MENU

Λέγεται CIES (Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών), εδρεύει στην Ελβετία και κάθε εβδομάδα δημοσιεύει αναλυτικές έρευνες, που αφορούν το σύνολο των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων. 

Κάθε γουλιά κι απόλαυση, κάθε γουλιά και μπράβο που έλεγε κάποτε και η γνωστή τηλεοπτική διαφήμιση.

Σε κάθε «σάπια» κατηγορία η ελληνική Super League είναι μέσα, πρωτοπόρος, στις πρώτες θέσεις της λίστας.

Το πρωτάθλημα με τον λιγότερο καθαρό χρόνο ποδοσφαίρου. 

Το πρωτάθλημα με τις περισσότερες διακοπές.

Ένα από τα πρωταθλήματα με τα λιγότερα γκολ ανά παιχνίδι.

Με τον μικρότερο μέσο όρο εισιτηρίων.

Με τα περισσότερα φάουλ.

Τα περισσότερα πέναλτι.

Τις περισσότερες κάρτες.

Τους περισσότερους λεγεωνάριους.

Τον μεγαλύτερο μέσο όρο ηλικίας των ομάδων.

Ένα πρωτάθλημα που οι ομάδες του εμπιστεύονται σχεδόν μηδενικό χρόνο συμμετοχής σε παίκτες κάτω των 21 ετών.

Ένα πρωτάθλημα, στο οποίο βρίσκουν καταφύγιο διαφόρων λογιών παλαίμαχοι, βαδιστές, γυρολόγοι, μπουζουκόβιοι, μπαρόβιοι, ινσταγκράμερ, υπερκοστολογημένοι χαβαλέδες, που έρχονται στην Ελλάδα για να απολαύσουν παχυλά συμβόλαια, ήλιο και θάλασσα.

Ένα πρωτάθλημα παρηκμασμένο, χωρίς γήπεδα, χωρίς θέαμα, χωρίς διασκέδαση, χωρίς ασφάλεια, χωρίς ποιότητα.

Ένα πανάκριβο προϊόν σε ότι αναφορά την αναλογία κόστους εισιτηρίου / απόλαυσης για τον θεατή.

Ένα πρωτάθλημα που δεν μπορεί να πουλήσει τα τηλεοπτικά του δικαιώματα πουθενά, πολύ απλά γιατί κανείς δεν τα αγοράζει, ούτε καν για να γεμίσει με φτηνό προϊόν αθλητικά μπουκέτα.

Ένα πρωτάθλημα που δεν παράγει παρά μόνο οχλοβοή, τσακωμούς, αναξιοπιστία, βαβούρα και στο οποίο ο μεγαλύτερος σταρ του είναι ο εκάστοτε ξένος αρχιδιαιτητής.

Κι όλα αυτά σε μία χώρα που σταμάτησε να παράγει ποδόσφαιρο, γιατί δεν διδάσκει σωστό ποδόσφαιρο. Μικρές εθνικές που παίζουν αναχρονιστικά, ταλέντα που δεν έχουν ταλέντο, ένα άθλημα σε απόλυτη παρακμή.

Κι όλα αυτά μέσα σε μία συνεχή αποθέωση του τίποτα, του μέτριου, του λίγου.

Υπό αυτές τις συνθήκες, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, με ένα τέτοιο πρωτάθλημα οι «σφαλιάρες» στην Ευρώπη δεν είναι έκπληξη, μα το φυσιολογικό. Και οι κακές διαιτησίες, επίσης. 

Για όσους δεν το πήραν χαμπάρι, οι μοναδικές προκρίσεις φέτος ήταν αυτή του Άρη απέναντι στους Λευκορώσους της Γκόμελ που δέχθηκαν εν μέσω πολέμου να γίνουν και τα δύο παιχνίδια στο «Κλεάνθης Βικελίδης» και αυτή του Ολυμπιακού (με δύο ισοπαλίες και στα πέναλτι) απέναντι στην Σλόβαν Μπρατισλάβας, που έμοιαζε με παιχνιδάκι για αυτόν πέρσι τέτοια εποχή.

Μία συνεχής διολίσθηση, σε ένα βαρέλι δίχως πάτο. Δικαιολογίες, χάπι που χρυσώνει, δεν πειράζει, πάμε για άλλα, ηρωικοί αποκλεισμοί, όχι δάκρυα για τον εκάστοτέ άτυχο, μπάλα που δεν μπαίνει μέσα, διαιτητές που μας αδικούν μονίμως.

Μας φτύνουν, όμως εμείς εδώ στον μικρόκοσμό μας, νομίζουμε ότι βρέχει. Το άθλημα μας έχει ξεπεράσει προ πολλού κι εμείς ως ξεπεσμένοι αριστοκράτες, νομίζουμε ότι ζούμε ακόμα στην εποχή που παίρναμε Euro και παίζαμε με τρεις ομάδες στο Champions League. 

Αχ Ευρώπη, εσύ μας μάρανες…