MENU

Οι νεκροί μας είναι οι ρίζες μας, γι’ αυτό όσοι τους αφήνουν πίσω, λένε ότι ξεριζώνονται.

 «Τρέμαν ακόμα απ’ το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ’ το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ’ αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές….», έγραφε η Διδώ Σωτηρίου στα «Ματωμένα Χώματα».

Όλα γίνονται βιαστικά, από τη μια στιγμή στην άλλη και δεν υπάρχει χρόνος να σκεφτείς και να διαλέξεις τι θα πάρεις μαζί σου. Η μόνη αγωνία είναι να σώσεις ό,τι πιο πολύτιμο έχεις, τη ζωή σου, τα παιδιά σου.

Πίσω στο 2009, πολύ πριν την προσφυγική κρίση, σε μία περιπλάνηση μου στο Φανάρι, ένιωσα τι σημαίνει ΑΕΚ και τι σημαίνει προσφυγιά. Στους δρόμους γύρω από το Πατριαρχείο, τα βιαστικά εγκαταλελειμμένα σπίτια, που παραμένουν έρημα και σφραγισμένα ουρλιάζουν ακόμα, αντηχώντας τις φωνές εκείνων που εξαναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν. Και οι απελπισμένες φωνές είναι σαν να εγκλωβίστηκαν στα στενά δρομάκια της πάλαι ποτέ ελληνικής συνοικίας και εξακολουθούν να σε ξεκουφαίνουν. 

Εκεί μπρος σε μια κλειδαμπαρωμένη πόρτα θυμάμαι να ακουμπώ το κεφάλι μου στα σκουριασμένα κάγκελα και να παρατηρώ το σπίτι που έμεινε πίσω ρημαγμένο από τον χρόνο. Όλα σταμάτησαν πολλά χρόνια πριν. Τίποτα δεν κινείται. Μόνο το φθαρμένο και λερωμένο από τον χρόνο ύφασμα της κουρτίνας που στέκει ακόμη κρεμασμένη στο παράθυρο και παρασέρνεται από τον αέρα, θυμίζοντας όλα όσα έμειναν σε εκκρεμότητα.

Κάθε θύρα του νέου μας γηπέδου, μια πόλη και μία ιστορία άφατου πόνου και καταστροφής. Ένα μνημόσυνο σε όλους εκείνους που κυνηγήθηκαν, που μαρτύρησαν, που επέζησαν στις πορείες θανάτου αφήνοντας στη διαδρομή τα νεκρά μωρά τους άταφα και κράτησαν ζωντανή τη μνήμη μέσα από τις διηγήσεις τους.

««Κινηθείτε!» φώναξε ένας στρατιώτης καθώς βημάτιζε προς το μέρος μας. «Το μωρό μου», είπε η μητέρα. Κράτησε τη Μαρία γυρίζοντάς την προς τον στρατιώτη για να τη δει, λες και περίμενε ότι θα ένιωθε και αυτός λίγο από το πόνο και την ταραχή της. «Το μωρό μου». «Πέταξε το, εάν είναι πεθαμένο!» φώναξε. «Κινηθείτε» «Άσε με να τη θάψω», του είπε η μητέρα κλαίγοντας και παρακαλώντας. «Πέταξε το !» Φώναξε πάλι, σηκώνοντας το μαστίγιό του, «Πέταξέ το!» Η μητέρα έσφιξε το σώμα της Μαρίας στο στήθος της καθώς σηκωνόμασταν όρθιοι κοιτάζοντάς τον έκπληκτοι. Το πρόσωπό της είχε πάρει μια βασανισμένη έκφραση όπως δεν το είχα δει ποτέ πριν.

Ο πατέρας ήρθε για τη Μαρία, για να την τοποθετήσει κάτω, υποθέτω, αλλά η μητέρα την κρατούσε ακόμα πιο σφιχτά. Μετά περπάτησε μέχρι το μεγάλο πέτρινο τοίχο που χώριζε την πόλη από το δρόμο και σήκωσε τη Μαρία για να την ξαπλώσει πάνω στην κορυφή του τοίχου σαν να την άφηνε πάνω σε ένα βωμό εμπρός στον Μεγαλοδύναμο», αναφέρει στο απόσπασμα του βιβλίου «Ούτε το όνομά μου» η συγγραφέας, Thea Halo, η οποία πραγματεύτηκε την αληθινή ιστορία της Πόντιας μητέρας της.

Κάθε θύρα  του νέου μας γηπέδου, σήμερα, είναι μία είσοδος που σε οδηγεί μπροστά στο θαύμα που συντελεί το πείσμα για τη ζωή και τη δημιουργία, κόντρα στο θάνατο και την καταστροφή.

«Είδα κομμένα δέντρα που μάχονταν ν’ ανθίσουν μέσα σε σκοτεινούς τάφους. Είδα πληγωμένα θεριά που παλεύανε ίσαμε την ύστατη πνοή τους να ζήσουνε. Μα σαν τη βουλή τ’ ανθρώπου να παλεύει για τη ζωή, δε γνώρισα άλλη», είναι η ιστορική καταγραφή της Διδώς Σωτηρίου, στο ίδιο βιβλίο.

Η δημιουργία της ΑΕΚ 99 χρόνια πριν, ήταν μία ιστορική πράξη αντίστασης, ενάντια σε όσους έσπειραν το διχασμό ανάμεσα στους δύο λαούς, με στόχο να εξαφανίσουν το ελληνικό στοιχείο. Και αυτοί που έσπειραν το διχασμό δεν ήταν οι Τούρκοι…

 «Κόβονταν ακόμα για μας τότε οι απλοί  άνθρωποι της Τουρκιάς. Τη χρειαζόντανε τη φιλία και τη συνεργασία μας. Μας είχε γεννήσει και τους δύο λαούς η ίδια γη. Στα βάθη της ψυχής μας ούτε εμείς τους μισούσαμε ούτε αυτοί», επιβεβαιώνει η Σωτηρίου.

    Η ΑΕΚ κρατά στα χέρια της το πρωτάθλημα και απομένει λίγο παραπάνω από ένα 24ωρο για να το πανηγυρίσει.

Είναι το σημαντικότερο πρωτάθλημα στην ιστορία της ΑΕΚ, όχι μόνο γιατί πλέον δεν είναι πια ανέστια, αλλά γιατί είχε να αντιμετωπίσει: Έναν Ιβάν Γιοβάνοβιτς που έφτιαξε ένα αλύγιστο Παναθηναϊκό, βάζοντάς τον σε τροχιά πρωταθλητισμού, όταν στην αρχή της σεζόν κανείς δεν το φανταζόταν.

Έναν Ρασβάν Λουτσέσκου που παρουσίασε έναν κραταιό ΠΑΟΚ παρά το γηρασμένο ρόστερ, βγάζοντας τους άσσους Κωνσταντέλια και Κουλιεράκη από το μανίκι του.

Έναν Άρη που παρά τις αλλαγές προπονητών έμεινε ανταγωνιστικός έως το τέλος, έναν Βόλο που ελάχιστοι είχαν υπολογίσει ότι θα κατάφερνε να βάλει τρικλοποδιές στους μεγάλους και έναν Ολυμπιακό, ο πρόεδρος του οποίου έβαλε την ομάδα πάνω από τον εγωισμό του και οι «ερυθρόλευκοι»  έπαιξαν για την ιστορία τους στο κρισιμότερο ματς που χάρισε ουσιαστικά το πρωτάθλημα στην ΑΕΚ.

 

Η αξία των ηττημένων στα πλέι οφ δίνει δόξα στα επιτεύγματα της ΑΕΚ.

Μένω να ελπίζω ότι το φετινό πρωτάθλημα θα αποτελέσει τη σωσίβια λέμβο του ελληνικού ποδοσφαίρου, που θα πατήσει για να το οδηγήσει με ασφάλεια στη στεριά, μακριά από τη θάλασσα της τοξικότητας.

Μένω να ελπίζω ότι το ποδόσφαιρο θα ξαναγίνει για όλους χαρά είτε στην επιτυχία, είτε στην αποτυχία, ότι δεν θα ξαναθρηνήσουμε άλλον Αλκή, ότι καθένας θα μπορεί να κυκλοφορεί φορώντας τη φανέλα της αγαπημένης του ομάδας και να πηγαίνει ως φιλοξενούμενος ξανά τις Κυριακές στο γήπεδο της αντίπαλης ομάδας, χωρίς να κινδυνεύει η σωματική του ακεραιότητα.

Μένω να ελπίζω ότι οι Έλληνες παράγοντες επιτέλους θα καταλάβουν ότι επενδύοντας στο προϊόν που λέγεται Superleague, όχι απλώς αγοράζοντας παίκτες για την ομάδα τους, θα έχουν άμεσο όφελος.

Οι δικαιολογίες είναι στη φύση του ανθρώπου, είναι η άμυνα του οργανισμού, για να μας προστατεύσει από τη σκληρή πραγματικότητα την οποία βιώνουμε κάθε φορά.

Όμως, ακόμα κι αν είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό, είναι χάσιμο χρόνου.

Ο Νίκος Καζαντζάκης είχε γράψει στην Ασκητική «Ν’ αγαπάς την ευθύνη να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».

Επομένως, πάντα θα υπάρχουν δικαιολογίες για μία αποτυχία.

Το θέμα είναι να μπορείς να αντικρίζεις την αλήθεια όσο σκληρή κι αν είναι και να επεξεργάζεσαι τα αίτια που οδήγησαν σε αυτήν, ώστε την επόμενη φορά να διαλέξεις διαφορετικό δρόμο.

Η ΑΕΚ τα κατάφερε και τραβά ξανά τον δρόμο προς την επιτυχία…

Όσο για τον διχασμό από τον οποίο στο τέλος δεν βγαίνει ποτέ κανείς κερδισμένος, θα πω: «Ανάθεμα στους αίτιους!»

 

Νιώσε ΑΕΚ!