MENU

Την πρώτη φορά που οι Cure είχαν έρθει στην Ελλάδα το ημερολόγιο έγραφε 1985. Ο Ρόμπερτ Σμιθ ήταν 26 χρονών και βρισκόταν στις μεγάλες του δημιουργικές εποχές ενώ οι Cure ήταν μια μπαντάρα που βιώνε την άγρια μουσική της εφηβεία, που «συνέβαινε» εκείνη τη στιγμή.

Tην τελευταία φορά που είχαν έρθει -και αφού είχαν μεσολαβήσει άλλες τρεις στο ενδιάμεσο- το ημερολόγιο έγραφε 2005. Στα 46 του πλέον ο Σμιθ και με μια μπάντα σε εντελώς διαφορετικό μομέντουμ: πιο ώριμη, πιο επαγγελματική, πιο πολυδιάστατη μουσικά, κουβαλώντας ένα όνομα πολύ μεγαλύτερο που ήξερε να το διαχειριστεί επί σκηνής και με ένα πολύ πιο φανατισμένο κοινό κάτω από τη σκηνή να την αποθεώνει. Μάλλον εκείνο το 4ωρο live του 2005 ήταν τόσο ωραίο διότι οι Cure βρισκόντουσαν στην καλύτερη φάση της ζωής τους.

Πέρασαν 14 χρόνια από τότε. Οι Cure έχουν να βγάλουν δίσκο εδώ και 11 χρόνια. Το διάστημα αυτό είναι αρκετό για να μετασχηματίσει μια σειρά πραγμάτων. Καταρχήν, την ίδια την μπάντα: εξηντάρηδες πλέον, οι Cure είναι περισσότερο μια live παρέα που διασκεδάζει το ενδοξο παρελθόν της και λιγότερο μια εν ενεργεία μπάντα με τη συνολική έννοια του χαρακτηρισμού. Κατά δεύτερον, το ίδιο το κοινό: ο μετασχηματισμός αυτός της μπάντας θα σηματοδοτούσε αυτόματα και μια αλλαγή όσον αφορά τον κόσμο που θα ήταν διατεθειμένος να στριμωχτεί κάτω από μια σκηνή για να τους δει. Οι παλιοί ίσως να βαριόντουσαν, ίσως να πέρασαν οι εποχές που την πάλευαν με την ορθοστασία και το στριμωξίδι των live, η νέα γενιά που θα ήταν έτοιμη να δει Cure ενδεχομένως να άλλαζε καθοριστικά το κλίμα.

Μπόλικοι πήγαμε να δούμε τους Cure στην Πλατεία Νερού με αυτή την περιέργεια για το πόσο θα απέχει η εμφάνισή τους από εκείνη την ιστορική συναυλία της Μαλακάσας του 2005. Νομίζω πως η μεγαλύτερη μάζα ανθρώπων που βρέθηκαν στο χθεσινό live ήταν ένας συνδυασμός ανάμεσα σε ένα νέο κοινό και διάφορους που είχαμε ξεμείνει από το 2005: τότε ήμασταν πιτσιρικάδες και νιώσαμε τη συναυλιακή μας ζωή να κλωνίζεται από αυτά που έκανε επί σκηνής ο Σμιθ και η παρέα του, πλέον ξέραμε πως δεν θα επαναληφθεί εκείνος ο θρίαμβος αλλα ελπίζαμε σε κάτι κοντινό.

Πράγματι, οι πάνω από 20.000 άνθρωποι που κατέκλυσαν την Πλατεία Νερού ήταν ένα ετερόκλιτο μείγμα ανθρώπων: άλλοι ήταν φανατικοί, άλλοι ήταν εκεί απλά επειδή γουστάρουν τα χιτάκια τους. Και οι Cure αποδείχθηκαν μεγάλοι επαγγελματίες: καθ' όλη τη διάρκεια της εμφάνισής τους, πασπάλισαν το setlist τους με μια νότα greatest hits αλλά στα κρίσιμα σημεία έκλειναν και το μάτι στους γκοθάδες που βρισκόντουσαν εκεί, στο dark κοινό, το πιο φανατικό.

Στις 2 ώρες και 40 λεπτά που η μπαντάρα από τη Βρετανία βρέθηκε πάνω στη σκηνή δεν έκανε τίποτα άλλο από το να αποδεικνύει πως το να παίζει σε αυτό το διπλό ταμπλό είναι το μεγάλο δείγμα για το πόσο σημαντικό συγκρότημα αποτελεί. Οι Cure είναι ένα δεινοσαυρικό συγκρότημα αλλά ταυτόχρονα και μια πολύ προσωπική υπόθεση: αντίστοιχος χαρακτηρισμός με το «κιουράς» δεν πρέπει να υπάρχει για καμία άλλη μπάντα. Με ένα παράδοξο τρόπο, στην σκηνή της Πλατείας Νερού η διπλή ταυτότητα των Cure ήταν εμβληματικά παρούσα. Το πήγαινε-έλα ανάμεσα στις σκοτεινές στιγμές του συγκροτήματος και τα φωτεινά hit ήταν υποδειγματικό. Στο τέλος, δεν έμεινε κανείς παραπονεμένος.

Και δεν είναι μόνο η σωστή επιλογή τραγουδιών προφανώς: αυτό θα μπορούσε να το κάνει και ένας καλός DJ. Ήταν κατά βάση η σκηνική τους παρουσία που έκανε την εμφάνισή τους να τα σπάει. Θαυμαστά δεμένοι πάνω στη σκηνή, με ένα ροκ attitude που όχι απλά δεν έμοιαζε δήθεν αλλά αντίθετα, εξαιτίας του αέρα παλιοσειρών που έβγαζαν, έμοιαζε και πολύ βαθύ και κυρίως, με έναν Ρόμπερτ Σμιθ που τον έβλεπες άλλοτε να χορεύει και να παίζει με το κοινό και άλλοτε να τραγουδάει με μια εσωτερική πόρωση, έναν Ρόμπερτ Σμιθ που σε έκανε οραματίζεσαι το πως θες να είσαι όταν φτάσεις στην ηλικία του.

Με τα χρόνια, έχουμε δει μπόλικες μπάντες να περνάνε από τα μέρη μας και ας μην υπήρξε ποτέ top συναυλιακή πιάτσα η Ελλάδα. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί: ελάχιστες καταφέρνουν να σηκώσουν τη φάση ενός μαζικού live υπερβαίνοντας τη κλασική διεκπεραιωτική εμφάνιση. Στην Πλατεία Νερού, οι Cure απέδειξαν πως μπορούν να παίζουν μπροστά σε 20.00 ανθρώπους και να νιώθεις ότι τους παρακολουθείς σε κάποιο υπόγειο κλαμπ του Κρόλεϊ, χωρητικότητας 50 -το πολύ- ατόμων. Αυτή η αμεσότητα παράγεται μόνο από πολύ μεγάλες μπάντες. Και όσοι δεν το ήξεραν ήδη, το έμαθαν: οι Cure είναι από τις μεγαλύτερες live μπάντες του κόσμου.

Μερικοί ίσως να θέλαμε περισσότερα μαύρα ρούχα, περισσότερα σηκωμένα -αλα Cure- μαλλιά, περισσότερο dark κοινό ρε παιδί μου και λιγότερα υψωμένα smartphones. Αλλά δεν πειράζει...

Πάρτε και το setlist για να μην έχετε απορίες πως πήγε το βράδυ:

Pictures of You

Just One Kiss

Last Dance

Fascination Street

Never Enough

In Between Days

Just Like Heaven

From the Edge of the Deep Green Sea

Shake Dog Shake

A Night Like This

Play for Today

A Forest

The Caterpillar

The Walk

Friday I'm in Love

Close to Me

Why Can't I Be You?

Boys Don't Cry

Με τους Cure η φάση είναι... Never Enough!