Αν ρωτήσεις τις μηχανές τεχνητής νοημοσύνης στο διαδίκτυο να σου δώσουν τον ορισμό της «καρμικής σχέσης» θα λάβεις την εξής απάντηση: «Μια σχέση μεταξύ δύο ατόμων που θεωρείται ότι είναι το αποτέλεσμα του "κάρμα" τους, δηλαδή των πράξεων ή των συναισθημάτων από προηγούμενες ζωές ή σε προηγούμενες εμπειρίες τους, σύμφωνα με κάποιες πνευματικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, οι καρμικές σχέσεις έχουν ένα σκοπό, που είναι να "ξεπληρώσουν" ή να ισχυροποιήσουν κάποια ατελή ή άλυτα θέματα από το παρελθόν, είτε από αυτήν είτε από προηγούμενες ενσαρκώσεις. Σε μια καρμική σχέση, μπορεί να υπάρχουν έντονες συναισθηματικές συνδέσεις, αντιφάσεις ή προβλήματα που φαίνεται να επαναλαμβάνονται, σαν να πρόκειται για μια "εκκρεμότητα" από το παρελθόν».
Όπως ασφαλώς θα παρατηρείς, η τεχνητή νοημοσύνη έχει φροντίσει να περιγράψει τη σχέση χωρίς πρόσημο, θετικό ή αρνητικό. Όταν, όμως, μία σχέση επαναδημιουργείται όχι για δεύτερη, αλλά για τέταρτη φορά, όπως αυτή του Τάκη Φύσσα με τον Παναθηναϊκό, δεν μπορεί παρά να εμπίπτει σ’ αυτή την κατηγορία.
Η σχέση του Φύσσα με τον Παναθηναϊκό είναι πολυεπίπεδη και ξεκινάει από μακριά. Εναντίον των πρασίνων έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο στην Α’ Εθνική, στις 27 Ιανουαρίου 1991, όταν δεν είχε υπογράψει ακόμα συμβόλαιο με τον Πανιώνιο. Εναντίον του Παναθηναϊκού πανηγύρισε τον πρώτο τίτλο του στον ελληνικό χώρο, το κύπελλο που κατέκτησε με τον Πανιώνιο το 1998.
Η μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό τον Ιανουάριο του 1999 του άνοιξε την πόρτα της εθνικής ομάδας, στην οποία φυσικά έζησε την κορυφαία στιγμή της καριέρας του, την κατάκτηση του Euro 2004. H μετακίνησή του στη Μπενφίκα ακριβώς πέντε χρόνια αργότερα (Ιανουάριος 2004) τον απέτρεψε μεν από το να συνεχίσει μέχρι τέλους στην πορεία τίτλου του Παναθηναϊκού εκείνη τη χρονιά, αλλά τον έβαλε σ’ ένα σχετικά μικρό κλαμπ παικτών που πανηγύρισαν δύο τίτλους με δύο διαφορετικές ομάδες την ίδια σεζόν: Πρωτάθλημα με τον Παναθηναϊκό (στον οποίο αγωνίστηκε στο πρώτο μισό της σεζόν) και κύπελλο με τη Μπενφίκα.
Μετά από το πέρασμά του από τους «αετούς» της Λισαβώνας και τη σκωτσέζικη Χαρτς (με την οποία πανηγύρισε ένα κύπελλο Σκωτίας το 2006) ο Φύσσας επέλεξε να κλείσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό, τη σεζόν 2007-08. Συνολικά με τον Παναθηναϊκό αγωνίστηκε σε 204 ματς και σημείωσε 9 γκολ.
Εκτός από τη σχέση μεταξύ παίκτη και συλλόγου, υπάρχει και σχέση με τους αριθμούς, και συγκεκριμένα με το «6». Η πρώτη συνεργασία του Φύσσα με τον Παναθηναϊκό έγινε το 2014, ακριβώς έξι χρόνια μετά το κρέμασμα της πράσινης φανέλας του. Θα’ λεγε κανείς, μάλιστα, ότι ο Παναθηναϊκός… παραμόνευε να τον κλείσει και το έκανε λίγες ημέρες αφ’ ότου ανακοινώθηκε ότι δεν θα ανανεωθεί η συνεργασία του με την ΕΠΟ, όπου είχε το πόστο του αθλητικού διευθυντή της Εθνικής Ανδρών.
Αυτό το δεύτερο πέρασμα στο πόστο του Διευθυντή Ποδοσφαίρου διακόπηκε, μάλλον απρόσμενα όσον αφορά τον χρόνο ανακοίνωσης, ανήμερα των 108ων γενεθλίων του Παναθηναϊκού, στις 3 Φεβρουαρίου 2016. Δεν πέρασαν, όμως, ούτε λίγοι μήνες, όταν τον Δεκέμβριο του 2016 ήλθε το τρίτο… αντάμωμα, που δεν αποδείχτηκε φαρμακερό: Ανέλαβε το πόστο του Διευθυντή Ακαδημιών του συλλόγου. Η θητεία του στο συγκεκριμένο πόστο κράτησε ως το 2019.
Τι μεσολάβησε; Η εμπειρία που απέκτησε σε θέσεις ευθύνης στην ΕΠΟ τα τελευταία χρόνια, πάντα σε συνάρτηση με την Εθνική Ανδρών. Γι’ αυτό και ο νέος του ρόλος, αν κρίνουμε από τον τίτλο του, θα είναι πολύ πιο γενικός από το να ασχολείται μόνο με την καθημερινότητα της ανδρικής ομάδας ή με την ανάπτυξη των ακαδημιών.
Τι κάνει ένας σύμβουλος στρατηγικού σχεδιασμού; Αυτό που λέει ο τίτλος. Συμβουλεύει. Δίνει κατευθύνσεις. Το αν θα υλοποιεί κιόλας, μένει να αποφασιστεί. Ο «πρέσβης του συλλόγου», ο δεύτερος ρόλος που καλείται να υπηρετήσει, δεν χρειάζεται πολλή επεξήγηση. Ένα πρόσωπο γνωστό, που έχει υπηρετήσει το σύλλογο και έχει αποκτήσει εμπειρία κινήσεων στα ποδοσφαιρικά «λόμπι», είναι πάντοτε απαραίτητο όλες τις στιγμές.