MENU
Χρόνος ανάγνωσης 6’

Hey Jude!

0

Γκάρι Λίνεκερ: «Είναι απίστευτα καλός. Είναι ο ηγέτης της εθνικής ομάδας. Οι γονείς του θα πρέπει να είναι περήφανοι. Τον αγαπώ». 

Ρόι Κιν: «Όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, χρειάζεσαι έναν μέσο να τρέξει και να δημιουργήσει λίγη… μαγεία. Αυτό ακριβώς έκανε ο Μπέλιγχαμ. Υπέροχος. Αυτό το παιδί θα γίνει σούπερ σταρ. Παίζει λες και έχει αγωνιστεί άλλες 100 φορές με την εθνική ομάδα. Δεν έχω δει εδώ και πολλά χρόνια παίκτη στην ηλικία του να παίζει όπως αυτός». 

Πεπ Γκουαρδιόλα:  «Όλοι γνωρίζουν την ποιότητά του. Έχει όλο το πακέτο. Δεν είναι μόνο η ποιότητα στο παιχνίδι του, αλλά και ο τρόπος που ηγείται ή πάει στον διαιτητή. Είναι πραγματικά ιδιαίτερος όσον αφορά τη νοοτροπία του. Στα 19 του είναι ήδη αρχηγός στην ομάδα του».

Ζερμέιν Πέναντ: «Μοιάζει με τον Στίβεν Τζέραρντ, είναι παντού στο χορτάρι, μπορεί να σκοράρει και να δημιουργήσει και είναι ένας καταπληκτικός νέος χαφ». 

Ματς Χούμελς: «Νομίζω ότι του έχω πει περισσότερες από εκατό φορές ότι τον αγαπώ. Είναι ο πιο ώριμος, ο πιο σοβαρός 18άρης που έχω δει ποτέ στην ζωή μου. Κι έχω δει πολλούς 18άρηδες στην ζωή μου». 

Ρίο Φέρντιναντ: «Αυτά που κάνει στην θέση του, στην ηλικία του, δεν τα έχουμε δει ποτέ στο παρελθόν. Ακόμα και οι καλύτεροι της γενιάς μου, ο Λάμπαρντ, ο Τζέραρντ, ο Σκόουλς, ο Βιεϊρά, ο Ρόι Κιν δεν έκαναν όλα αυτά τα πράγματα, ειδικά στην ηλικία του».

Τα 25 εκατομμύρια ευρώ που έδωσε το καλοκαίρι του 2020 η Ντόρτμουντ για να τον αποκτήσει, όταν ακόμα ήταν διεθνής με την Κ17 της Αγγλίας και έχοντας μόλις μια σεζόν στην Τσάμπιονσιπ με την Μπέρμινγχαμ, τον έκαναν τον πιο ακριβοπληρωμένο 17χρονο στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Πριν κλείσει στους Βεστφαλούς, υπήρξαν επαφές με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την Τσέλσι, τη Λίβερπουλ, την Μπάγερν Μονάχου, τη Ρεάλ  Μαδρίτης και τη Μπαρτσελόνα.

Μα αν θεωρήσει κάποιος ότι η Ντόρτμουντ είναι μια… γραμμή πίσω από τους υπόλοιπους συλλόγους, ο Μπέλινγχαμ είχε ήδη δει τον Τζέιντον Σάντσο και τον Έρλινγκ Χάαλαντ να παίζουν με τους Βεστφαλούς και να… απογειώνονται. Αυτό που ένοιαζε τον πιτσιρικά δεν ήταν να πάει σε μια ομάδα, να ζει από κοντά τους μεγάλους αστέρες της και να είναι ένας από αυτούς που θα κάθεται στον πάγκο. Ήξερε ότι δεν υπήρχε λόγος να βιαστεί. 

Κι ας τα είχε κάνει όλα πολύ γρήγορα ως τότε… Στα 13 του ήταν παίκτης της Κ15 της Αγγλίας. Στα 14 του έπαιζε στην Κ17. Στην Μπέρμινγχαμ ήταν από τα 14 του μέλος της Κ18, σε ηλικία 15 ετών πέτυχε γκολ σε παιχνίδι με την Κ23 της Νότιγχαμ Φόρεστ!

Έκανε ντεμπούτο με την εθνική ομάδα της Αγγλίας όταν ήταν 17 ετών και 136 ημερών, δηλαδή είναι ο τρίτος νεότερος που έπαιξε με το εθνόσημο της χώρας του. 

Έχει κι άλλα… Έκανε ντεμπούτο τον Αύγουστο του 2019 μόλις σε ηλικία 16 ετών και 38 ημερών, σε αγώνα για το Λιγκ Καπ Αγγλίας, ως ο νεαρότερος παίκτης στην ιστορία της Μπέρμιγχαμ. Και λίγες ημέρες αργότερα σκόραρε και έγινε και ο νεαρότερος σκόρερ των «μπλε»!

Μια από τα ίδια και στη Ντόρτμουντ… Στις 14 Σεπτεμβρίου 2020, στον εκτός έδρας αγώνα για το Κύπελλο κόντρα στη Ντούισμπουργκ έγινε ο νεαρότερος σκόρερ στην ιστορία της Μπορούσια. Ήταν 17 ετών και 77 ημερών!

Χωρίς να πάρουν τα μυαλά του αέρα, όπως λένε αυτοί που τον ζουν, μπορεί να ενηλικιώθηκε, αλλά εξακολουθεί να παίζει με μια εφηβική ορμή, με μια άγνοια κινδύνου, με έναν παρορμητισμό που κάθε νέος οφείλει να διαθέτει, αλλά ταυτόχρονα και με ωριμότητα σπάνια ακόμα και για μεγαλύτερους σε ηλικία. Μπορεί αυτή η πειθαρχία, αυτή η αυτοκυριαρχία να οφείλεται στον αστυνομικό πατέρα του, ο οποίος ήθελε πάντα να κρατά τους γιους του, τον Τζουντ και τον Τζομπ (που δεν είναι δίδυμοι, αλλά μοιάζουν σαν μια σταγόνα νερό), συγκεντρωμένους στον στόχο και στην προσπάθεια. 

«Ο Τζουντ είναι πιο ώριμος από τους συνομήλικούς του και είναι πάντα εκεί για να τους στηρίζει. Η πορεία του είναι πλέον ένα πρότυπο για τους άλλους μικρούς. Όχι απλώς η εξέλιξή του, αλλά κυρίως η νοοτροπία και η συμπεριφορά του» λέει ο διευθυντής των τμημάτων υποδομής της Μπέρμινγχαμ, Κρίστιαν Σπίκμαν.

Στο Μουντιάλ του Κατάρ ο Μπέλιγχαμ έδειξε με τις εμφανίσεις του ότι είναι ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής όχι μόνο όταν έχει τη μπάλα, αλλά κάποιος που ξέρει που πρέπει να βρίσκεται μέσα στο γήπεδο, που μπορεί να πάρει την σωστή απόφαση για κάθε κίνησή του, που δείχνει σίγουρος για τον εαυτό του σαν να είναι ποδοσφαιρικά γεμάτος ήδη. 

Για παράδειγμα, στο παιχνίδι κόντρα στο Ιράν, λειτούργησε ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της άμυνας και της επίθεσης και είχε καταλυτική συμβολή σε όλους τους σημαντικούς τομείς του παιχνιδιού καθώς ήταν παντού μέσα στο γήπεδο. Έβαλε γκολ, είχε 40/40 πάσες στο πρώτο ημίχρονο, 10/10 πάσες στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου.

Ένας παίκτης από τον οποίο τίποτα δεν λείπει, αλλά ταυτόχρονα έχει ακόμα πολλά να μάθει. 

Και γι’ αυτό είναι το… 22. Δεν είναι απλά ένα νούμερο στη φανέλα, στην εθνική ομάδα και στον σύλλογο. Είναι όλα τα προσόντα του μαζί. Ο Μάικ Ντοντς ήταν ο πρώτος προπονητής του στην ακαδημία της Μπέρμιγχαμ. Αυτός που διέκρινε πόσα πράγματα μπορούσε να κάνει αυτό το πιτσιρίκι μέσα στο γήπεδο: να είναι ένα τεσσάρι, όπως ορίζουν το αμυντικό χαφ στην Αγγλία, ένα οκτάρι, ένα δεκάρι και συνάμα όλα αυτά μαζί. 4+8+10=22. Μια απλή μαθηματική πράξη… 

Το ποδόσφαιρο θα πρέπει να ευγνωμονεί την Ντόρτμουντ για αυτό τον παίκτη που παρέδωσε το φετινό καλοκαίρι στη Ρεάλ Μαδρίτης. Στη Βεστφαλία είχε τον χρόνο και για να μάθει και για να αναδειχθεί. Ακόμα και για να γίνει αρχηγός, να νιώσει το βάρος του να «κουβαλάς» εσύ την ομάδα σου. Ένα παιδί που δεν ασχολείται με βιντεοπαιχνίδια και άλλες… σαχλαμαρίτσες μεταξύ προπονήσεων και αγώνων, αλλά προτιμά να μελετά, ειδικά κοινωνιολογία, και να μορφώνεται με όποιον τρόπο μπορεί. 

Κατάφερε, μάλιστα, να αφήσει άναυδους τους δημοσιογράφους όταν πήγε στην Ντόρτμουντ και έκανε κοινωνιολογική ανάλυση συγκρίνοντας την πόλη με το Μπέρμιγχαμ… 

«Αυτό που μου αρέσει εδώ είναι πως όπως και στο Μπέρμιγχαμ πρόκειται για μία εργατική πόλη, με ανθρώπους που παλεύουν καθημερινά για το μεροκάματο. Είναι μία πόλη που ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία μου, το παιχνίδι μου στο γήπεδο αντιπροσωπεύει τις ρίζες μου. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μία μικροαστική οικογένεια και έμαθα από πολύ μικρός την αξία της εργατικότητας». 

Ο Χέντερσον τον… μουρμούριζε καιρό για να μετακομίσει στη Λίβερπουλ, η Μάντσεστερ Σίτι σκέφτηκε να πουλήσει τον Τζακ Γκρίλις για να τον πάρει, η Παρί Σεν Ζερμέν τον παρακολουθούσε και τελικά η Ρεάλ τον έκανε δικό της. 

Για περισσότερα από 100 εκατομμύρια ευρώ, εννοείται. 

Και ο Μπέλιγχαμ, ο οποίος ποτέ δεν βιάστηκε, ήδη στη Μαδρίτη τα έχει κάνει όλα πολύ γρήγορα. Δεν πήγε στη «βασίλισσα» για να αντικαταστήσει τον Καρίμ Μπενζεμά, αλλά αυτό κάνει τελικά. Σε πέντε αγωνιστικές στην Πριμέρα Ντιβιζιόν έχει βάλει πέντε γκολ. Και στη φετινή πρεμιέρα του Τσάμπιονς Λιγκ έβαλε άλλο ένα. Και τι γκολ ήταν αυτό… Στις καθυστερήσεις για να δώσει τη νίκη στη Ρεάλ. Έξι παιχνίδια, έξι γκολ του Μπέλιγχαμ, έξι νίκες των Μαδριλένων. 

«Παίζει σε ένα σημαντικό πρωτάθλημα και σε έναν σημαντικό σύλλογο. Τα πάει πολύ καλά και δεν εκπλήσσομαι. Οι καλοί παίκτες με προσωπικότητα υποφέρουν λίγο λιγότερο από τους άλλους. Για έναν παίκτη με προσωπικότητα πάνω από όλα, με ποιότητα, σημαίνει ότι μια σημαντική φανέλα όπως αυτή της Ρεάλ Μαδρίτης δεν ζυγίζει τόσο πολύ. Είναι ένας παίκτης που είναι πολύ συγκεντρωμένος, πολύ σοβαρός, πολύ επαγγελματίας. Δεν είναι κάποιος που θα μπορούσε να χάσει το μυαλό ου αν κάποιος μιλήσει καλά για αυτόν. Δείχνει συνέπεια και έχει μεγάλη φυσική δύναμη. Δεν ξέρω πόσα γκολ μπορεί να πετύχει, αλλά πρέπει να διατηρήσει αυτή τη συνέπεια γιατί μας βοηθάει πολύ στο επιθετικό μας παιχνίδι» λέει για τον Άγγλο ο Κάρλο Αντσελότι. 

Δεν είναι η βαριά για τον Μπέλιγχαμ η φανέλα αυτή. Η φανέλα με το νούμερο «5» πια, όχι αυτή με το «22». Η φανέλα που φορούσε στη Μαδρίτη ο Ζινεντίν Ζιντάν. Ε, οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες… 

«Θαυμάζω τον Ζιντάν, έγραψε την ιστορία αυτού του συλλόγου, αλλά δεν προσπαθώ να τον μιμηθώ. Θέλω να είμαι ο Τζουντ. Η Ρεάλ Μαδρίτης είναι ο μεγαλύτερος σύλλογος στον κόσμο, είμαι πολύ χαρούμενος με το ντεμπούτο μου, αλλά δεν παρασύρομαι, έχω μεγάλους στόχους και η σεζόν είναι ακόμα μεγάλη». Αυτή είναι η απάντησή του όταν στέκεται απέναντι στους δημοσιογράφους. Δίνει και άλλες απαντήσεις, μάλλον πιο ουσιαστικές, μέσα στο γήπεδο.

Εκεί που ακούει ήδη το «Σαντιάγο Μπερναμπέου« να δονείται με το όνομά του…

«Τζουντ, Τζουντ, Τζουντ»!

Hey Jude!