Την προηγούμενη εβδομάδα οι αρχές προχώρησαν σε συλλήψεις μικροεπιχειρηματιών που χρησιμοποιούσαν μηχανήματα για τις κάρτες των πελατών τους, παραβιάζοντας τους κεφαλαιακούς περιορισμούς της Ελλάδας.
Η αυτόφωρη διαδικασία ακολουθήθηκε με μεγάλη επιμέλεια τόσο από την εισαγγελία, όσο και από την αστυνομία. Μάλιστα τα δικαστήρια έδειξαν μεγάλο ζήλο στην ταχύτατη απονομή της δικαιοσύνης, αποφεύγοντας να δώσουν τις συνήθεις αναβολές παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Και πολύ καλά έπραξαν ώστε να νιώσει ο μέσος πολίτης ότι κάθε απόπειρα φοροαποφυγής ή φοροδιαφυγής, τιμωρείται άμεσα και αμείλικτα από την ευνομούμενη πολιτεία.
Μόνο που στους μεγαλοεπιχειρηματίες του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν ακολουθείται η ίδια συνταγή. Ήδη αποκαλύφθηκαν από τη δημοσιογραφική έρευνα καραμπινάτες περιπτώσεις φοροδιαφυγής σε μεγάλη ΠΑΕ και ο αρμόδιος οικονομικός εισαγγελέας κωφεύει.
Προφανώς αποφεύγει να επιδείξει τα ίδια καλά αντανακλαστικά με τις περιπτώσεις των POS, καθώς ουδείς επιτηδευματίας μπορεί να αντιπαλέψει με τη δικαστική εξουσία.
Αντίθετα η οικονομική εξουσία κυβερνά τη χώρα μας εδώ και τριάντα περίπου χρόνια, χωρίς να τολμά ούτε πολιτικός ούτε δικαστικός να συγκρουστεί μαζί της ώστε να αναδείξει την συνταγματικά κατοχυρωμένη ισοτιμία μεταξύ των πολιτών.
Και είναι τόσο απλό: Μιά έρευνα στα οικονομικά των ΠΑΕ είναι πάγιο αίτημα της φίλαθλης κοινής γνώμης. Κάθε τρεις και λίγο, ο εκάστοτε υφυπουργός Αθλητισμού διατείνεται ότι έστειλε το ΣΔΟΕ για να τσακίσει την ανομία. Είτε οι κρατικοί ελεγκτές χάνουν τον δρόμο είτε τα πορίσματά τους καταλήγουν στο τελευταίο αραχνιασμένο συρτάρι.
Ο κυβερνητικός εντυπωσιασμός μέσω της λαϊκίστικης επικοινωνίας περιορίζεται σε θεαματικές καταδιώξεις επωνύμων που καταλήγουν σε μιά τρύπα στο νερό, χωρίς τα άδεια κρατικά ταμεία να ωφελούνται στο παραμικρό