Αυτές οι παλινωδίες στη διαδικασία άσκησης πειθαρχικών διώξεων και κυρώσεων, δημιούργησαν ένα νεφέλωμα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η κατά βάση σωστή επιλογή του νόμου Κοντονή για πειθαρχικά όργανα με τακτικούς δικαστές, σκόνταψε σε 5 ζητήματα:
- Η επιλογή των δικαστών γίνεται από τη γενική συνέλευση της ΕΠΟ μέσα από μία λίστα που συντάσσει το Πρωτοδικείο. Με αυτόν τον τρόπο οι ελεγχόμενοι διαλέγουν τους ελεγκτές τους.
- Οι αθλητικοί δικαστές αμείβονται από την ΕΠΟ και όχι από το κράτος, κατά παράβαση του αθλητικού νόμου 2725/99. Ετσι επιχειρείται μία σχέση οικονομικής εξάρτησης του δικαστή με τους παράγοντες της Ομοσπονδίας.
- Τα αθλητικά δικαστήρια λειτουργούν εντός των κτιρίων των ποδοσφαιρικών αρχών και όχι στους φυσικούς τους χώρους, όπως είναι η Ευελπίδων και το Εφετείο. Ο συγχρωτισμός δικαστών – παραγόντων δημιουργεί συνθήκες πίεσης και αλληλεπιδράσεων.
- Η δυνατότητα πολλών αναβολών και η μη οριοθέτηση ενός εύλογου χρόνου των πειθαρχικών αποφάσεων, παραπέμπει σε διαδικασίες ανισονομίας. Αν δεν επιταχυνθούν εκλογικευμένα οι αποφάσεις των αθλητικών δικαστηρίων, είναι βέβαιο ότι θα συνεχισθούν οι συζητήσεις για υπόνοιες μεροληψίας.
- Ο καταχρηστικός τρίτος βαθμός ποδοσφαιρικής δικαιοσύνης δεν λειτούργησε όπως έπρεπε. Το Διαιτητικό Δικαστήριο, δηλαδή ο Αρειος Πάγος του ποδοσφαίρου, είχε χαρακτηριστικά τερατογένεσης, καθώς η σύνθεσή του αποτελούνταν από τρεις αρεοπαγίτες και δύο δικηγόρους! Δεν υπάρχει κανείς λόγος να κρίνονται οι υποθέσεις σε τρίτο βαθμό, καθώς υφίσταται η δυνατότητα προσφυγής στο CAS (Αθλητικό Δικαστήριο της Λωζάνης).
Ο νέος αθλητικός νόμος που ετοιμάζει ο υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης, πρέπει να λύσει όλα αυτά τα θέματα. Η ΕΠΟ φαίνεται διατεθειμένη να συναινέσει, καθώς καταλαβαίνει ότι η δικαιοσύνη είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προβληματικός πυλώνας μετά τη διαιτησία.
Σε κάθε περίπτωση όμως, τα πρόσωπα είναι εκείνα που αναδεικνύουν τους θεσμούς. Το γεγονός και μόνο ότι ελέγχεται πειθαρχικά από τον Αρειο Πάγο ένας αθλητικός δικαστής που εξέδιδε πειθαρχικές αποφάσεις χωρίς να καταθέτει σκεπτικά, αποδεικνύει περίτρανα την αναγκαιότητα αξιοκρατικής επιλογής των ανθρώπων που θα συνεχίσουν να δικάζουν και όχι να διχάζουν.
Τον Αύγουστο λήγει η τριετής θητεία τους. Η παραμονή τους ή η επιλογή νέων προσώπων, πρέπει να κριθεί αποκλειστικά από δικαστικούς λειτουργούς και όχι από ποδοσφαιροπαράγοντες.