MENU

Ήταν η εποχή που περίπου ήξερες το τι. Αυτό που δεν μπορούσε κανείς να φανταστεί ήταν το πως, αφού κάθε φορά ο τρόπος ήταν όλο και πιο ακραίος. Ο Ολυμπιακός το ήθελε πολύ. Πάρα πολύ. Κολασμένα. Το κυνηγούσε με όλους τους τρόπους, με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, αλλά στο τέλος πάντα κάτι στράβωνε.

Πάντα κάτι απίθανο γινόταν, κάτι ακραία σαδιστικό που άφηνε τον Ολυμπιακό με αδειανά χέρια στο Champions League, συνήθως να καρτερά μάταια το πρώτο διπλό στους ομίλους, που τελικά έκανε 10 χρόνια για να έρθει!

Είχε γίνει έμμονη ιδέα, ο Ολυμπιακός έμοιαζε με σκύλο που κυνηγά μάταια την ουρά του, έμοιαζε με ομάδα που έτρωγε τα σωθικά της, χωρίς να μπορεί με τίποτα να βρει γιατρικό.

Εκείνο το φθινόπωρο του 2005 ήταν ότι πιο σαδιστικό είχε ζήσει ο οπαδός του Ολυμπιακού. Η ομάδα του Τροντ Σόλιντ κρατούσε το 1-1 στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου», μέχρι το 88ο λεπτό, όμως ένα γκολ του Ρομπέρτο Σολδάδο του στέρησε ένα μεγάλο αποτέλεσμα.

Τρεις εβδομάδες αργότερα στο «Ζερλάν» το σκηνικό ήταν ακόμα πιο άρρωστο. Ο Παντελής Καφές (όπως και στην Μαδρίτη) ισοφάρισε σε 1-1 στο 84ο λεπτό, όμως στο 89ο λεπτό ο Γκοβού πότισε για μία ακόμα φορά φαρμάκι.

Ήταν η εποχή που η (πρωτοπόρος σε όλα τότε) Sportday είχε κυκλοφορήσει ένα ιστορικό πρωτοσέλιδο, χωρίς τίποτα συμβατικό. Χωρίς το σκορ του αγώνα, δίχως φωτογραφία του ματς, μόνο με μία επαναλαμβανόμενη πρόταση, σαν τιμωρία μαθητή μετά από σκανδαλιά: «Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’. Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’. Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’. Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’. Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’».

Ήταν η εποχή που κανένα προβάδισμα στην Ευρώπη δεν έμοιαζε ασφαλές για τον Ολυμπιακό. Ήταν η εποχή που τα τελευταία λεπτά έμοιαζαν με αιώνες και κάθε ταξίδι του στο εξωτερικό με μαρτύριο. Οι ερυθρόλευκοι προσπαθούσαν να σφυρηλατήσουν το ευρωπαϊκό τους προφίλ, όμως έμοιαζαν με επαρχιώτη που έβγαινε για πρώτη φορά από τα σύνορα και σάστιζε στο παραμικρό.

Εκείνα τα γκολ στο 89’ δεν τα έβαζαν μόνο οι αντίπαλοι. Βοηθούσε και ο Ολυμπιακός, που συνειρμικά έχανε μέτρα, κουράγια, ελπίδα, όσο το αντικείμενο του πόθου του έμοιαζε να ζυγώνει σε αυτόν. Τα ευρωπαϊκά παιχνίδια παίζονται πρώτα πνευματικά και μετά σωματικά.

Η ομάδα που τα έχει φάει με το κουτάλι ξέρει να μυρίζει τον φόβο του αντιπάλου, να διαισθάνεται την τρομάρα του, να βλέπει τα τρεμάμενα πόδια και να το εκμεταλλεύεται. 

Ο Ολυμπιακός του 2005 ήταν η Μαρσέιγ του 2020. Η Λιόν του 2005 είναι ο Ολυμπιακός του 2020. Όσο η άμμος στην κλεψύδρα άδειαζε καταλάβαινες στον αέρα, πως η ομάδα της Μασσαλίας είναι αυτή που έχει να παίξει 6 χρόνια Champions League, κι ας αγωνίστηκε στο ενδιάμεσο σε έναν τελικό Europa League. Όσο κυλούσε ο χρόνος διαισθανόσουν ότι ο Ολυμπιακός έχει κάτι να δώσει, θα είναι αυτός που θα πει την τελευταία κουβέντα. 

Η κεφαλιά του Χασάν μπορεί να έμπαινε μπορεί και όχι. Σημασία έχει το θάρρος του Ολυμπιακού να παίζει τόσο ψηλά ακόμα και στις καθυστερήσεις. Το γκολ, ναι μεν μπήκε από το κεφάλι του Αιγύπτιου, αλλά ξεκίνησε από κλέψιμο του Ραφίνια σε θέση εξτρέμ. Κανονικά, σε τέτοιο λεπτό και σε τέτοιες συνθήκες, το λογικό θα ήταν ο Βραζιλιάνος να ήταν κάπου στην σέντρα και να περιμένει. Το 0-0 δεν ήταν καλό, αλλά δεν ήταν και κακό. Ωστόσο, ο Ολυμπιακός πίστευε ότι θα μπορούσε να το βρει ακόμα και στο τέλος. Και το βρήκε. 

Το δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’ έχει και μία άλλη ανάγνωση. Σε όλα τα φετινά του παιχνίδια, ο Ολυμπιακός κάνει κάτι που μόνο πολύ ώριμες και μεστές ομάδες μπορούν να κάνουν. Ζυγίζει τα ματς. Κάνει διαχείριση των δικών του δυνάμεων. Δεν ξοδεύεται άσκοπα. Σαν ένας καλός παίκτης μπρα-ντε-φερ προσπαθεί να λυγίσει σταδιακά το χέρι του αντιπάλου, όχι βίαια, αλλά με την αίσθηση της δικής του δύναμης. 

Οι ερυθρόλευκοι έχουν καταφέρει φέτος να ανεβάζουν στροφές και απόδοση, όσο περνάει η ώρα, κάτι καθόλου εύκολο, αν σε αυτό προσθέσεις την πίεση και το άγχος του αποτελέσματος, που συνήθως ωθεί σε σπασμωδικές επιλογές. Ο Ολυμπιακός όσο περνάει η ώρα δείχνει να παίζει / πιέζει όλο και πιο ορθολογικά και αυτή η ηρεμία, η σιγουριά έχει έναν και μόνο «υπαίτιο»: τον Πέδρο Μαρτίνς, που το έχει μεταλαμπαδεύσει αυτό στην ομάδα του.

Το γκολ που σφράγισε την πρόκριση με την Ομόνοια μπήκε κι αυτός στις καθυστερήσεις. Σχεδόν στις καθυστερήσεις ήταν το γκολ - πρόκριση επί της Άρσεναλ. Λίγο πριν το φινάλε ήρθε ένα άλλο γκολ - πρόκριση αυτό με τον Ερυθρό Αστέρα. Δεν είναι πια σύμπτωση. 

Ο Ολυμπιακός έχει πια τόση πίστη σε αυτό που κάνει που μπορεί να δείχνει ακμαίος κι έφηβος ακόμα και στα χασομέρια παίζοντας δίχως τον κορυφαίο του αθλητή (Μαντί Καμαρά) κι ένα σωρό περήφανα γερόντια μέσα (Χολέμπας, Ραφίνια, Βαλμπουενά, Ελ-Αραμπί). Αυτό θέλει χρόνια για να χτιστεί. Τώρα, 15 χρόνια μετά, τα χουνέρια που πάθαινε ο τότε ο Ολυμπιακός και αποδίδονταν σε μεταφυσικά φαινόμενα, μοιάζουν πολύ εύκολο να εξηγηθούν με ποδοσφαιρικό τρόπο…

Δεν θα ξαναφάω γκολ στο 89’…