Το συγκριτικό πλεονέκτημα του Παναθηναϊκού στην αφετηρία της φετινής σεζόν έναντι των ανταγωνιστών του στο πρωτάθλημα ήταν εξ αρχής πασιφανές: το τριφύλλι είχε την πιο έτοιμη ομάδα, μακράν της δεύτερης.
Ιδιος προπονητής και ποδοσφαιρική φιλοσοφία, διατήρηση της πλειονότητας των παικτών του κορμού, άριστη ψυχολογία από την επιστροφή στους τίτλους με την κατάκτηση του Κυπέλλου κι ένας Αϊτόρ σε σεληνιασμένη κατάσταση, έφεραν ως συνέπεια τον εκπληκτικό πρώτο γύρο που ήταν ο κορυφαίος όλων των εποχών του συλλόγου από πλευράς συγκομιδής βαθμών.
Την ίδια στιγμή, ο Ολυμπιακός έφερνε στα τέλη Σεπτέμβρη νέο προπονητή κι άλλαζε παίκτες προσπαθώντας να ξαναβρεί μία σταθερά, ο Ματίας Αλμέιδα εγκλιματιζόταν στο νέο του περιβάλλον στην ΑΕΚ και αναζητούσε τη δέουσα χημεία των παικτών της, εν μέσω τακτικών πειραματισμών, ενώ ο ΠΑΟΚ θυσίαζε εκ των πραγμάτων τα αποτελέσματα στο βωμό της ένταξης των ελπιδοφόρων νιάτων του στην εξίσωση, με τον καθοριστικό Ολιβέιρα να είναι σε φάση επανένταξης μετά τον σοβαρό τραυματισμό του.
Αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα έκανε οριστικά… φτερά τη Δευτέρα μετά την πράσινη αυτοχειρία απέναντι στον Αστέρα, μία ακόμη αυτοχειρία στο ξεκίνημα του δευτέρου γύρου, μετά το γκολ από… ελεύθερο του διαιτητή στο ντέρμπι με την ΑΕΚ, τις ισοπαλίες… χαρακίρι με ΟΦΗ και Ιωνικό, το αυτογκόλ με τον ΠΑΟΚ πριν την ανάπαυλα των ημιχρόνων, το γκολ στη μοναδική επίσκεψη του αντιπάλου στην Τρίπολη και ούτω καθεξής.
Απαντες οι ανταγωνιστές του, άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο, έχουν πλέον βρει έναν σταθερό βηματισμό, την ίδια στιγμή που ο Παναθηναϊκός αναζητά τη χαμένη του ποδοσφαιρική χημεία, αλλά και τη φρεσκάδα και τη «φλόγα», προκειμένου να αντεπιτεθεί.
Πλήρωσε πολύ ακριβά το ντεφορμάρισμα κομβικών του παικτών (Παλάσιος, Σπόραρ, Χουάνκαρ), την αδυναμία αντικατάστασης του Αϊτόρ, το κάκιστο φεγγάρι του Βέρμπιτς, το ξεφούσκωμα του Τσέριν, το διάβασμα των αντιπάλων στον Πέρεθ και την έλλειψη παικτών με παραστάσεις πρωταθλητισμού που αύξανε το άγχος όλης της ομάδας όσο μειωνόταν η διαφορά. Μέχρι που εξανεμίστηκε.
Οπως επίσης πλήρωσε πολύ ακριβά τα τραγικά ατομικά του λάθη και την εξοργιστική καθυστέρηση στα μεταγραφικά που είχαν ως συνέπεια την έλλειψη ποιοτικού βάθους στον πάγκο προκειμένου να μείνουν για λίγο στην άκρη όσοι ήταν και παραμένουν ντεφορμέ.
Πλέον, ο Παναθηναϊκός δίνει την εντύπωση ότι αυτός είναι αναγκασμένος να αλλάξει κομμάτια στο παζλ του βασικού του κορμού, πολύ περισσότερο από την πλειονότητα των ανταγωνιστών του.
Την ίδια ανάγκη είχε και πέρυσι τέτοια εποχή, μετά τις δέκα ήττες που είχαν σφίξει τη θηλιά γύρω από το λαιμό του, ώσπου ο Γιοβάνοβιτς έκανε την κατάλληλη στιγμή τη μετάγγιση αίματος που απαιτούσαν οι περιστάσεις και σε συνδυασμό με την προσθήκη του Γκατσίνοβιτς τον περασμένο Γενάρη γύρισε τον διακόπτη της ομάδας, κάνοντας πορεία πρωταθλητισμού και κατακτώντας το Κύπελλο.
Νέο αίμα και φρέσκα πόδια στην ενδεκάδα, απαιτούνται και τώρα. Είτε αυτά αφορούν στον Μαντσίνι και τον Κλέινχεσλερ, είτε στον Πούχατς και τον Τσόκαϊ.
Διότι δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια για σταδιακό εγκλιματισμό του Μαντσίνι, του Κλέινχεσλερ και του Πούχατς, των τριών μεταγραφών του χειμώνα ή έστω κάποιων εξ αυτών, που θα μπορούσαν να επαναφέρουν τη χαμένη φρεσκάδα και φλόγα, πριν να είναι αργά.
Τίποτα δεν έχει τελειώσει, η καταστροφολογία δεν πρέπει να επηρεάσει τα αποδυτήρια, αλλά η μετάγγιση αίματος και η αναδιανομή ρόλων αποτελεί επιτακτική ανάγκη.