MENU

Κάθε φορά που ξεκινάς να γράφεις ένα κείμενο γνώμης μετά από ένα φετινό ματς του Ολυμπιακού, σου δίνεται η αίσθηση, μετά από λίγες γραμμές, ότι κάνεις κάποια σπουδή πάνω στη δημιουργική γραφή: πες μου ακριβώς τα ίδια που μου έχεις ξαναπεί και ξαναπεί και ξαναπεί, χωρίς να καταλάβω ότι μου λες ακριβώς τα ίδια. Προσπαθείς να προσφέρεις κάποια νέα πληροφορία, προσπαθείς να γράψεις κάτι φρέσκο, προσπαθείς να δεις τα πράγματα από κάποια ελαφρώς διαφορετική οπτική γωνία μήπως και εμφανιστεί κάτι που δεν είχες εντοπίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Στο τέλος όμως όλα βρίσκονται στον περιβάλλοντα χώρο μιας πολύ απλής ιδέας: στη θεωρία, ο φετινός Ολυμπιακός είχε το καλύτερο υλικό της εποχής Μαρτίνς, είχε όλες τις προαπαιτούμενες συνθήκες ώστε να εξελιχθεί σαν ομάδα και να φτάσει το ταβάνι της, είχε όλα τα εφόδια ώστε να κυνηγήσει τους τρεις στόχους της. Στην πράξη, έχουμε 28 Απριλίου και μπορεί πια να παραδεχθεί με ασφάλεια ακόμη και ο πιο τυφλά φανατικός οπαδός της, ότι η συγκεκριμένη ομάδα είναι με πολύ μεγάλη διαφορά η χειρότερη της εποχής Μαρτίνς και ένα σύνολο που δείχνει να έχει φτάσει το -όχι και τόσο ψηλό όσο νομίζαμε- ταβάνι του. Ένα το κρατούμενο.

Ιδέα Νο2: Βάσει της θεωρίας κατά την οποία ξεκίνησε η φετινή χρονιά για τον συγκεκριμένο Ολυμπιακό, τηρουμένων όλων των αναλογιών σε σχέση με τον ανταγωνισμό και όλων των συνθηκών, η φετινή χρονιά μπορεί να χαρακτηριστεί μέχρι και αποτυχημένη. ΟΚ, στους τύπους μπορεί να μην είναι, όμως ακριβώς επειδή μιλάμε για την ομάδα με τις περισσότερες απαιτήσεις, για την οικονομία της κουβέντας ας πούμε ότι ο φετινός Ολυμπιακός απέτυχε.

Χαρακτηρισμός αιρετικός; Πρόχειρος; Αχάριστος; Εγκάθετος; Ας πει καθένας ό,τι θέλει -η Ιστορία κρίνει. Ας αφήσουμε στην άκρη λίγο το συναίσθημα όμως και ας δούμε λίγο πιο προσεκτικά τα γεγονότα. Τυπικά, ο Ολυμπιακός παίρνει ένα ακόμη πρωτάθλημα, το τρίτο σερί της εποχής Μαρτίνς.

Δεν ξέρω αν κάνω κάποια σοβαρή παράλειψη, αλλά η κουβέντα τελειώνει εκεί. Αν φτιάξει κάποιος δύο στήλες σε ένα λευκό χαρτί, βάλει στην αριστερή τα + και στη δεξιά τα – της σεζόν, η αριστερή θα μείνει εκεί: κατάκτηση πρωταθλήματος αγωνιστικής περιόδου 2021-22. Α, ναι, μην ξεχάσουμε: το «κατάκτηση πρωταθλήματος» ακόμη και με το +11 δεν φαντάζει πια και τόσο δεδομένο, έτσι δεν είναι; Η ομάδα μετράει αισίως 5 ματς χωρίς νίκη, έναν αποκλεισμό και συνολικά μονοψήφιο αριθμό ευκαιριών σε αυτά τα 480 συν κάνα 20λεπτο καθυστερήσεων, περίπου 500 αγωνιστικά λεπτά. Μετράει 4 νίκες στα τελευταία 12, υπολογίζοντας από το πρώτο παιχνίδι κόντρα στην Αταλάντα και έπειτα, δηλαδή απ' όταν υποτίθεται ξεκινούσε η περίοδος για την οποία προετοιμαζόταν όλο το προηγούμενο διάστημα ώστε να φτάσει στο peak της φόρμας της. Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, εκκρεμούν ακόμη 6 αγωνιστικές στα πλέι-οφ, με 5 ντέρμπι. Την προηγούμενη εβδομάδα είχα γράψει ότι «δεν γίνεται να χάσει το πρωτάθλημα ακόμη κι αν προσπαθήσει». Ίσως μια βιαστική εκτίμηση -είναι κατανοητό τώρα. Με μια εικόνα ομάδας που δεν μπορεί να νικήσει κανέναν, πουθενά -για να μην πούμε να σταυρώσει 3-4 συνεχόμενες μπαλιές- ίσως δεν χρειάζεται να προσπαθήσει και τόσο. Ο ΠΑΟΚ βρίσκεται στα πάνω του και αγωνιστικά και ψυχολογικά και υπάρχουν δύο ντέρμπι μεταξύ των δύο. Επί του παρόντος, βάζει κανείς στοίχημα την περιουσία του ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να δούμε τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική αυτοκτονία στην Ιστορία;

Τι τελικά έχει πετύχει;

Σε κάθε περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, ας θεωρήσουμε για την οικονομία της κουβέντας ότι κατακτά τον τίτλο. Ας δούμε τώρα τι άλλο περιλαμβάνει η ουσία της φετινής σεζόν και όσον αφορά στο πρωτάθλημα και για όλα τα υπόλοιπα. Έχουμε και λέμε.

Τα πραγματικά σημαντικά ματς που έχει πάρει σε αυτή την πορεία προς τον τίτλο είναι τα εξής τρία. Νίκησε, δύσκολα, 2-1 τον ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκη την 7η αγωνιστική. Νίκησε, εύκολα, 3-2 την ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ την 10η αγωνιστική. Νίκησε, πολύ δύσκολα, 1-0 την ΑΕΚ στο Καραϊσκάκη την 23η αγωνιστική. Αυτά ως προς τις νίκες. Για μπάλα, για καλό ποδόσφαιρο, ας το αφήσουμε καλύτερα. Το κείμενο της στήλης από τις 19 Ιανουαρίου, τα εξηγεί αναλυτικά. Συνολικά ένας μήνας ανεκτού ποδοσφαίρου, με διάσπαρτα καλά ματς, σε μονοψήφιο αριθμό. Τέσσερις μήνες μετά, δεν έχει αλλάξει κάτι, ισχύουν τα παραπάνω μέχρι κεραίας. Και θα ισχύουν ακόμη και αν στο φινάλε κάνει 1-2 ακόμη καλά ματς. Το ότι κατακτά τον τίτλο, εάν και εφόσον δηλαδή, το κάνει ασθμαίνοντας στο φινάλε και μόνο επειδή όλοι οι υπόλοιποι... είναι αυτοί που είναι. Επειδή σε μια κούρσα 9 μηνών, ίσως ακόμη και αυτή η σκιά του κανονικού Ολυμπιακού παραμένει πιο «γεμάτη», πιο έμπειρη, πιο ποιοτική, πιο ικανή, ώστε να τερματίσει πρώτη. Παραμένει σκιά όμως.

Τι άλλο έχουμε δει; Δεν χρειάζεται να μακρηγορήσουμε. Στο Κύπελλο, πέρασε Λεβαδειακό και Παναιτωλικό, έχοντας χάσει και έχοντας φάει τρία γκολ από τον πρώτο στη Λιβαδειά και περνώντας τελικά με ένα σβηστό 2-0 στη ρεβάνς. Τον δε Παναιτωλικό, χρειάστηκε να ματώσει για να τον περάσει μετά από ήττα 2-1 στο Αγρίνιο και χρυσό γκολ του Μασούρα στο 115' της παράτασης στον επαναληπτικό του Φαλήρου. Η πορεία σταμάτησε πάνω στην πρώτη ομάδα υψηλού επιπέδου που αντιμετώπισε. Αυτό το τελευταίο, ήταν και το μοτίβο που χαρακτήρισε και τη φετινή ευρωπαϊκή του πορεία. Σε όλη τη χρονιά, αντιμετώπισε δύο πραγματικά σοβαρές, ποιοτικές ομάδες -ούτε καν από το πάνω ράφι- την Άιντραχτ και την Αταλάντα και έχασε εύκολα και τα τέσσερα ματς, ολοκληρώνοντας την πορεία στα... συνηθισμένα των τελευταίων ετών. Κάπου μεταξύ 32 και 16 του Europa. Όχι, από μόνο του δεν είναι αποτυχία αυτό, ωστόσο τους στόχους δεν τους βάζω εγώ. Και όταν οι στόχοι σου είναι οι τελικοί, τα τρόπαια και οι πορείες, τότε είτε δεν είναι ρεαλιστικοί, είτε όντως αποτυγχάνεις.

Αν δούμε τη σεζόν ακόμη πιο αναλυτικά, όχι καθαρά λογιστικά, με νίκες, ήττες και βαθμούς, θα δούμε ακόμη μεγαλύτερα, πιο σοβαρά προβλήματα. Εάν αφήσουμε, δηλαδή, στην άκρη τι έχει πετύχει ή δεν έχει πετύχει φέτος αυτή η ομάδα, να δούμε λίγο και τι έχει κάνει καθαρά ποδοσφαιρικά;

Έχει βγάλει νέους παίκτες; Όχι. Είδαμε έναν Αγκιμπού για λίγους μήνες και τέλος. Είδαμε έναν Κίτσο για... λίγα λεπτά και έκτοτε αγνοείται η τύχη του. Αυτά...

Είδαμε νέα συστήματα, νέες τακτικές, νέα... κόλπα; Ναι, φυσικά! Είδαμε ένα 3-4-3 το οποίο θα αποτελεί πιθανότατα το τακτικό ανέκδοτο της δεκαετίας στο Λιμάνι. Ο τελευταίος Ολυμπιακός με τρία στόπερ ήταν του μακαρίτη του Νικόλα του Αλέφαντου...

Σε προπονητικό επίπεδο, από τον Πέδρο Μαρτίνς, τον οποίο η συγκεκριμένη στήλη στηρίζει 100% από την εποχή της πρώτης σεζόν όταν οι ήττες στα ντέρμπι «έγραφαν» μπλογκ προβληματισμού στον ερυθρόλευκο Τύπο, είδαμε κάποια επιτυχημένη έμπνευση; Είδαμε κάποια ουσιαστική πρωτοτυπία, κάποια ουσιαστική διάθεση για κομβικές αλλαγές και τομές σε επίπεδο προσώπων ή φιλοσοφίας; Είδαμε κάτι που να... βγάζει νόημα, να αποδίδει καρπούς και να συνεχίζεται για αυτόν τον λόγο; Με εξαίρεση α) την είσοδο του Μαμαντού του Κανέ στην αρχική ενδεκάδα του Ολυμπιακού σε ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο και β) το στήσιμο της ομάδας εδώ και καιρό σε όλα τα ντέρμπι σαν να παίζει η Προό του Σούλη Παπαδόπουλου απέναντι στη Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα, δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια άλλη... πρωτοτυπία.

Γενικότερα, υπάρχει κάποια πρόοδος, κάποια εξέλιξη, κάποια βελτίωση; Όχι, αντιθέτως, η φετινή σεζόν, η τέταρτη του Πορτογάλου τεχνικού, φαντάζει -ποδοσφαιρικά- σαν ένα τεράστιο πισωγύρισμα. Πισωγύρισμα στην εποχή πριν καν αναλάβει και αυτό είναι το ανησυχητικό. Η συγκεκριμένη ομάδα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, δεν «φωνάζει» απλά για ριζικές αλλαγές το καλοκαίρι σε επίπεδο προσώπων και ιδεών, αλλά ικετεύει για την ποδοσφαιρική ζωή της.

Η πραγματική ουσία της σεζόν

Αυτή και μόνο αυτή είναι η ουσία της σεζόν και το τυπικό είναι το ότι κατακτά ταυτόχρονα και έναν ακόμη τίτλο. Και γιατί να είναι αυτή η ουσία και όχι το ότι κατακτά το πρωτάθλημα; Μα ακριβώς επειδή η συγκεκριμένη ομάδα είναι ο Ολυμπιακός των 46 πρωταθλημάτων και των 28 Κυπέλλων. Ο Ολυμπιακός των 97 χρόνων γεμάτων από ποδοσφαιρικές δυναστείες, από ολοκληρωτική κυριαρχία επί των αντιπάλων του, από εμφατικές νίκες. Γεμάτος από σπουδαίο, επιθετικό ποδόσφαιρο, γεμάτος από απίθανους παιχταράδες που έκαναν κάθε Τετάρτη, κάθε Κυριακή, μια ημέρα για την οποία ο κόσμος της ομάδας περίμενε για να πάει γεμάτος στο γήπεδο και να φύγει ακόμη πιο γεμάτος -ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Όχι, ο κόσμος της ομάδας δεν πρέπει να τα βάψει μαύρα για όσα (δεν) είδε φέτος. Δεν πρέπει να είναι αχάριστος και αγνώμων. Φυσικά και πρέπει να πανηγυρίσει έναν ακόμη τίτλο, έναν τίτλο που όλοι οι υπόλοιποι βλέπουν κάθε 10-20-30 και βάλε χρόνια. Αυτό όμως αφορά τον οπαδό...

Η ίδια η ομάδα, ο σύλλογος, ο προπονητής Πέδρο Μαρτίνς, ο οποίος καλώς και δικαίως συνεχίζει για δύο ακόμη χρόνια, ο πρόεδρος Βαγγέλης Μαρινάκης και η διοίκησή του, βρίσκονται μπροστά σε ένα ακόμη κρίσιμο σταυροδρόμι, όπως εκείνο το καλοκαίρι του '18. Αν όλοι μείνουν στο ότι «πήραμε το πρωτάθλημα άρα η σεζόν είναι επιτυχημένη», φοβάμαι ότι το ποδοσφαιρικό μέλλον τους δεν θα είναι ιδιαίτερα λαμπρό. Ο Μαρινάκης έχει δείξει μεγαλοπρεπώς ότι ούτε φοβάται να σπάσει αυγά, ούτε ότι δεν ξέρει πώς να φτιάξει ομελέτα. Αυτή τη στιγμή λοιπόν, αν ο Ολυμπιακός μείνει στον τύπο της κατάκτησης ενός πρωταθλήματος και αφήσει την ουσία της εξέλιξης, της προόδου, της βελτίωσης, θα βαδίσει με μαθηματική ακρίβεια προς την επόμενη παταγώδη αποτυχία του.

Ίσως λοιπόν έχει έρθει η ώρα για μια ακόμη ποδοσφαιρική καινοτομία. Ίσως έφτασε η στιγμή να ακούσουμε επισήμως από έναν σύλλογο ότι βάζει προτεραιότητα στην ουσία και όχι στους τύπους. Ότι πανηγυρίζει για την κατάκτηση ενός τίτλου, αλλά ταυτόχρονα αποδέχεται ότι η σεζόν του είναι αποτυχημένη, γιατί όλα όσα έκανε -ή πιο σωστά δεν έκανε αυτή η ομάδα- απλώς δεν είναι αρκετά καλά, δεν είναι αποδεκτά, δεν είναι ανεκτά για την ιστορία της. Γιατί θέλει και γιατί μπορεί να πετύχει πολλά περισσότερα από το να τερματίσει -αγκομαχώντας- πρώτη σε ένα πρωτάθλημα που ο μονόφθαλμος βασιλεύει επί των τυφλών.

Τη σεζόν (πρέπει να) τη λες μέχρι και αποτυχημένη...