MENU

«Ο κόσμος που ζούμε είναι είναι ένας κόσμος αταξίας. Τα μαθηματικά βοηθούν τους ανθρώπους να βάζουν αυτόν τον κόσμο σε τάξη». Αυτή η φράση, μου φαίνεται ότι ισχύει για το σημερινό ποδόσφαιρο περισσότερο από ποτέ. Κάποτε, ας πούμε στην δεκαετία του 80, τα μόνα νούμερα που είχαν θέση στο ποδόσφαιρο ήταν ο αριθμός των γκολ και οι βαθμολογικοί πίνακες. Αντε να πω και ο αριθμός των εισιτηρίων παρόλο που οι αριθμοί αυτοί δεν ήταν και ιδιαίτερα αξιόπιστοι.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 90 και ύστερα οι αριθμοί, δηλαδή τα στατιστικά στοιχεία, η αξιολόγησή τους και η ερμηνεία τους, άρχισαν να κερδίζουν χώρο και σπουδαιότητα μέσα στο παιχνίδι, στο ποδόσφαιρο. Η μελέτη των στατιστικών βοήθησε στην καλύτερη αξιολόγηση ποδοσφαιριστών και αγωνιστικών συστημάτων. Πως όμως συνέβη αυτό;

Η τάση ήρθε από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού και μάλιστα από ένα άλλο σπορ. Το μπέιζμπολ. Εκεί γύρω στο τέλος της δεκαετίας του 80 και στις αρχές της δκαετίας του 90 ένας τύπος που ήρθε από το πουθενά, ο Μπιλ Τζέιμς, άλλαξε όλο το τρόπο που οι αμερικανοί -θεατές, παράγοντες, αθλητές, δημοσιογράφοι- έβλεπαν το παιχνίδι.

Ο Τζέιμς, δεν ήταν παίκτης η προπονητής του μπέιζμπολ. Ήταν ένας απλός εργάτης σε ένα εργοστάσιο κονσερβών και κρατούσε τα στατιστικά της τοπικής κατηγορίας, σε μία αγροτική περιοχή του Κάνσας. Στον ελεύθερο χρόνο του μελετούσε αυτά τα στατιστικά στοιχεία και καθώς δεν εμπλεκόταν άμεσα με το σπορ, η ματιά του ήταν πιο φρέσκια και πιο ακριβής.

Η μελέτη των στατιστικών του αποκάλυψε ότι ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής γνώσης που είχαν όλοι για το παιχνίδι, ήταν λανθασμένη. Κάποια στιγμή, παράτησε την δουλειά του και άρχισε ο ίδιος να γράφει και να εκδίδει –με δικά του έξοδα- κάποιες μονογραφίες, αποδομώντας πολλούς από τους μύθους γύρω απο το παιχνίδι και τις στρατηγικές του.

Η πρώτη από αυτές τις μονογραφίες λέγεται ότι πούλησε 75 αντίτυπα αλλά λίγα χρόνια μετά, η μονογραφία είχε γίνει ένα ετήσιο αλμανακ και ήταν στην λίστα στων best-sellers. Στο εξώφυλλο είχε έναν πίθηκο φωτογραφημένο στην στάση του περίφημου «στοχαστή» του Ροντέν και όπως σημείωνε στον πρόλογο ο Τζέιμς, ήταν «...ένα βιβλίο έξω από το μπέιζμπολ. Ενα βιβλίο για το πως μοιάζει το μπέιζμπολ όταν κάνεις δυό βήματα πίσω και το μελετήσεις προσεκτικά, σε βάθος αλλά από απόσταση».

Οι απόψεις του Τζέιμς άρχισαν να προκαλούν την περιέργεια και το ενδιαφέρον των ανθρώπων του μπέιζμπολ, οι οποίοι διαπίστωσαν την χρησιμότητά τους και τις αλλαγές που θα μπορούσαν να επιφέρουν στο παιχνίδι. Η φήμη του άρχισε να μεγαλώνει σε βαθμό που η ομάδα μπέιζμπολ της Βοστώνης Red Sox, τον προσέλαβε το 2002 σαν σύμβουλο.

Και αυτή ήταν η πρώτη του κανονική δουλειά από τον καιρό που δούλευε στο εργοστάσιο κονσερβών. Την ίδια χρονιά, οι Red Sox προσέλαβαν έναν από τους θαυμαστές του Τζέιμς, τον 28χρονο Τέο Επστάιν, ως γενικό διευθυντή – μάνατζερ, τον νεότερο στην ιστορία του αθλήματος στην μεγάλη κατηγορία.

Δύο χρόνια μετά, οι Red sox, σπάζουν την «κατάρα» που τους ταλαιπωρούσε και κερδίζουν το πρώτο τους πρωτάθλημα σε 86 χρόνια. Το 2007 θα κερδίσουν και ένα δεύτερο ενώ το 2006 το περιοδικό Time θα συμπεριλάβει τον Τζέιμς στον κατάλογο με τους 100 ανθρώπους που έχουν την μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο, ενώ η ιστορία του ήταν το θέμα της ταινίας Moneyball με τον Μπράντ Πιτ.

Νομίζω ότι ο προπονητής που αξιοποίησε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τα στατιστικά στοιχεία προς όφελος και της ομάδας και των ποδοσφαιριστών, είναι ο Βενγκέρ. Ένας οικονομολόγος που δημιούργησε σχολή στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Στην συγκέντρωση και την ανάλυση των στατιστικών στοιχείων, ο Αλσατός ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε εδώ και μία οκταετία περίπου, την αποκλειστική συνεργασία της Αρσεναλ με μία εταιρεία δημιουργίας και ανάπτυξης ειδικού λογισμικού. Η Αρσεναλ το 2010 πλήρωνε αυτή την συνεργασία περίπου 2 εκατ.στερλίνες τον χρόνο και μάλιστα η εταιρεία ανέπτυξε για λογαριασμό της εδώ και μερικά χρόνια ένα ειδικό πρόγραμμα real time ανάλυσης δεδομένων.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η τάση συγκέντρωσης και ανάλυσης των στατιστικών δεδομένων γενικεύθηκε και όχι μόνο στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Τώρα πια, είναι αδιανόητο ο «φάκελος» ενός ποδοσφαιριστή να μην συνοδεύεται από ένα πλήθος αριθμών που έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Εως καθοριστική.

Η στατιστική καταγραφή και ανάλυση κέρδίζει όλο και μεγαλύτερο χώρο στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, πράγμα που διαπιστώνουμε και στην παρουσίαση των στατιστικών μετά από τα παιχνίδια του Τσάμπιονς Λιγκ.

Η στατιστική επηρεάζει, πλέον και την τακτική αλλά και την επιλογή των ποδοσφαιριστών. Ο τρόπος που θα χρησιμοποιήσει κάποιος ή πιο σωστά, που θα επιλέξει στατιστικά στοιχεία από μία έρευνα ή μία μελέτη, μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένα ή σε κατασκευασμένα συμπεράσματα.

Η στατιστική είναι μία επιστήμη, που επειδή χρησιμοποιεί τους αριθμούς, μπορεί να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις αλλά σε συγκεκριμένα ερωτήματα. Από την άλλη, πολλές φορές θυμίζει –εξαιτίας του τρόπου που χρησιμοποιείται- έναν καθρέφτη διπλής όψεως.

Ισως γι’ αυτό υπάρχουν τόσα πολλά μότο για την διπλή χρήση της στατιστικής. Οτι, για παράδειγμα, μοιάζει με το μπικίνι. Αποκαλύπτει όλα, εκτός από εκείνα που έχουν την μεγαλύτερη σημασία. Από την στιγμή που το ποδόσφαιρο μεταβλήθηκε σε προιόν γυρω από το οποίο χορεύουν δισεκατομμύρια, ήταν απόλυτα λογικό να περάσουν και στο παιχνίδι διάφορες μέθοδοι για την μέτρηση της αποτελεσματικότητας των ομάδων και των ποδοσφαιριστών.

Για τους ποδοσφαιριστές, είναι πολύ καθοριστική η γνώση κάποιων δεικτών, που προκύπτουν από την επιστημονική παρακολούθηση της φυσικής τους κατάστασης και των ψυχολογικών αντιδράσεών τους, όπως επίσης και δείκτες που μπορούν να αξιολογήσουν την τεχνική τους κατάρτιση.

Με τις ομάδες τα πράγματα, είναι κάπως διαφορετικά και φυσικά υπάρχουν πολλοί τρόποι για να μετρήσεις το πόσο πετυχημένη είναι μία ομάδα. Ας πούμε οι τίτλοι, προφανώς. Οι οικονομικές της επιδόσεις, επίσης πολύ σοβαρός δείκτης.

Μπορούμε επίσης να μετρήσουμε την οικονομική επιτυχία και –κάπως αυθαίρετα είναι αλήθεια- με την σχέση απόδοσης/τιμής. Πόσο πληρώνεις για το ποδοσφαιρικό τμήμα μίας ομάδας και τι σου κοστίζει ο κάθε βαθμός που φέρνει το συγκεκριμένο ρόστερ.

Οι ομάδες, στις περισσότερες λίγκες, είναι συμβεβλημένες με κάποια εταιρεία που παρακολουθεί και καταγράφει τα δεδομένα των παιχνιδιών αλλά ο τρόπος που κάθε ομάδα αξιολογεί και αξιοποιεί αυτά τα στοιχεία, είναι διαφορετικός. Στην Αγγλία για παράδειγμα, όλες οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ και πολλές ομάδες της Τσάμπιονσιπ αξιοποιούν –με το αζημίωτο, φυσικά- την βοήθεια της εταιρείας Opta που καταγράφει περισσότερα από 1500 διαφορετικά δεδομένα του παιχνιδιού.

Δύο χρόνια πριν, μάλιστα, η Μάντσεστερ Σίτυ έδωσε στην δημοσιότητα όλα τα στατιστικά δεδομένα των ποδοσφαιριστών της για έναν ολόκληρο χρόνο. Το σκεπτικό των ανθρώπων της ομάδας ήταν πως πάντα υπήρχε η πιθανότητα κάποιο «μάτι» να βρει μία σχέση ανάμεσα στους αριθμούς που δεν είχε εντοπιστεί, ακόμη.

Αυτή η συζήτηση, για τα δεδομένα και τον τρόπο που αξιοποιούνται, εχει διευρυνθεί τόσο πολύ που βλέπει κάποιος εφημερίδες και ενημερωτικά σάιτς να δημοσιεύουν πίνακες με δεδομένα, μετρήσεις ή κινήσεις παικτών μέσα στο γήπεδο.

Οσοι είχαν δει την ταινία Moneyball θα θυμούνται εκείνη την ατάκα του Μπίλυ Μπιν του ανθρώπου ο οποίος ως μάνατζερ της ομάδας Α του Οκλαντ, ανέδειξε την σπουδαιότητα των στατιστικών και άλλαξε το πρόσωπο του παιχνιδιού. «Εμπιστεύομαι τα στατιστικά πιο πολύ από τα μάτια μου γιατί τα μάτια μου μπορούν να με γελάσουν, όπως στα κόλπα του ταχυδακτυλουργού».

Η Λίβερπουλ, έχει δημιουργήσει μία ακόμη θέση διευθυντή στο ΔΣ της ομάδας, με αρμοδιότητα την έρευνα δεδομενων και προσέλαβε, ως πρώτο υπεύθυνο, τον Ιαν Γκράχαμ, με διδακτορικό στην θεωρητική φυσική. Αυτός είναι που αναδιοργάνωσε το τμήμα της στατιστικής ανάλυσης.

Για να έχετε μία εικόνα, να σας πω ότι το συγκεκριμένο τμήμα της Μαντσεστερ Σίτυ έχει 11 υπαλλήλους, της Αρσεναλ 7 ενώ η αναμόρφωση του τμήματος της Γιουνάιτεντ που ξεκίνησε ο Μόγιες, απασχολεί 5 άτομα και έχει 9 εξωτερικούς συνεργάτες.

Έχει πλέον γίνει φανερό, ότι ειδικά στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, όπου μπορούμε να συναντήσουμε αυτό το φαινόμενο που στην καπιταλιστική οικονομία ορίζεται ως “ένταση εργασίας”, οι πάσης φύσεως αριθμοί που έχουν να κάνουν με τα χαρακτηριστικά των παικτών, παίζουν καθοριστικό ρόλο.

Ο Πυρετός με την στατιστική