλικό αγαθό δεν μπορεί να συγκριθεί με την ανθρώπινη ζωή... 

Όσο εκείνοι θα φοβούνται το πολιτικό κόστος, εμείς θα φοβόμαστε την αστυνομία