Σύμφωνα με τον ασπρόμαυρο στατιστικό παράδεισο που λέγεται ασπρόμαυρη βίβλος, ο Τάισον σε ηλικία 35 ετών και 5 ημερών έγινε ο γηραιότερος παίκτης που έκανε ντεμπούτο με την φανέλα του ΠΑΟΚ!
Σύμφωνα με τα επίσημα χαρτιά από τα ληξιαρχεία όλης της γης, ο Βραζιλιάνος είναι ο δεύτερος γηραιότερος παίκτης του ασπρόμαυρου ρόστερ, δίπλα από τον Βιεϊρίνια και ένας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία που κλωτσάνε ακόμα το τόπι στα γήπεδα της Super League!
Ναι, αλλά η ηλικία είναι ένας αριθμός. Σημασία δεν έχει πόσο είσαι, αλλά πόσο δείχνεις στο γήπεδο. Πόσα κουράγια έχεις, τι καύσιμο έχει μείνει στο ρεζερβουάρ σου. Πως διατήρησες το σώμα σου. Τι όρεξη έχεις ακόμα για μπάλα.
Του πήρε 149 δευτερόλεπτα και μόλις δύο επαφές με την μπάλα να δημιουργήσει από εκείνους τους φλογερούς έρωτες με την πρώτη ματιά που περιμένεις τις ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα για να τους δεις ξανά.
Αν μελετήσει κανείς προσεκτικά την φάση θα δει πολλές μικρές λεπτομέρειες που φανερώνουν κλάση. Been there, done that, που λένε και στο… χωριό μου. Έχω ξαναβρεθεί εκεί, το έχω ξανακάνει αυτό. Τόσες και τόσες φορές που το κάνω να μοιάζει εύκολο.
Ο τρόπος που ζυγίζει την ταχύτητα του για να μην βγει οφσάιντ. Ο τρόπος που παίρνει την πλευρά. Ο τρόπος που γέρνει ελαφρώς το σώμα του για να της δώσει κατεύθυνση και το σωστό ύψος. Ο τρόπος που χαϊδεύει την μπάλα για να την στείλει πλαϊνό δίχτυ. Ένα ποίημα.
Αυτό όμως είναι κάτι που περιμένεις να το δεις από δαύτον. Το έχεις ξαναδεί. Το έχει κάνει αμέτρητες φορές μια βόλτα στον ωκεανό του Youtube μπορεί να πείσει και τον πλέον δύσπιστο.
Το εντυπωσιακό με την περίπτωση του είναι πως Πέμπτη βράδυ ήρθε από την άλλη άκρη της γης, και με δυο προπονήσεις έμαθε νεράκι όλη την θεωρία και βγήκε να παίξει.
Ένιωθες την αύρα του σε κάθε επαφή με την μπάλα. Οι απελευθερώσεις του, η απλότητα, ο τρόπος που βοηθούσε τους συμπαίκτες του να πάρουν μέτρα, ακόμα ακόμα η διάθεση του να μαρκάρει ήταν μικρά πράγματα που κάνουν μία ομάδα να δείχνει καλύτερη.
Το καλό για τον Δικέφαλο είναι πως δεν πήρε τον 35χρονο Βραζιλιάνο με το βαρύ βιογραφικό για να στήσει την ομάδα γύρω του. Δεν τον πήρε ως Μεσσία. Δεν περιμένει από αυτόν να περπατήσει στο νερό και να καταπιεί σπαθιά. Τον πήρε -για αρχή- για μερικά ποιοτικά 20λεπτα-30λεπτα από τον πάγκο. Για μερικές τέτοιες ποιοτικές πινελιές. Για κερασάκι σε μία έτοιμη τούρτα.
Τον Σεπτέμβριο του 2015, όταν ο ΠΑΟΚ ενεργοποίησε την βόμβα που λεγόταν Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ, είχε αποκτήσει ένα κερασάκι, δίχως όμως να έχει τούρτα.
Ήρθε στην Τούμπα μικρότερος από τον Τάισον, προερχόμενος από μία σεζόν που ακόμα και περπατώντας έκανε τέτοια πράγματα, τελειώνοντας σεζόν στην απαιτητική Ligue 1 με 13 γκολ, παίζοντας στην Μονακό.
Τον έφερε σε ένα οικοσύστημα που είχε έναν ρούκι προπονητή (Ιγκόρ Τούντορ) και σε ένα ανομοιόμορφο ποδοσφαιρικό περιβάλλον, με παίκτες που δεν μιλούσαν την ίδια ποδοσφαιρική γλώσσα με εκείνον. Τον έφερε σε ένα ποδόσφαιρο που δεν είχε VAR και σε μία εποχή που νόμος ήταν το δίκιο του ενός. Πολύ πολύ σύντομα αποδομήθηκε, απαξιώθηκε, λοιδωρήθηκε, το παράτησε.
Η γλώσσα του σώματος του Τάισον δείχνει έναν τύπο, που ερχόμενος ξανά στην Ευρώπη έβγαλε έναν βαρύ αναστεναγμό ανακούφισης. Πέρασε πολλά στην χώρα του, την τελευταία διετία, το πράγμα δεν πήγε όπως το είχε ονειρευτεί.
Δεν έκλεισε την καριέρα του στην αγαπημένη του Ιντερνασιονάλ, έζησε ακραία πίεση από τους οπαδούς του, έγινε ο τύπος που φταίει για όλα, από ήρωας έγινε σχεδόν μαύρο πρόβατο. Επειδή ακριβώς το οικοσύστημα γύρω του, δεν ήταν αυτό που θα τον βοηθούσε να αναδείξει αυτό που έχει, αυτό που του έχει απομείνει.
Ο Τάισον δεν είναι πια ο υδραυλικός, σφαιράτος τύπος που έφευγε στο σπριντ και δεν τον έπιανες ούτε με λάσο. Αυτό έφυγε, πάει. Παραμένει όμως ένας μεσοεπιθετικός κλάσης που μπορεί να παίξει σε μικρούς χώρους, να ξεκλειδώσει καταστάσεις, να δώσει τις ποιοτικές επαφές που κάνουν το δύσκολο, να μοιάζει εύκολο.
Μπορεί αυτό το σκάρτο μισάωρο που είδαμε στον πρώτο προημιτελικό με τον Παναθηναϊκό να αποδειχθεί το χάι-λάιτ της ασπρόμαυρης καριέρας του. Μπορεί να αποδειχθεί απλώς, το προοίμιο.
Η ουσία είναι ότι ο Τάισον και αυτό που έφερε, μαζί του άλλαξε όλο τον αέρα γύρω από τον οργανισμό. Έφερε αισιοδοξία, χαμόγελο, ελπίδα. Άνοιξε την όρεξη της διοίκησης να το παλέψει για επιπλέον ενίσχυση. Τάραξε τα νερά, έφερε ξανά μία ωραία ταχυπαλμία, μία αναστάτωση, μία αδημονία.
Κι αυτό δεν αποτιμάται εύκολα με νούμερα, λέξεις, υψηλές αναλύσεις. Απλώς, το νιώθεις στον αέρα…