Πέρασαν 11 αγωνιστικές στην Super League. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανείς που δε θα τον πιάσει... πονοκέφαλος από τη σκέψη, αν του ζητήσεις να ποντάρει λεφτά στο ποιος θα κατακτήσει το πρωτάθλημα. Οι διαφορές ανάμεσα στις ομάδες είναι μικρές έως ανύπαρκτες. Η «μάχη» θα είναι μεγάλη και δεν υπάρχει ούτε μισό παιχνίδι που θα θεωρηθεί «σίγουρο» για τον οποιοδήποτε.
Η νοοτροπία των ομάδων, η «μαχητική» διάθεση όλων, η πίστη τους πως έχουν πολλές ελπίδες να κατακτήσουν τους στόχους τους και κυρίως το δικαίωμα του καθενός να πάρει αυτό που αξίζει στο χορτάρι ή να χάσει αυτό που δεν αξίζει να έχει, είναι το «πακέτο» που καθιστούν τη φετινή Super League σε πρωταθληματάρα.
Μέσα σε αυτή την εκπληκτική διαδρομή, προφανώς υπάρχουν και λάθη, υπάρχουν και κακώς κείμενα. Ήδη έχουν προκύψει τιμωρίες και ενέργειες εναντίον αυτών των καταστάσεων. Ασφαλώς το εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, ισχύει και στο ποδόσφαιρο. Πάντα θα ισχύει. Γιατί κανείς δεν επιτυγχάνει το τέλειο και λάθη δεν κάνουν μόνο οι νεκροί και αυτοί που δε δουλεύουν.
Παρά τη συγκεκριμένη εικόνα του πρωταθλήματος και του ποδοσφαίρου μας συνολικά, παρά το γεγονός πως φτάσαμε να περιμένουμε τους αγώνες της Εθνικής ομάδας με την ίδια ή και μεγαλύτερη προσμονή απ’ ότι τη Super League, υπάρχουν φωνές περί «αδικίας», περί… κυνηγητού συγκεκριμένων πλευρών από κάποιο αόρατο «σύστημα». Είναι σαφές βέβαια πως πρόκειται για επικοινωνιακά παιχνίδια. Προάσπιση συμφερόντων των ομάδων-όπως αυτές εκλαμβάνονται τις συγκεκριμένες κινήσεις τουλάχιστον-ή ακόμη και πολιτική των συλλόγων.
Είναι θεμιτό ο καθένας να κοιτά το συμφέρον του και να το εκφράζει επικοινωνιακά με το βαθμό τοξικότητας που τον αντιπροσωπεύει ως αντίδραση. Λειτουργώντας με αυτό τον τρόπο ως δικαιολογία για τα κακώς κείμενα της κάθε ομάδας. Πάντα βολεύει ένας… μπαμπούλας που «μας κυνηγά» και είμαστε μόνοι μας εναντίον όλους και στεκόμαστε όρθιοι. Μόνο που η συγκεκριμένη τακτική, ευτελίζει το πρόβλημα που είχε το ελληνικό ποδόσφαιρο και δεν υπάρχει πλέον.
Σκεφτείτε απλά τι έχουμε ζήσει στη χώρα μας, τ έχουμε δει να συμβαίνει στην ΕΠΟ, την ΚΕΔ, στον αγωνιστικό χώρο, παντού. Το σήμερα είναι αυτό που ο ΠΑΟΚ, πρωταθλητής και πιο «δεμένο» σύνολο από κάθε άλλο, δεν έχει νικήσει κανένα ντέρμπι. Ούτε καν αυτά που ήταν ανώτερος. Ένα ημίχρονο με τον Παναθηναϊκό, στις λεπτομέρειες του αγώνα με την ΑΕΚ, στο σύνολο του ματς απέναντι στον Άρη. Δύο ισοπαλίες και μία ήττα ο απολογισμός αυτών των αγώνων.
Είναι ο ίδιος ΠΑΟΚ που θα τον πήγαιναν… σπρωχτά επειδή έχει τον Μάκη Γκαγκάτση στην προεδρία της ΕΠΟ. Μετά από 11 αγωνιστικές δεν έχει πάρει ούτε μισό βαθμό που δεν άξιζε, ενώ έχει χάσει τόσους στην πορεία του. Αλήθεια, στα τόσα χρόνια και στις τόσες «παράγκες», στις περιόδους «σκοταδισμού» που ζήσαμε στο ελληνικό ποδόσφαιρο, υπήρχε ποτέ περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο με τον «ευνοημένο», τον «ισχυρό», αυτόν που έχει το «κουμάντο» της ΕΠΟ;
Τα ίδια ισχύουν και για τον Ολυμπιακό. Ειδικά με αυτόν μάλιστα, γιατί έχουμε ζήσει Ολυμπιακό με επιρροή στην ΕΠΟ, να είναι ισχυρός παρασκηνιακά. Επί δεκαετίες ολόκληρες. Υπήρχε ποτέ περίπτωση να έχει όλες αυτές τις βαθμολογικές απώλειες, απέναντι μάλιστα σε αντιπάλους πολύ χαμηλότερης δυναμικής; Χρησιμοποιώντας λοιπόν, ατάκες και σκέψεις που όριζαν το χθες του ποδοσφαίρου, ευτελίζουμε τις «σφαγές», τους στόχους που χάθηκαν ή κατακτήθηκαν ετσιθελικά. Μειώνουμε τα όσα τράβηξε το άθλημα όταν συζητάμε στα σοβαρά για το αν τώρα υπάρχει έστω το 5% εκείνων των ζητημάτων.
Αυτοί που φωνάζουν περισσότερο απ’ τους άλλους, είναι η ΑΕΚ και ο Άρης. Η ομάδα της Θεσσαλονίκης περισσότερο επιλεκτικά, η Ένωση συνολικά έχει διαλέξει την πολιτική της αντίδρασης και της ρητορικής πως αδικείται. Και οι δύο αυτές ομάδες, είναι στην κορυφή της βαθμολογίας. Ποδοσφαιρικά καμία απ’ τις δύο δεν έχει δείξει την ικανότητα και την δυναμική μέχρι τώρα, για να νικά και τη διαιτησία, να τα βάζει με ένα σύστημα που -υποτίθεται- είναι απέναντι και να μένει τόσο ψηλά βαθμολογικά. Πάντα ανατρέχοντας στα πρόσφατα ή παλιότερα που έχουμε ζήσει στο ελληνικό ποδόσφαιρο, ο ορισμός της αδικίας ήταν να καταστρέφονται οι ελπίδες και οι πιθανότητες πραγματικά σπουδαίων ομάδων που τις έβλεπες και τις χαιρόσουν στο χορτάρι. Πώς λοιπόν δύο ομάδες που δεν… κεντάνε ποδοσφαιρικά μέχρι τώρα, έχουν προβλήματα, λένε πως αδικούνται κι από πάνω, κατορθώνουν να είναι στην κορυφή;
Η πολιτική που θα επιλέξει ο καθένας, το τι θα περάσει επικοινωνιακά προς τα έξω, πώς θα ορίσει τον εαυτό του, είναι δικαίωμά του. Μόνο που η πολιτική και η επικοινωνία, τις περισσότερες φορές απέχουν από την πραγματικότητα. Με την τωρινή ΕΠΟ, πρόεδρο τον Μάκη Γκαγκάτση, έχουμε δει 11 αγωνιστικές που κάθε φορά μας εκπλήσσουν. Το πρωτάθλημα παίζεται αυτή τη στιγμή ανάμεσα σε πέντε ομάδες!
Κοιτώντας την βαθμολογία, κανείς ουσιαστικά δεν μπορεί να πει πως αδικείται ή έχει πάρει κάτι παραπάνω απ’ αυτό που άξιζε, με κάποιες λιγοστές εξαιρέσεις. Ακόμη και οι μικρότερης δυναμικής ομάδες. Για παράδειγμα ο Παναιτωλικός. Δείτε που είναι τώρα και πώς παίρνει αυτό που αξίζει. Έχοντας την αδικία στο ματς με τον Βόλο, αλλά συγχρόνως και τις… φωνές από ΑΕΚ και Άρη πως αδικήθηκαν στο Αγρίνιο. Καταστάσεις που μόνο ως ανέκδοτο θα μπορούσαν να συζητηθούν στο πρόσφατο παρελθόν.
Η πραγματικότητα λοιπόν, είναι πως το πρωτάθλημα και το ποδόσφαιρο πορεύεται όσο πιο κοντά στο αίσθημα δικαιοσύνης μπορεί να έχει ένας φίλαθλος, ένα κλαμπ. Όσο κι αν φωνάζει ο καθένας, η ίδια η πίστη πως στο τέλος θα κατακτήσουν στόχους ακόμη κι αν ποδοσφαιρικά υπάρχουν πολλά κακώς κείμενα, είναι η «σφραγίδα» μιας διαφορετικής αύρας που υπάρχει στο άθλημα. Χωρίς να θυμίζει σε τίποτα τη δηλητηριασμένη και επικίνδυνη ατμόσφαιρα προηγούμενων πρωταθλημάτων, επί δεκαετίες ολόκληρες.