MENU

Μία λανθασμένη κίνηση. Μία λανθασμένη απόφαση. Ένας λάθος άνθρωπος. Ένα λάθος στενό. Ένας λάθος δρόμος. Δε θέλει πολύ. Στo Σίεμοντ στις αρχές της χιλιετίας, συγκεκριμένα, δεν ήθελε καθόλου. Το 2012, ο Τζορτζίνιο κοιτούσε το κενό ψηλά από τη γέφυρα του Ρότερνταμ. Κοιτούσε τη θάλασσα, πέταξε μερικά λουλούδια και το στομάχι του πάλευε να απομακρύνει τον κόμπο που από το προηγούμενο βράδυ ένιωθε. Μερικά λεπτά πριν βρισκόταν στο σημείο που σκοτώθηκε ο παιδικός του φίλος, για να εναποθέσει και εκείνος φόρο τιμής στον τόπο δολοφονίας του. Στη γέφυρα που στεκόταν, ο θείος του παιδικού του φίλου είχε κρεμαστεί το ίδιο βράδυ, λίγη ώρα μετά τα νέα που σόκαραν την ταλαιπωρημένη γειτονιά.

Ένα 24ωρο αργότερα, με τα νέα ακόμα να αντηχούν στα αυτιά του, έπρεπε να βρίσκεται στο γήπεδο. Έπαιξε με την Αϊντχόβεν, σκόραρε και το αφιέρωσε στον Άντονι. Μαζί μεγάλωσαν, μαζί έπαιζαν ποδόσφαιρο, μαζί έκαναν όνειρα. Ήταν οι τρεις του. Ο Τζίνι, ο Άντονι και ο Ρομάριο στην «προβληματική περιοχή», όπως επισήμως καταγραφόταν στα αρχεία το Σίεμοντ το 2001. Στην περιοχή, όπου υπήρχε φτώχεια, υπήρχαν εργατικές κατοικίες, υπήρχαν μονογονεϊκές οικογένειες, υπήρχε χαμηλό βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο, ο δήμος του Ρότερνταμ αποφάσισε το 1995 να μεταφέρει την ζώνη πορνείας. Η κατάσταση έγινε ανυπόφορη.

Το ινστιτούτο «Verwey-Jonker» την χαρακτήρισε ως τη χειρότερη περιοχή της Ολλανδίας για να μεγαλώσει ένα παιδί και μέχρι την ανάπτυξη που ήρθε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, οι συνθήκες ήταν τραγικές. «Τα έχω δει όλα. Ηρωίνη, πόρνες, πρεζάκια, διακινητές. Όλα σε έναν δρόμο. Έμοιαζε φυσιολογικό για μας, αλλά δεν ήταν. Δεν έπρεπε ποτέ να πας σε υπόγειο ή σε πιλοτή γιατί θα έβλεπες πράγματα που δεν πρέπει να βλέπει ένα παιδί», εξιστορεί παιδικός φίλος του Τζορτζίνιο, σε αφιέρωμα που έγινε στον μέσο της Λίβερπουλ την περασμένη άνοιξη, με αφορμή τη συμμετοχή του στον τελικό του Champions League.

Ο Τζίνι Βαϊνάλντουμ τα είχε καταφέρει. Εκεί μεγάλωσε και ο ίδιος, τις ίδιες εικόνες και τις ίδιες παραστάσεις έπαιρνε ως παιδί - ως το «χαμογελαστό παιδί» όπως τον φώναζαν στη γειτονιά – αλλά τώρα ετοιμάζεται για τον δεύτερο συνεχόμενο τελικό της καριέρας του. Πώς;

«Α, ξέχασα να σας πω. Αν η γιαγιά Βαϊνάλντουμ έλεγε κάτι, έπρεπε να το ακούσεις! Ήταν μια γλυκύτατη γυναίκα, αλλά πολύ αυστηρή. Αν ο Τζορτζίνιο έκανε να πάει πιο πέρα από τα στενά που επιτρεπόταν, του έστριβε τα αυτιά. Ήθελε να τον κρατήσει στο σωστό δρόμο. Και τα κατάφερε!».

Οι τρεις ευχές του Τζίνι!

Μερικά καλοκαίρια πριν, η σούπερ γιαγιά καθόταν στο μπαλκόνι του μεγάλου της σπιτιού στο Σουρινάμ. Ο Τζίνι άφησε για λίγο την παρέα του και ανέβηκε να πιει ένα τσάι μαζί της. Ήθελε να την ευχαριστήσει ακόμα μια φορά για όσα είχε κάνει για εκείνον. «Το έκανα για να σε κρατήσω μακριά από μπελάδες, όχι για να γίνεις ποδοσφαιριστής. Το ότι έγινε κι αυτό, τόσο το καλύτερο». Η Φραντσίνα Μέιλαντ μεγάλωσε 13 παιδιά. Μεγάλωσε αμέτρητα εγγόνια και ανίψια και σήμερα ακμαιότατη στα 85 της χρόνια. Το 2011 ήταν δίπλα στον Βαϊνάλντουμ όταν υπέγραφε στην Αϊντχόβεν. Το 2016 ήταν στην Βραζιλία για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το 2015 στο Νιουκάστλ για το ντεμπούτο του στην Premier League. Και από πέντε χρονών ήταν εκεί για να πραγματοποιεί τις ευχές του Τζίνι. Τις περισσότερες, τουλάχιστον.

Η πρώτη ήταν σε ηλικία πέντε ετών. Οι γονείς του Τζορτζίνιο θα χώριζαν και ο μικρός δεν ήθελε να ακολουθήσει τη μαμά του στο Άμστερνταμ. Επέμενε να μείνει στο σπίτι που ένιωθε περισσότερο από οπουδήποτε ότι έχει μια οικογένεια. «Ακόμα και τότε έβλεπα συχνά τη γιαγιά μου. Τρέχαμε όλοι στο σπίτι της μετά το σχολείο. Ήταν ένα μέρος γεμάτο κόσμο και φασαρία. Παιδιά, εγγόνια, ανίψια, θείοι, θείες ̇ζεστασιά. Επέμεινα να μείνω μαζί της και τελικά μου το επέτρεψε η μητέρα μου». Η σχέση του μικρού με την μητέρα του και τα αδέρφια του δεν χάλασε ποτέ. Κι έχει πολλά από… δαύτα, καθότι ο πατέρας του προχώρησε σε μια παραγωγική ζωή. Στην πιο περίεργη από τις ιστορίες του θα σου περιγράψει πώς γνώρισε τον Βαν Λα Πάρα στην καντίνα του γηπέδου της Φέγενορντ πριν από έναν αγώνα! Φαίνεται – αν συνυπολογίσουμε και τον Τζιλιάνο Βαϊνάλντουμ – ότι η οικογένεια είχε ποδοσφαιρικό dna. Μόνο που δεν είχε!

Η δεύτερη ευχή του Τζίνι δεν είχε καμία σχέση με το ποδόσφαιρο. Το άθλημα με την ασπρόμαυρη μπάλα τον άφηνε παγερά αδιάφορο! «Συχνά ακούτε ιστορίες αγοριών που είχαν μια μπάλα στα πόδια από την ημέρα που γεννήθηκαν. Ε, καμία σχέση. Εγώ ήθελα να γίνω γυμναστής. Ή ακροβάτης. Τρελαινόμουν να κάνω ανάποδα σάλτα και κωλοτούμπες. Το ποδόσφαιρο δεν με ενδιέφερε καθόλου, δεν το έβλεπα καν στην τηλεόραση. Ένιωθα ότι ήταν φανταστικό να έχω τον έλεγχο του σώματός μου, να μπορώ να κάνω ό,τι θέλω με το σώμα μου. Είχα ευελιξία. Στο σχολείο υπήρχε ένα κορίτσι που πήγαινε ενόργανη γυμναστική. Έκανε ασκήσεις στη διάρκεια του μαθήματος και προσπαθούσα να τη μιμηθώ. Για να είμαι ειλικρινής, ακόμα και τώρα που βλέπω την κόρη μου ζηλεύω λίγο. Κάνει όλα εκείνα που ήθελα να κάνω εγώ ως παιδί».

Τι είπαμε νωρίτερα; Αν η γιαγιά έλεγε κάτι έπρεπε να την ακούσεις. Και η γιαγιά Βαϊνάλντουμ δεν ήθελε γυμναστική. «Φοβόταν ότι θα χτυπήσω το λαιμό μου και θα πάθω ζημιά και με πίεσε να πάω στο ποδόσφαιρο. Δεν μου άρεσε στην αρχή, αλλά προέκυψε να είμαι φυσικό ταλέντο και ερωτεύτηκα τη μπάλα». Η Φραντσίνα είχε την επιμονή και την υπομονή για να είναι δίπλα στον εγγονό της. Καθότι ήταν φτωχή οικογένεια και δεν είχαν λεφτά, έπαιρναν μαζί το Μετρό για τις προπονήσεις στη Σπάρτα Ρότερνταμ. Υπήρχαν, όμως, και οι πολύ πρωινές προπονήσεις, εκείνες στις 7π.μ., οπότε το μετρό δεν ήταν επιλογή.

«Θα περπατούσε μαζί μου. Μπορεί να ήταν μεγάλη σε ηλικία, αλλά ήταν σε καλή κατάσταση. Ήταν μια απόσταση 45 λεπτών, όμως την έκανε μαζί μου. Ακόμα και τον χειμώνα».

Ο Τζορτζίνιο Βαϊνάλντουμ έκανε δοκιμαστικό σε ηλικία έξι ετών και αμέσως τον κάλεσαν στην ακαδημία. Μετά από έναν χρόνο είχε τη δυνατότητα να πάει στον Άγιαξ, στην Αϊντχόβεν ή τη Φέγενορντ, αλλά άσχετός καθώς ήταν από ποδόσφαιρο, δεν τον ενδιέφερε μια τέτοια προοπτική. Ήθελε να είναι κοντά στους φίλους του. Τον Άντονι και τον Ρομάριο. Τη δεύτερη φορά που προέκυψε η ευκαιρία κι ενώ πια είχε μάθει, έφυγε. 14 χρονών πήγε στην αγαπημένη του ομάδα του Ρότερνταμ, 16 ετών έκανε ντεμπούτο, ήθελε να παρατήσει το σχολείο αλλά η γιαγιά – όπως και η μαμά – πάλι δεν τον άφησε, έγινε επαγγελματίας, πήρε μεταγραφή στην Αϊντχόβεν, έφτιαξε μια μεγάλη καριέρα, η οποία ακόμα συνεχίζεται. Μέσα στην καριέρα του είχε σκαμπανεβάσματα, είχε και πάτο όταν το 2013 εξαιτίας ενός τραυματισμού στην πλάτη, εθίστηκε στα παυσίπονα.

«Αν πονούσα οπουδήποτε, το πρώτο που έκανα ήταν να πάρω χάπια», εξομολογήθηκε σε συνέντευξή του και η τρίτη του ευχή ήταν να μπορεί να ζει φυσιολογικά. Η οικογένειά του μαζεύτηκε στο Ρότερνταμ, συγκεντρώθηκε γύρω του, αποτέλεσε την ασπίδα του. Ο Τζίνι συνήλθε. «Στην αρχή, μόλις χτυπούσα σκεφτόμουν: Πρέπει να το ξεπεράσω για να παίξω ποδόσφαιρο. Όταν ο πόνος αυξανόταν, άρχισα να σκέφτομαι: Δεν πρέπει να παίξω ποδόσφαιρο, πρέπει να περάσει ο πόνος για να ζήσω φυσιολογικά. Μετά από 1,5 μήνα που ζούσα μόνο με παυσίπονα κατάλαβα ότι πρέπει να τα κόψω».

Ο Τζίνι Βαϊνάλντουμ το ξεπέρασε, ίσως γιατί είχε δει το κακό με τα μάτια του. Ο ίδιος έφτασε να παίζει το υψηλότερο επίπεδο. Ο Ρομάριο δεν έκανε σπουδαία καριέρα, αλλά είναι μέχρι και σήμερα επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ο Άντονι Φερνάντεζ έπαιζε στην Σπάρτα Ρότερνταμ μαζί με τους φίλους του. Όταν δεν του έγινε πρόταση να γίνει επαγγελματίας, βυθίστηκε. Ένα χρόνο μετά το ντεμπούτο του Τζορτζίνιο με τη Φέγενορντ, φυλακίζεται. Μετά την αποφυλάκισή του, δολοφονείται στη γειτονιά που μεγάλωσαν όλοι μαζί.

Ο Τζίνι παίζει με αντίπαλο την Εξέλσιορ. Σκοράρει και σηκώνει τη φανέλα του.

Rest in peace Anthony.

Schiemond Passion.

Μία λανθασμένη κίνηση. Μία λανθασμένη απόφαση. Ένας λάθος άνθρωπος. Ένα λάθος στενό. Ένας λάθος δρόμος. Δε θέλει και πολύ. Ευτυχώς για τον Τζίνι, η Φραντσίνα δεν ήταν ένας άνθρωπος που ήθελες να παρακούσεις…

Ο Τζίνι και το… τζίνι!