MENU

«Αγαπημένοι μου ήρωες, Γκάλη, Γιαννάκη, Φασούλα, Φάνη, Καμπούρη, Φιλίππου, Ρωμανίδη, Ανδρίτσο, Ιωάννου και εσύ, Κώστα Πολίτη και όλοι εσείς που φορέσατε τα μπλε και τα λευκά σαν πανοπλία, όχι σα φανέλα...

Δεν ξέρω αν αυτό που ζήσαμε ήταν μπάσκετ ή παραμύθι. Ξέρω μόνο πως σαν σήμερα το 1987, γεννήθηκε μια χώρα αλλιώς. Μετά από εσάς, δεν υπήρχε πια επιστροφή στην αθωότητα γιατί απότομα μάθαμε τι θα πει δάκρυ από χαρά.

Ήσασταν η δική μας επανάσταση.

Το '87 δεν ήταν άλλη μια χρονιά. Ήταν η Μεταπολίτευση του αθλητισμού, ήταν η Αλλαγή με κεφαλαίο «Α», όχι κομματική, αλλά αθλητική.

Μέχρι τότε, ανάλογες στιγμές η Ελλάδα είχε ζήσει με την ΑΕΚ στο Καλλιμάρμαρο το ’68 και με τον Παναθηναϊκό στο Γουέμπλεϊ το ’71, αλλά κι αυτές μέσα στο σκοτάδι, στα χρόνια της χούντας που τις σφετερίστηκε για προπαγάνδα.

Εσείς ήσασταν οι πρώτοι που χαρίσατε κάτι μεγάλο σε μια ελεύθερη Ελλάδα.
Και το χαρίσατε στο λαό. Σε όλους μας. Στα παιδιά, στους μπαμπάδες, στις γιαγιάδες που δεν ήξεραν τι είναι "φάουλ".

Και σε εμάς τα παιδιά. Εμάς που μεγαλώναμε με χώμα στα γόνατα και πίναμε νερό από το λάστιχο του γείτονα.

Ήμουν τότε σχεδόν 13.
Δεν είχα(με) βρει εισιτήριο για τη «βαρκούλα» – έτσι λέγαμε το ολοκαίνουργιο ΣΕΦ, που έμοιαζε με διαστημόπλοιο αγκυροβολημένο στον Φαληρικό όρμο.
Έβλεπα τον τελικό σε σπίτι συγγενών, μπροστά σε μια 29άρα τηλεόραση, μεγάλη για την εποχή. Όταν ο Καμπούρης στήθηκε για τις δύο χαριστικές βολές απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, δεν άντεξα να τις δω. Έκλεισα τα μάτια. Περίμενα να ακούσω τις φωνές των… καμιά 15ριά ξαδέρφων μου. Και τις άκουσα. Και μαζί τους έκλαψα, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί.

Στο John’s Hotel στη Γλυφάδα, λίγα μέτρα από το σπίτι μου, σας ψάχναμε με τα άλλα παιδιά για μια υπογραφή, για μια λέξη, για να σας δούμε έστω από μακριά. Ποιο Netflix, ποιο TikTok. Ήσασταν εσείς.
Εσείς που βάλατε φωτιά στις μπασκέτες του δρόμου.
Που μετατρέψατε τα καφάσια σε στεφάνια και τις πινακίδες σε ταμπλό.
Εσείς που μας κάνατε να γράψουμε μπάσκετ πάνω στα σχολικά μας, δίπλα στα καρδούλες με αρχικά παιδικών ερώτων.

Και μετά, γράφτηκα στον ΑΝΟ Γλυφάδας. Όχι για να γίνω Γκάλης – ήμουν ήδη… στις φαντασιώσεις μου.
Εκεί που το "κλειστό" είχε σκληρό δάπεδο κι όχι παρκέ.

Το ’87 έγινε το δικό μας «Ενωμένο Βασίλειο». Όλοι Έλληνες. Όλοι παιδάκια. Όλοι ενωμένοι.

Πριν τα social, πριν τις ανακοινώσεις και τα φίλτρα, υπήρχε ένα τραγούδι:
“The Final Countdown” των Europe.
Δεν το διαλέξατε εσείς, αυτό σας διάλεξε και έγινε ο δεύτερος εθνικός μας ύμνος.
Ήταν η μουσική της μεγάλης αναμονής, της ανατροπής, του τελικού πεπρωμένου.

Και από τότε, είμαστε όλοι λίγο πιο μπασκετικοί. Ακόμα κι αυτοί που δεν ξανασχολήθηκαν.

Γιατί το ’87 δεν ήταν απλώς ένα τρόπαιο. Ήταν η απόδειξη ότι μπορούμε.
Μια ανάσα στις εποχές της δραχμής, του κασετόφωνου, της βερμούδας μέχρι το γόνατο και των γονιών που δεν σε έψαχναν το καλοκαιρινό απόγευμα γιατί ήξεραν ότι είσαι κάπου… καλά.

Και όταν σκοτείνιαζε, δεν στεναχωριόμασταν γιατί τελείωσε το παιχνίδι.
Αλλά γιατί πέρασε άλλη μια μέρα χωρίς να ζήσουμε ξανά το ’87.

Και το παιδί αυτό, που μεγάλωσε,
ποτέ δεν σταμάτησε να περιμένει να δει αυτή την παρέα της Εθνικής σε ένα κόμικ με υπερήρωες.
Σε μια ταινία με μουσική από το Final Countdown, με αφήγηση από μέσα προς τα έξω.
Να δει – έστω και αργά – το παραμύθι εκείνων των ημερών να ζωντανεύει όπως του άξιζε.
Με τον Νικ να περπατάει στον αέρα, τον Γιαννάκη να ουρλιάζει σαν αρχηγός, τον "τίμιο γίγαντα", που στάθηκε στη γραμμή των βολών με το αίμα του παγωμένο, τον λαό στους ώμους του, και το μέλλον του ελληνικού αθλητισμού στην παλάμη του.
Όχι σαν αθλητές. Αλλά σαν σύμβολα.
Σαν ό,τι πιο αληθινό γνώρισε ποτέ η παιδική του φαντασία.

Για εσάς που το φτιάξατε, λοιπόν…

Για όλους εσάς,
που με μια μπάλα και ένα όνειρο ενώσατε δέκα εκατομμύρια καρδιές,
που βάλατε την Ελλάδα στον μπασκετικό χάρτη και στις ψυχές όλων μας
ένα παιδί από τότε, που ακόμα μένει παιδί όταν σας σκέφτεται, θέλει να σας πει το πιο ειλικρινές και μεγάλο «ευχαριστώ» που μπορεί να χωρέσει σε λέξεις.

Δεν πήρατε ένα χρυσό.
Μας κάνατε να νιώσουμε περήφανοι χωρίς όρους.
Και αυτό δεν το χαρίζουν οι διοργανώσεις. Το χαρίζει η Ιστορία.

Με βαθιά αγάπη,
με δάκρυα χαράς ακόμα και σήμερα,
ένα παιδί του ’87».

Γράμμα στους Ανίκητους: Ιούνιος 1987 – Σήμερα