MENU
Χρόνος ανάγνωσης 16’

Βλάχος στο SDNA: «Μετά από ολυμπιακό μετάλλιο δεν ήθελε κανένα κανάλι να δείξει A1»

0

Αντί των συστάσεων που είθισται να γίνονται ως προλόγου, θα παραθέσω ένα γεγονός, το οποίο νομίζω δίνει μία πιο σφαιρική εικόνα της προσωπικότητας και του ήθους του Θοδωρή Βλάχου. 

Κάποτε το -μακρινό πια- 2015, ο Αφρουδάκης είχε πρωτοστατήσει στις αντιδράσεις των διεθνών, που αφορούσαν οικονομικές διαφορές με την ομοσπονδία τον Μάιο του 2014 και τους είχαν οδηγήσει σε αποχή από τις προπονήσεις. Οι αθλητές επέστρεψαν και αγωνίστηκαν στο Ευρωπαϊκό της Βουδαπέστης, όμως ο ομοσπονδιακός προπονητής, Σάκης Κεχαγιάς λίγους μήνες μετά, έθεσε εκτός εθνικής τον Αφρουδάκη, χωρίς καν να μπει στον κόπο να τον ενημερώσει προηγουμένως. 

Ο «Άφρου» πληροφορήθηκε από τα Μέσα γι' αυτή την εξέλιξη απαντώντας με μία οργισμένη ανακοίνωση, με την οποία έθετε εαυτόν εκτός εθνικής, όσο στο τιμόνι αυτής παρέμενε ο Κεχαγιάς. Το παράδειγμα του ακολούθησαν οι Μυλωνάκης και Τσαλκάνης, με τον Δημήτρη Διαθεσόπουλο να εξαναγκάζεται πλέον να προχωρήσει στην αντικατάσταση του Κεχαγιά, ο οποίος ούτως ή άλλως ήταν ανεπιθύμητος στις τάξεις των διεθνών.

Ο Βλάχος, τεχνικός του Ολυμπιακού, αναλαμβάνει χρέη εθνικού προπονητή και δεν επαναφέρει άμεσα τον Αφρουδάκη, με αποτέλεσμα η υπογράφουσσα να του ασκήσει δριμεία κριτική, οριακά ίσως και άδικη, κρίνοντας αυστηρά τα γεγονότα.  

Αν θυμάμαι καλά την επομένη χτύπησε το τηλέφωνο μου και ήταν ένα άγνωστο νούμερο. Το σήκωσα και από την άλλη άκρη της γραμμής μου συστήθηκε ο Θοδωρής Βλάχος. Μιλήσαμε για αρκετή ώρα και η παρεξήγηση λύθηκε, με τον πλέον έντιμο τρόπο. Ντρέτα, που λένε στο χωριό μου, δηλαδή με ευθύτητα και ειλικρίνεια και από τις δυο πλευρές. Ούτε μεσάζοντες, ούτε ρουφιανιές, ούτε μουτράκια. Ο Βλάχος από εκείνη τη στιγμή χαίρει του απεριόριστου σεβασμού μου, πρωτίστως ως άνθρωπος και φυσικά ως προπονητής. Και ο σεβασμός ως γνωστόν κερδίζεται, ούτε πωλείται, ούτε αγοράζεται, ούτε αποδίδεται κατ' απαίτηση. 

Για την ιστορία ο Αφρουδάκης λίγες εβδομάδες αργότερα επανήλθε στην εθνική και λίγους μήνες μετά πανηγύρισε το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Καζάν...

 

Συναντήσαμε τον κορυφαίο Έλληνα προπονητή στο Παπαστράτειο, λίγο αφότου ολοκληρώθηκε η τελευταία προπόνηση των διεθνών στην Αττική. Το πρόγραμμα από σήμερα έχει προετοιμασία στη Χαλκίδα και αμέσως μετά Ηράκλειο για το Σαμαρτζίδης Cup. 

Όταν ανέλαβες χρέη εθνικού προπονητή επί Διαθεσόπουλου δέχτηκες κριτική ως προς το ότι θα είχες μεροληπτική στάση απέναντι στους αθλητές του Ολυμπιακού. Ποιες ήταν οι σκέψεις σου τότε;
«Έτσι είχαν τα πράγματα, απλώς για μένα όλα ήταν απολύτως ξεκάθαρα, αφού 11 παίκτες του Ολυμπιακού ήταν ήδη διεθνείς. Συνεπώς δεν αυξήθηκε ξαφνικά ο αριθμός του παικτών του Ολυμπιακού στην εθνική. Ένας προπονητής πρέπει να ακούει ό,τι συζητείται και να τα φιλτράρει, κατόπιν παίρνει τις δικές του αποφάσεις και να κρίνεται γι΄ αυτές. Έτσι προχώρησα. Δεν έκλεισα τα αυτιά μου, αλλά προσπάθησα να μην επηρεάσω τις κρίσεις και τις αποφάσεις μου απ' όσα ακούγονταν και πιστεύω ότι σε βάθος χρόνου αποδείχθηκαν σωστές. Ακόμα και στην περίπτωση αθλητών που πήραν πιο νωρίς χρόνο στην εθνική ομάδα, αλλά αναδείχθηκαν και σήμερα είναι ίσως οι καλύτεροι παίκτες στην Ευρώπη. Δικαιώθηκα λοιπόν, για την επιλογή μου και έχω την συνείδηση μου καθαρή».

Λίγο αφότου ανέλαβες για πρώτη φορά την εθνική, την οδήγησες στο χάλκινο στο παγκόσμιο πρωτάθλημα πρωτάθλημα του Καζάν. Έκτοτε είμαστε στον «αφρό». Παρ’ όλα όσα έχεις πετύχεις ένιωσες να σε περιμένουν στη γωνία για να σε τελειώσουν στην πρώτη στραβή (σ.σ.: στις προεκλογικές δεσμεύσεις της παρούσας διοίκησης ήταν να θέσει θέμα ασυμβίβαστου για τη θέση του εθνικού προπονητή, το οποίο έμοιαζε «φωτογραφικό» στην περίπτωση του Θοδωρή Βλάχου);
«Ως προπονητής σε ένα μεγάλο καράβι όπως η εθνική, ξέρω ότι κρίνομαι από το αποτέλεσμα και δη από την αποτυχία. Οταν δε, αυτή επαναλαμβάνεται υπάρχει κόστος. Ζεις με αυτό από την πρώτη μέρα που αναλαμβάνεις αυτή τη θέση. Πρέπει λοιπόν, πάντα να φροντίζεις να γίνεσαι καλύτερος και αποτελεσματικότερος. Είναι μέσα στο πρόγραμμα αν δεν επιτυγχάνεις τους στόχους σου να αντικαθίστασαι».

Θα το θέσω πιο απλά, ήσουν στο μάτι επειδή ήσουν και στην εθνική και στον Ολυμπιακό;
«Έγιναν πολλές κουβέντες τα τελευταία χρόνια. Όμως τα καλά αποτελέσματα τόσο με τον Ολυμπιακό όσο και με την εθνική φάνηκε να μην με επηρεάζουν. Είπα, έπαιρνα τις αποφάσεις μου και ήμουν έτοιμος να πιστωθώ την επιτυχία και να χρεωθώ και την αποτυχία». 

Ας δούμε όμως και μία άλλη οπτική, όσο διατηρούσες τον διπλό ρόλο. Υπήρχαν γκρίνιες στον σύλλογο για το γεγονός ότι έμεναν εκτός εθνικής παίκτες του Ολυμπιακού;
«Είναι πολύ δύσκολη και ιδιαίτερη η διαχείριση των προσώπων και των καταστάσεων. Το ρίσκο που παίρνεις είτε για να αφήσεις εκτός κάποιον, είτε για να συμπεριλάβεις κάποιον νεότερο είναι μεγάλο, όμως με τον καιρό η εμπειρία σου επιτρέπει να παίρνεις πιο εύκολα αποφάσεις. Πλέον το ένστικτο μου με οδηγεί σε αποφάσεις που κρίνονται τελικά σωστές, αλλά δεν μπορείς να προχωράς μόνο με το ένστικτο. Απαιτείται πολλή σκέψη και ανάλυση. Πολλά βράδια δεν κοιμήθηκα, πολλές φορές ήμουν στον κόσμο μου όταν η κόρη μου κάτι μου έλεγε. Πήρα δύσκολες αποφάσεις στην διάρκεια της παρουσίας μου τόσο στον Ολυμπιακό όσο και την εθνική ομάδα, αλλά δικαιώθηκα».

Με δεδομένο ότι η διοίκηση της ΚΟΕ έθεσε θέμα ασυμβίβαστου για τη θέση του εθνικού προπονητή, βρέθηκες μπροστά σε ένα δίλημμα. Πώς κατέληξε να επιλέξεις τη θέση του εθνικού προπονητή; Τα θετικά και τα αρνητικά του να έχεις πλέον μόνο την εθνική;
«Καταρχάς να πούμε ότι η στάση της ομοσπονδία ήταν εξ αρχής ξεκάθαρη, ήταν προεκλογική δέσμευση και φυσικά από τη στιγμή που εξελέγησαν ήταν και απολύτως σεβαστή. Η πρόταση μου έγινε μία μέρα μετά το ασημένιο ολυμπιακό μετάλλιο στο Τόκιο. Τότε ο πρόεδρος κατάλαβε ότι δεν γινόταν να αφήσω τον Ολυμπιακό, με τον οποίο είχα συμβόλαιο κι εγώ, ότι δεν μπορώ να είμαι και στα δύο.

Θα έλεγα λοιπόν ότι και από τις δύο πλευρές έγινε ένα βήμα πίσω για να φτάσουμε στην ανανέωση της συνεργασίας. Σίγουρα πάντως δεν ήταν οικονομικό το θέμα που με οδήγησε στην απόφαση να επιλέξω την εθνική. Η απόφαση να αναλάβω την εθνική ουσιαστική ελήφθη, σκεπτόμενος ότι δεν έχει κλείσει ο κύκλος μου στην εθνική ομάδα. Θεώρησα ότι αυτή η ομάδα έχει τη δυνατότητα να φέρει κι άλλες επιτυχίες, όπως κι έγινε. Πρέπει να πω ότι η απόφαση μου δεν βρήκε αντίθετο τον πρόεδρο του Ολυμπιακού, με τον οποίο συζήτησα αμέσως διότι αντιλαμβάνεται ότι είναι διαφορετικό το πρεστίζ του να είσαι προπονητής στον κορυφαίο σύλλογο της Ευρώπης και διαφορετικό σε μία από τις κορυφαίες ομάδες στον κόσμο.

Τώρα σε ότι αφορά στα θετικά, θα έχω παραπάνω χρόνο για την οικογένεια μου και την κόρη μου, που στη διάρκεια των οκτώ χρόνων ήταν πάρα πολύ δύσκολα. Θα καθαρίσει επιτέλους το μυαλό μου. Λειτουργούσα υπό μεγάλη πίεση -όχι από τις διοικήσεις- έχοντας υπ' ευθύνη μου δύο ομάδες που πρωταγωνιστούσαν. Είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου ούτως ή άλλως ότι θα πρέπει να κρατήσω τη μία ομάδα, με δεδομένο ότι το επόμενο διάστημα έως τους Αγώνες του Παρισιού έχουμε πάρα πολλές μεγάλες διοργανώσεις.

Κάθε χρόνο έχει παγκόσμιο, έτσι όπως έγιναν τα πράγματα λόγω κορωνοϊού και την ολυμπιακή χρονιά συμπίπτουν ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πρωτάθλημα. Με δεδομένο λοιπόν τον φόρτο που υπάρχει θα πρέπει να γίνει πάρα πολύ καλός προγραμματισμός. Αξίζει να πω πως για πρώτη φορά προγραμματίσαμε το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο ήδη πριν από τα Χριστούγεννα και ήταν πραγματικά υπέροχο τόσο για μένα και τους συνεργάτες μου όσο και για τους αθλητές.

Αυτό ήταν κάτι που το ήθελε πολύ και το εφάρμοσε ο πρόεδρος, Κυριάκος Γιαννόπουλος, δηλαδή να δουλεύουμε στα πρότυπα των μεγάλων χωρών του εξωτερικού. Εδώ για να καταλάβεις τι εννοώ κάποια στιγμή με είχε πιάσει ο προπονητής των ΗΠΑ στη Βουδαπέστη το 2016 και μου είχε πει να κλείσουμε κοινή προετοιμασία για το 2019. Του είχα πει «Άνθρωπε μου εδώ δεν ξέρω τι θα κάνω σε τρεις μήνες...» Έτσι πρέπει να γίνεται και αυτό κάνουμε πλέον και στην ΚΟΕ».

Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που βλέπεις την ομάδα από τότε που ανέλαβες έως τώρα; 
«Η ομάδα που έχουμε τώρα μοιάζει πολύ με την ομάδα που ανέλαβα το 2015, έχει πολύ ταλέντο, διάθεση και όρεξη για δουλειά και διακρίσεις. Γιατί τις ξεχωρίζω σε σχέση με τις ενδιάμεσες. Διότι μετά από μία επιτυχία οι μεγαλύτεροι αθλητές «βαραίνουν», αλλάζουν οι στόχοι και οι προτεραιότητες τους. Τώρα έχουμε μία φουρνιά αποτελούμενη από νέα παιδιά που θέλουν να πετύχουν. Έχουν εκτός από ταλέντο και καλή νοοτροπία την οποία απέκτησαν στις εθνικές ομάδες νέων που πρωταγωνίστησαν.

Έχουν νοοτροπία νικητή. Αρκετοί από αυτούς είναι περιζήτητοι στην Ευρώπη και έχουν μάθει να δουλεύουν επαγγελματικά, όχι ότι εδώ δεν δούλευαν ως παίκτες του Ολυμπιακού και της Βουλιαγμένης, αλλά στο εξωτερικό ως ξένοι παίκτες δουλεύουν ακόμη περισσότερο. Είναι μία άλλη γενιά. Έχουν χαρακτηριστεί καταξιωμένοι και μπορούν να κουβαλήσουν το βάρος της εθνική, η οποία πλέον είναι συνυφασμένη με τις επιτυχίες. Πλέον έχουμε στο στόμα μας το μετάλλιο. Δεν ξεστόμιζες τη λέξη μετάλλιο όταν ανέλαβα το 2015. Τώρα νιώθουμε υποχρεωμένοι να το πούμε και να δουλέψουμε γι' αυτό. Δεν θα έρθει πάντα, γιατί κανείς δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο με την επιτυχία, αλλά πλέον υπάρχουν στάνταρντς».

Εσύ έχεις αλλάξει; 
«Νομίζω πώς δεν έχω αλλάξει, τουλάχιστον αυτό μου λένε άνθρωποι που δεν με βλέπουν συχνά. Δεν αισθάνομαι ότι είμαι κάτι σπουδαίο, αισθάνομαι ότι κρίνομαι κάθε μέρα.Μπορεί να κερδίσαμε μετάλλιο πριν από μία βδομάδα, αλλά εγώ σκέφτομαι την επόμενη διοργάνωση. Δεν επαναπαύτηκα στις «δάφνες» των προηγούμενων επιτυχιών. Σίγουρα ωρίμασα στο κοουτσάρισμα μου και στον τρόπο λήψης αποφάσεων, στη διαχείριση των αθλητών, αλλά και στη διαχείριση των επαφών με διοικητικούς, δημοσιογράφους ή και τον απλό κόσμο. Πάντα όμως έδειχνα τον ίδιο σεβασμό προς όλους, γιατί το θεωρώ υποχρέωση μου. Αυτό δεν άλλαξε».

Την ώρα του αγώνα σε απολαμβάνουμε να δίνεις όλο σου το είναι και πολλές φορές στο κρεσέντο φεύγουν και «γαλλικά». Η εμπειρία σου έχει δείξει ότι οι παίκτες αφυπνίζονται όταν φωνάζεις ή υπάρχουν περιπτώσεις που το αποτέλεσμα είναι εκνευρισμός.
«Καταρχάς όταν φωνάζω δεν έχω στο μυαλό μου ότι μπορεί εκείνη την ώρα να είναι στραμμένη πάνω μου μία κάμερα, η οποία επιτρέπει στους τηλεθεατές να ακούνε ή να διαβάζουν τα χείλια μου, με αποτέλεσμα να ακούγονται πράγματα που δεν πρέπει. Εκείνη την ώρα είμαι σε μία «γυάλα» και δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκτός από το ματς. Δεν φωνάζω μόνο στον αγώνα, φωνάζω και στις προπονήσεις, γιατί θέλω να αφυπνίσω τον παίκτη και να τον κάνω να καταλάβει πόσο σοβαρό είναι κάτι που έγινε εκείνη τη στιγμή ή πόσο πολύ θέλω να κάνει κάτι. Καμία φορά μπορεί να φωνάζω παραπάνω απ' όσο πρέπει και τα νεότερα παιδιά να φοβούνται κιόλας, όμως τα παιδιά με τα οποία έχουμε συνεργαστεί περισσότερα χρόνια, ξέρουν ότι όταν ανεβαίνουν οι τόνοι είναι στιγμιαίο και δεν επηρεάζουν τη σχέση μας.

Οι παλαιότεροι ξέρουν πότε και γιατί γίνεται και ότι είναι μέρος της δουλειάς. Ξέρουν επίσης ότι όταν αισθανθώ ότι παρεκτράπηκα και είτε ανέβασα τον τόνο μου, είτε ήμουν προσβλητικός, δεν θα διστάσω να ζητήσω συγγνώμη ενώπιον όλων την επομένη όταν θα έχουμε ηρεμήσει. Είναι κάτι που το έχω κάνει επανειλημμένως: «Γιώργο συγγνώμη είχα δίκιο γι' αυτό που σου είπα, αλλά ο τόνος μου ή αυτό που είπα ήταν λάθος».

Εκεί νομίζω ότι καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχουν προσωπικά μεταξύ μας. Είναι τα «εργαλεία» μου, είναι αυτοί που θα αναδείξουν τη δουλειά που κάνουμε, είναι αυτοί που θα βγουν μπροστά και θα κερδίσουν ή θα χάσουν. Αλίμονο αν λειτουργούσα με κακία ή μίσος. Σε κάθε περίπτωση για να αποπνέει μία ομάδα υγεία, αυτά τα θέματα πρέπει να μένουν μεταξύ μας και να λύνονται άμεσα. Η ομάδα πρέπει να είναι ένα».

Στην ομάδα συμπληρώνει ο ένας τον άλλον αφού υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί χαρακτήρες. Αλήθεια ποιος είναι ο πιο χαβαλετζής και ποιος ο πιο σοβαρός;
«Ο χαβαλετζής της ομάδας είναι ο σοβαρός εκεί που πρέπει. Όλα υπάρχουν και πρέπει να υπάρχουν σε μία ομάδα. Όχι μόνο στους αγώνες αλλά και στην προπόνηση για να αποφορτιζόμαστε. Το πειραχτήρι είναι ο Γενηδουνιάς». 

Δικό σου παιδί...
Είναι ένα παιδί που το έχω από τότε που ήμουν στο Παλαιό Φάληρο όταν ήταν δέκα ετών. Μόνο όταν έφυγε στην Αμερική για σπουδές δεν ήταν μαζί μου. Είναι ένα τρομερό παιδί, όχι ότι δεν είναι όλοι τους καλά παιδιά, έτσι, αλλά αυτός έχει αυτό το χάρισμα με τους συμπαίκτες του, με εμένα, με όλους. Και ο Αργυρόπουλος βεβαίως δεν έχει ποτέ ησυχία. Πάντα θα πειράξει κάποιον, πάντα θα μιλήσει, είναι ένα παιδί πολύ ζωντανό». 

Πιο σοβαρός ο Φουντούλης; 
«Ναι, είναι ο πιο μετρημένος. Θα συμμετέχει και στον χαβαλέ αλλά είναι πιο χαμηλών τόνων». 


Ποιο είναι το μεγαλύτερο ατού ενός προπονητή; Αποκτάται με δουλειά ή το χεις;
«Το μεγαλύτερο ατού ενός προπονητή για μένα είναι η ικανότητα διαχείρισης του υλικού που διαθέτει. Όχι μόνο αγωνιστικά. Είναι θέμα διαχείρισης προσωπικού, όπως κάνει ένας εκτελεστικός διευθυντής. Πρέπει καταρχάς να είναι όλοι καλά μεταξύ τους και μαζί σου για να μπορεί να συντονιστεί η ομάδα και να αποδώσει. Για να δουλέψει λοιπόν όλο αυτό, πρέπει να έχεις αναλύσει τον χαρακτήρα του καθενός για να μπορέσεις να επικοινωνήσεις μαζί του, να αναπτυχθεί μία σχέση εμπιστοσύνης και να ακολουθεί πιστά τις οδηγίες σου.

Συμβαίνουν πάρα πολλά καθημερινά. Επομένως δεν έχει να κάνει μόνο με διαχείριση προσώπων αλλά και καταστάσεων που μπορεί να δημιουργούνται. Δεν είναι μόνοι οι αθλητές, είναι οι συνεργάτες σου, η διοίκηση, οι δημοσιογράφοι ακόμα και οι φίλαθλοι. Ώρες ώρες νιώθω σαν μεγαλοστέλεχος εταιρείας που είναι υποχρεωμένο να καταλάβει τι είναι, τι δεν είναι ο καθένας και τι μπορεί να κάνει. Εννοείται ότι πρέπει να παρακολουθείς και να ακολουθείς τις εξελίξεις προπονητικά. Δεν μπορεί να σκέφτεσαι ότι πριν πέντε χρόνια κατάφερα «αυτό» και τα ξέρω όλα, διότι οι αθλητές το εισπράττουν. Όταν δε, έχεις να διαχειριστείς αθλητές που μετέχουν στα κορυφαία πρωταθλήματα του κόσμου, θα καταλάβουν εάν εγώ έχω μείνει πίσω, στις «δάφνες» του 2015». 

Ο Γιώργος Πομάσκι σε μια συνεντεύξεις μου είπε ότι καλοί προπονητές γίνονται αυτοί που δεν είναι τοπ αθλητές. Συμμερίζεσαι αυτή την άποψη και γιατί;
«Έχει μεγάλη δόση αλήθειας. Θεωρώ ότι ο τοπ αθλητής ποτέ δεν βάζει στην άκρη εκείνο τον εγωισμό που τον κάνει να θεωρεί ότι όλα θα τα έκανε καλύτερα. Αντιθέτως, ένας αθλητής που δεν έχει πετύχει κάτι πολύ σπουδαίο στην καριέρα του μπορεί να επικοινωνήσει καλύτερα με τους αθλητές του».

Ο τραυματισμός του Ζερδεβά οδήγησε σε μια αποκάλυψη. Ο Τζωρτζάτος στάθηκε με το παραπάνω στο ύψος των περιστάσεων. Φοβήθηκες ότι η άσχημη αυτή εξέλιξη με τον τραυματισμό του Μανώλη θα μας στοιχίσει ακριβά;
«Σε πρώτη ανάγνωση και εγώ αλλά και όλοι στην ομάδα είπαμε ότι έγινε σε ένα σημείο που ήταν τα δύο παιχνίδια της τετράδας για τα μετάλλια και που δεν ξέραμε πώς ο Παναγιώτης θα ανταποκριθεί. Πράγματι έως τώρα δεν είχε κάποια παρουσία συνεχόμενη και σταθερη στην εθνική ομάδα. Τα πρώτα του παιχνίδια με την εθνική ομάδα ήταν πριν 3-4 μήνες όταν πήγαμε στην Ποντγκόριτσα για το World League, τρία μόλις παιχνίδια. Συνεπώς όλοι σκεφτόμασταν πώς θα ανταποκριθεί αυτό το παιδί και αν θα είναι τρακαρισμένο.

Στο παιχνίδι με την Αμερική δεν προλάβαμε να του μιλήσουμε, αφού μπήκε αμέσως. Το ματς τελείωσε, κερδίσαμε και προκριθήκαμε. Εκεί ξεκίνησε μία αυτόματη διαδικασία, όπου οι συμπαίκτες του του έδειξαν ότι τον εμπιστεύονται και τον έκαναν να καταλάβει ότι ό,τι και να γίνει είμαστε ένα. Το ίδιο έκανα κι εγώ, έχοντας στο νου ότι δεν πρέπει να τον αγχώσουμε. Να μην φορτωθεί ξαφνικά ένα βάρος που δεν του αναλογεί. Μιλάμε για ένα ματς ημιτελικού Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, ο οποίος δεν πήγε καλά όπως πήγε το επόμενο παιχνίδι».

Ε, να πούμε ότι η διαιτησία ήταν για γέλια...
«Η αλήθεια είναι ότι χάσαμε το παιχνίδι για άλλους λόγους και σε καμία περίπτωση δεν είχε να κάνει με την παρουσία του Παναγιώτη».

Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν τέτοιοι διαιτητές σε τόσο υψηλό επίπεδο;
«Δυστυχώς εκτός από τον Σταυρίδη και τον Μαρκέτα, που ξέρουν να διαχειριστούν τέτοια παιχνίδια δεν υπάρχουν διαιτητές».

Νομίζω ότι τέτοιες διαιτησίες δεν βλέπεις ούτε σε αγώνα προ μίνι παίδων;
«Ήταν πράγματι ένα πρόβλημα, όχι μόνο στον αγώνα με την Ιταλία, αλλά και με την Κροατία, που άσχετα αν κερδίσαμε είχαμε 10 αποβολές υπέρ μας έναντι 19 των Κροατών».

Γιατί το πόλο δεν είναι Νο 1 άθλημα στην Ελλάδα και είναι το ποδόσφαιρο που μοναδική επιτυχία στα χρονικά ήταν το ευρωπαϊκό του 2004;
«Νομίζω δεν υπάρχει σύγκριση. Για μας, όσους ασχολούμαστε, η εθνική ομάδα πόλο είναι η ομάδα της καρδιάς μας. Και πλέον νομίζω για πάρα πολλούς Έλληνες είναι μία ομάδα που βγάζει συναισθήματα περηφάνειας όχι μόνο για τις επιτυχίες αλλά και για τον τρόπο που συμπεριφέρονται τα παιδιά εκτός νερού».

Γιατί δεν έχουν την προβολή που τους αναλογεί όμως;
«Εστιάζω το πρόβλημα στην τηλεόραση. Όταν το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ «μπαίνει» καθημερινά σε ένα σπίτι δημιουργούνται άλλες βάσεις σε όλα τα επίπεδα. Μετά από ένα ολυμπιακό μετάλλιο και δεν ήθελε κανένα κανάλι να δείξει το πρωτάθλημα Ελλάδας. Μας στεναχωρεί πολύ αυτό. Ξέρω ότι από πλευράς ομοσπονδίας έγιναν τεράστιες προσπάθειες που απέβησαν άκαρπες».

Εχει να κάνει με το γεγονός ότι έχουμε ένα πρωτάθλημα δύο ταχυτήτων με τον Ολυμπιακό και τη Βουλιαγμένη και τους υπόλοιπους να ακολουθούν;
«Δεν θεωρώ ότι είναι μόνο οι δυναμικότητα των ομάδων. Για μένα σοβαρό πρόβλημα είναι η έλλειψη εγκαταστάσεων. Δεν είναι το Παπαστράτειο μία πισίνα ελκυστική για να έρθει η τηλεόραση και να καλύψει ένα ωραίο παιχνίδι, αλλά ακόμα και για τους θεατές. Δεν είναι τα κολυμβητήρια της Βουλιαγμένης, του Αλίμου και της Γλυφάδας ελκυστικά τον Ιανουάριο, που μπορεί να έχει 10 μποφόρ και να βρέχει. Ακόμα και ο τηλεθεατής μπορεί να το βλέπει και να κρυώνει. Αυτά τα θέματα δεν είναι εύκολα να λυθούν».

Κάπου εκεί η συνέντευξη διακόπτεται για λίγα δευτρόλεπτα. Μία κυρία μέσης ηλικίας, που έχει έρθει για να κολυμπήσει με το κοινό, πλησιάζει τον Θοδωρή Βλάχο και του λέει: «Να είστε καλά σας ευχαριστούμε για ότι έχετε κάνει», με τον εθνικό προπονητή να την ευχαριστεί και να γυρίζει προς το μέρος μου με το πρόσωπο του να έχει φωτιστεί από ένα τεράστιο χαμόγελο και να λέει: «Να αυτό είναι... Να η κυρία εδώ πώς με αναγνώρισε; Λογικά ούτε σάιτ διαβάζει, ούτε εφημερίδες, προφανώς άνοιξε την τηλεόραση και είδε κάποια από τα παιχνίδια μας.

Η εθνική ομάδα έχει προβολή, γιατί υπάρχει κάλυψη όλων των μεγάλων διοργανώσεων από τη δημόσια τηλεόραση, με ωραίες παραγωγές σε ωραίες πισίνες. Είναι ελκυστικό το προϊόν. Όταν εδώ παίζει ο Ολυμπιακός με τη Βουλιαγμένη ή ευρωπαϊκό παιχνίδι σε ένα σκοτεινό κολυμβητήριο με μία κάμερα να πηγαίνει πέρα δόθε, πώς θα πουλήσεις το προϊόν σου, όταν την ίδια στιγμή στο εξωτερικό έχει κάλυψη με κάμερες και κάτω από το νερό... Ε λοιπόν, ούτε εγώ θα καθόμουν να δω ευχάριστα ένα τέτοιο ματς από την τηλεόραση. Επομένως πρέπει να καταφέρουμε να βάλουμε την τηλεόραση στις πισίνες, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να φτιάξουμε την εικόνα μας σε όλα τα επίπεδα».

Έχουμε μία από τις κορυφαίες εθνικές ομάδες στον κόσμο, την ώρα που το πρωτάθλημα μας δεν είναι ανάμεσα στα πιο ανταγωνιστικά της Ευρώπης είναι κατόρθωμα αυτό;
«Είναι, αλλά έτσι έχουμε συνηθίσει να έχουμε ένα πολύ ανταγωνιστικό αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, χωρίς να συμβαίνει αυτό με το πρωτάθλημα. Το γεγονός ότι το πρωτάθλημα δεν είναι ανταγωνιστικό οφείλεται στο γεγονός ότι  τα περισσότερα σωματεία έχουν πρόβλημα επιβίωσης. Δεν έχουμε λίγκες, δεν έχουμε μεγάλους χορηγούς, είμαστε ερασιτεχνικό άθλημα, είναι διαφορετικά τα πράγματα... Σίγουρα μπορούν να βελτιωθούν, και γίνονται προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα οι γονείς είναι χορηγοί των παιδιών τους, με όλα τα παρελκόμενα».

Η χρηματοδότηση λοιπόν, του γονιού είναι η αιτία για να γίνεται παρεμβατικός στο έργο του προπονητή θεωρείς;
«Ναι και πολύ συχνά συμβαίνουν άσχημα περιστατικά. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές. Όταν έχεις άνθρωπο που πληρώνει για την ένδυση, για τα ταξίδια, για τους αγώνες είναι επόμενο να έχει απαιτήσεις και να γίνεται παρεμβατικός. Δεν πρέπει όμως να συμβαίνει. Ευτυχώς εμένα δεν μου έχει συμβεί ποτέ, ούτε στο να συμπεριλάβω, ούτε στο να μην συμπεριλάβω κάποιον. Συμβαίνει στις μικρότερες ηλικιακές κατηγορίες. Οι άνδρες και οι γυναίκες είναι η «βιτρίνα» και θα παίξουν οι καλύτεροι. Άλλωστε, ο χώρος είναι πολύ μικρός, όλοι ξέρουν ποιοι είναι οι καλύτεροι.

Είναι οι σωματειακοί προπονητές οι αφανείς ήρωες της εθνικής ομάδας;

«Ναι! Για να έρθει μία επιτυχία οι αθλητές μπορεί να είναι οι πρωταγωνιστές, αλλά τη δουλειά την κάνουν οι σωματειακοί προπονητές, οι οποίοι δουλεύουν με τους αθλητές όλο το χρόνο, παρά τα σοβαρά προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν. Στις εθνικές ομάδες η προετοιμασία που κάνουμε διαρκεί 1-2 μήνες το πολύ. 
Θέλω επίσης να σταθώ στην βούληση της ΚΟΕ, του προέδρου Κυριάκου Γιαννόπουλου και του εφόρου Γιώργου Αφρουδάκη, να υπάρξει καλύτερος προγραμματισμός, από τις μικρότερες κατηγορίες έως αυτές των ανδρών και γυναικών. Όλο αυτό πιστεύω ότι είναι το μονοπάτι που θα μας οδηγήσει σε μία επιτυχία αντίστοιχη αυτής που ήρθε τώρα».

Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι για να δώσεις ώθηση στο άθλημα ποιο θα ήταν αυτό;

«Θα προσπαθούσα να βρω τρόπο να μπουστάρω τα σωματεία, ώστε να έχουν καλύτερους προπονητές, γιατί μην κρυβόμαστε, με τα λεφτά που παίρνουν το μεράκι τους κάνουν, δεν μπορούν να συντηρηθούν από αυτή τη δουλειά. Όταν όμως αμείβεται καλά κάποιος, είναι και πιο παραγωγικός και θα μπορέσει να αφιερώσει χρόνο και χρήμα για να εξελιχθεί. Το δεύτερο που θα άλλαζα θα ήταν να κάνω πιο φιλόξενα τα κολυμβητήρια, ώστε να έρθει ο κόσμος και έτσι να μπορέσω να φέρω και την τηλεόραση».

Βλάχος στο SDNA: «Μετά από ολυμπιακό μετάλλιο δεν ήθελε κανένα κανάλι να δείξει A1»