MENU

Με 3/3 ήττες εντός, δεν έφτιαξε την προίκα του κανείς. Ο ΠΑΟΚ ξύπνησε την Παρασκευή, νούμερο-64 στο ευρωπαϊκό ranking. Θα πέσει, ως το τέλος της σεζόν, κι άλλο. Θα το βρει μπροστά του, αργότερα.

Ευθύς εξαρχής στο Γιουρόπα Λιγκ, δεν το άξιζε. Δεν έπαιξε. Δεν συγκεντρώθηκε και δεν προκρίθηκε. Δεν «ήταν εκεί» νοητικά, το πώς κάνει πέναλτι ο Λέο Μάτος τα λέει/δείχνει όλα. Η νίκη στη Λευκορωσία, παραπλάνησε και παραμόρφωσε. Ένα αποτέλεσμα που έκατσε, εκείνο το βράδι. Ετυχε, δεν πέτυχε. Η εξαίρεση. Ο κανόνας είναι οι πέντε ήττες στα έξι ματς (και η τελευταία θέση στην κατάταξη) του ομίλου.

Η ΒΑΤΕ, πώς στήθηκε ψηλά, απ’ την πρώτη στιγμή έστειλε το σήμα και το μήνυμα. Δεν κρύφτηκαν, δεν περίμεναν, επιτέθηκαν. Ηταν φανερό ότι δεν εμπιστεύονταν την Τσέλσι. Ηθελαν μονάχοι, να εξουδετερώσουν την πιθανότητα ακόμη και νίκης της Βίντι. Είχαν μόνον ένα τρόπο. Τη δική τους νίκη, στην Τούμπα.

Ηλθαν κι έμειναν μέρες εδώ, προσηλώθηκαν με παρωπίδες, έβγαλαν πνευματική (παν)ετοιμότητα. Μύριζε, αίσθηση αποστολής. Σκοπού. Τελικού. Καταλάβαινες ότι θα ‘διναν ίσαμε καμιά δεκαριά πρωταθλήματα για να πάρουν αυτό, μία πρόκριση στους «32». Το ανάποδο του ΠΑΟΚ, που θα ‘δινε όλες τις προκρίσεις στους «32» για να πάρει ένα πρωτάθλημα.

Στο πρώτο γκολ, στη σέντρα του Στασέβιτς πέντε παίκτες της ΒΑΤΕ πατάνε μες στην περιοχή του ΠΑΟΚ. Ενας αφήνει τη μπάλα, απ’ τον δεύτερο περνάει, ο τρίτος το βάζει. Οσο πιο πολλοί, τόσο πιο καλές οι πιθανότητες. Πέντε παίκτες μες στην περιοχή, η μισή ενδεκάδα!

Απόδειξη επιθυμίας. Φιλοδοξίας. Δεν είναι, για να τη λέμε. Είναι, για να τη δείχνουμε. Στο δεύτερο γκολ, κανείς δεν έπεσε απ’ τα σύννεφα. Φαινόταν, ότι αυτό έρχεται. Ο κίνδυνος, δεν ήταν πια ο αποκλεισμός. Ηταν η συντριβή. Την απέτρεψε ο out-of-the-blue συνδυασμός γκολ+κόκκινη αργότερα, Πρίοβιτς/Σιγνέβιτς.

Ποδόσφαιρο στην Ευρώπη τον Φεβρουάριο θα παίξει, η μοναδική ελληνική ομάδα που έπαιξε ποδόσφαιρο στην Ευρώπη Σεπτέμβριο με Δεκέμβριο ώστε να μπορεί να παίξει ποδόσφαιρο στην Ευρώπη και τον Φεβρουάριο. Ένα καλό βήμα, ένα δυνατό πάτημα, στο γίγνεσθαι του Νέου Ολυμπιακού.

Το είχαν ανάγκη, όλοι γύρω-γύρω. Η δουλειά ήταν σωστή, αλλά έλειπε το ένα ηχηρό αποτέλεσμα για να την επιβεβαιώσει πέραν πάσης αμφιβολίας. Ηλθε, μέσα από είκοσι λεπτά παράνοιας. Δεν γινόταν, αλλιώς. Εξήντα λεπτά κανονικότητας, ο Ολυμπιακός ήταν καλός. Ανταγωνιστικός. Όμως όχι όσο καλός, για νίκη με +2 γκολ.

Το +2 απαιτούσε τρέλα.

Να πιαστεί κοιμώμενη, ιταλική άμυνα σε κόρνερ. Να βγάλει την ευστροφία ο Φορτούνης, να παίξει κοντά με τον Ντανιέλ Ποντένσε. Να επιτεθούν στη μπάλα, και ο Βούκοβιτς και ο Σισέ. Δεν το ‘βαλε ο ένας, το ‘βαλε ο άλλος, πάντοτε ένας απ’ αυτούς τους δύο το βάζει!

Κι έπειτα ο Σαπάτα…που έγινε Βούκοβιτς, δηλαδή γκολ στο ένα τέρμα γκολ και στο άλλο τέρμα. Και μετά ο Τοροσίδης που μπήκε για στράικερ, με το που μπήκε κέρδισε πέναλτι, με το που μπήκε το πέναλτι γύρισε εξάρι. Σκίσε το manual!

Άλλη μία φορά, ο έμφυτος ιταλικός μινιμαλισμός (όσο χρειάζεται, ό,τι δεν χρειάζεται είναι περιττός κόπος…) νικήθηκε. Τιμωρήθηκε. Η Μίλαν δεν ρίσκαρε, δεν το ζόρισαν για παραπάνω, όσο ένιωθαν ασφαλείς.

Αλλοτε, αυτά τα χρώματα ταξίδευαν στην Αθήνα για να κατακτήσουν τρόπαια. Τσάμπιονς Λιγκ. Τώρα, στην Αθήνα ταξίδεψε μια ομάδα Γιουρόπα Λιγκ. Ούτε καν φαβορί, ακόμη κι αν περνούσε, για το Γιουρόπα Λιγκ…

Είκοσι λεπτά παράνοιας