Καταχειροκροτούμενη, η πρόεδρος του συλλόγου πληγέντων δυστυχήματος «Τέμπη 2023», άφησε αιχμές για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τον πρώην υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή, αλλά και για στελέχη του ΟΣΕ, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, πως «τα Τέμπη καταδεικνύουν με τον χειρότερο τρόπο τη διαφθορά στο σιδηρόδρομο, ως μέρος ενός γενικότερου διεφθαρμένου συστήματος».
Με τη συγκλονιστική ομιλία της, η κα Καρυστιανού «λύγισε» τους ευρωβουλευτές που ήταν παρόντες, ενώ και η ίδια δεν κατάφερε να κρύψει τη συγκίνησή της, όταν προβλήθηκε βίντεο για τα Τέμπη, μαζί με τα ονόματα των θυμάτων που «έφυγαν» τόσο άδικα και πρόωρα την αποφράδα εκείνη νύκτα.
«Λυπάμαι που το 2024 ήρθαμε εδώ για να αποκαταστήσουμε αλήθειες που στη χώρα μας υποστήριζαν πριν από 2.500 χρόνια. Θέλουμε Δικαιοσύνη και Δημοκρατία, επιζητούμε ελεύθερη και ακέραιη ενημέρωση. Σωστά αναρωτιέστε μαζί μ’ όλο τον ελληνικό λαό πώς είναι δυνατόν ο ανθρώπινος παράγοντας να αποτελεί τη μοναδική δικλείδα ασφαλείας εν έτει 2023. Αυτό φυσικό ήταν κάτι άγνωστο για εμάς και σίγουρα θα αποτρέπαμε τα παιδιά μας από την επιλογή του τρένου εάν γνωρίζαμε τη φρικτή πραγματικότητα. Μαθαίνουμε εκ των υστέρων πως η καθημερινή λειτουργία των τρένων ήταν γεμάτη από βλάβες και ατυχήματα» τόνισε αρχικά, προσθέτοντας:
«Εκ μέρους των μηχανοδηγών, πολλαπλά υπομνήματα και υπενθυμίσεις είχαν φτάσει στο γραφείο του πρωθυπουργού, του υπουργού Μεταφορών και της ΡΑΣ, χωρίς κανένα να απαντηθεί, αλλά ούτε και η κατάσταση να βελτιωθεί. Στα υπομνήματα μιλούσαν για πιθανούς θανάτους».
«Πώς μπορείς να αδιαφορείς για κάτι τέτοιο; (…)» διερωτήθηκε στη συνέχεια, σημειώνοντας πως «δεν άλλαξε ποτέ τίποτα. Το υπουργείο Μεταφορών όφειλε να επισπεύσει τη θέσπιση των ευρωπαϊκών κανόνων ως όφειλε», αλλά «δεν έκανε τίποτα. Η ελληνική κυβέρνηση όφειλε, σε συμμόρφωση με την ΕΕ, να θεσπίσει εθνικούς κανόνες. Ουδέποτε το έκανε παρανόμως. Ούτε καν μετά το δυστύχημα στα Τέμπη».
Ακολούθως, αφού ανέφερε πως «είμαι μια μητέρα από την Ελλάδα και μαζί με άλλους γονείς φέρουμε μαζί την απώλεια και το βαθύ αίσθημα της αδικίας και της αγανάκτησης για τη χρόνια παθογένεια του πολιτικού συστήματος που υπονομεύει τις ζωές μας», έκανε λόγο για «κατάφωρη οργή» λόγω της «αποδόμησης των θεσμών που διέπουν ένα κράτος Δικαίου».
«Ένας σταθμάρχης σε θέση απόλυτης ευθύνης. Ο διορισμός του ήταν παράνομος και έγινε σε γνώση του υπουργείου Μεταφορών, κάτω από αδιαφανείς συνθήκες» συνέχισε, σημειώνοντας πως αυτός «ο κρατικός υπάλληλος ήταν μπροστά σε έναν απαρχαιωμένο πίνακα τηλεδιοίκησης που θα δυσκόλευε και τον πιο έμπειρο».
Παράλληλα, η κα Καρυστιανού αναφέρθηκε στην τραγική κατάσταση που επικρατεί στον σιδηρόδρομο, μιλώντας για «μεγάλο και υπαρκτό κίνδυνο».
«Μέχρι αυτήν τη στιγμή που σας μιλώ, η άνοδος γίνεται κάθοδος και το αντίστροφο, ενώ τρένα κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις. Μέχρι αυτή τη στιγμή που σας μιλώ επικρατούν τυφλές συνθήκες κίνησης αφού ούτε σηματοδότηση υπάρχει, ούτε έλεγχος κυκλοφορίας. Έχουν κατά τύχη και τελευταία στιγμή αποφευχθεί κι άλλες μετωπικές συγκρούσεις κατά τη χρόνια που διανύουμε. Μιλάμε για έναν εξαιρετικά μεγάλο και υπαρκτό κίνδυνο μετακίνησης των επιβατών» εξήγησε, συμπληρώνοντας:
«Οι άνθρωποι μας και εμείς μαζί γίναμε θύματα μιας σκόπιμης παραπλάνησης. Οι διαχειριστές της ζωής και των ευρωπαϊκών κονδυλίων, αποφάσισαν ότι οι πολίτες μπορούν να θυσιάζονται στο βωμό της υποτιθέμενης βελτίωσης».
«Ακούγαμε για τεράστια ποσά που δαπανώνται για τον σιδηρόδρομο – για αναβαθμίσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση από 2014 έχει δώσει 700 εκατομμύρια» υπενθύμισε ακόμα, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζοντας ότι ακούγαμε «ψέματα, ανήθικα και ξεδιάντροπα ψέματα στο κοινοβούλιο, σε συνεντεύξεις. Παντού».
«Ο πρωθυπουργός της χώρας είχε προγραμματίσει να βρεθεί στα εγκαίνια για το νέο σύστημα τηλεδιοίκησης. Δεν υπήρχε κανένα σύστημα τηλεδιοίκησης για να εγκαινιαστεί. Πρόκειται για μια ακόμα κοροϊδία» επισήμανε, χαρακτηρίζοντας τραγική ειρωνεία το γεγονός.
Αναφερόμενη, δε, στην περιβόητη σύμβαση 717, είπε πως «έλαβε 7 παρατάσεις που τριπλασίασαν το κόστος και ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί (…) Η εταιρεία ζήτησε, για λάθη που έκανε η ίδια σε 70 σημεία του δικτύου, και έλαβε πρόστιμα αδικαιολόγητα ποσά», σημειώνοντας ότι οι ενστάσεις έγιναν δεκτές από τον υπουργό.
«Μπορούμε να καταλάβουμε πώς χάθηκαν 700 εκατομμύρια (…) Δεν είναι ανάγκη να ελέγξουμε και να ελέγξετε που πήγαν αυτά τα χρήματα;».