Υπάρχουν πολλοί τρόποι να συλλέξεις να φανέλες. Ο πιο συνηθισμένος είναι να ανταλλάσσεις μετά το τέλος ενός αγώνα. Κι ένας άλλος, πιο ασυνήθιστος, αλλά σίγουρα πιο προσωπικός και πιο… υγιεινός, είναι να τις φοράς. Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, για τον οποίο η Wikipedia (ούσα ολίγον χακαρισμένη) μάς ενημερώνει ότι γεννήθηκε το 1886 και ξεκίνησε την καριέρα του στην Αλ-Χιλάλ, επέλεξε τον δεύτερο τρόπο. ΠΑΟΚ. Παναθηναϊκός. ΑΕΚ. Ολυμπιακός. Και τώρα Άρης. Κανείς δεν έχει δοκιμάσει ό,τι εκείνος. Κανένας δεν το είχε κάνει ούτε καν όταν μπήκε στην κορνίζα ο Ολυμπιακός, πόσο μάλλον τώρα που προστίθεται και ο Άρης. Ενδιάμεσα, ο Ατρόμητος. Πάντα, η Εθνική Ελλάδας. Κάπου στο δρόμο, η περιήγηση στο εξωτερικό. Μπολόνια. Βερόνα. Σαμπντόρια. Ακόμα και η Κύπρος με την Ανόρθωση. Πάντα ιδιαίτερος. Πάντα ξεχωριστός. Πάντα αντισυμβατικός. Ποτέ αδιάφορος!
Πες ό,τι θες για τον Λάζαρο ̇ δεν μπορείς να πεις ότι δεν προκαλεί το ενδιαφέρον. Παπούτσια, μαλλιά, μούσια, στέκα… Πάντα ήταν κάτι. Αλλά και πάντα ήταν εκείνος στο γήπεδο να απαντάει. Έτσι… «με αυτό το μαλλί». Με αυτή τη στέκα. Με αυτά τα παπούτσια. Με αυτό το ανάποδο ψαλίδι! Για κάθε μία από τις ιστορίες ίντριγκας που θέλει κάποιος να του προσάψει, έχει μια ποδοσφαιρική ιστορία για να απαντήσει. Για κάθε μία από τις φορές που τον είχαν «τελειώσει» έχει μια επιστροφή να επιδείξει. Για κάθε μία από τις παρεξηγήσεις, έχει εξήγηση. Για κάθε μία από τις μεταγραφές του, έχει διήγηση. Φόρεσε τα ασπρόμαυρα. Φόρεσε τα πράσινα. Τα κίτρινα. Τα κόκκινα. Τα μπλε.
Καραβάκια στο Αιγαίο, δεν με παίρνετε καλέ…
Το πρώτο του καράβι ήρθε όταν ήταν πιτσιρίκι. Ακόμα το θυμάται… Ήταν το μόνο που επιβιβάστηκε και αποβιβάστηκε πριν προλάβει να ζήσει το ταξίδι. Ξεχάστε τις παρωχημένες αθλιότητες ότι δεν μετράει ο προορισμός. Αν είναι ο ποδοσφαιρικός του προορισμός το Λίβερπουλ και δεν φτάσεις ποτέ, θα έχεις να θυμάσαι το ταξίδι; «Η σωστή ερώτηση δεν ήταν πού θα μπορούσα να είχα φτάσει αν ήμουν υγιής στον Ολυμπιακό, αλλά που θα είχα φτάσει αν είχα πάει 18 χρονών στη Λίβερπουλ. Πιο πολύ με βασανίζει αυτό», είχε πει πρόσφατα σε μια μακρά εξομολόγησε σε συνέντευξη του στην ιστοσελίδα sport24, στην πιο ωμή εξομολόγηση του Λάζαρου. Στην πιο Λάζαρος συνέντευξη του Χριστοδουλόπουλου. Η Λίβερπουλ ήταν η αφορμή και η αιτία για να γκρεμιστεί η σχέση του με τον ΠΑΟΚ.
«Σε μια συζήτηση που κάναμε με τον Κώστα Ορφανό, μου είπε: «Λάζαρε, κάνεις λάθος και ζημιά στον εαυτό σου». Και εγώ του απάντησα ότι θέλω να πάρω το ρίσκο. Να ξέρω ότι προσπάθησα και δεν τα κατάφερα. Και αν τελικά πάνε όλα στραβά, δεν έχω πρόβλημα να κάνω κάτι άλλο στην ζωή μου, ακόμη να δουλέψω και στις οικοδομές. Αυτό του είπα. Ποτέ δεν μίλησα υποτιμητικά για τον ΠΑΟΚ». Μικρή σημασία είχε. Έπαιξε στον ΠΑΟΚ ουσιαστικά δύο χρόνια πριν έρθει η μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, οι φήμες ότι ο ίδιος πίεζε για τον Ολυμπιακό, το σίριαλ εκείνου του καλοκαιριού και τελικά η πράσινη φανέλα.
Ο Χριστοδουλόπουλος έπαιξε σχεδόν πέντε χρόνια με το τριφύλλι, συνδέθηκε με σχέση ζωής με τον Γιώργο Καραγκούνη, μεγάλωσε ποδοσφαιρικά, ωρίμασε, έζησε έντονες και ακραίες καταστάσεις, πανηγύρισε το νταμπλ του 2010, ήταν παρών και πρωταγωνιστής σε σπουδαίες ευρωπαϊκές βραδιές, αλλά ήταν πάντα ο εύκολος στόχος γιατί ήταν πάντα «Ολυμπιακός όταν ήταν μικρός» και αυτό δεν του το… συγχωρείς. Ειδικά, αν φοράει χρωματιστά παπούτσια, αφήνει μακριά μαλλιά, βάζει κορδέλα για να τα συγκρατεί, επιλέγει διαφορετικά (καγκούρικα; ναι, καγκούρικα, αλλά και πάλι…) στυλ και κυρίως μην το ξεχνάμε «ήταν Ολυμπιακός όταν ήταν μικρός». Στο σπίτι του, βέβαια, ο πατέρας του ήταν Αρειανός, και τα δύο του αδέρφια οπαδοί της ΑΕΚ, οπότε τζάμπα βρίσιμο έχει φάει από όλους.
Δεν τον ρώτησε ποτέ κανείς όταν έπρεπε και όταν τον ρώτησαν και απάντησε, η ιστορία είχε εν πολλοίς γραφτεί… «Το δέσιμο του ποδοσφαιριστή με μία ομάδα θεωρώ πως είναι μονόδρομος. Δεν λέω να την αγαπήσει, αλλά να δεθεί μαζί της. Πρέπει να τη νιώσει. Να βγάλει μία αυταπάρνηση μέσα στο γήπεδο και στη δύσκολη στιγμή να δώσει το κάτι παραπάνω», απάντησε και συνοψίζει όσα θα γίνονταν στην πορεία. Η ΑΕΚ ήταν το δεύτερο «what if» στην καριέρα του, αλλά κάποια παραμύθια δεν έχουν καλό τέλος. Η χρονιά του με τα κιτρινόμαυρα ήταν ό,τι πιο απόλυτο μπορεί να ζήσει ένας ποδοσφαιριστής – εκείνο το γκολ με την Λάρισα ό,τι πιο συγκλονιστικό μπορεί να προκαλέσει ένας αγώνας. Αλλά τελείωσε γρήγορα. Με τα +1, με τα -1, με τις λοιπές λογιστικές σαχλαμάρες, με τα email, τις διαρροές και τις ανακοινώσεις. Με αλήθειες ή με ψέματα, τι να ψάξεις και τι να βρεις;
Ακολούθησε ο Ολυμπιακός. Το όνειρο ζωής, δε θα σου το κρύψει. «Στον Ολυμπιακό μου μένει ένα «γαμώτο» γιατί ούτε πέτυχα, αλλά ούτε και απέτυχα». Φόρεσε τη φανέλα της ομάδας – ναι «ουάου», τι φοβερό θέμα, ας τον βρίσουμε όλοι – που υποστήριζε από μικρό παιδί, της ομάδας που ήθελε να κλείσει την καριέρα του. Αν όλα πήγαιναν καλά, φυσικά. Δεν πήγαν. Ο τραυματισμός του ήρθε στα μέσα της σεζόν, είχε εννέα γκολ και μία ασίστ ως εκείνο το σημείο, και στόχευε σε προσωπικό ρεκόρ. Η επιστροφή του άργησε και ουσιαστικά δεν ήρθε ποτέ. Δεν του δόθηκε χώρος, δεν του δόθηκε χρόνος και όταν ένιωσε ξανά ενοχλήσεις, γνώριζε ότι ήρθε το τέλος. Όπως θα πει, ούτε ο ίδιος θα έδινε άλλη ευκαιρία στον εαυτό του. Ακολούθησε ο Ατρόμητος.
Αλλά Λάζαρε, το ξέρεις κι εσύ καλά, το αντιλήφθηκες, άλλωστε, μετά. Τα μέτρια είναι για τους μέτριους. Η φθορά σε μια ομάδα που δεν έκανε πρωταθλητισμό ήταν μεγάλη για τον Χριστοδουλόπουλο. Ο εσωτερικός πόλεμος με τις φωνές που ουρλιάζουν «αποτυχία» μπορεί να λυγίσει και τον πιο δυνατό. Έγινε ανυπόφορος. Για το περιβάλλον και για τον εαυτό του. Έπρεπε να ξεφύγει και ξέφυγε. Στην Κύπρο αναγεννήθηκε. Αρκετά, ώστε να βρει τον Λάζαρο που θέλουμε να βλέπουμε και να ακούμε. «Με βάση το τι έγινε μέσα στο γήπεδο, με βάση την απόδοσή μου, με βάση τα νούμερα, τα γκολ, τις ασίστ και τα λεπτά συμμετοχής, νιώθω ότι ξαναγύρισα και είμαι ο καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής για τη σεζόν 2021-22. Γι’ αυτό, άλλωστε, υπάρχουν τα βραβεία. Δεν λέω «δώστε μου το βραβείο», λέω πώς αισθάνομαι για εμένα, δεν με ενδιαφέρει τι θα πει ο ένας κι ο άλλος, με νοιάζει πώς νιώθω εγώ».
Ένιωθε έτοιμος και για την Εθνική, απηύθυνε άλλωστε πρόσκληση στον Γκουστάβο Πογιέτ. Προς το παρόν δεν έχει φορέσει ξανά τα γαλανόλευκα, αν και θα ήθελε. Ως game changer, όπως τον αποκαλούν και όπως του αρέσει, πλέον, να τον αποκαλούν. Ως τέτοιος έρχεται και για μια ακόμα περιπέτεια. Δε θα ήταν… τίμιος απέναντι στα παιδιά του, αν δεν το δοκίμαζε και αυτό. Ο ίδιος το είπε, όχι εμείς. «Ξέρεις ποιο είναι το όνειρό μου ως πατέρας; Να πάω με τα παιδιά μου στην Τούμπα, στη Λεωφόρο, στην OPAP Arena, στο «Γ. Καραϊσκάκης» και να τους πω: Δείτε ποια ομάδα σας αρέσει. Εγώ προσπάθησα να τιμήσω την κάθε φανέλα. Δείτε ποια ομάδα θα σας βγάλει το μεγαλύτερο συναίσθημα και αποφασίστε μετά».
Και στο «Κλεάνθης Βικελίδης», Λάζαρε... Και στο «Κλεάνθης Βικελίδης»...