Ένας παίκτης που δεν έπαιζε απλώς με τη μπάλα, αλλά της έδινε ψυχή. Ένας άνθρωπος που σαγήνευε τα πλήθη τόσο με τις ντρίμπλες του όσο και με τον τρόπο ζωής του, σε μια εποχή που το ποδόσφαιρο μετατρεπόταν από άθλημα σε παγκόσμιο φαινόμενο.
Ο πρώτος σούπερ σταρ
Γεννημένος στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας το 1946, ο Τζόρτζ Μπεστ εντοπίστηκε από τα «μάτια» της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα 15 του. Λίγα χρόνια αργότερα, με την αφοπλιστική τεχνική και την εκρηκτική ταχύτητα έμελε να είναι βασικός στην ομάδα του Ματ Μπάσμπι και οδήγησε τους «Κόκκινους Διαβόλους» στην κορυφή της Ευρώπης.
Το 1968 ήταν η χρονιά του. Με 28 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις και έναν ηγετικό ρόλο στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών κόντρα στην Μπενφίκα, ο Μπεστ οδήγησε τη Γιουνάιτεντ στην κορυφή της Ευρώπης για πρώτη φορά στην ιστορία της. Την ίδια χρονιά κατέκτησε τη Χρυσή Μπάλα.
Ο ποιητής των γηπέδων
Η φαντασία του στο χορτάρι ήταν ανεξάντλητη. Δεν είχε απλώς ταλέντο – είχε έμπνευση. Ήξερε να ντριμπλάρει, να σκοράρει, να περνάει αμυντικούς λες και ήταν αόρατοι. Ο Πελέ τον χαρακτήρισε “τον μεγαλύτερο παίκτη στον κόσμο”. Ο κόσμος τον αποθέωνε, τα Μέσα τον λάτρευαν. Ήταν το “πέμπτο Σκαθάρι” – τόσο λόγω εμφάνισης όσο και επιρροής στη μαζική κουλτούρα της εποχής.
Ο άνθρωπος που «κάηκε» από το ίδιο του το φως
Όμως ο Μπεστ δεν ήταν μόνο ποδόσφαιρο. Ήταν νυχτερινή ζωή, αλκοόλ, γυναίκες, φήμη.
Ο ίδιος είχε πει χαρακτηριστικά:
«Ξόδεψα πολλά χρήματα για ποτό, γυναίκες και γρήγορα αυτοκίνητα. Τα υπόλοιπα τα σπατάλησα».
Το ταλέντο του ήταν αστείρευτο, όμως η πειθαρχία δεν ήταν ποτέ στο λεξιλόγιό του. Έχασε σταδιακά τη μάχη με τους εθισμούς του και αποσύρθηκε πολύ νωρίς από το υψηλό επίπεδο, στα 27 του.
Η παρακαταθήκη ενός ανεπανάληπτου
Ο Τζόρτζ Μπεστ πέθανε το 2005, σε ηλικία 59 ετών, μετά από χρόνια προβλήματα υγείας λόγω αλκοολισμού. Όμως η εικόνα του ζει. Σε κάθε highlight με τη φανέλα της Γιουνάιτεντ, σε κάθε παιδί που παίζει με το ένστικτο του δρόμου, σε κάθε ρομαντικό που αγαπάει το ποδόσφαιρο.
Ο Μπεστ δεν ήταν ποτέ ένας απλός ποδοσφαιριστής. Ήταν σύμβολο. Ήταν μια υπενθύμιση ότι το μεγαλείο και η αυτοκαταστροφή πολλές φορές πάνε μαζί. Κι αν κάτι έχει μένει από εκείνον, είναι η μαγεία που χάρισε σε εκατομμύρια θεατές. Γιατί, όπως είχε πει κι ο ίδιος:
«Αν πεθάνω αύριο, να με θυμούνται για το ποδόσφαιρο. Τίποτα άλλο δεν μετράει».