MENU

Κάντε για λίγο εικόνα στον νου σας έναν μεγάλο γλεντζέ, έναν μπουζουκόβιο με γεμάτο πορτοφόλι, που θέλει να μπει μέσα στο μαγαζί και να προκαλέσει χαμό. Κάποιον που θέλει την φιγούρα του, την μόστρα του, κάποιον που θέλει να αφήσει λεφτά στο μαγαζί για να κάνει το κέφι του. 

Φανταστείτε λοιπόν στην είσοδο να του ζητούσαν εκκαθαριστικό της εφορίας και απόδειξη της τελευταίας του μισθοδοσίας και να του έλεγαν: «Φίλε, το ανώτατο που μπορείς να ξοδέψεις, δεν πρέπει να ξεπερνάει το βδομαδιάτικο σου. Έτσι είναι ο νόμος». Θα του κακοφαινόταν. Θα στράβωνε. Ναι, μπορεί να καταλάβαινε μέσα του ότι αυτό είναι το σωστό για την τσέπη του, αλλά κάποια στιγμή θα επαναστατούσε. Θα πήγαινε σε άλλο μαγαζί. Κι αν δεν τον άφηναν κι εκεί, μπορεί στο τέλος να έφτιαχνε ένα δικό του μαγαζί, που δεν θα είχε τέτοιους περιορισμούς.

Κάπως έτσι, περιοριστικά, λειτουργεί το Financial Fair Play για τους μεγάλους γλεντζέδες αυτής της γης. Τους έχοντες. Αυτούς που φυσάνε το παραδάκι και δεν μπορούν να τα σκάσουν για να κάνουν το κέφι τους στο ποδόσφαιρο. Τους πρώτους που είδαν στραβά αυτή την προσπάθεια της UEFA να εξισορροπήσει τις οικονομικές ανισότητες των ευρωπαϊκών κλαμπ με ένα αυστηρό θεσμικό πλαίσιο. 

Το Financial Fair Play πνέει τα λοίσθια. Τελειώνει. Οι ευρωπαϊκοί σύλλογοι το σέβονται και το τηρούν, όπως ο Έλληνας το lock-down. Βρήκαν αμέτρητα «παραθυράκια» για να το κοροϊδέψουν, τα στραβά μάτια των ελεγκτικών οργάνων και η απουσία αληθινών ποινών σε ομάδες που αποδεδειγμένα ξόδευαν επί σειρά ετών περισσότερα από όσα έβγαζαν το έριξε ακόμα περισσότερα στα μάτια της κοινής γνώμης.

Οι προθέσεις πίσω από την θεσμοθέτηση του FFP ήταν οι καλύτερες δυνατές, ώστε να αποτραπεί ένα αναπόφευκτο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό κραχ, όμως σταδιακά αυτό εξελίχθηκε σε μία φάρσα. Μετά από 10 χρόνια εφαρμογής, κάποιοι απρόβλεπτοι παράγοντες επιταχύνουν είτε την πλήρη αποδόμηση του είτε την προσαρμογή του σε εντελώς νέα δεδομένα.

Ο πρώτος παράγοντας που επιτάχυνε τις διαδικασίες ήταν η πανδημία του Covid-19 και οι τεράστιες οικονομικές συνέπειες στους ισολογισμούς των ομάδων. Οι περιπτώσεις κερδοφόρων ομάδων είναι πια μετρημένες στα δάχτυλα (ίσως και του ενός χεριού). Οι περισσότερες έχουν ξεπεράσει τον έναν χρόνο δίχως έσοδα από εισιτήρια και match day revenues. Θεωρητικά ελάχιστες είναι σε θέση να κάνουν μεταγραφές. Η UEFA χαλάρωσε το νομοθετικό πλαίσιο για το FFP ένεκα της πανδημίας, αλλά στην πραγματικότητα, υποσχέθηκε ότι θα κάνει τα στραβά μάτια για να κινηθεί λιγάκι η αγορά. Στην ουσία το FFP ισχύει, αλλά δεν ισχύει.

Ο δεύτερος είναι η εμφάνιση στην ποδοσφαιρική πιάτσα δύο franchise cornerstones, δύο generational talents όπως ο Κιλιάν Μπαπέ και ο Έρλινγκ Χάαλαντ, που επιταχύνει ακόμα περισσότερο την άρση (ή την τροποποίηση) του Financial Fair Play. Με τα υπάρχοντα οικονομικά δεδομένα σχεδόν καμία ομάδα στην Ευρώπη δεν μπορεί να φτάσει στα ποσά που απαιτούνται, ώστε να μπορεί να τους αποκτήσει παραμένοντας εντός των ορίων του FFP. 

Η Ρεάλ Μαδρίτης έχει να κάνει μεταγραφή πάνω από ένα χρόνο, προκειμένου να φτιάξει τα νούμερά της και να μπορέσει κάποια στιγμή να καταθέσει πρόταση, η Μπαρτσελόνα χρωστάει της Μιχαλούς, οι Ιταλοί έχουν μείνει πίσω οικονομικά και οι πλούσιοι Άγγλοι που τα έχουν δεν μπορούν να τα «σκάσουν»! Πρόβλημα! 

Ας πάρουμε το παράδειγμα της Μπαρτσελόνα που για να βρει τα κεφάλαια για να καταθέσει μία πρόταση για κάποιον από τους δύο πρέπει να βρει έσοδα κοντά στα 150 εκατομμύρια ευρώ από πωλήσεις παικτών, κάτι που αποτελεί πια κοινό μυστικό. Ποια ομάδα τοπ επιπέδου θα ψωνίσει από τους Καταλανούς, γνωρίζοντας ότι έμμεσα τους χρηματοδοτεί για να πάρουν έναν παίκτη που μπορεί να κάνει την διαφορά για την επόμενη δεκαετία; Καμία. 

Αυτό το περίεργο μπρα-ντε-φερ ανάμεσα στους τοπ συλλόγους της Ευρώπης είναι κοινό μυστικό, κανείς δεν θέλει να ενδυναμώσει την θέση του άλλου. Κι αυτό μπορεί να επιφέρει εκ νέου στέγνωμα της μεταγραφικής αγοράς, κάτι που επίσης δεν θέλει η UEFA, που πιέζεται από όλους για να αλλάξει εκ νέου τους (οικονομικούς) κανόνες του παιχνιδιού, προς όφελος αυτών που τα έχουν και θέλουν να τα χώσουν, κυρίως για αυτά τα δύο παιδιά - θαύματα.

Ο τρίτος παράγοντας που επιταχύνει τις εξελίξεις είναι η ολοένα και μεγαλύτερη απειλή των κορυφαίων ευρωπαϊκών κλαμπ για απόσχιση από την UEFA και την δημιουργία της ευρωπαϊκής Super League, εκεί που οι ίδιες οι ομάδες θα ορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Η ευρωπαϊκή ομοσπονδία για να αποτρέψει το καταστροφικό αυτό ενδεχόμενο κάτι πρέπει να δώσει στους συλλόγους, ένα «τυράκι», κάτι. Αυτό μπορεί να είναι η αλλαγή του πλαισίου γύρω από το FFP και η απελευθέρωση της αγοράς.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της ιταλικής Gazzetta dello Sport και του δημοσιογράφου Φάμπιο Λίκαρι, η UEFA εξετάζει πια πολύ σοβαρά την τροποποίηση του Financial Fair Play και της λογικής που το διακατέχει. Μάλιστα, αυτό το ενδεχόμενο θα συζητηθεί την Πέμπτη (25/3) σε τηλεδιάσκεψη ανάμεσα στην UEFA και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η μεγάλη διαφορά όμως έγκειται στον ρόλο των ευρωπαϊκών κλαμπ που εκπροσωπούνται από την ECA. Το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο θεσπίστηκε από το αρμόδιο Financial Control Panel της UEFA, δίχως να ερωτηθούν οι ομάδες, δίχως το περιεχόμενο του να τεθεί σε διάλογο. Εξάλλου, ποιος σύλλογος θα ήθελε έναν τέτοιου είδους αυτοπεριορισμό;

Αυτή τη φορά όμως είναι διαφορετικά. Οποιαδήποτε πρόταση πέσει στο τραπέζι θα πρέπει πρώτα να συζητηθεί και να λάβει το πράσινο φως από τις ομάδες.

Σύμφωνα με τις πρώτες διαρροές το νέο σύστημα οικονομικό ελέγχου θα δίνουν μεγαλύτερη ευελιξία και ελευθερία στους συλλόγους που θα μπορούν να ξοδεύουν ακόμα περισσότερα σε μεταγραφές, Η φιλοσοφία πάει από το «μπορείς να ξοδεύεις μόνο όσα βγάζεις», στο «μπορείς να ξοδεύεις, αλλά χωρίς σπατάλες». Αυτή η αοριστία της τελευταίας φράσης, αυτή η δημιουργική ασάφεια, είναι όλο το ζουμί. Το τι θεωρείται «σπατάλη» για τον καθένα είναι κάτι εντελώς υποκειμενικό.

Υπό σκέψη είναι ακόμα η θεσμοθέτηση ενός salary cup με ανώτατο όριο μισθών, αλλά και η εφαρμογή ενός φόρου πολυτελείας για τις ομάδες που το υπερβαίνουν, σκέψεις όμως αρκετά πολύπλοκες αφού πρέπει να ξεπεραστούν πολλά ζητήματα όπως για παράδειγμα η διαφορά φορολογίας ανάμεσα στις χώρες.

Οτιδήποτε αποφασιστεί πάντως αποκλείεται να τεθεί σε εφαρμογή νωρίτερα από το καλοκαίρι του 2022, αφού η μελέτη, η καταγραφή, η ψήφιση ενός τόσο πολύπλοκου νομικού πλαισίου είναι μία άκρως χρονοβόρα διαδικασία που πρέπει να περάσει από πολλά στάδια μέχρι να τεθεί σε ισχύ.

Από την στιγμή όμως που οι (μεγάλοι) σύλλογοι έφτασαν στο σημείο να συν-αποφασίζουν με την ευρωπαϊκή ομοσπονδία, τότε ένα πράγμα είναι σίγουρο. Πως η (μερική;) απελευθέρωση της αγοράς θα λειτουργήσει αποκλειστικά προς το δικό τους όφελος…

Το Financial Fair Play μας τελείωσε! Και τώρα;