MENU

Όλοι κι όλοι έξι. Έξι στόματα. Έξι ζευγάρια μάτια. Έξι ζευγάρια χέρια. Έξι ζευγάρια πόδια. Τόσα έμειναν. Τόσα άντεξαν. Για να αντέξουν έπρεπε να κάνουν οικονομία σε κάθε φάουλ. Σε κάθε βήμα. Σε κάθε ανάσα. Εκπτώσεις στα πάντα.

Αν η φάση είχε τις προϋποθέσεις για αιφνιδιασμό, έπρεπε να πάνε κόντρα στην ανθρώπινη φύση, στην χαρά του παιχνιδιού και να τραβήξουν χειρόφρενο. Το σημαντικότερο ήταν το ρολόι. Να παίξουν με το ρολόι. Να λιγοστέψουν οι κατοχές για να μην τα φτύσουν.

Είναι μαθημένοι να μπαίνουν με τα χίλια σε κάθε φάση, δεν μασάνε. Αυτή τη φορά όμως έπρεπε να πηγαίνουν προσεκτικά, κάθε περιττό φάουλ θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο. Όχι για τους ίδιους. Το 5ο φάουλ μπορεί να αποτελούσε και προσωπική λύτρωση. Για τους συμπαίκτες τους.

Όλοι κι όλοι έξι. Ένας για όλους και όλοι για έναν. Για την φανέλα. Σύσσωμος ο ΠΑΟΚ θα πρέπει τους ευγνωμονεί. Έμειναν εκεί, έμειναν ομάδα, έπαιξαν, ίδρωσαν, πάλεψαν, μάτωσαν. Ήταν εκεί. Κράτησαν -μία παρατημένη ομάδα- ζωντανή. Χάρη σε αυτούς δεν γράφτηκε η πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία ενός τμήματος που ήταν το πρώτο που έφερε δύο ευρωπαϊκά στην χώρα.

Αυτό που έκαναν ήταν αντιεπαγγελματικό. Άκρως αντιεπαγγελματικό. Αν το μάθουν παραέξω, θα τους κράξουν ότι χαλάνε την πιάτσα. Και δεν θα έχουν κι άδικο…

Από το περασμένο καλοκαίρι (οι Έλληνες) έχουν πάρει όλο κι όλο ένα μισθό! Ένα μηνιάτικο. Σκεφτείτε το λίγο. Είναι εντάξει σε όλες τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις, προπονούνται, ταξιδεύουν, λείπουν από τα σπίτια τους, καταθέτουν ότι έχουν στο παρκέ και έχουν πάρει ένα μηνιάτικο. Πόσα τους οφείλονται; Σάμπως ξέρουν; Έχει χαθεί πια το μέτρημα.

Τουλάχιστον έχουν / είχαν στέγαση. Και ημιδιατροφή. Α, όλα κι όλα. Έτρωγαν!

Κάποιοι άλλοι δεν έχουν πάρει φράγκο. Μόνο υποσχέσεις. Κάποια στιγμή θα πληρωθούν. Κάποτε. Αόριστα.

Ο Μαργαρίτης, ο Λίνος, ο Τσόχλας έπαιξαν κυριολεκτικά για τη φανέλα. Για τίποτα άλλο. Για να ανταποδώσουν όσα αυτή τους πρόσφερε ως επαγγελματική στέγη τα τελευταία χρόνια.

Ο Μιλένκο Τέπιτς πριν από 10 ημέρες έγινε πατέρας. Απλήρωτος είναι, θα μπορούσε να τα γράψει όλα στο χιόνι και να φύγει για το Βελιγράδι. Κι εκείνος έμεινε για να παίξει, ένα σύλλογο που δεν του έδωσε φράγκο.

Ο Φιλ Γκος επέλεξε να βάλει τέλος σε μία ένδοξη καριέρα for the love of the game. Ο ΠΑΟΚ τον βρήκε πέρσι κάπου στις ΗΠΑ έτοιμο να κρεμάσει τα παπούτσια του και ουσιαστικά τους έδωσε 1,5 επιπλέον χρόνο μπασκετικής ζωής. Τον διατήρησε νέο. Τα δάκρυα όλου του πάγκου την ώρα που έγινε αλλαγή περίπου ένα λεπτό πριν ηχήσει για τελευταία φορά η κόρνα της γραμματείας είναι συναίσθημα που δεν ξεπληρώνεται με λεφτά.

Στο τελευταίο χειροκρότημα της σεζόν, ζήτημα να ανταπέδωσαν καμιά 200αριά πιστοί που βρέθηκαν στο Παλατάκι. Ήταν όμως ένα βαθύ, ειλικρινές χειροκρότημα από τα βάθη της ψυχής. Ήταν το μόνο που μπορούσαν να δώσουν. Ήταν το μόνο για το οποίο έπαιζαν, αυτοί που άντεξαν ως το τέλος.

«Π…δες. Πάμε», ήταν οι τελευταίες λέξεις προς τους συνεργάτες του, του (κάτι παραπάνω από) βουρκωμένου Ηλία Παπαθεοδώρου, ο οποίος έφυγε προς τα αποδυτήρια όρθιος και με ψηλά το κεφάλι, έχοντας καταφέρει το αδύνατο. Να κρατήσει στην φούχτα του ενωμένους τους κόκκους της άμμου.

Κανείς δεν ξέρει αν αύριο θα υπάρχει μπασκετικός ΠΑΟΚ. Ο μοναδικός λόγος που υπήρξε και έμεινε ζωντανός το απόγευμα της Τετάρτης ήταν ένα μάτσο τύποι που έκαναν ότι πιο σπάνιο για την εποχή. Έπαιξαν για τη φανέλα…

Για τη φανέλα ρε…