MENU

Ζούμε στην εποχή του νόμου και της τάξης. Η κυβέρνηση, με ατσάλινη θέληση, διαλύει καταλήψεις και γιάφκες στα υπόγεια των Πανεπιστημίων.  

Μέχρι εδώ όλα καλά.  Ίσως όμως να ήταν εξίσου χρήσιμο,  αν οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. , εκτός από τις ταράτσες στο Κουκάκι, έριχναν μια ματιά και στην παρακάτω γωνία. Εκεί που εδρεύουν οι οπαδικοί σύνδεσμοι. 

Όλες οι αστυνομικές έρευνες που διεξήχθησαν σε τέτοιους χώρους, και ειδικά  οι πιο πρόσφατες έφεραν στο φως τα απολύτως αναμενόμενα ευρήματα: οπλοστάσια. Για οδομαχίες και όχι για επιδρομή στο Ιράν βέβαια, αλλά οπλοστάσια όπως και να’ χει. Μαχαίρια, σιδερογροθιές, λοστοί και γενικώς, οτιδήποτε μπορεί να ανοίξει στα δυο το κεφάλι του «εχθρού», παρέχεται αφιλοκερδώς από τους συνδέσμους στα μάχιμα μέλη τους.  Η αστυνομία ασφαλώς το γνωρίζει. Άλλωστε, για να είμαστε δίκαιοι, έχει επιχειρήσει κάμποσες φορές σε γραφεία συνδέσμων. Προφανώς όχι αρκετές. 

Η αστυνομία γνωρίζει επίσης  για τα οπαδικά ραντεβού θανάτου. Γνωρίζει πως κλείνονται και συνήθως γνωρίζει με σχετική σιγουριά που και πότε θα γίνουν. Κάποια τα αποτρέπει. Τα περισσότερα όχι. 

Όσοι έχουν συμμετάσχει και έζησαν για να διηγηθούν την ιστορία επιβεβαιώνουν το προφανές: ο θάνατος του οπαδού στην Θεσσαλονίκη δεν ήταν ατύχημα. Ήταν μια αναμενόμενη απώλεια. 

Για την ακρίβεια, είναι παράξενο πώς δεν έχουμε περισσότερες τέτοιες.  Η σφοδρότητα αυτών των συγκρούσεων δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο παρερμηνείας: οι άνθρωποι πηγαίνουν για να σκοτώσουν ή για να σκοτωθούν. Ή εν πάση περιπτώσει, αν δεν είναι ακριβώς αυτός ο σκοπός τους, σίγουρα είναι μια πιθανότητα πολύ σοβαρή που τα αντίπαλα «στρατόπεδα» την γνωρίζουν και την αποδέχονται.

Είτε ο θάνατος έρθει με μαχαίρι λοιπόν, είτε με χτύπημα στο κεφάλι, είτε από διερχόμενο αυτοκίνητο όπως στην τελευταία περίπτωση, το αίτιο  δεν αλλάζει: το τυφλό οπαδικό μίσος. Και το αποτέλεσμα επίσης: μια οικογένεια θρηνεί, χωρίς κανέναν απολύτως λόγο.

Πως ακριβώς φτάσαμε ως εδώ, χωρά μεγάλη συζήτηση.  Και στο ερώτημα τι μεσολάβησε  από την δεκαετία του 80 ‘όταν Αρειανοί και ΠΑΟΚτσήδες στριμωχνόταν στο Παλέ, ο ένας σε απόσταση αναπνοής από τον άλλο, σε μάχες τίτλου μάλιστα,  και δεν άνοιγε ρουθούνι, μέχρι και σήμερα όπου είναι αδύνατον να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο χωρίς να σπάσουν κεφάλι υπάρχουν πολλές απαντήσεις, επί της ουσίας όμως η εξής μία: η ατιμωρησία. 

Προφανώς αυτή η ελεύθερη πτώση προς την άβυσσο της βίας είναι πολυπαραμετρική. 

Από την είσοδο στον αθλητισμό αδίστακτων παραγόντων που χρησιμοποιούν τους οπαδούς ως προσωπικό στρατό, ως την  ηθική απαξίωση της αθλητικής δημοσιογραφίας η οποία εκφυλλίστηκε σε μισαλλόδοξη οπαδογραφία και από την βαθιά κοινωνική και αξιακή κρίση που προϋπήρχε της  οικονομικής, έως την πλήρη κυριαρχία της ρητορικής του μίσους στον δημόσιο λόγο, όλα συνεισέφεραν και όλα διαμόρφωσαν την σημερινή κατάσταση.  Τίποτα, ωστόσο, δεν ήταν πιο καθοριστικό και επιζήμιο από την εμπέδωση της κουλτούρας της ατιμωρησίας. 

Το ένστικτο της βίας υπάρχει βαθιά ριζωμένο στον άνθρωπο. Και επειδή ακριβώς είναι ένστικτο, δεν χρειάζεται κάποια σοβαρή αιτιολόγηση. Λειτουργεί και απελευθερώνεται με προσχηματικές αφορμές. Γιατί πλακώνεστε ρε παιδιά; Επειδή θέλουμε να πλακωθούμε, θέλουμε να ανήκουμε κάπου, θέλουμε να επιδεικνύουμε την παλικαριά μας στο γκρουπ των συντρόφων μας, επειδή είμαστε γεμάτοι ένταση και ανασφάλειες και δεν ξέρουμε πώς αλλιώς να το χειριστούμε – α ναι, και επειδή υποστηρίζουμε διαφορετικές ομάδες.

Οι βασικοί τρόποι για να παραμένουν τα ένστικτα ανενεργά είναι η σωστή κοινωνικοποίηση, η παιδεία και η καταστολή.  
Λυπάμαι που θα σας το πω αλλά ο βασικότερος λόγος που πολλοί από εμάς δεν γινόμαστε δολοφόνοι, δεν είναι ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή.  Είναι ο φόβος της τιμωρίας. 

Για να μην το κουράζουμε λοιπόν, στην Ελλάδα τέτοιος φόβος δεν υπάρχει. Ειδικά στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η σταθερά χαλαρή σχέση μας με την τήρηση των νόμων ,ξεχείλωσε πλήρως.  Όταν δεν σέβεσαι τους νόμους όμως, όταν δεν σκέφτεσαι τις συνέπειες των πράξεων σου επειδή μάλλον δεν θα υπάρξουν, όταν η θεσμική θωράκιση της χώρας είναι διάτρητη (και όταν η κυρίαρχη ιδεολογική της ταυτότητα αφήνει παράθυρο στην «καλή και δικαιολογημένη» βία),  τα ένστικτα βγαίνουν στα επιφάνεια ολοένα και ευκολότερα.  

Αν η κυβέρνηση εννοεί επί της ουσίας να επιβάλλει την τάξη και δεν ενδιαφέρεται μονάχα για την επικοινωνία, πρέπει να αρχίσει να συλλαμβάνει και να τιμωρεί αυστηρότατα.

Και εντάξει, ας μην επιστρέψουμε στο παρελθόν και σε διάφορους ηθικούς αυτουργούς δολοφονιών που σήμερα είναι ευυπόληπτα στελέχη. Αλλά ας ξεκινήσουμε τουλάχιστον  από το  σήμερα.  

Διαβάζω  ότι έχει ξεκινήσει προανάκριση για το συμβάν της Θεσσαλονίκης: περιμένω και ελπίζω σε άμεση διελεύκανση της υπόθεσης και σε  αυστηρή τιμωρία όσων συμμετείχαν στο ραντεβού θανάτου. Και ακολούθως, συλλήψεις και αυστηρές τιμωρίες, σε κάθε επιχειρούμενο ραντεβού θανάτου του μέλλοντος, ακόμα κι αν η ΕΛ.ΑΣ. προλάβει να το αποτρέψει. 

Συλλήψεις και αυστηρές τιμωρίες στους υπεύθυνους των συνδέσμων που διαθέτουν οπλοστάσια. 

Ακόμα και την διάλυση των συνδέσμων θα συζητούσα, απλώς δεν πιστεύω ότι είναι  ρεαλιστικά εφικτή (θα λειτουργούν ανεπίσημα) ή θα λύσει το πρόβλημα στη βάση του.
Μόνο η συστηματική και αυστηρή τιμωρία  των ηθικών και των φυσικών αυτουργών θα το λύσει. 

Εφόσον ο κ. Χρυσοχοίδης το θέλει, έχει μπροστά του πεδίον δόξης λαμπρόν.

Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. 

Ραντεβού με τον θάνατο