MENU

«Γιατί δεν τον πήγα στην Γιουβέντους; Γιατί αν τον είχα πάει τον Ιανουάριο στην Γιουβέντους σήμερα θα έπαιζε στην ομάδα U23 της, στην Primavera ή θα είχε δοθεί δανεικός σε καμία θυγατρική της για να… ψηθεί», απάντησε γεμάτος κομπορρημοσύνη ο Μίνο Ράιολα στην ερώτηση της ιταλικής εφημερίδας Repubblica για το «φαινόμενο Χάαλαντ» που σαρώνει τον ποδοσφαιρικό πλανήτη.

Ο τροφαντός Μίνο, ο οποίος μπορεί να πουλήσει πάγο ακόμα και στους Εσκιμώους, είναι πολλά. Είναι υπερόπτης, αλαζόνας, συμφεροντολόγος, φιλάργυρος, ενοχλητικός, ένα κακό σπυρί για ομάδες, διοικήσεις, μίντια. Είναι όμως και κάτι άλλο, πιο σημαντικό. Διορατικός. 

Ξέρει ανά πάσα ώρα και στιγμή την καλύτερη επιλογή καριέρας για κάθε παίκτη του. Ξέρει να στήνει διαδρομές καριέρας, σχεδιασμένες προσεκτικά σκαλί - σκαλί, όπως η δική που τον έφερε από την «Pizza Napoli» του θείου Τζεράρντο στο Άμστερνταμ στην λίστα με τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Δεν κάνουν όλοι για όλα. Δεν θα γίνουν όλοι λαμπερά αστέρια ή ζάπλουτοι από την μπάλα. Ο στόχος όμως είναι να πάρουν τις καλύτερες αποφάσεις στο κατάλληλο τάιμινγκ.

Αν το θέμα ήταν να πάει τον Νορβηγό σε ένα μεγάλο κλαμπ θα το είχε κάνει πριν δύο χρόνια. Σιγά το θέμα. Τότε, έλυνε και έδενε στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, μόλις τους είχε πάει τον Πολ Πογκμπά.

Θα μπορούσε να τους τον πάει πέρσι. Ο Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ τον ξέρει ποδοσφαιρικά καλύτερα κι από τον γιο του, τον Νόα που αγωνίζεται στην Κρίστιανσουντ. Αυτός τον έβγαλε στο παλκοσένικο ως προπονητής της Μόλντε, η δουλειά θα μπορούσε να γίνει μέσα σε πέντε λεπτά.

Όχι, όμως. Δεν είναι αυτός ο σκοπός. Σκοπός είναι να γίνονται όλα στον σωστό χρόνο. Στην σωστή εξελικτική διαδικασία (τόσο αγωνιστικά, όσο και επενδυτικά) είναι εγκληματικό να πηδάς σκαλοπάτια, να παραλείπεις βήματα. Μπορεί το αποτέλεσμα να είναι το ίδιο, μα πολλαπλασιάζεις τα ρίσκα.

Ο Έρλινγκ Χάαλαντ επέλεξε ίσως την μεγαλύτερη κοιτίδα ταλέντου αυτή την στιγμή της Ευρώπης και την σίγουρη αγκαλιά της Red Bull που χορηγεί με την ίδια τεχνογνωσία Λειψία και Σάλτσμπουργκ, κάνοντας το πρώτο πολύ προσεκτικό βήμα καριέρας, αφήνοντας το πατρικό του στην Νορβηγία.

Η φυσιολογική εξέλιξη μετά την Αυστρία, το επόμενο βήμα δεν θα μπορούσε να ήταν μία Γιουβέντους ή μια Γιουνάιτεντ, που δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν το ουίσκι να ωριμάσει, παίζοντας με τις τάπες του βαρελιού. Ήταν -πολύ λογικά- η Μπορούσια Ντόρτμουντ. 

Μία ultra επιθετική ομάδα, που θέριεψε κι έκανε άντρες τον Γκέτσε, τον Λεβαντόφσκι, τον Ομπαμεγιάνγκ, τον Ρόις, τον Μχιταριάν, τον Ντεμπελέ, τον Πούλισιτς, τον Σάντσο, τόσους και τόσους. Μία ομάδα που παίρνει ακατέργαστη πρώτη ύλη και την μεταποιεί σε έτοιμο σταρ. 

Μετά από 862 λεπτά με την φανέλα της και 13 γκολ σε 12 παιχνίδια, όλοι βγάζουν το καπέλο στον Μίνο Ράιολα, όλοι παραδέχονται πως φέρθηκε μαεστρικά.

Το ερώτημα που τίθεται αυτόματα στον δικό μας ποδοσφαιρικό μικρόκοσμο, αφορά τον Γιώργο Βαγιαννίδη, ο οποίος ανακοίνωσε στην διοίκηση του Παναθηναϊκού, πως θα συνεχίσει την καριέρα του στο εξωτερικό, απορρίπτοντας την πρόταση του τριφυλλιού. Έκανε σωστά ο μικρός ή την ψώνισε; 

Αν κοιτάξει κανείς το βιογραφικό του ξύνει το κεφάλι του με απορία: Πως γίνεται να ακούγονται τόσο έντονα για πάρτη ενός 19χρονου Έλληνα ομάδες όπως η Μονακό και η Ίντερ, για ένα παιδί που έχει μόλις μία επίσημη συμμετοχή στο πρωτάθλημα; Ίσως εδώ κρύβεται όλο το ζουμί της ιστορίας.

Επιστρέφοντας στην περίπτωση του Χάαλαντ, ο Νορβηγός έκανε ντεμπούτο στην δεύτερη κατηγορία της Νορβηγίας με την Μπρίνε στα 15 του. Δεν ήταν καλός. Ούτε είχε το επίπεδο. Έπαιξε όμως. Έπαιξε 16 ματς και δεν έκανε ούτε σεφτέ. Ούτε γκολ. Αυτό το 16 όμως τράβηξε το βλέμμα της Μόλντε, που τον απέκτησε. 

Ούτε εκεί ήταν καλός στην πρώτη του χρονιά. Έπαιξε όμως. Χρειάστηκε 20 παιχνίδια για να πετύχει τα 4 πρώτα του γκολ στο πρωτάθλημα, εκ των οποίων τα μισά σε εύκολα παιχνίδια στο κύπελλο. Η Μόλντε, ομάδα πρώτης κατηγορίας, ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό στην χώρα της, του έδωσε το δικαίωμα να είναι όσο... κακός θέλει στο γήπεδο.

Του έδωσε το δικαίωμα να εξελιχθεί μέσα από τα λάθη του, παίζοντας απέναντι σε άντρες, όχι απέναντι σε συνομήλικους σε ματς που δεν θα μπορούσαν να του προσφέρουν τίποτα σε επίπεδο εξέλιξης. Η Μόλντε δεν μπόρεσε να τον χαρεί πάνω από 1,5 χρόνο, αλλά έβαλε στα ταμεία της διψήφιο αριθμό από εκατομμύρια ευρώ.

Μπορεί οι οπαδοί του να ζουν με τις αναμνήσεις των glory days, αλλά εδώ και μερικά χρόνια, το επίπεδο και το στάτους του Παναθηναϊκού δεν απέχει και πολύ από αυτό της άσημης Μόλντε. Αν το τριφύλλι έκρινε ότι 19χρονος Βαγιαννίδης άξιζε να έχει μόνο μία συμμετοχή μέχρι σήμερα, τότε δεν τρέχει κάστανο που τον έχασε. Αν όμως του είχε δώσει την δυνατότητα να είναι όσο κακός θέλει στο γήπεδο, ενδεχομένως σήμερα να τον είχε «δεμένο» με επαγγελματικό συμβόλαιο και δεν θα τον έχανε παίρνοντας πίσω μόνο τα τροφεία του. Ίσως να τον μοσχοπουλούσε κιόλας.

Ναι, η διαχείριση των μικρών θέλει τεράστια προσοχή. Δεν είναι όλοι σωματικά και ψυχολογικά έτοιμοι να κάνουν από νωρίς το μεγάλο βήμα και να αντέξουν μια τέτοια φανέλα. Υπάρχει ο κίνδυνος να «καούν» πρόωρα. Εκεί, όμως έγκειται η μαεστρία που λέγαμε πιο πριν. 

Για τον Γιώργο Βαγιαννίδη ελάχιστοι είναι αυτοί που μπορούν να μιλήσουν και τα λόγια τους να έχουν πραγματική υπόσταση. Τέτοιοι είναι οι προπονητές του όλα αυτά τα χρόνια. Οι αντίπαλοι. Οι συμπαίκτες του. Οι μετρημένοι μύστες, που από αγνό αλκοολίκι με την αυθεντική μπάλα, τρώνε τα πρωινά των Σ/Κ τους για να χαρτογραφούν κάθε ταλέντο επί ελληνικού εδάφους. Όλοι σχεδόν συμφωνούν και κάτι. Το παιδί έχει πρώτη ύλη. 

Έχει διασκελισμό τριπλουνίστα. Με 10 δρασκελιές τρέχει το μισό γήπεδο. Είναι ένα καθαρόαιμο, που ακόμα δεν έχει βάλει σε καλούπι τα χαρίσματα του. Το σώμα του θέλει δουλειά. Η τακτική του παιδεία το ίδιο.

Δεν τον αδικώ που πιστεύει ότι έξω θα τον «δουλέψουν» πιο καλά. Δεν τον αδικώ που πιστεύει πως έξω θα στύψουν όσους χυμούς έχει να δώσει στο γήπεδο. Δεν τον αδικώ που θέλει να δοκιμάσει έξω, για να δει πως είναι. Εξάλλου, καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες, παρά για κάτι που δεν έκανες. Κι ας παρακάμπτεις σκαλοπάτια στην εξελικτική διαδικασία. Ο μικρός ρισκάρει.

Κι αυτό το θράσος του να απορρίψει την πρόταση του Παναθηναϊκού, που είναι απογυμνωμένος στην θέση του δεξιού μπακ με τις αποχωρήσεις Γιόχανσον και Αποστολάκη και λογικά θα του έδινε ευκαιρίες, είναι αξιοπρόσεχτο. Το μόνο σίγουρο, πάντως, είναι ότι δεν φεύγει για να πλουτίσει πρόωρα.

Αν ο Παναθηναϊκός θέλει να ανακάμψει αγωνιστικά και να επιστρέψει σε διεκδίκηση (σε πρώτη φάση) τίτλων οφείλει να βρει κι άλλους Μακέντα κι άλλους Καρλίτος. Αν θέλει να αναθαρρήσει οικονομικά, τότε πρέπει στα 19 τους οι επόμενοι Βαγιαννίδηδες να έχουν 20 και 30 ματς στα πόδια τους και να έχουν την πολυτέλεια να είναι όσο κακοί θέλουν στο γήπεδο…

Βαγιαννίδης - Παναθηναϊκός: Ένας αταίριαστος γάμος...