MENU

Ο Ολυμπιακός ήρθε την Κυριακή στη Λεωφόρο για να παίξει το ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό όντας με την πλάτη στον τοίχο. Δεν είχε κανένα βαθμολογικό περιθώριο και το ματς ήταν «do or die». 

Εφτασε στο σημείο να βάλει μέχρι και τα «δεύτερα» απέναντι στη Ναντ προκειμένου να είναι όσο πιο «φρέσκος» γίνεται στο ντέρμπι και ταυτόχρονα γνώριζε καλύτερα απ’ όλους ότι η βαθμολογική απόσταση των δέκα βαθμών από την πράσινη κορυφή του είχε προσδώσει ρόλο κομπάρσου στο φετινό πρωτάθλημα, στον οποίο δεν είναι συνηθισμένος κι ήθελε να αποτινάξει. 

Ο Παναθηναϊκός, αντιθέτως, προερχόταν από την πεντάρα στον Βόλο. Το ιστορικό «δέκα στα δέκα», τη θριαμβευτική νίκη απέναντι στην ομώνυμη ομάδα, αλλά και τη γενικότερη ευφορία και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί μίας ακόμα, πιθανότατα άνετης, επικράτησης.

Τα ντέρμπι, ωστόσο, ήταν, είναι και θα είναι διαφορετική ιστορία. Δεν υπάρχουν φόρμες, δεν υπάρχουν βαθμολογικά δεδομένα. Είναι αυτόνομα. Ξεχωριστά. Ιδιαίτερα. 

Στο χορτάρι αποδείχθηκε περίτρανα ότι η παραπάνω διαπίστωση δεν αποτελεί ιστορική αμπελοφιλοσοφία, αλλά ωμή πραγματικότητα. Η ίδια η ζωή μας το έχει διδάξει.

Ο Παναθηναϊκός πραγματοποίησε το χειρότερό του ματς από την έναρξη του πρωταθλήματος, οι Πειραιώτες το καλύτερό τους και παρόλα αυτά δεν έχασε. 

Το απρόσμενο «δώρο» του Αβιλα και η αυταπάρνηση του Ιωαννίδη να κυνηγήσει μία χαμένη μπαλιά στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων, έφερε την ισοπαλία και τον ένα βαθμό για κάθε ομάδα.

Ουδείς στο τριφύλλι, από τη στιγμή που η ομάδα δεν νίκησε για ενδέκατη συνεχόμενη αγωνιστική, αισθάνεται ικανοποιημένος. 

Πλην όμως δύναται να νιώθει ανακουφισμένος απ’ τη στιγμή που και δεν έχασε στο χειρότερό του ματς, και το αήττητο σερί διατήρησε, και την απόσταση των δέκα βαθμών που τον χωρίζουν από τον Ολυμπιακό κράτησε. 

Οπως διατήρησε και τους έξι βαθμούς διαφορά από τη δεύτερη της βαθμολογίας, ΑΕΚ, που σκόνταψε στην Τρίπολη. 

Κι όλα αυτά, μετά από ένα ντέρμπι στο οποίο τίποτα δεν του πήγε καλά, που κανένα από τα ατού του (με εξαίρεση τους Μπρινιόλι και Σπόραρ), δεν βρέθηκε σε καλή βραδιά (μπορεί να συμβεί κι αυτό σ’ ένα μεμονωμένο ματς). 

Που μετά τον σοβαρό τραυματισμό του Αϊτόρ και την τεράστια απώλειά του, είδε και τον Παλάσιος να αποχωρεί τραυματίας λίγα μόλις λεπτά μετά το ξεκίνημα του δευτέρου ημιχρόνου γεγονός που σόκαρε την ομάδα και έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στο καλό 20λεπτο των Πειραιωτών. 

Που δεν είχε επιλογές από τον πάγκο για να αλλάξει το μομέντουμ, ειδικά σε ό,τι αφορά τους εξτρέμ και ήταν εκ των πραγμάτων αναγκασμένος να αγωνιστεί με Βαγιαννίδη και Μπερνάρ στα δύο «φτερά» απ’ το 78’ έως το 102’.

Που για τρίτο συνεχόμενο ντέρμπι είδε τον αντίπαλό του να παίρνει το προβάδισμα στο σκορ, τούτη τη φορά μάλιστα στο 84’. 

Σ’ ένα χρονικό σημείο που είχε προσπεράσει ανώδυνα το καλό διάστημα του αντιπάλου και είχε δημιουργήσει τις δύο καλύτερές του ευκαιρίες (79’ και 80’), με προπομπό το οφ σάιντ για ένα παπούτσι γκολ του Σπόραρ (76’) για να ανοίξει το σκορ. 

Στο ντέρμπι με την ΑΕΚ το 0-1 έγινε 2-1, στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ το 1-0 έγινε 1-2, απλώς στη Λεωφόρο με τον Ολυμπιακό δεν υπήρχε χρόνος για ολική ανατροπή κι έτσι όπως εξελίχθηκε το ματς θα πρέπει να ανάψει μία λαμπάδα ίσα με το μπόι του Αβιλα και του Ιωαννίδη μαζί. 

Η ουσία είναι ότι ο Παναθηναϊκός του Ιβάν Γιοβάνοβιτς είναι αλύγιστος. Δεν εγκαταλείπει ποτέ τη μάχη. 

Με κανέναν τρόπο και για κανένα λόγο. Είτε του βγαίνει ένα ματς, είτε όχι. Και το μήνυμα που περνάει προς πάσα κατεύθυνση είναι σαφές: «αν θέλετε να κατακτήσετε το πρωτάθλημα θα πρέπει πρώτα να περάσετε πάνω απ’ το πτώμα μου και να φτύσετε αίμα». 

Δεν ήταν η πρώτη φορά που το είδαμε φέτος, το έχουμε εμπεδώσει στις ανατροπές στα ντέρμπι, στις νίκες απέναντι στον Αρη και τον Αστέρα Τρίπολης, πλέον το βιώσαμε και στη μητέρα των μαχών στη Λεωφόρο. 
 
Αυτή η νοοτροπία είναι που έχει φέρει τον Παναθηναϊκό να απολαμβάνει τη μοναξιά της κορυφής, αυτή διατήρησε το αήττητο των πράσινων στο ντέρμπι, με τον Σέρβο προπονητή, παρεμπιπτόντως, να μην έχει χάσει ποτέ από τον Ολυμπιακό στα πέντε ματς που τον έχει αντιμετωπίσει εντός και εκτός έδρας, πέρυσι και φέτος! 

Η αυταπάρνηση του Ιωαννίδη, της «χρυσής» αλλαγής του Σέρβου, η «μεταμόρφωση» αν προτιμάτε ενός παίκτη που δεν έχει τα χαρακτηριστικά του… Περέα, να τρέξει για… θάνατο προκειμένου να κυνηγήσει μία χαμένη μπαλιά, καταδεικνύει την ειδοποιό διαφορά του φετινού Παναθηναϊκού σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. 

Τέτοιου είδους λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά και διαμορφώνουν χαρακτήρα.

Ο Παναθηναϊκός είναι και μαθηματικά πρωταθλητής χειμώνα δύο στροφές πριν από το φινάλε του πρώτου γύρου, αλλά το πρωτάθλημα έχει πολύ δρόμο ακόμα. 

Το «καμπανάκι» που ήχησε αφορά το ποιοτικό βάθος που απαιτείται να προστεθεί στις χειμερινές μεταγραφές (εξτρέμ, 8-10άρι), αλλά πριν απ’ αυτά υπάρχουν δύο ματς με τον Παναιτωλικό στο Αγρίνιο και τον Ατρόμητο στη Λεωφόρο όπου η νίκη αποτελεί μονόδρομο. 

Αυτά ως προς την ουσία. Ως προς την επικοινωνία, τις εντυπώσεις και την προπαγάνδα των αντιπάλων, δεν πείθονται ούτε μικρά παιδιά. 

Ενας λόγος παραπάνω όταν η πλειονότητα του κόσμου μπορεί να κατανοήσει τη μεγάλη εικόνα και να αναγνωρίσει ότι, πρωτίστως, σχετίζεται με επιχειρηματικούς και πολιτικούς σκοπούς. 

Οπως επίσης καλό είναι υπενθυμίζουμε σε κάθε ευκαιρία ότι έχει περάσει ανεπιστρεπτί ο καιρός που γινόταν το άσπρο μαύρο, από τις εποχές που έβγαιναν τα… τανκ και προσλαμβάνονταν διαιτητές «καμικάζι» μιας χρήσης για να σφυρηλατούν καρδιές πρωταθλητών. 

Ακόμα και στα χειρότερά του, θα πρέπει να φτύσεις... αίμα για να τον νικήσεις