MENU

Η ΑΕΚ ήταν καλύτερη, ο ΠΑΟΚ είναι το φαβορί για την πρόκριση. Η καθιερωμένη αναμέτρηση των «Δικεφάλων» στο Κύπελλο Ελλάδος δεν είχε τον καθιερωμένο νικητή (τρεις σερί τελικοί και ένας διπλός ημιτελικός πέρυσι, πέντε νίκες για τον ΠΑΟΚ) αφού η Ένωση παρουσιάστηκε στην Τούμπα διαβασμένη, καλά τακτοποιημένη τακτικά, με μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης και εντέλει σαφώς πιο επικίνδυνη των γηπεδούχων.

Ο ΠΑΟΚ από την πλευρά του, μαζί τα με τα γνωστά προβλήματα που έχει όλη τη σεζόν (αργό παιχνίδι, έλλειψη έντασης, μέτρια συνεργασία του φορ με τους χαφ και τους μεσοεπιθετικούς) επανεμφάνισε κι εκείνα που τον ταλαιπωρούσαν πριν μπει ο Τσιγγάρας στην ενδεκάδα: κενά στο αμυντικό transition και μεγάλη ανισορροπία. Η ΑΕΚ σκόραρε με τον Τσούμπερ αλλά δεν μέτρησε για εκατοστά, έβγαλε τον Ελβετό άλλες δυο φορές απέναντι από τον Πασχαλάκη (στη μία πάσαρε, μάλλον χωρίς λόγο, στην άλλη νικήθηκε από τον – MVP του ΠΑΟΚ – Έλληνα γκολκίπερ) και έχασε μια ακόμα καλή ευκαιρία με τον δικό της κορυφαίο παίκτη, τον Γέφτιτς. Ο ΠΑΟΚ είχε το -κατά λάθος – δοκάρι του Λύρατζη (πολύ καλός και πάλι), το σουτ μέσα από την περιοχή του Αουγκούστο στο πρώτο ημίχρονο και μια κεφαλιά του Σβιντέρφσκι, ο οποίος δεν αποχαιρέτησε την ομάδα με γκολ.

Οι δηλώσεις του Λουτσέσκου λοιπόν, περί «νοοτροπίας μικρής ομάδας» δεν προκύπτουν σε καμία περίπτωση από την εικόνα του παιχνιδιού: η ΑΕΚ δεν έπαιξε ως μικρομεσαία, έπαιξε ως ομάδα πληγωμένη ψυχολογικά, με σημαντικές απουσίες αγωνιστικά, κόντρα σε έναν θεωρητικά πιο φορμαρισμένο αντίπαλο, που επεδίωξε να πάρει καλό αποτέλεσμα για την ρεβάνς. Στην πραγματικότητα πήγε το παιχνίδι ακριβώς εκεί που ήθελε, αφού το 0-1 ήταν διαρκώς πιο κοντά από το 1-0.

Γκολ δεν μπήκε ωστόσο. Και ως εκ τούτου, ο Ρουμάνος προπονητής (που προφανώς θέλει να παίξει mind games) έχει δίκιο ότι η πίεση μεταφέρεται στην ΑΕΚ που θα αγωνιστεί στο δεύτερο ματς μόνο για νίκη. Αυτό κάνει έστω και ελαφρύ φαβορί τον ΠΑΟΚ, ο οποίος έχει μετατρέψει το ΟΑΚΑ, ειδικά στο Κύπελλο, σε δεύτερο σπίτι του.

Τα παραπάνω είναι τα επιμέρους. Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από όσα έχουμε δει μέσα στο 2022 είναι ότι αν κάποιος θέλει να δει πραγματικά σωστό και καλό ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, μάλλον πρέπει να κοιτάξει εκτός πρώτης τετράδας. Ο Ολυμπιακός, μέτριος από το ξεκίνημα της σεζόν, βρίσκεται τώρα σε πραγματικό κακό φεγγάρι και πάει αναγκαστικά τα παιχνίδια του σε μια συντηρητική λογική του στιλ «προσέξτε μην πάθουμε και χειρότερα». Ο ΠΑΟΚ είχε μέχρι την Τετάρτη 7 συνεχόμενες νίκες, με μέτρια απόδοση και χωρίς να έχει βελτιώσει ουσιαστικά τις δεδομένες αγωνιστικές αδυναμίες τους. Η ΑΕΚ είναι ανισόρροπη και μοιάζει και εξαιρετικά εύθραυστη ψυχολογικά, ο Παναθηναϊκός ανεβαίνει αλλά του λείπει η ποιότητα για το βήμα παραπάνω. Ακολουθούν ΠΑΣ Γιάννινα, ΟΦΗ, Αστέρας Τρίπολης και Άρης, εκ των οποίων ο ΟΦΗ παίζει μάλλον το καλύτερο ποδόσφαιρο στο πρωτάθλημα τον τελευταίο ενάμιση μήνα, με εξαίρεση το παιχνίδι στην Τρίπολη, ο Αστέρας και ο ΠΑΣ έχουν ξεκάθαρο αγωνιστικό πλάνο που το ακολουθούν πιστά στους περισσότερους αγώνες τους , ο Άρης είναι επίσης σε κακό φεγγάρι.

Είτε λόγω τραυματισμών, είτε λόγω κορωνοϊου, είτε ακόμα και εξαιτίας του Κυπέλλου Εθνών της Αφρικής, τη δεδομένη στιγμή, οι «μεγάλοι» ζορίζονται να παίξουν καλά και προσπαθούν απλώς να βγάλουν τον Ιανουάριο δίχως μεγάλες απώλειες.

Δεν υπάρχει ακόμα θέμα αμφισβήτησης της πρωτιάς του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα κατά τη γνώμη μου, όμως στο κύπελλο, αυτή η μετριότητα καθιστά όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.

Η μετριότητα κρατά όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά