MENU

Το Champions League και άλλοτε Κύπελλο Πρωταθλητριών αποτελεί το μεγάλο απωθημένο των Ελλήνων. Διότι κανένας Έλληνας ποδοσφαιριστής ή προπονητής δεν κατάφερε μέχρι τώρα να σηκώσει την κορυφαία διασυλλογική κούπα της Ευρώπης. Η ομάδα του Παναθηναϊκού το 1971 έφτασε μια ανάσα αλλά υποκλίθηκε στον μεγάλο Άγιαξ, ενώ αρκετά χρόνια αργότερα (2004) ο Άκης Ζήκος ως παίκτης της Μονακό, έχασε και αυτός την ευκαιρία απέναντι στην Πόρτο του Μουρίνιο.

Μπορεί λοιπόν η Ελλάδα να μην έχει δει κάποιο «δικό της παιδί» να ανεβαίνει στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου σε συλλογικό επίπεδο, ωστόσο φιλοξένησε αρκετούς πρωταγωνιστές της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, Ο πρώτος πρωταθλητής Ευρώπης που ήρθε στη χώρα μας ήταν ο Μπέλα Γκούτμαν, ο οποίος το 1967 εργάστηκε ως προπονητής του Παναθηναϊκού και ενώ νωρίτερα είχε πάρει δύο φορές το βαρύτιμο τρόπαιο με την Μπενφίκα.

Ξεχωριστή περίπτωση είναι και αυτή του Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, ο οποίος το 1991 κατάκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τον Ερυθρό Αστέρα και το ίδιο καλοκαίρι ήρθε να παίξει στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ. Το SDNA έψαξε και σας παρουσίαζει τις σημαντικότερες περιπτώσεις παικτών ή προπονητών που είτε κατέκτησαν το τρόπαιο είτε αγωνίστηκαν στον τελικό και στη συνέχεια βρέθηκαν στη χώρα μας...

1959-1960-1966 (Φέρεντς Πούσκας): Ο «Καλπάζων Συνταγματάρχης» αγωνίστηκε για μια 8ετία στη Ρεάλ Μαδρίτης (1958-1966) και σε αυτό το διάστημα κατέκτησε τρεις φορές την κορυφή της Ευρώπης με την φανέλα της «βασίλισσας». Σταμάτησε την ποδοσφαιρική του καριέρα το 1966 και άρχισε αμέσως την προπονητική. Το 1970 βρέθηκε στον πάγκο του Παναθηναϊκού και έναν χρόνο αργότερα τον οδήγησε σε τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Ο Παναθηναϊκός γνώρισε την ήττα με 2-0 από τον Άγιαξ και ο Πούσκας έχασε την ευκαιρία να πάρει το βαρύτιμο τρόπαιο και ως προπονητής.

1961-1962 (Μπέλα Γκούτμαν): Ξεκίνησε και σταμάτησε την ποδοσφαιρική του καριέρα προπολεμικά και από το 1933 που ασχολήθηκε με την προπονητική πέρασε από αρκετούς πάγκους. Η μεγαλύτερη επιτυχία του ήρθε την διετία 1961-1962 όταν και οδήγησε την Μπενφίκα σε ισάριθμες κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Φεύγοντας δυσαρεστημένος από την πορτογαλική ομάδα φέρεται να τους είπε «ούτε σε 100 χρόνια δε θα ξαναπάρετε ευρωπαικό», η χαρακτηριστική «κατάρα του Γκούτμαν» που παραδόξως ακολουθεί ακόμα τη Μπενφίκα. Αργότερα είχε και ένα σύντομο πέρασμα από τον Παναθηναϊκό το 1967, αλλά δε κατάφερε να προσαρμοστεί στις ερασιτεχνικές συνθήκες του τότε ελληνικού ποδοσφαίρου.

1966-1971 (Βέλιμπορ Βάσοβιτς): Στον τελικό του 1966 είχε αγωνιστεί βασικός απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης και μάλιστα στο 55΄ άνοιξε το σκορ για την ομάδα του. Τελικά η μαδριλένικη ομάδα κατάφερε να γυρίσει το ματς (2-1) και να πάρει το τρόπαιο. Ο Βάσοβιτς πάντως, πήρε το Κύπελλο Πρωταθλητριών με την φανέλα του Άγιαξ το 1971 απέναντι στον Παναθηναϊκό. Δώδεκα χρόνια αργότερα και έχοντας ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα, πέρασε από τον πάγκο του Εθνικού (1983).

1970 (Ρίνους Ισραελ): Ο Ολλανδός αμυντικός αγωνίστηκε για μια οκταετία (1966-1974) στη Φέγενορντ με την οποία κατέκτησε τα πάντα. Το 1970 κατάφερε να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, ενώ ήταν αυτός που είχε πετύχει το γκολ της ισοφάρισης στον τελικό με την Σέλτικ. Αναδείχθηκε δύο φορές (1970, 1975) ποδοσφαιριστής της χρονιάς στην Ολλανδία. Το 1982 στράφηκε στην προπονητική και τη σεζόν 1988/89 πέρασε από τον πάγκο του ΠΑΟΚ, με την ομάδα της Θεσσαλονίκης να τερματίζει στην 8η θέση.

1971-1972-1973 (Άρι Χάαν): Βασικό μέλος της «χρυσής τριετίας» του Άγιαξ (1971-1973) που έφτασε σε ισάριθμες κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Το 1971 είχε μπει αλλαγή και είχε πετύχει το δεύτερο γκολ του Άγιαξ απέναντι στον Παναθηναϊκό. Ο Χάαν αγωνίστηκε βασικός στους δύο επόμενους τελικούς της ομάδας του με Ίντερ και Γιουβέντους αντίστοιχα. Το 1984 ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα. Υπό τις οδηγίες του Ολλανδού, ο ΠΑΟΚ την περίοδο 1994–95 τερμάτισε στην 3η θέση του πρωταθλήματος. Το 1999 πέρασε για δεύτερη φορά από τον πάγκο του ΠΑΟΚ, ενώ το 2000 είχε ένα σύντομο πέρασμα από τον Πανηλειακό.

1972-1973 (Στέφαν Κόβατς): Ο θρύλος του ρουμάνικου ποδοσφαίρου ήταν ο προπονητής του μεγάλου Άγιαξ που έφτασε την διετία 1972-1973 δύο φορές στην κορυφή της Ευρώπης συνεχίζοντας το έργο του Ρίνους Μίχελ ο οποίος ένα χρόνο πριν είχει οδηγήσει τον «Αίαντα» στην πρώτη από τις τρεις σερί κατακτήσεις. Ο Κόβατς πέρασε και από την χώρα μας καθώς από το 1981-83 ήταν προπονητής του Παναθηναϊκού, με τον οποίο πανηγύρισε την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας το 1982.

1983-85 (Ρόνι Γουίλαν): Ο Ιρλανδός μέσος ήταν ένας εκ των πρωταγωνιστών της Λίβερπουλ στην κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1983, όταν η αγγλική ομάδα επικράτησε στα πέναλτι της Ρόμα (1-1, 4-2 πεν.). Δύο χρόνια αργότερα ο Γουίλαν βρέθηκε να διεκδικεί ξανά το τρόπαιο με τη φανέλα της Λίβερπουλ, αλλά η ομάδα του έχασε από τη Γιουβέντους (1-0) στον αιματοβαμένο τελικό του Χέιζελ. Τη σεζόν 1998/99 ανέλαβε τον πάγκο του Πανιωνίου που ήταν Κυπελλούχος Ελλάδας την προηγούμενη χρονιά, αλλά η ομάδα της Νέας Σμύρνης τερμάτισε μια θέση πάνω από αυτή του υποβιβασμού.

1986 (Βίκτορ Μουνιόθ): Πολύ πριν τον γνωρίσουμε από κοντά στην Ελλάδα, ο Μουνιόθ υπήρξε ένας σπουδαίος μέσος που έκανε μεγάλη καριέρα στην Μπαρτσελόνα την περίοδο 1981-1988. Το 1986 έφτασε ένα βήμα πριν την κορυφή της Ευρώπης αλλά η Στεάουα και κυρίως ο Ντουκαντάμ του στέρησαν στα πέναλτι (0-0, 2-0 πεν.) αυτή τη χαρά. Τη σεζόν 2006/07 πέρασε από τον πάγκο του Παναθηναϊκού και έμεινε γνωστός ως ο προπονητής που ανέδειξε το ταλέντο του Σωτήρη Νίνη.

1986-1989 (Άνχελ Ιορντανέσκου): Μηχανή παραγωγής γκολ ο Ρουμάνος επιθετικός από το 1968 ως το 1982 που αγωνίστηκε με τη φανέλα της Στεάουα. Ακολούθησε μια διετία (1982-1984) στην Ελλάδα και στον ΟΦΗ για να επιστρέψει το 1986 και πάλι στην Στέαουα, με την οποία κατέκτησε εκείνη τη χρονιά το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μάλιστα, είχε συμμετοχή στον τελικό απέναντι στην Μπαρτσελόνα, παίρνοντας στο 72΄ τη θέση του Μπάλαν. Τρία χρόνια αργότερα το 1989 οδήγησε την Στεάουα και πάλι σε τελικό αλλά ο τεχνικός αυτή τη φορά, όμως η ομάδα του γνώρισε την συντριβή με 4-0 από τη Μίλαν. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1998 όπου έμεινε για έναν χρόνο ως ομοσπονδιακός τεχνικός, όχι όμως με ιδιαίτερη επιτυχία.

1986 (Λάζλο Μπόλονι): Ακόμα ένας Ρουμάνος παίκτης της Στεάουα του 1986 που πέρασε από τη χώρα μας. Ο Μπόλονι ήταν βασικό στέλεχος στην κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από την Στεάουα απέναντι στην Μπαρτσελόνα. Αρκετά χρόνια αργότερα και έχοντας ήδη ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα ανέλαβε τον πάγκο του ΠΑΟΚ, τη σεζόν 2011/12. Ο Ρουμάνος τεχνικός χρεώθηκε την καλή πορεία της ομάδας στο Europa League και την ανάδειξη και προώθηση ταλέντων στην πρώτη ομάδα, αλλά η κακή πορεία στο πρωτάθλημα που οδήγησε τον ΠΑΟΚ στην τελευταία θέση των πλέι οφ δεν τον κράτησαν στην Τούμπα.

1991 (Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς): Ο πρώτος παίκτης που ήρθε να παίξει στην Ελλάδα και όχι να προπονήσει, έχοντας πάρει το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Ήταν μέλος και μάλιστα βασικό στον Ερυθρό Αστέρα του 1991 που έφτασε στην κορυφής της Ευρώπης, επικρατώντας στα πέναλτι της Μαρσέιγ. Έχοντας πάρει το μετάλλιο, το ίδιο καλοκαίρι ο πόλεμος τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη χώρα του και να έρθει στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ. Έμεινε πέντε χρόνια στην «Ένωση», κατέκτησε τρία πρωταθλήματα και στη συνέχεια το 1996 μετακόμισε στον Πειραιά όπου πήρε άλλα δύο πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό.

1991 (Λιούπκο Πέτροβιτς): Ήταν ο προπονητής του Ερυθρού Αστέρα που έφτασε στην κορυφή της Ευρώπης το 1991. Ένα χρόνο μετά από αυτή την μεγάλη επιτυχία και συγκεκριμένα τη σεζόν 1992/93 ανέλαβε τον πάγκο του ΠΑΟΚ, ωστόσο αποχώρησε στο τέλος της και ήρθε σε συμφωνία με τον Ολυμπιακό. Η θητεία του ωστόσο το λιμάνι ήταν πολύ σύντομη.

1992 (Σρέτσκο Κάτανετς): Ο Σλοβένος αμυντικός έφτασε κοντά στην πηγή αλλά δεν κατάφερε να πιει νερό. Το 1992 ήταν βασικός μέλος της Σαμπντόρια που έχασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από την Μπαρτσελόνα. Το 2002 έχοντας κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια ανέλαβε προπονητής στον Ολυμπιακό αλλά η θητεία του διήρκεσε μόλις τρεις μήνες. Ο Κατάνετς κάτω από την πίεση για την κατάκτηση του 7ου σερί πρωταθλήματος έκανε λόγο για ψύχωση με αποτέλεσμα να απομακρυνθεί.

1996 (Νόρντιν Βόουτερ): Τα «τρομερά μωρά» του Άγιαξ τη διετία 1994-1996 έκαναν όλη την Ευρώπη να παραμιλάει. Ανάμεσα στα ταλέντα της ολλανδικής ομάδας ήταν και ο Νόρντιν Βόουτερ, οποίος είχε περάσει ως αλλαγή στη θέση του Ρόναλντ Ντε Μπουρ στον χαμένο τελικό με τη Γιουβέντους. Το 2004 ήρθε στον Παναθηναϊκό, έμεινε ως το 2006, αλλά η θητεία δεν θεωρήθηκε και τόσο επιτυχημένη (21 αγώνες, 1 γκολ).

1996-1997 (Πάουλο Σόουζα): Ο Πορτογάλος αμυντικός μέσος έζησε μια μεγάλη διετία στην καριέρα του, αφού κατάφερε να κατακτήσει το Champions League δύο σερί χρονιές με διαφορετικές ομάδες. Αρχικά το 1996, με τη φανέλα της Γιουβέντους, ενώ ένα χρόνο αργότερα τιμώρησε την «γηραιά κυρία» ως παίκτης της Ντόρτμουντ. Το καλοκαίρι του 2000 ήρθε στην Ελλάδα για τον Παναθηναϊκό. Το πέρασμα του ήταν σύντομο και αγωνίστηκε μόλις σε 10 παιχνίδια καθώς τον ταλαιπώρησαν συχνοι τραυματισμοί του παρελθόντος. Παρόλα αυτά έμεινε στη μνήμη των φίλων του Παναθηναϊκού για την συμβολή του σε καθοριστικά ματς όπως αυτό με τη Γιουβέντους στο Champions League.

1998-2000 (Κριστιάν Καρεμπέ): Ο Γάλλος μέσος ήταν στο αρχικό σχήμα της Ρεάλ Μαδρίτης στον τελικό με τη Γιουβέντους το 1998 που έφερε τη «βασίλισσα» στο θρόνο της έπειτα από 32 χρόνια. Δυό χρόνια αργότερα ο Καρεμπέ πανηγύρισε και πάλι την κατάκτηση του Champions League με τη Ρεάλ παρόλο που έμεινε στον πάγκο στον τελικό με τη Βαλένθια. Το καλοκαίρι του 2001 πήρε μεταγραφή για τον Ολυμπιακό με τον οποίο πρόσθεσε δύο ακόμα πρωταθλήματα στη συλλογή του. Παραμένει ακόμα στην οικογένεια των «ερυθρολεύκων» ως στρατηγικός σύμβουλος της ΠΑΕ.

1998 (Βίκτορ Σάντσεθ): Τη χρονιά (1998) που η Ρεάλ Μαδρίτης επέστρεψε στην κορυφή της Ευρώπης, στον πάγκο της στον τελικό με τη Γιουβέντους βρισκόταν ο Βίκτορ Σάντσεθ. Ο Ισπανός μεσοεπιθετικός τη σεζόν 2006/07 αγωνίστηκε στην Ελλάδα με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, αλλά πέρασε και δεν ακούμπησε. Έξι χρόνια αργότερα επέστρεψε στη χώρα μας, ο βοηθός προπονητή στο πλευρό του Μίτσελ που ήταν τότε στον πάγκο του Ολυμπιακού.

2000-2001 (Έκτορ Ραούλ Κούπερ): Ήταν ο προπονητής της Βαλένθια που μάγεψε στις αρχές της νέας χιλιετίας την Ευρώπη και έφτασε δύο σερί χρονιές στον τελικό του Champions League. Ωστόσο, ο Αργεντινός δεν κατάφερε να κατακτήσει την κορυφή. Το 2000 η Βαλένθια έχασε 3-0 από την Ρεάλ Μαδρίτης, ενώ το 2001 άντεξε 120 λεπτά (1-1) με αντίπαλο την Μπάγερν αλλά ηττήθηκε 5-4 στα πέναλτι. Στις 3 Νοεμβρίου του 2009 ανέλαβε τον Άρη και κατάφερε να το οδηγήσει μέχρι τον τελικό κυπέλλου και να εξασφαλίσει την είσοδο της στα πλέι οφ. Τα καλά αποτελέσματα ωθούν την διοίκηση της ομάδας σε πρόωρη ανανέωση του συμβολαίου του ως τον Ιούνιο του 2011. Ακολούθησε μια ιστορική πρόκριση στο Europa League ωστόσο, στις 18 Ιανουαρίου 2011 υπέβαλε την παραίτησή του από τον πάγκο του Άρη έπειτα από μια σειρά ατυχών αποτελεσμάτων στο πρωτάθλημα.

2001 (Ζλάτκο Ζάχοβιτς): Η περίπτωση του Ζάχοβιτς λειτούργησε αντίθετα από τις προηγούμενες αφού ο Σλοβένος βρέθηκε σε τελικό Champions League έχοντας περάσει πρώτα από τη χώρα μας. Το καλοκαίρι του 1999 αποτέλεσε μαζί με τον Ζιοβάνι τις μεγάλες μεταγραφικές «βόμβες» του Ολυμπιακού. Στο λιμάνι έμεινε μια μόλις σεζόν για να συνεχίσει στη Βαλένθια με την οποία έφτασε το 2001 στον τελικό του Champions League. Στον τελικό με την Μπάγερν δεν ξεκίνησε βασικός αλλά μπήκε ως αλλαγή στο 66΄.

2002 (Φλάβιο Κονσεϊσάο): Ίσως από τους πιο επιδραστικούς αμυντικούς μέσους της Ρεάλ της περασμένης δεκαετίας. Μαζί με τον Μακελελέ ήταν τα δύο «μηχανάκια» της «βασίλισσας» τη σεζόν 2001/02. Ο Βραζιλιάνος πανηγύρισε εκείνη τη σεζόν την κατάκτηση του Champions League μπαίνοντας ως αλλαγή στον τελικό με την Λεβερκούζεν. Το καλοκαίρι του 2005 αποτέλεσε τη μεγάλη μεταγραφή του Παναθηναϊκού, ωστόσο ήταν η σκιά του εαυτού του με αποτέλεσμα να αποχωρήσει στο τέλος της σεζόν.

2002-2009 (Ντίμιταρ Μπεμπάτοφ): Στον τελικό του 2002 εκτός από τον Κονσεϊσάο υπήρχε άλλος ένας παίκτης που ήρθε μετέπειτα στην Ελλάδα. Ο λόγος για τον Βούλγαρο επιθετικό, ο οποίος πέρασε στο 39΄ για λογαριασμό της Λεβερκούζεν. Επτά χρόνια αργότερα το 2009 αγωνίστηκε και πάλι σε τελικό Champions League με την φανέλα της Μάντσεστερ Γ. Μπήκε στο 66΄ στη θέση του Παρκ, αλλά δεν κατάφερε και πάλι να σηκώσει την κούπα. Από το καλοκαίρι το 2015 ανήκει στο δυναμικό του ΠΑΟΚ και μέχρι στιγμής έχει 14 συμμετοχές και 4 γκολ.

2003 (Ριβάλντο): Κι όμως ο Βραζιλιάνος «μάγος» έχει κατακτήσει Champions League! Βρισκόταν στον πάγκο της Μίλαν στον τελικό με τη Γιουβέντους το 2003, καθώς έπεσε πάνω στο «μαγικό ρόμβο» των Γκατούζο, Πίρλο, Ζέεντορφ, Ρούι Κόστα με αποτέλεσμα να μην βρει θέση στην αρχική ενδεκάδα του Αντσελότι. Παρόλα αυτά σήκωσε την κούπα. Το επόμενο καλοκαίρι μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό, πήρε τρία πρωταθλήματα και την σεζόν 2007/08 έπαιξε και με την φανέλα της ΑΕΚ. Κατά πολλούς το μεγαλύτερο όνομα που ήρθε ποτέ στην Ελλάδα.

2003 (Τούντορ): Στον τελικό του «Ολντ Τράφορντ» ανάμεσα στη Μίλαν και τη Γιουβέντους είχε αγωνιστεί και ο Κροάτης που πέρασε πρόσφατα από τον πάγκο του ΠΑΟΚ. Ο Τούντορ ήταν βασικός στην αμυντική τετράδα της «γηραιάς κυρίας» αλλά αναγκάστηκε στο 42΄ να δώσει τη θέση του στον Μπιριντέλι. Τον Ιούνιο του 2015, ο Τούντορ ανέλαβε προπονητής στον ΠΑΟΚ, από όπου απολύθηκε οκτώ μήνες μετά, στις 9 Μαρτίου 2016.

2004 (Άκης Ζήκος): Ο πρώτος και τελευταίος Έλληνας που έχει αγωνιστεί σε τελικό Champions League αφού όταν ο Παναθηναϊκος είχε παίξει με τον Άγιαξ το 1971, η διοργάνωση είχε άλλη μορφή (Κύπελλο Πρωταθλητριών). Αγωνίστηκε σε όλο το ματς της Μονακό απέναντι στην Πόρτο, αλλά έμεινε με την συμμετοχή σε τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης καθώς η ομάδα του ηττήθηκε με 3-0. Ο Ζήκος ξεκίνησε την καριέρα του από την Ξάνθη και καθιερώθηκε στην ΑΕΚ.

2004 (Ρικάρντο Κόστα): Ο Πορτογάλος στόπερ ήταν στον πάγκο της Πόρτο το 2004 όταν κατέκτησε το Champions League και έκανε μια σπουδαία καριέρα έπειτα από εκείνη την επιτυχία, για να έρθει το 2015 στον ΠΑΟΚ. Η θητεία του στη Θεσσαλονίκη πάντως, ήταν σύντομη καθώς το Φεβρουάριο παραχωρήθηκε στη Γρανάδα έχοντας 11 συμμετοχές στη Σούπερ Λίγκα.

2005 (Ιγκόρ Μπίσκαν): Ο Κροάτης αμυντικός μέσος ήταν από τους πρωταγωνιστές της τρελής πορείας της Λίβερπουλ το 2005 που έφτασε ως την κατάκτηση του Champions League. Στον τελικό με τη Μίλαν ήταν στον πάγκο των «κόκκκινων». Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς ήρθε μαζί με τον Φλάβιο Κονσεϊσάο για να σηκώσει στις πλάτες του τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν δικαίωσε τις υψηλές προσδοκίες. Έμεινε δύο σεζόν στο «τριφύλλι» έπαιξε 36 ματς, αλλά το πέρασμά του μόνο επιτυχημένο δεν θεωρείται.

2005 (Χοσέμι): Ένας από τους πολλούς Ισπανούς που είχε στο ρόστερ της η Λίβερπουλ τη χρονιά της Κωνσταντινούπολης. Στον τελικό βρισκόταν κι αυτός στον πάγκο και δεν αγωνίστηκε καθόλου. Τη σεζόν 2010/11 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ηρακλή και ακολούθησαν Λεβαδειακός (2012/13) και Ξάνθη (2013/14).

2005 (Τζιμπρίλ Σισέ): Ο Γάλλος σούπερ σταρ δεν ξεκίνησε στην ενδεκάδα της Λίβερπουλ στον τελικό απέναντι στη Μίλαν, αλλά μπήκε στο 85΄ στη θέση του Μπάρος, έπαιξε σε όλη την παράταση, ενώ ανέλαβε και χτύπησε εύστοχα το πέναλτι στην σχετική διαδικασία. Το καλοκαίρι του 2009 και έχοντας επανέλθει από τον σοβαρό τραυματισμό του αποτέλεσε τη μεταγραφική «βόμβα» του Παναθηναϊκού. Δέθηκε όσο κανείς άλλος γρήγορα με τον κόσμο του «τριφυλλιού» και ήταν ο βασικός πρωταγωνιστής στην κατάκτηση του νταμπλ με τα γκολ του. Το καλοκαίρι του 2011 έφυγε από την Ελλάδα «αηδιασμένος από τη διαιτησία υπέρ του Ολυμπιακού στο ελληνικό ποδόσφαιρο».

2005 (Λουίς Γκαρσία): Από εκείνη τη φουρνιά της Λίβερπουλ που ήρθε στη συνέχεια στην Ελλάδα μόνο ο Λούις Γκαρσία ξεκίνησε βασικός στον τελικό της Κωνσταντινούπολης. Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 2010 αποκτήθηκε από τον Παναθηναϊκό. Έπαιξε μόλις σε 14 ματς εκείνη τη σεζόν και δεν κατάφερε να κάνει την διαφορά στους «πράσινους».

2006 (Ζιλμπέρτο Σίλβα): Συνδέθηκε όσο λίγοι με την φανέλα της Άρσεναλ, την οποία και υπηρέτησε πιστά από το 2002 ως το 2008. Το 2006 έφτασε κοντά στην κατάκτηση του Champions League αλλά η Μπαρτσελόνα του συμπατριώτη του Ροναλντίνιο είχε άλλα σχέδια. Το καλοκαίρι του 2008 έκλεισε ο κύκλος του στην Άρσεναλ και ήρθε στην Ελλάδα και στον Παναθηναϊκό. Έγινε ο ηγέτης στη μεσαία γραμμή των «πράσινων» και ως το 2011 που έμεινε στη χώρα μας κέρδισε το νταμπλ το 2010.

2008 (Μίκαελ Εσιέν): Το ακούραστο «μηχανάκι» της Τσέλσι έφτασε μια ανάσα από την κορυφή της Ευρώπης, αλλά η ομάδα του και συγκεκριμένα ο Τζον Τέρι προδόθηκαν από το γλύστριμα του Άγγλου αμυντικού στην διαδικασία των πέναλτι απέναντι στην Μάντσεστερ Γ. Το περασμένο καλοκαίρι και αφού είχαν μεσολαβήσει για τον Γκανέζο μέσο σοβαροί τραυματισμοί, ο Παναθηναϊκός τον έφερε για να κάνει τη διαφορά, αλλά ο Εσιέν πέρασε και δεν ακούμπησε. Παρότι έχει διετές συμβόλαιο εδώ και καιρό βρίσκεται εκτός πλάνων και δύσκολα θα παραμείνει στον Παναθηναϊκό.

2009 (Γιάγια Τουρέ): Ο Ιβοριανός θυμίζει την περίπτωση του Ζάχοβιτς αφού πρώτα ήρθε στην Ελλάδα και στη συνέχεια έπαιξε σε τελικό Champions League. Μάλιστα, ο Τουρέ ήταν στο αρχικό σχήμα του τελικού με την Μάντσεστερ Γ. όπου η Μπαρτσελόνα επικράτησε με 2-0. Το 2009 με τους «μπλαουγκράνα» έφτασε στο τρεμπλ. Ο Αφρικανός μέσος είχε αγωνιστεί στον Ολυμπιακό τη σεζόν 2005/06 και είχε κατακτήσει το ελληνικό πρωτάθλημα.

2010 (Εστέμπαν Καμπιάσο): Ότι δεν κατάφερε στη Ρεάλ, ο Καμπιάσο το έκανε στην Ίντερ. Ήταν στο αρχικό σχήμα στον τελικό του 2010 απέναντι στη Μπάγερν και στο τέλος πανηγύρισε την κούπα. Το περασμένο καλοκαίρι αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό, με τον οποίο είχε 24 συμμετοχές και 4 γκολ. Κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας.

2010-2012 (Ντάνιελ Πράνιτς): Στον τελικό του 2010 στον πάγκο της Μπάγερν βρισκόταν και ο Ντάνιελ Πράνιτς, ο οποίος δεν χρησιμοποιήθηκε από τον Λουίς Φαν Γκάαλ. Το 2012 ήταν παρών σε έναν ακόμα τελικό, αλλά και πάλι είδε από τον πάγκο την Μπάγερν να χάνει την κούπα, αυτή τη φορά από την Τσέλσι στα πέναλτι. Τον Σεπτέμβριο του 2013 ανακοινώθηκε από τον Παναθηναϊκό για τα επόμενα τρία χρόνια. Ο Κροάτης ήρθε σε μια μεταβατική περίοδο για τον Παναθηναϊκό και στην πρώτη του σεζόν κατάφερε να πανηγυρίσει το Κύπελλο Ελλάδας.

2011 (Ιμπραίμ Αφελάι): Ο Ολλανδός έστω και στις καθυστερήσεις πήρε συμμετοχή στον τελικό του Γουέμπλει όπου η Μπαρτσελόνα επικράτησε της Μάντσεστερ Γ. 3-1. Το καλοκαίρι του 2014 ο Ολυμπιακός τον απέκτησε δανεικό για έναν χρόνο από την Μπαρτσελόνα. Έπαιξε 19 ματς, βρήκε 4 φορές δίχτυα, αλλά η παρουσία του στο λιμάνι ήταν γενικά αδιάφορη.

2011 (Ερίκ Αμπιντάλ): Βασικός στο αριστερό άκρο της άμυνας της Μπαρτσελόνα στην κατάκτηση του Champions League το 2011. Το 2013 και έχοντας περάσει σοβαρά προβλήματα υγείας ολοκλήρωσε τον κύκλο του στην Βαρκελώνη. Στις 5 Ιουλίου 2014 ο Αμπιντάλ ήρθε στον Πειραιά μεταγραφόμενος από τη Μονακό και ολοκλήρωσε την συμφωνία του με τον Ολυμπιακό υπογράφοντας για δύο χρόνια. Σταμάτησε την καριέρα του στις 19 Δεκεμβρίου του 2014 ανακοινώνοντας την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.

2013 (Φελίπε Σαντάνα): Ο Βραζιλιάνος κεντρικός αμυντικός συνδέθηκε με την Ντόρτμουντ, με την οποία αγωνίστηκε από το 2008 ως το 2013. Είδε την ομάδα του από τον πάγκο να χάνει στον τελικό του Champions League το 2013 από την Μπάγερν. Ενάμιση χρόνο αργότερα, τον Ιανουάριο του 2015 δόθηκε δανεικός στον Ολυμπιακό μέχρι το καλοκαίρι του ίδιου έτους, ωστόσο λίγοι θυμούνται ότι πέρασε από το λιμάνι.

Οι «Έλληνες» του Champions League (pics)