Οσο κι αν έχει ξεκινήσει η βαθμοθηρία και οι συναισθηματικές υπερβολές από τα μέσα του Σεπτέμβρη, ένα είναι το κυρίαρχο ζητούμενο στον Παναθηναϊκό. Να γίνει ΟΜΑΔΑ. Το έμψυχο δυναμικό του διαθέτει μπόλικη ποιότητα, την περισσότερη από κάθε άλλη χρονιά μετά το άδοξο τέλος της πολυμετοχικότητας, αλλά το τριφύλλι ακόμα χτίζει την αγωνιστική ταυτότητα, τον προσανατολισμό και το δέσιμό του.
Πραγματοποιείται μία φυσιολογική διαδικασία ωρίμανσης, προϊόντος του χρόνου, ενός συνόλου με νέο προπονητή που δεν συνεχίζει πάνω στην πεπατημένη των προηγούμενων τριών ετών (με την ολιγόμηνη παρένθεση Τερίμ) όσον αφορά το ποδοσφαιρικό στιλ και τη φιλοσοφία του παιχνιδιού.
Το ποδόσφαιρο που θέλει να φέρει ως ταυτότητα του Παναθηναϊκού ο Αλόνσο έχει δομικές αλλαγές σε σχέση με το ποδόσφαιρο που έπαιζε το τριφύλλι επί Γιοβάνοβιτς και, για πολύ λίγο στο φινάλε, επί Κόντη, που ήταν άλλωστε βοηθός του.
Οχι επειδή του αρέσει το κάθετο ποδόσφαιρο και το αποτελεσματικό πρέσινγκ, λες και υπάρχει προπονητής στον πλανήτη που δεν του αρέσουν αυτά τα δύο στοιχεία, αλλά διότι δεν τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα η κατοχή της μπάλας και ο έλεγχος του ρυθμού. Το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στις επιθετικές μεταβάσεις και στην ικανότητα των παικτών του στο «ένας εναντίον ενός».
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Παναθηναϊκός του Αλόνσο δεν θα μπορεί να κάνει built up. Καμία ομάδα στον πλανήτη δεν μπορεί να αυτοχαρακτηριστεί ως σοβαρή, εάν δεν μπορεί να χτίσει το παιχνίδι της από την άμυνα και αν απλώς διώχνει όπου να ‘ναι για να φύγει η μπάλα από πίσω, μπας και φτάσει στους επιθετικούς.
Επ’ αυτού, στην Τούμπα υπήρχε ένα σημαντικό κέρδος που θα κεφαλαιοποιηθεί στην πορεία των αγώνων. Ποιο ήταν αυτό; Παρότι στο πρώτο 25λεπτο οι πράσινοι τα βρήκαν μπαστούνια -ακριβώς σε αυτό που αναλύουμε- και δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν και να μεταφέρουν τη μπάλα ορθολογικά προς το επιθετικό τους τρίτο, συνέχισαν να χτίζουν από πίσω.
Και όσο περνούσε η ώρα γινόντουσαν καλύτεροι, η μπάλα έφτανε στις μεσοεπιθετικές γραμμές πιο συχνά και πιο σωστά σε σχέση με το ξεκίνημα. Δεν υπήρξε πανικός, αλλά επιμονή. Και βελτίωση.
Το κυριότερο πρόβλημα -που διορθώθηκε αρκετά στο δεύτερο ημίχρονο- ήταν ότι τόσο ο Αράο όσο και ο Μαξίμοβιτς έπαιζαν τη μπάλα «σίγουρα» και προς τα πίσω, αντί να «ρισκάρουν» προωθώντας τη στο μεσαίο τρίτο του γηπέδου.
Παρεμπιπτόντως το θετικό της συνύπαρξής Αράο-Μαξίμοβιτς φάνηκε στις επιστροφές (σαφώς βελτιωμένο αμυντικό τρανζίσιον με έξι παίκτες κάθε φορά κοντά στην περιοχή) και τη θωράκιση της καρδιάς των μετόπισθεν.
Το ίδιο γινόταν και από την αριστερή πλευρά της άμυνας, με τους Γέντβαϊ-Μλαντένοβιτς να «βλέπουν» σχεδόν αποκλειστικά την επιστροφή της μπάλας στον Ντραγκόφσκι, ενώ από δεξιά η μπάλα έβγαινε μεν καλύτερα στο χτίσιμο του παιχνιδιού από Ινγκασον-Βαγιαννίδη, με την ειδοποιό διαφορά ότι η αριστερή πλευρά και ο άξονας λειτουργούσαν όπως έπρεπε ανασταλτικά. Τα κενά ήταν ελάχιστα.
Σε αντίθεση με τη δεξιά πλευρά, όπου Μπάμπα έβγαινε έξτρα παίκτης και δημιούργησε τις καλύτερες καταστάσεις του ΠΑΟΚ με τις πλαγιοκοπήσεις του.
Αριστερά, ο εξτρέμ της πλευράς, Πελίστρι, παρείχε στον Μλαντένοβιτς την υποστήριξη που έπρεπε, με τον Μαξίμοβιτς ως «6άρι» της πλευράς, ενώ δεξιά ο Τετέ δεν πρόσφερε τις ίδιες καλύψεις στον Βαγιαννίδη, συν του ότι ο Μπάμπα είναι επιθετικογενής και ποιοτικός φουλ μπακ.
Το αποτέλεσμα ήταν η ασύνδετη και προβληματική εικόνα του πρώτο μισού του ημιχρόνου στη μεταφορά της μπάλας από την άμυνα και στις «απαντήσεις» απέναντι στο πρέσινγκ του ΠΑΟΚ, με τη μεσοεπιθετική τριπλέτα (Τετέ, Μπακασέτας, Πελίστρι) και τον Ιωαννίδη (δεν πήρε ούτε τον πυρετό του από τον διαιτητή, με βάση τον ανορθόδοξο τρόπο που τον έπαιζαν οι αντίπαλοί του) να μοιάζουν αποκομμένοι.
Οσο περνούσε η ώρα η εικόνα ισορροπούσε, αλλά χάρη στην ατομική ποιότητα των μεσοεπιθετικών και δη την τρομερή ενέργεια του Ιωαννίδη και την πάσα «πάρε, βάλε» στον Πελίστρι, ο Παναθηναϊκός απόλεσε την κορυφαία ευκαιρία του αγώνα, σ’ ένα καθοριστικό χρονικό σημείο.
Ο Ιωαννίδης, άλλωστε, δείχνει ότι μπορεί να γίνει μία… επίθεση μόνος του, αλλά το ζητούμενο είναι να συνυπάρχει αρμονικά με τους υπόλοιπους για να αυξήσει την επιδραστικότητά του. Κι αυτό θα γίνει όταν ο Παναθηναϊκός δέσει.
Στο δεύτερο ημίχρονο το τριφύλλι βελτίωσε τον τρόπο ανάπτυξής του χωρίς να καταφύγει σε πολλά διωξίματα, έχοντας την μπάλα κάτω και στόχο να σπάσει το πρες του ΠΑΟΚ και να την περάσει από το μεσαίο τρίτο.
Οταν εντάχθηκε ο Ουναϊ στην ενδεκάδα είδαμε ότι οι απότομες αλλαγές κατεύθυνσης και τα ποιοτικά τεχνικά χαρακτηριστικά του θα είναι πολύ σημαντικά στην πορεία της σεζόν, τόσο στο «10» όσο και στο «8», ενώ η μελλοντική συνύπαρξή του με τον Μπακασέτα και τους Ιωαννίδη, Τετέ και Πελίστρι, θα προκαλέσει εφιάλτες στις κλειστές άμυνες και όχι μόνο.
Το πλέον θετικό για τον Παναθηναϊκό στην Τούμπα ήταν ότι είχε αρχή, μέση και τέλος. Δεν ήταν σκορποχώρι όπως, για παράδειγμα, απέναντι σ\την Καλλιθέα. Ηταν αρκετά δεμένος για την εποχή και σίγουρα καλά διαβασμένος πάνω στον αντίπαλό του.
Το δεύτερο θετικό, ήταν ότι δεν δέχτηκε γκολ, με τον Ντραγκόφσκι «βουνό», τους αμυντικούς συγκεντρωμένους και τους δύο αμυντικούς μέσους να θωρακίζουν τον άξονα.
Το πλέον αρνητικό στοιχείο, ήταν οι στατικές φάσεις ανασταλτικά. Θέλει πολλή δουλειά στα στημένα το τριφύλλι. Προς το παρόν δεν βγάζει ασφάλεια, σ’ έναν τομέα σημαντικό για κάθε ομάδα, και θα μπορούσε να το είχε πληρώσει ακριβά κόντρα στον ΠΑΟΚ.
Ποτέ δεν ήταν εύκολο να νικήσεις μέσα στην Τούμπα. Πόσω μάλλον όταν απέναντί σου είναι ο περυσινός πρωταθλητής, ΠΑΟΚ, με τον ίδιο προπονητή επί σειρά ετών στην τεχνική του ηγεσία (Λουτσέσκου) και κατ’ επέκταση συγκεκριμένη αγωνιστική ταυτότητα και φιλοσοφία παιχνιδιού.
Ο Παναθηναϊκός τώρα «χτίζεται» από τον Ντιέγκο Αλόνσο που έδωσε το πρώτο ντέρμπι της σεζόν σε μία από τις δυσκολότερες έδρες της χώρας, όντας με την πλάτη στον τοίχο.
Στο τέλος της βραδιάς το τριφύλλι μπορεί να μην νίκησε, αλλά το κυρίαρχο ζητούμενο ήταν να δείξει ότι οι τραγελαφικές εμφανίσεις του απέναντι σε Αστέρα Τρίπολης, Λεβαδειακό και Καλλιθέα ήταν απόρροια των ευρωπαϊκών προκριματικών και του βάρους που δόθηκε για την πρόκριση κι όχι εξαιτίας έλλειψης δουλειάς.
Ολοι στο τριφύλλι θα ήθελαν τους τρεις βαθμούς, αλλά όταν δεν μπορείς να νικήσεις είναι σημαντικό να μην χάνεις, ειδικά σε ντέρμπι εκτός έδρας.
Αν ο Πελίστρι στο φινάλε του πρώτου ημιχρόνου και ο Ιωαννίδης στο φινάλε του ματς, σημάδευαν καλύτερα, πιθανώς να είχαν επιστρέψει στην Αθήνα με το πολυπόθητο τρίποντο.
Ο Αλόνσο παίρνει καλό βαθμό στο διάβασμα του παιχνιδιού, την ενδεκάδα και τη διαχείριση του πρώτου «crash test» στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά ο μήνας της φωτιάς μόλις ξεκίνησε για τον Παναθηναϊκό.
Διότι μετά το ματς με τον Πανσερραϊκό στο ΟΑΚΑ (κεκλεισμένων των θυρών) που ακολουθεί, υπάρχουν δύο απανωτά ντέρμπι με την ΑΕΚ (εκτός) και τον Ολυμπιακό (εντός) και ενδιάμεσα η πρεμιέρα στο League Phase του Conference League με τη Μπόρατς Μπάνια Λούκα στη Βοσνία.
Υ. Γ.: Το να βγαίνει από το ματς ο Τετέ και να μπαίνει ο Ουναϊ, το να αποχωρούν ο Πελίστρι και ο Μπακασέτας και να μπαίνουν ο Ματσίνι και ο Τζούρισιτς, αλλά και το να μην αγωνίζεται καν ο Τσέριν, αποτελεί δείγμα του συνολικού upgrade στο φετινό έμψυχο δυναμικό του Παναθηναϊκού. Η λογική υπαγορεύει ότι όταν αυτή η ομάδα δέσει, δεν θα έχει να ζηλέψει τίποτα από κανέναν εγχώριο ανταγωνιστή της, τουλάχιστον όσον αφορά το ποιοτικό της βάθος.