Σε μία περίοδο που βομβαρδιζόμαστε από αμφιλεγόμενα πρότυπα και από άνευ αντικειμένου influencers της κακιάς ώρας, η ανάγκη να εστιάσουμε σε προσωπικότητες με αρχές, ήθος, χαρακτήρα και άποψη που δεν φοβούνται να την εκφράσουν ελεύθερα, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος, είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Η Κατερίνα Στεφανίδη, παρότι παραμένει εν ενεργεία αθλήτρια και μάλιστα στο υψηλότερο επίπεδο για περισσότερα από δέκα χρόνια, δεν διστάζει να μοιραστεί το απόσταγμα των εμπειριών μίας πορείας, που συνιστά οδηγό για όσους κάνουν πρωταθλητισμό, ακόμα και όταν πρόκειται για αντιπάλους της. Εκείνο όμως που την κάνει να ξεχωρίζει περισσότερο από τις λαμπρές ακαδημαϊκές σπουδές της (bachelor στην νευροψυχολογία και Master στην γνωστική ψυχολογία) και τα αθλητικά της επιτεύγματα (χρυσή ολυμπιονίκης, πρωταθλήτρια Ευρώπης και κόσμου), είναι που δεν σταματά να φιλοσοφεί τη ζωή, χαράζοντας συνεχώς νέα μονοπάτια με στόχο την αναζήτηση της ευτυχίας, χωρίς κόμπλεξ και στεγανά.
Είπες ότι σε αυτό το Ευρωπαϊκό πήρες μαθήματα από νεότερους. Θα ήθελα να μου πεις από ποιους συγκεκριμένα και ποιο ήταν το μάθημα;
«Όχι μόνο από νεότερους, απ’ όλους πήρα, γιατί ένας εξ αυτών ήταν ο Τσιάμης. Το πρωί της ημέρας που αγωνιζόμασταν εγώ και ο Μίλτος, δεν τα πήγαμε ιδιαίτερα καλά στον προκριματικό. Την ίδια μέρα το απόγευμα αγωνίζονταν τα παιδιά του τριπλούν. Είχε πολύ αέρα και ο Τσιάμης έλεγε, “έχασα μεγάλη ευκαιρία, γιατί έμειναν χαμηλά τα άλματα, αλλά στεκόμουν στο πίσω μέρος του διαδρόμου και αντί να ασχολούμαι με το πώς πρέπει να τρέξω και τι πρέπει να κάνω κοιτούσα τον αέρα, κάτι το οποίο δεν μπορείς να κοντρολάρεις ούτως ή άλλως”. Τη στιγμή που το συζητούσαμε και μου έλεγε πόσο λάθος έκανε, αισθάνθηκα ότι ίσως και εγώ στον προκριματικό έκανα το ίδιο.
Ίσως, επειδή τα ύψη ήταν σχετικά χαμηλά σκεφτόμουν ότι “Εντάξει δεν χρειάζεται να κάνω και κάτι φοβερό”, με αποτέλεσμα να ασχολούμαι με εξωγενείς παράγοντες. Αυτό ήταν το πρώτο μάθημα που πήρα από τον Δημήτρη. Βέβαια, αλήθεια είναι ότι στον τελικό μας έκανε φοβερή μέρα, αλλά γενικώς σε ότι αφορά στις καιρικές συνθήκες, πέρα από κάποιες προσαρμογές που θα κάνεις στη φόρα σου δεν μπορείς τίποτα παραπάνω.
Μπήκα λοιπόν στον τελικό με τη λογική ότι στέκομαι στο πίσω μέρος του διάδρομου και σκέφτομαι μόνο τι πρέπει να κάνω εγώ και τίποτα άλλο άσχετο.

Το δεύτερο μάθημα ήρθε από την Κρίστι Αναγνωστοπούλου, η οποία είχε τον τελικό της πριν από εμάς και είχε πει νωρίτερα ότι “Έχω βγει 10η, έχω βγει 9η, θέλω να μπω 8άδα”. Δεν τα κατάφερε και την είδα στο διάδρομο εμφανώς απογοητευμένη, τη ρώτησα αν ήθελε να μπει πολύ στην 8άδα και σφίχτηκε. Μου απάντησε “Δεν ξέρω αλλά δεν ευχαριστήθηκα τον αγώνα”.
Το ήθελε τόσο πολύ που μπήκε σκεπτόμενη αποκλειστικά τον στόχο της. Όταν μου το είπε αυτό της είπα ότι κοιτώντας πίσω από το 2005, που έκανα τον πρώτο μεγάλο μου αγώνα, έως και σήμερα, σκέφτηκα ότι οι αγώνες που έχω ευχαριστηθεί περισσότερο, πήγαν πάντα καλά.
Αντίθετα, σε αγώνες που δεν τους έχω ευχαριστηθεί, μπορεί να έχω καταφέρει να φέρω μία καλή επίδοση, αλλά δεν τους θυμάμαι. Όσο το έλεγα αυτό στην Κρίστι, σκεφτόμουν ότι όλη τη χρονιά αυτό ακριβώς μου λέει ο Μιτς, “Μπες να ευχαριστηθείς τον αγώνα, μην σε νοιάζει το αποτέλεσμα”. Καμία φορά όμως συνειδητοποιείς καλύτερα κάποια πράγματα όταν τα ακούς να βγαίνουν από το στόμα σου.
Το πρωί λοιπόν, που ξύπνησα πριν τον τελικό σκέφτηκα ότι πρώτον θέλω να ευχαριστηθώ τον αγώνα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος και δεύτερον ότι θέλω να αγωνιστώ με στόχο να σκέφτομαι μόνο τι πρέπει να κάνω εγώ. Τα κατάφερα και νομίζω γι' αυτό βγήκε ο αγώνας και φάνηκε ότι τον ευχαριστήθηκα πολύ περισσότερο από άλλους».

Σε είδαμε να χειροκροτείς και να επευφημείς την Σούτεϊ, όταν αυτή θεωρητικά πήγαινε να σου πάρει την πρώτη θέση. Και για μένα αυτή η εικόνα είναι πολυτιμότερη ακόμα και από το ίδιο το μετάλλιο, γιατί δίδαξες πράγματα εκείνη την ώρα όχι μόνο στα παιδιά που σε έχουν πρότυπο, αλλά σε όλους μας. Το να χειροκροτείς τον αντίπαλο ήταν κάτι που έκανες πάντα ή ήρθε μέσα από την ωριμότητα και τη συνειδητοποίηση;
«Αυτό είναι κάτι που το έχω σκεφτεί τώρα τελευταία κυρίως, δεν ξέρω για ποιο λόγο. Δεν ήταν η αντίδραση μου αυτή από παιδί, όχι από κακία, αλλά θεωρώ ότι με τα χρόνια έχω καταλάβει ότι ο αθλητισμός είναι πάρα πολύ δύσκολος και έχεις προφανώς πολύ περισσότερες λύπες απ’ ότι χαρές. Θεωρώ ότι έχω μία καριέρα που είναι πολύ λίγοι οι αθλητές που έχουν ζήσει τόσες χαρές όσες εγώ και παρ' όλα αυτά ακόμα και εγώ θεωρώ ότι έχω περισσότερες λύπες απ’ ότι χαρές, γιατί πάντα τα κακά μένουν περισσότερο.
Τα καλά συμβαίνουν τόσο γρήγορα, γίνεται ένας χαμός και τα ξεχνάς, είναι σαν ένα όνειρο. Με τα χρόνια λοιπόν συνειδητοποίησα ότι πρέπει να χαίρομαι με την επιτυχία των άλλων, γιατί με αυτόν τον τρόπο έχω περισσότερη χαρά. Σαφώς θα ήθελα να έχω κερδίσει στο Μόναχο, αλλά η κοπέλα (σ.σ. Βίλμα Μούρτο) έκανε τρία εθνικά ρεκόρ, πώς μπορείς να μην χαρείς με αυτό;
Αυτό το μυστικό νομίζω ότι έχει προσθέσει πέντε χρόνια στην αθλητική μου καριέρα, γιατί οι αποτυχίες είναι πολλές και πρέπει να βρίσκεις τρόπο μέσα από αυτές να χαρείς και με την χαρά και την επιτυχία κάποιου άλλου, γιατί στην πραγματικότητα δεν παίρνει κάτι από σένα.

Αυτό ακριβώς ήταν κάτι που συζητούσαμε με την Αντιγόνη (Ντρισμπιώτη) στο τηλέφωνο μετά τον αγώνα μας, μου έλεγε “Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, με έχεις βοηθήσει πάρα πολύ” και της εξηγούσα, “Ρε Αντιγόνη δεν κλέβεις κάτι από εμένα”. Πραγματικά το αισθάνομαι έτσι και μάλιστα νιώθω ότι κερδίζω κάτι από αυτό.
Η επιτυχία της Αντιγόνης στο Μόναχο εμένα με συγκίνησε και μου έδωσε δύναμη στον αγώνα. Είναι τρομερή η ιστορία της Αντιγόνης, ότι σταμάτησε και ξαναξεκίνησε σε μεγάλη ηλικία. Την Αντιγόνη την θυμάμαι ξεκάθαρα το 2014 στη Ζυρίχη. Η Αντιγόνη ήταν πάντα εκεί, αλλά το να καταφέρνεις στα 37 σου να πετυχαίνεις τέτοια βελτίωση, σου δίνει δύναμη για το μέλλον.
Θυμάμαι πέρυσι που μου έλεγαν ''έλα σταμάτα τώρα να κάνεις παιδί''. Στα 31 μου! Και φέτος τα έχω ακούσει αυτά, αλλά περισσότερο πέρυσι γιατί ήρθα 4η στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ενώ φέτος τουλάχιστον κατάφερα να φέρω ένα μετάλλιο και το άκουσα λιγότερο. Όταν λοιπόν το άκουσα από έναν-δύο ήθελα να τους πω “Μα επιτέλους δεν μάθατε τίποτα από την Αντιγόνη;”. Λες και το γεγονός ότι βρίσκομαι σε μία ηλικία που οι περισσότερες γυναίκες επιλέγουν να γίνουν μητέρες, σημαίνει ότι πρέπει και εγώ να κάνω το ίδιο;»

Η μικρή Κατερίνα είχε κάποιο πρότυπο και τι της έμαθε;
«Δεν μπορώ να πω ότι είχα πρότυπο τον Μπούμπκα ή την Ισινμπάγεβα. Νομίζω ότι μεγαλώνοντας εδώ μέσα και κάνοντας προπόνηση δίπλα στους τότε κορυφαίους αθλητές απομυθοποίησα κάποια πράγματα. Εγώ μπήκα πρώτη φορά στο Κλειστό του Ολυμπιακού Σταδίου σε ηλικία δέκα ετών. Συνειδητοποίησα ότι οι Ολυμπιονίκες είναι άνθρωποι. Αυτό το νιώθεις ένα παραπάνω τώρα που συνυπάρχουμε εγώ και ο Μίλτος στο κλειστό και δεν καταλαβαίνεις ποιοι είμαστε.
Έτσι μεγάλωσα κι εγώ με Ολυμπιονίκες, που αν δεν μου έλεγε ο μπαμπάς “είναι αυτός” δεν θα τους γνώριζα καν. Δεν μπορώ λοιπόν, να πω ότι είχα κάποιο πρότυπο. Αντιθέτως, από πάρα πολλούς αθλητές πήρα πράγματα ακόμη και μεγαλύτερη στο Πανεπιστήμιο, όταν ο προπονητής μου έγινε ο «ασημένιος» Ολυμπιονίκης της Αθήνας (σ.σ. Τόμπι Στίβενσον). Ένας από τα σημαντικότερα πράγματα που έχω πετύχει στην καριέρα μου θεωρώ ότι είναι το γεγονός ότι ακόμα και όταν βρέθηκα σε λάθος συγκυρία και λάθος προπονητή, κέρδισα κάτι. Κατάφερα να κρατήσω απ’ όλους τα θετικά, άλλες φορές εσκεμμένα και άλλες όχι».

Ποιο μάθημα έχεις μάθει καλά από την πολυετή δική σου πορεία, στην οποία βρέθηκες να πρωταγωνιστείς από μικρή;
«Νομίζω αυτό που απάντησα ήδη, να μάθεις να χαίρεσαι με την επιτυχία του άλλου. Για να μην ακούγομαι υπεράνω ειδικά στη φάση με τη Σούτεϊ πρέπει να επισημάνουμε ότι εκείνη τη στιγμή ήξερα ότι έχω εξασφαλίσει ένα μετάλλιο και αυτό έχει σημασία. Παρολ’ αυτά προηγούμουν και θα μπορούσα να έχω καταλήξει τρίτη.
Μιας και μιλάμε για μαθήματα, πάντως, φοβάμαι ότι η Μούρτο, η οποία έκανε τρία εθνικά ρεκόρ και δεν συνέχισε τον αγώνα, θα πάρει ένα μάθημα για το μέλλον. Είδα ότι έκανε εντύπωση σε πολλούς το γεγονός ότι πήγα και της είπα μετά το 4,85μ. ότι πρέπει να συνεχίσει.
Σχολιάστηκε λες και ήταν ένα γεγονός άνευ σημασίας. Ήταν μεγάλο λάθος της κατά την προσωπική μου άποψη, γιατί το να βρει τέτοια μέρα με καλές καιρικές συνθήκες, πάνω σε πρωτάθλημα και να αισθάνεται κι εκείνη τόσο καλά μπορεί να της πάρει άλλα έξι χρόνια να της ξανασυμβεί».

Υπήρξαν στιγμές που φαντάζομαι χάθηκε το κίνητρο. Πώς, ποιος και με ποιον τρόπο σε βοηθά να το ξαναβρίσκεις;
«Καταρχάς είχα σταματήσει κάποια στιγμή για ένα διάστημα το 2006 λόγω κιλών. Ξαναξεκίνησα κάτω από πολύ διαφορετικές συνθήκες τότε, με την Γωγώ Τσιλιγκίρη ως προπονήτρια, με το σκεπτικό ότι αυτό είναι το χόμπι μου.
Μετά την πρώτη μου χρονιά στο πανεπιστήμιο στην Αμερική έψαχνα άλλου είδους υποτροφία, ώστε να μην είμαι υποχρεωμένη να συνεχίσω τον πρωταθλητισμό. Τότε ήμουν τυχερή γιατί άλλαξαν οι προπονητές και ήρθε ο Tόμπι Στίβενσον. Θυμάμαι ότι αυτό μου έδωσε ένα κίνητρο τότε. Στην πραγματικότητα δεν ξέρω αν ήταν η ίδια η αλλαγή που με κινητοποίησε ή ότι ήταν ένας αθλητής που φαινόταν να διασκεδάζει πάρα πολύ αυτό που κάνει, κάτι εντελώς καινούριο σε σχέση με τον τρόπο που μεγάλωσα εγώ, εδώ.

Τα πράγματα λοιπόν, άρχισαν να πηγαίνουν λίγο καλύτερα και όλο αυτό με βοήθησε. Το 2012 όταν τέλειωσα το πανεπιστήμιο πήγα και στους Ολυμπιακούς Αγώνες που είναι το όνειρο κάθε αθλητή. Σίγουρα τότε μου πέρασε ξανά από το μυαλό να ξανασταματήσω. Τελικά, αποφάσισα να συνδυάσω το ακαδημαϊκό και το αθλητικό κομμάτι και το κίνητρο μου ήταν ότι δεν μου άρεσε καθόλου αυτό που έκανα ακαδημαϊκά. Ακούγεται πολύ άσχημο, αλλά δεν άντεχα να είμαι από τις 7 το πρωί έως τις 5 το απόγευμα σε ένα γραφείο.
Το διάστημα αυτών των δύο χρόνων συνειδητοποίησα πόσο σημαντικό είναι στη ζωή ενός αθλητή να έχει μία διέξοδο και να μην ασχολείται αποκλειστικά με τον πρωταθλητισμό. Σε κακές χρονιές, το να κάθεσαι σπίτι και να σκέφτεσαι συνεχώς ότι πονάει το πόδι σου, το να σπουδάζεις, το να ασχολείσαι με τις τέχνες ή οτιδήποτε άλλο, μπορεί να σε σώσει ψυχολογικά και ειδικά σε κακές χρονιές.
Το Πανεπιστήμιο τότε, με έσωσε. Ανυπομονούσα να πάω προπόνηση. Στη συνέχεια πήρα τα πρώτα μετάλλια και πλέον υπήρχε άλλο κίνητρο, του πόσο ψηλά μπορώ να φτάσω. Το 2015 – 2016 όταν ξεκίνησε να με προπονεί ο Μιτς το μεγαλύτερο κίνητρο ήταν να αποδείξουμε σε όλους πόσο λάθος είχαν που δεν τον εμπιστεύονταν. Όταν είπα ότι θα αφήνω τον Nικ Χάισον («χρυσό» Ολυμπιονίκη στο Σίδνεϊ) και θα μου κάνει προπόνηση ο Μιτς, γιατί είχα πολύ συγκεκριμένους λόγους, όλοι ήταν κατά. “Έλεγαν ποιον έχει προπονήσει ο Μιτς;”. Αλήθεια είναι ότι ο Μιτς έχει τελειώσει κάτι αντίστοιχο της Γυμναστικής Ακαδημίας και προπονούσε παιδάκια, δεν είχε προπονήσει ποτέ μεγάλους αθλητές, όμως εγώ είχα τους λόγους μου γι’ αυτό και θεωρώ ότι θα έπρεπε να με είχαν εμπιστευτεί η ομοσπονδία ή γονείς μου.

Και οι γονείς σου;
«Ναι αμέ! Καλά δεν μπορείς να φανταστείς... Η μόνη που ήταν υπέρ αυτής της απόφασης μου ήταν η κολλητή μου, η οποία είναι άσχετη με τον αθλητισμό και μου έλεγε “Εσύ, ξέρεις τι είναι το καλύτερο για σένα”. Και πράγματι ήταν το πιο λογικό πράγματα που θα μπορούσα να έχω ακούσει από κάποιον που δεν έχει σχέση με το αντικείμενο.
Τότε είχαμε πολύ μεγάλο κίνητρο για να αποδείξουμε πόσο δεν καταλαβαίνουν το αγώνισμα μας. Ε, μετά ήρθαν οι επιτυχίες. Σίγουρα τα κίνητρα έχουν αλλάξει. Κάποιες χρονιές προσπαθώ θα βρω εξωγενείς παράγοντες. Δυστυχώς, για εμένα τα χρήματα δεν ήταν ποτέ κίνητρο, κάτι που συμβαίνει με άλλες αθλήτριες και το ζηλεύω καμία φορά. Ας πούμε αυτό που έκανε φέτος η Kέιτι Ναζότ, η οποία κέρδισε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, παρότι είχε τη χειρότερη χρονιά της ζωής της, μόνο και μόνο για να μην της κόψει η Nike τον μισθό, εγώ αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Δεν με εμπνέει, δεν βρίσκω κανένα κίνητρο στα χρήματα. Για μένα είναι κάτι εσωτερικό.
Όσο περνούν τα χρόνια το κίνητρο μειώνεται και νιώθεις να υπάρχει μόνο σε μεγάλους αγώνες. Τα τελευταία χρόνια μου έδωσε κίνητρο το να αποδείξω στα νέα παιδιά ότι οι επιτυχίες δεν ήταν κάτι τυχαίο, ότι υπήρχε λόγος που ήμασταν επιτυχημένοι με τον Μιτς. Να δείξω ότι αν αγαπάς αυτό που κάνεις μπορείς να συνεχίσεις να είσαι πετυχημένος για πολλά χρόνια.
Φέτος, πραγματικά δεν έβρισκα κανένα κίνητρο, παρόλο που είχαμε τόσα πρωταθλήματα, εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να έχω μία εύκολη χρονιά και σωματικά και ψυχικά. Και ειδικά σωματικά γιατί είχαν περάσει 2,5 χρόνια γεμάτα με τραυματισμούς. Φέτος, λοιπόν, ξεκινώντας η σεζόν με ρώτησε ο Μιτς, “Ποιος είναι ο στόχος σου για το 2022;”. Του απάντησα, “Να μην πονάω”. Οπότε κάναμε τα πράγματα πολύ διαφορετικά και για μένα είναι πολύ σημαντικό να δω τι κατάφερα να πετύχω, κάνοντας τόσο πιο προσεγμένη προπόνηση».

Να σημειώσουμε βεβαίως εδώ ότι η σχέση σου με τον Μιτς είναι μία σχέση απόλυτου σεβασμού και εμπιστοσύνης. Για εκείνον δεν είσαι απλώς μία αθλήτρια, από την επιτυχία της οποίας έχει να κερδίσει ο ίδιος κάτι.
«Εννοείται αυτό. Καταρχάς το πιο σημαντικό που λέει ο Μιτς είναι ότι “Εμένα δεν με ενδιαφέρει τι θα πηδήξεις στο επί κοντώ, εμένα με ενδιαφέρει να είσαι χαρούμενη. Να πηδάς 4,50 μ. και να είσαι χαρούμενη, να το διασκεδάζεις και να περνάς καλά, αυτό με ενδιαφέρει”. Φυσικά αυτό αλλάζει όλη την ισορροπία της ζωής μας και της προπόνησης».

Ο Μιτς σου είχε ζητήσει να συνεργαστείτε ή εσύ στον Μιτς;
«Με τον Μιτς κάναμε προπόνηση στο ίδιο γκρουπ. Τις μέρες που ήμασταν έως τρία άτομα ο προπονητής ήταν αφοσιωμένος πάνω μας. Όμως, τις μέρες που ήμασταν 6-7 άτομα υπήρχε λιγότερο focus. Κάποια στιγμή ο προπονητής είχε αρχίσει να ασχολείται μόνο με την ταχύτητα. Να έχει ένα χρονόμετρο στο χέρι του και στα τελευταία πέντε μέτρα να μας χρονομετρά με το χέρι του, το οποίο ούτως ή άλλως είναι άκυρο και να μας λέει, “Σε αυτό έτρεξες πιο αργά”. Η απάντηση ήταν “Ωραία τι να κάνω τεχνικά για να το αλλάξω αυτό”. Πηγαίνοντας στο πίσω μέρος του διαδρόμου για να πάρουμε σειρά, ο Μιτς μου έλεγε ότι “Αν ξεκινήσεις πιο αργά θα μπορέσεις να επιταχύνεις περισσότερο στα τελευταία μέτρα. Άρχισα να παρατηρώ ότι αυτά που μου έλεγε ο Μιτς ήταν πολύ πιο χρήσιμα από αυτά που μου έλεγε ο προπονητής μου.
Εκείνο τι διάστημα είχα αρχίσει να έχω πολλούς τραυματισμούς και ο Μιτς θεωρούσε ότι ένας από τους λόγους ήταν η προπόνηση που κάναμε. Η αλήθεια είναι ότι με αυτόν τον προπονητή, στο Φίνιξ έκανα την περισσότερη προπόνηση απ’ όση έχω κάνει ίσως τα τελευταία χρόνια μαζί. Αυτό ήταν πολύ καλό για μένα, αφού έθεσα καλές βάσεις που μπορεί να με κρατάνε ακόμα και έμαθα να ξεπερνώ και κάποια όρια σωματικά και ψυχικά, αφού στην Ελλάδα δεν έκανα ποτέ τόσο σκληρή προπόνηση, είκοσι 200άρια για παράδειγμα... Ήταν καλό που το έκανα για δύο χρόνια, αλλά δεν θα το ξανάκανα ποτέ. Πολλά βήματα και βάρη χωρίς λόγο, που δημιούργησαν μεγάλες καταπονήσεις, αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που θέλαμε να φύγουμε και να αλλάξουμε την προπονητική προσέγγιση».

Τι είναι πιο δύσκολο τελικά στην καριέρα ενός αθλητή, να ξεπεράσει τα εμπόδια που βάζει το σώμα ή το μυαλό;
«Επειδή κάποια εποχή ανεβοκατέβαινα στα κιλά μου πολύ, πραγματικά πιστεύω ότι ήταν ορμονικό. Ότι κι να συνέβαινε αν το σώμα μου ήθελε κάτι, το ήθελε! Δεν είναι τυχαία η αυξημένη πρόσληψη τροφής σε περιόδους εγκυμοσύνης ή πριν την περίοδο. Νόμιζε ο μπαμπάς ότι απλώς δεν έχω τον έλεγχο στο να μην φάω γλυκό. Εκείνη περίοδο αν μου έλεγες διάλεξε θα φας αυτό ή θα πάρεις ολυμπιακό μετάλλιο, εγώ θα διάλεγα το γλυκό. Τέλος! Ήταν εντελώς ορμονικό. Με το πέρασμα των χρόνων που ηρέμησε ο οργανισμός, νομίζω ότι έγινε πιο εγκεφαλικό πλέον».
Το ορμονικό όμως, δεν έχει να κάνει και με το ψυχολογικό, δεν απορρυθμίζεται σε περιόδους έντονου στρες ή στεναχώριας...
«Α, ενδιαφέρον είναι αυτό».
Θέλω να πω το γεγονός ότι είχες την αποδοχή από τον Μιτς και η άψογη συνεργασία σας δεν σε βοήθησε να πάψεις να εστιάζεις στα κιλά, κάτι που σε άγχωνε φαντάζομαι;
«Σίγουρα. Και σίγουρα υπάρχει αλληλεπίδραση του ψυχολογικού με το ορμονικό. Παρολ' αυτά όταν έφτασα να είμαι με τον Μιτς ήμουν σε αρκετά καλύτερο επίπεδο. Δηλαδή εγκεφαλικά είχα δουλέψει κάποια πράγματα και είχα σταματήσει να αισθάνομαι ότι σκέφτομαι συνεχώς το φαγητό. Αυτό το αίσθημα στο όριο της βουλιμίας. Με τον Μιτς σταματήσαμε να μιλάμε για το φαγητό και τα κιλά, που ήταν πολύ σημαντικό για μένα να μην έχω έναν προπονητή από πάνω μου, να μου λέει: “Αν χάσεις ένα κιλό αυτό...” Τι σημαίνει αυτό;
Η Αντζέλικα Μόζερ, η οποία κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Κλειστού πέρυσι, με 4,75μ. είναι 70 κιλά. Η Xόλι Μπράντσο που με κέρδισε, ήταν κανένα στυλάκι; Στο επί κοντώ μπορείς τα δύο, τρία, πέντε ή ακόμα και δέκα κιλά να τα αντισταθμίσεις με το κοντάρι, παίρνοντας ένα μεγαλύτερο.

Το μόνο αρνητικό με τα κιλά για μένα είναι στο τρέξιμο, γιατί τρέχοντας με περισσότερο βάρος γίνεσαι πιο αργός. Στο επι κοντώ όμως, εκείνο που μετρά είναι η ορμή, η οποία έχει να κάνει με τα κιλά και την ταχύτητα. Είναι φυσική αυτό. Επομένως κατ' εμέ, κάπου χάνεις και κάπου κερδίζεις. Γι' αυτό ποτέ δεν έγινα Σιντόροβα, αν γινόμουν θα πηδούσα λιγότερο, αφού θα έχανα την ορμή μου, με την οποία καταφέρνω να βάζω μεγαλύτερα κοντάρια, αναλογικά με τα κιλά μου.
Θεωρώ λοιπόν, ότι υπάρχει για όλους μία ισορροπία και ειδικά στο δικό μας αγώνισμα που δεν εξαρτώνται όλα από το σώμα σου, δεν είναι τριπλούν, μήκος ή ύψος.
Η αλήθεια είναι ότι με τον Μιτς βελτιώθηκα ακόμα παραπάνω με τα κιλά, επειδή στον ίδιο αρέσει το καλό φαγητό και μαγειρεύει. Όταν αρχίσαμε να ζούμε μαζί, εγώ έτρωγα δημητριακά πρωί, μεσημέρι και βράδυ (γέλια) και ακόμα και τώρα αν έχει δουλειές βαριέμαι να βράσω νερό και να βάλω τη βρώμη. Δεν μου αρέσει το μαγείρεμα, το βαριέμαι. Επειδή όμως εκείνος ξυπνούσε πιο νωρίς μπορεί να έφτιαχνε αυγά και να μην έτρωγα καν δημητριακά κάθε μέρα. Οπότε μου άλλαξε τις διατροφικές συνήθειες χωρίς να το καταλάβω και αυτό έγινε πολύ σιγά.

Αυτό λοιπόν που λέω σε όποιον με ρωτά αναφορικά με τη διατροφή και τα κιλά είναι να σταματήσει να σκέφτεται το φαγητό, “Αν τρως δέκα σοκολάτες την ημέρα φάε απλώς 9,5”. Αυτές πρέπει να είναι οι αλλαγές. Επίσης οι διατροφικές συνήθειες πρέπει να διαμορφώνονται αργά, προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν έχουν νόημα οι αυστηρές δίαιτες και το αμέσως επόμενο διάστημα η στέρηση να οδηγεί σε ακραία κατανάλωση φαγητού. Όλο αυτό πήρε χρόνια με τον Μιτς. Ακόμη και το 2016 και 2017 βελτιωνόμουν σε αυτόν τον τομέα, γι αυτό και έχει διάρκεια σε βάθος χρόνου.
Πηγαίνοντας πίσω στην ερώτηση του ψυχολογικού και του σωματικού, σκέφτηκα και τους τραυματισμούς. Κοιτώντας πίσω, σε μία καριέρα 20 και πλέον χρόνων θεωρώ ότι οι τραυματισμοί είναι οι πιο δύσκολες περίοδοι, γιατί ακόμα και οι μικρότεροι πάντα με επηρέαζαν αμέσως και έντονα ψυχολογικά.
Θεωρώ ότι αυτό το οποίο με καθιστά δυνατή αθλήτρια, είναι ότι δίνω το 100% πάνω στο άλμα. Όταν όμως πονάω δεν μπορώ να το κάνω αυτό και αυτό μου κόβει πολύ από το άλμα. Στο Μόναχο πήδηξα 4,75 μ. και στο Diamond League αμέσως μετά, 4,50 μ. γιατί είχα μία ενόχληση στο πόδι μου. Τόσο μεγάλη είναι η διαφορά για μένα όταν πονάω και ειδικά όσο περνούν τα χρόνια και υπάρχει λίγο μικρότερο κίνητρο να πιέσω σε κάποιους αγώνες.
Ο συνδυασμός λοιπόν, τραυματισμού με το ψυχολογικό είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να μου συμβεί, γιατί το επί κοντώ είναι ένα αγώνισμα -τουλάχιστον για μένα- που πρέπει να έχεις συνεχώς μια επαφή. Δεν μπορώ να μην κάνω πέντε μήνες άλματα και σε ένα μήνα να περιμένω να βρω τον ρυθμό μου. Προτιμώ να μην κάνω προπόνηση και να κάνω μόνο άλματα για να έχω τον ρυθμό».

Τι ένιωσες να σου στερεί ο πρωταθλητισμός από παιδί έως τώρα και με ποιον τρόπο σκοπεύεις να το αναπληρώσεις όταν ολοκληρώσεις την καριέρα σου;
«Πάντα ακόμα και μικρή έλεγα ότι δεν θεωρώ ότι έχω κάνει θυσίες. Δεν θεωρώ ότι έχω στερηθεί πολλά πράγματα γιατί έκανα αυτό που αγαπούσα. Τα τελευταία χρόνια θα έλεγα ότι ο Μιτς έφερε μία ισορροπία στη ζωή μου, από την άποψη ότι δεν χρειαζόταν να στερηθώ κάτι. Εντάξει δεν μπορώ να πάω να κάνω σκι, παρότι είμαστε δίπλα σε χιονοδρομικά κέντρα. Θα περιμένω τρία χρόνια. Αλλά δεν το θεωρώ φοβερή στέρηση.
Θα έλεγα το αντίθετο λοιπόν, πόσο με έχει κουράσει ο αθλητισμός και τα συνεχόμενα ταξίδια, το άγχος του να πάω στο αεροδρόμιο και να μου πει η αεροπορική εταιρεία ότι δεν παίρνει τα κοντάρια ή ότι χάθηκαν και το πότε τελικά θα τα παραλάβω. Αυτό το άγχος δεν το έχουν άλλοι αθλητές. Για μένα αυτό είναι το χειρότερο κομμάτι του αθλητισμού όλα αυτά τα χρόνια. Και έχω και το αβαντάζ ότι ταξιδεύω με τον Μιτς. Θεωρώ ότι θα είχα σταματήσει νωρίτερα αν ήμουν μόνη μου. Έχω χάσει γάμους και βαπτίσια και τέτοια, αλλά έχω κερδίσει και πάρα πολλά. Και γι αυτό δεν μπορώ να το δω σαν στέρηση».

Twitter και haters gonna hate… Θεωρείς ότι φταίει το γεγονός ότι είσαι γυναίκα, έχεις άποψη και την εκφέρεις ή η ενασχόληση της μητέρας σου με την πολιτική;
«Νομίζω ότι είναι κυρίως λόγω της μαμάς. Όμως ο κόσμος ξεχνά... Το 2016 όταν είχε γράψει η εφημερίδα «Αυγή» ότι στην άρση βαρών αγωνίζονται μία στα τέσσερα χρόνια, είχα απαντήσει ότι φυσικά κάτι τέτοιο δεν ισχύει και είχα μπει στο στόχαστρο, γιατί είχα πει χωρίς ίχνος ειρωνείας ότι δεν ήξερα ποια ήταν η συγκεκριμένη εφημερίδα, κάτι που τους είχε πειράξει. Παρότι ποτέ δεν έχω πολιτικοποιηθεί, έχουμε φτάσει στον αντίποδα, δηλαδή ό,τι και να πω παρουσιάζεται σαν να είναι κατά της εκάστοτε κυβέρνησης. Η πραγματικότητα είναι ότι επειδή η μαμά κατέβηκε στις εκλογές με τον ΣΥΡΙΖΑ, εγώ βρέθηκα να παρακαλάω τα τελευταία τρία χρόνια για να πάρει ο Μιτς τιμητικά το ελληνικό διαβατήριο. Το κυνηγήσαμε πιο έντονα λόγω covid, θεωρώντας ότι δεν θα μπορεί να μπει στη χώρα. Από τη στιγμή που δεν υπήρχε τέτοιο θέμα, σταμάτησα να ασχολούμαι. Άλλωστε, πλέον μας λένε ξεκάθαρα στη μούρη μας, όχι. Στον Τομ Χανκς βέβαια, το έδωσαν, αφού προφανώς έχει προσφέρει περισσότερα στην Ελλάδα. Ε, θα περιμένουμε τις εκλογές τι να κάνουμε...»
Η ζωή με τη Ζωή πώς ήταν. Γενικά και οι δύο γονείς σου είναι πολύ δυναμικοί και ήθελα να μου πεις πώς σε επηρέασαν μεγαλώνοντας; Και σε ποιον έχεις αδυναμία επίσης...
«Σε κανέναν! (γέλια)»
Νομίζω θα το πάρει βαρέως ο πατέρας σου γιατί έχω μάθει ότι είχε ρόλο «ταξιτζή» στα πρώτα σου αθλητικά βήματα.
«Ο μπαμπάς από μικρή με πηγαινοέφερνε ίσως γι αυτό το πήρε πολύ προσωπικά όταν πήρα κάποια κιλά. Υπήρξε μία περίοδος όταν ήμουν περίπου 15-16 που δεν μιλούσαμε μέσα στο σπίτι. Αν μιλούσε θα μου έλεγε, “Φάε, φάε...” Είχαμε πολύ κακή σχέση κάποια στιγμή. Η μαμά προσπαθούσε τότε να βρει μία ισορροπία. Γενικώς σκέφτομαι ότι επειδή και οι δύο έκαναν αθλητισμό σε σχετικά υψηλό επίπεδο, έζησαν το όνειρο τους μέσα από εμένα, το οποίο δεν θεωρώ ότι είναι ό,τι καλύτερο.

Σίγουρα δεν θα ήθελα το παιδί μου να κάνει στίβο για παράδειγμα (γέλια). Είναι και οι δύο δυναμικοί με πολύ διαφορετικό τρόπο. Πλέον δεν ζω μαζί τους και αυτό βοηθάει. Το καλύτερο που έχουν κάνει για μένα και τους ευχαριστώ περισσότερο απ΄όλα όσα έχουν κάνει για μένα, εκτός από το ότι με έσπρωξαν στον αθλητισμό, (αφού στα δέκα μου σαφώς δεν θα με ενδιέφερε να κάνω προπόνηση 2-3 φορές την εβδομάδα), είναι ότι με έσπρωξαν να φύγω στην Αμερική, κάτι το οποίο εγώ δεν το ήθελα καθόλου, γιατί τότε είχα την πρώτη μου σχέση
Να πω εδώ ότι δεν είχα ποτέ όνειρο να πάω να σπουδάσω κάτι συγκεκριμένο. Φτάνοντας λοιπόν, στο αεροδρόμιο του Σαν Φρανσίσκο με περίμεναν η μαμά, ο μπαμπάς και η Γεωργία, (είχαν φύγει νωρίτερα από εμένα για ένα τουρ σε Νέα Υόρκη και Λας Βέγκας), οι οποίοι με υποδέχτηκαν να κλαίω και να λέω ότι “Θέλω να γυρίσω πίσω”.
Μου είπαν απλώς να περιμένω μισή ώρα. Μισή ώρα μετά φτάσαμε στο Πανεπιστήμιο του Στανφορντ, το οποίο ήταν ένα μαγικό μέρος και είπα “οκ εντάξει θα μείνω”. Το σημαντικότερο που κέρδισα πηγαίνοντας στην Αμερική και ειδικά εκεί που σπούδασα ήταν ότι με έμαθαν να σκέφτομαι, με τελείως διαφορετικό τρόπο απ' ότι σκεφτόμαστε εδώ. Απέκτησα μία σιγουριά για τον εαυτό μου, που δεν ξέρω αν την είχα πριν. Μπορεί να την είχα σε ότι αφορά στον αθλητισμό, αλλά όχι στα πάντα. Θεωρώ ότι έχω αυτοπεποίθηση και ότι έχω γνώμη για πολλά θέματα, αλλά ακόμα και γι' αυτά που δεν έχω, δεν φοβάμαι να πω ότι δεν γνωρίζω. Θεωρώ ότι όλα αυτά δεν θα τα είχα καταφέρει πουθενά αλλού. Τα τέσσερα χρόνια στο Στάνφορντ θεωρώ ότι με άλλαξαν ως άνθρωπο».
Φτιάξατε μαζί με τον Μιτς ένα προπονητήριο από το μηδέν με τα ίδια σας τα χέρια. Ποιου ιδέα ήταν, τι σε δίδαξε όλη αυτή η εμπειρία πως θες να το αξιοποιήσεις αφότου σταματήσεις και ποιος είναι καλύτερος μάστορας, εσύ ή ο Μιτς;
«Πάντα το είχαμε στο μυαλό μας και πάντα λέγαμε “Τι ωραία που θα ήταν να έχουμε το δικό μας γυμναστήριο”».
Πόσο μακριά είναι από το σπίτι;
«Θα στο απαντήσω γιατί δεν υπάρχει ακόμα σπίτι»

Πώς δεν υπάρχει σπίτι, αφού είχατε φτιάξει με τα χέρια σας και το σπίτι σας θυμάμαι, πάλι σας παρακολουθούσα με τα μαστορέματα.
«Κάτσε να κάνουμε ένα timeline. To 2015 όταν μετακομίσαμε στο Κλίβελαντ αγοράσαμε ένα σπίτι από μία τράπεζα, το οποίο ήταν μη κατοικήσιμο. Για να καταλάβεις μας είχε πάρει περίπου έξι μήνες για να φτιάξουμε το υπόγειο και να μετακομίσουμε εκεί, ώστε σιγά σιγά να φτιάξουμε και το υπόλοιπο σπίτι. Κάπου την άνοιξη του 2018 φτιάξαμε τον κυρίως όροφο με την κουζίνα, το σαλόνι κτλπ και μετά το 2019 το ολοκληρώσαμε με τον πάνω όροφο και τα υπνοδωμάτια. Αυτό το σπίτι το πουλήσαμε πέρυσι».
Έχασα αυτό το επεισόδιο... Τί κρίμα, ήταν τόσο συγκινητικό που το είχατε φτιάξει τόσο όμορφο και με τα χέρια σας...
«Το ξέρω, έκλαιγα. Μετανιώνω που δεν το είχαμε κάνει βίντεο, γιατί πραγματικά το φτιάξαμε δωμάτιο, δωμάτιο. Για μένα αυτό ήταν η πρώτη εμπειρία σε ότι έχει να κάνει με χτίσιμο, γιατί ο μπαμπάς δεν μπορεί να βάλει ούτε κορνίζα. Τότε έλεγα στον Μιτς ότι όταν χτίζεται ένα σπίτι έχει και λίγο μαγεία. Ε, δεν είχε καμία μαγεία, μόνο δουλεία είχε (γέλια). Δεν είναι φοβερά μαγικό να ζεις στο υπόγειο χωρίς παράθυρα... Όμως όταν τελειώνει η δουλειά, αλήθεια είναι ότι βλέπεις τη μαγεία.

Αυτό το σπίτι λοιπόν, το βάλαμε να πουληθεί πέρυσι την άνοιξη και πουλήθηκε σε μία βδομάδα. Είχαμε ένα μήνα να μετακομίσουμε τα πράγματα μας σε μία αποθήκη και φύγαμε. Μικρή παρένθεση, τον Ιανουάριο του 2019 αγοράσαμε ένα οικόπεδο στο Κολοράντο, γιατί το Κλίβελαντ μας είχε κουράσει πάρα πολύ, καθώς από τον Νοέμβρη έως τον Απρίλη βλέπεις ήλιο πέντε φορές. Μία-δυο φορές είχα αισθανθεί να παθαίνω σχεδόν κρίση πανικού. Τα σύννεφα εκεί δεν έχουν καμία σχέση με εδώ. Αισθάνεσαι ότι είναι από πάνω σου σχεδόν απειλητικά. Αποφασίσαμε λοιπόν να φύγουμε. Ο Μιτς ήθελε χιόνι, γιατί του αρέσει το snowboard και εγώ ήθελα ήλιο. Αρχίσαμε να ψάχνουμε λοιπόν, βάσει των καιρικών συνθηκών. Καταλήξαμε ξανά στο Κολοράντο, γιατί το είχαμε σκεφτεί και όταν είχαμε φύγει από το Φίνιξ για να πάμε στο Κλίβελαντ, αλλά τότε δεν μπορούσαμε να αντεπεξέλθουμε οικονομικά.
Το ξανακοιτάξαμε λοιπόν, γιατί είχαν βελτιωθεί οι τιμές, με στόχο να φτιάξουμε ένα προπονητήριο και ένα σπίτι. Το οικόπεδο να εξηγήσω ότι ήταν ένα κομμάτι πάνω στο βουνό, δεν υπήρχε δρόμος, δεν υπήρχε τίποτα. Ξεκινήσαμε στη διακοπή ανάμεσα στα πρωταθλήματα κλειστού και ανοικτού, πηγαίναμε εκεί κόβαμε δέντρα για να φτιάξουμε αρχικά, δρόμο. Η κατασκευή του προπονητηρίου ήταν αναγκαστική γιατί παρότι είναι μία ορεινή περιοχή με χιόνια δεν υπήρχε κλειστό γυμναστήριο. Υπήρχαν σε δύο πανεπιστήμια, μία και μιάμιση ώρα μακριά μας, που ουσιαστικά δεκτούς μας έκανε εκείνο που ήταν μακρύτερα. Στην αρχή λοιπόν δεν είχαμε ούτε προπονητήριο ούτε σπίτι. Πλέον είναι έτοιμο το προπονητήριο και ξεκινάμε καινούριες περιπέτειες με το σπίτι».

Η φάση με το προπονητήριο ήταν τόσο συναρπαστική όσο φαίνεται από τα βιντεάκια;
«Ήταν τρομακτικό, ειδικά όταν ξεκίνησα προπόνηση που δεν μπορούσα να είμαι όλη τη μέρα εκεί έξω, ο Μιτς πρέπει να δούλευε 19 ώρες την ημέρα, ώστε να το ετοιμάσει και να ξεκινήσω άλματα. Ερχόταν το βράδυ αφότου είχα κοιμηθεί και έφευγε τα ξημερώματα προτού ξυπνήσω. Ήταν ένα πολύ ωραίο πρότζεκτ, ο Μιτς δεν είχε ξαναχτίσει τίποτα.»
Η φάση ήταν DIY, μπαίνατε youtube για οδηγίες;
«Σίγουρα όλο το καλοκαίρι πέρυσι είδε πάρα πολλά βίντεο με διαφορετικούς τρόπους κατασκευής τέτοιων κτηρίων είχαμε και trial and error, δηλαδή όταν πήγαμε να σηκώσουμε τις πρώτες κολώνες για να τοποθετηθεί η οροφή, άρχισε να λυγίζει. Είχαμε δει ότι μπορεί να συμβεί αυτό, αλλά έλεγαν μην ανησυχείτε είναι λογικό, όμως λύγιζε υπερβολικά και σκεφτήκαμε ότι αν σπάσει θα είναι καταστροφικό. Οπότε ενώ είχαμε φάει όλη τη μέρα να βιδώνουμε, τα ξεβιδώσαμε και τα τοποθετούσαμε ένα-ένα»

Δεν ξέρω αλλά έχω την αίσθηση ότι θα γίνεις εργολάβος οικοδομών όταν ολοκληρώσεις την αθλητική σου καριέρα.
«Ναι έτσι πιστεύω, ότι θα χτίζω σπίτια. Έχουμε αγοράσει πλέον έναν εκσκαφέα και ένα skid steer (μικρό μπουλντοζάκι), πιστεύω ότι πράγματι θα ασχοληθούμε με αυτό. Αρέσει πάρα πολύ στον Μιτς και σε εμένα το κομμάτι του design».
Καμία σχέση με τις σπουδές σου ωστόσο. Σκέφτεσαι να επεκτείνεις τις γνώσεις σου πάνω σε αυτόν τον τομέα;
«Αυτή τη στιγμή τελειώνω κάποια μαθήματα για να πάρω μεσιτική άδεια, γιατί είπαμε αν είναι να πάρουμε άδεια να χτίζουμε ή να ανακαινίζουμε σπίτια γιατί να πληρώνουμε προμήθειες σε μεσίτες. Για να καταλάβεις, τα μαθήματα που παίρνω κάνουν 800 ευρώ και όταν πουλήσαμε πέρυσι το σπίτι πληρώσαμε 20 χιλιάδες στον μεσίτη, με παζάρια. Οπότε είπα ότι έστω και ένα σπίτι να πάρουμε να και να το ανακαινίσουμε αξίζει να πάρω την άδεια. Και αυτό κάνω τώρα».
*Aν θέλετε να δείτε πώς η Κατερίνα και ο ΜΙτς έχτισαν μόνοι τους από το μηδέν το προπονητήριο τους, ακολουθείστε τους στο κανάλι τους στο youtube.
