«Καλός είναι, αλλά θα πιάσει στην Ευρώπη»; Αυτό το ερώτημα πλανάται για όλους τους Αμερικανούς παίκτες που αποφασίζουν να κάνουν το ταξίδι προς την ήπειρό μας μετά από μια καριέρα, σύντομη ή μεγάλη, στον επαγγελματικό κόσμο του ΝΒΑ. Ισχύει ακόμα και γι’ αυτούς που δεν θα’ πρεπε να γίνεται συζήτηση, όπως ο Κέντρικ Ναν ή ο Κέβιν Πόρτερ Τζούνιορ.
Για τον Λόνι Γουόκερ, τον 26χρονο σούτινγκ γκαρντ που συμφώνησε με τη Ζάλγκιρις Κάουνας και «μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες», σύμφωνα με την πρώτη δήλωση του Αντρέα Τρινκέρι, η συζήτησε ξεκινάει από την αρχή. Υπό «κανονικές» συνθήκες παίκτες με τα χαρίσματα του Γουόκερ δεν θα σκέφτονταν οτιδήποτε άλλο εκτός από το ΝΒΑ, επειδή εκτός των άλλων έχουν και την προσωπικότητα να υποστηρίξουν τη γκλαμουριά και τη χρυσόσκονη που απαιτείται. Αλλά ο Γουόκερ είναι ιδιαίτερη περίπτωση, όπως και να το πάρει κανείς. Στα 26 του πρόλαβε να πετύχει πολλά και να ζήσει ακόμα περισσότερα.
Από την αρχή της ζωής του ο Γουόκερ βάδισε σε δύσκολα μονοπάτια, αλλά διαφορετικά σε σχέση με τα στερεότυπα που έχουμε στο μυαλό μας. Κατ’ αρχάς, το όνομά του είναι ίδιο με του πατέρα, του παππού και του προπάππου του: Λόνι. Είναι παράδοση της οικογένειας, για να ξεχωρίζουν μάλιστα κατέφυγαν στους αριθμούς! Το πλήρες όνομα του παίκτη είναι Lonnie Walker IV, όπου τα δύο τελευταία γράμματα αντιστοιχούν στον λατινικό αριθμό τέσσερα. Ο πατέρας του, Lonnie Walker III (ο τρίτος, δηλαδή), μετακόμισε από το Νιου Τζέρσεϊ στο Ρέντινγκ της Πενσιλβάνια για να σπουδάσει και να παίξει μπάσκετ με υποτροφία στο πανεπιστήμιο Αλβέρνια. Πλην όμως, η ζωή τα έφερε αλλιώς.
Καρπός μιας επιπόλαιης σχέσης, ο Λόνι γεννήθηκε το 1998 μετά από πολλές διαφωνίες των γονιών του. Ο πατέρας του ήθελε να γεννηθεί το παιδί, η μάνα όχι. Τελικά επικράτησε η γνώμη του πατέρα, ο οποίος όμως ανέλαβε εξ ολοκλήρου να μεγαλώσει το βλαστάρι του, η μάνα προχώρησε τη ζωή της χωρίς αυτόν. Ο πατέρας άφησε το πανεπιστήμιο και το μπάσκετ και δούλευε δύο δουλειές για να αναθρέψει το γιο του.
Από την αρχή του κόλλησε το μικρόβιο του μπάσκετ. Όμως ο πατέρας, κρίνοντας και από τη δική του ιστορία, τον συμβούλεψε να μην ποντάρει τόσα στον αθλητισμό, αλλά στη μόρφωση. Ο μικρός Λόνι άρχισε να διαβάζει μανιωδώς βιβλία από την παιδική του ηλικία και, όπως λέει ο ίδιος, η συνήθεια του έμεινε ως τώρα: Πολλές φορές θα τον δει κάποιος να διαβάζει στα αποδυτήρια, έτσι αυτοσυγκεντρώνεται για τους αγώνες.
H ζωή του έμοιαζε σίγουρη και ασφαλής, αλλά δεν ήταν έτσι, όπως αποκάλυψε ο ίδιος το 2020. Όταν ήταν 10 χρόνων, έπεσε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από μέλος της οικογένειάς του. Περισσότερες λεπτομέρειες δεν είπε ποτέ για πρόσωπα και καταστάσεις. Τόνισε μόνο ότι από εκείνη τη στιγμή αποφάσισε να μην κουρέψει τα μαλλιά του. Η πλούσια κώμη του τον έκανε πολύ αναγνωρίσιμη φιγούρα στα γυμνασιακά και κολεγιακά του χρόνια, αλλά και στις δύο πρώτες σεζόν του στο ΝΒΑ. Το 2020, όταν αποφάσισε να πει την ιστορία του, έκοψε και τα μαλλιά του. Ήταν μια συμβολική κίνηση, που την είδε και ως απελευθέρωση, ως συμφιλίωση με το παρελθόν και ως συγχώρεση σε όσους τον πλήγωσαν.
Στο μπάσκετ ξεχώρισε από τα γυμνασιακά του χρόνια. Από την πρώτη του σεζόν στο Ρέντινγκ Σίνιορ Χάι έγινε πρωταγωνιστής και το 2017, στην τελευταία του χρονιά, οδήγησε το γυμνάσιο στον πρώτο πολιτειακό τίτλο στα 117 χρόνια της ιστορίας του. Εκείνη τη χρονιά ψηφίστηκε στους McDonald’s All Americans και Mr.Pennsylvania Basketball, με 18,5 πόντους μέσο όρο.
Όπως ήταν φυσικό, οι προτάσεις από πανεπιστήμια έπεφταν βροχή. Διάλεξε το πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, αν και είχε στα χέρια του ανοιχτές υποτροφίες από Αριζόνα, Κεντάκι, Βιλανόβα και Σίρακιους. Ίσως διότι ήταν πια σίγουρος ότι δεν θα καθόταν πολύ.
Στους Χαρικέινς του Μαϊάμι έπαιξε όντως μία χρονιά, κάνοντας πράξη το λεγόμενο «one and done», την τάση πολλών κολεγιόπαιδων να βιάζονται για το ΝΒΑ. Ήταν, βέβαια, ήδη 5-star recruit (το ανώτερο επίπεδο) σε όλες τις υπηρεσίες αξιολόγησης των νέων παικτών στην Αμερική. Τη μοναδική σεζόν του στο Μαϊάμι την τελείωσε με 11,5 πόντους και 2,6 ριμπάουντ, αριθμοί κάθε άλλο παρά εντυπωσιακοί, αλλά ένιωσε ότι είχε δείξει αρκετά για να χτυπήσει την πόρτα του επαγγελματικού μπάσκετ.
Οι Σαν Αντόνιο Σπερς τον επέλεξαν στο Νο18 του ντραφτ το 2018. Παρά το γεγονός ότι στο πρώτο του σάμερ λιγκ έπαθε ρήξη έσω πλάγιου μηνίσκου στο δεξί του γόνατο, τον στήριξαν και του έδωσαν χρόνο (υποβιβάζοντάς τον, βέβαια, στους Όστιν Σπερς της G-League). Η πρώτη σεζόν ήταν προβληματική, αλλά οι τρεις επόμενες γεμάτες (έπαιξε 191 ματς, στα 56 ξεκίνησε) με μέσο όρο λίγο πάνω από 10 πόντους, αλλά λίγη συνεισφορά στα υπόλοιπα κομμάτια του παιχνιδιού.
Το καλοκαίρι του 2022 μετακόμισε στο Λος Άντζελες και στους Λέικερς. Έπαιξε μία χρονιά (56 ματς, τα 32 στην πεντάδα) με διψήφιο αριθμό πόντων, σε μια ομάδα όπου βρισκόταν ο Λεμπρόν Τζέιμς, ο Άντονι Ντέιβις και ο Ράσελ Ουέστμπρουκ. Το πράγμα στράβωσε μετά τη μέση της σεζόν, όταν έχασε 14 ματς λόγω τενοντίτιδας και όταν επέστρεψε κατάλαβε ότι άλλοι είχαν πάρει τη θέση και τα λεπτά συμμετοχής του.
Τη συμφωνία με τους Μπρούκλιν Νετς το καλοκαίρι το 2023 τη θεώρησε ως νέα αρχή. Εκεί βρίσκονταν και οι ρίζες της οικογένειας, άλλωστε. Έκλεισε τη σεζόν με 58 αγώνες και 9,7 πόντους, αλλά σε κανέναν δεν προτιμήθηκε ως βασικός. Στο τέλος της σεζόν μ’ ένα tweet υποσχέθηκε ότι «δεν έχετε δει τα πάντα από εμένα» και άφησε υπονοούμενα για «ασέβεια» της διοίκησης των Νετς στο πρόσωπό του. Το ρεπορτάζ της εποχής λέει ότι του είχαν υποσχεθεί θέση βασικού, την οποία θεωρούσε ότι άξιζε, αλλά δεν την πήρε ποτέ.
Τον Αύγουστο μπήκε στον οργανισμό των Σέλτικς με συμβόλαιο Exhibit 10, μια μορφή δέσμευσης που επιτρέπει στην ομάδα να διώξει τον παίκτη όποτε θέλει. Αποδείχτηκε εξαρχής προβληματικό, δεδομένου ότι ο Λόνι θέλει να αισθάνεται σταρ και οι πρωταθλητές Σέλτικς είναι γεμάτοι τέτοιους. Έμεινε ελεύθερος στις 19 Οκτωβρίου, χωρίς να παίξει ούτε ένα ματς.
Η πρόταση της Ζάλγκιρις του δίνει μια σημαντική ανάσα. Ο ατζέντης του διευκρίνισε σε δηλώσεις του στο ESPN ότι υπάρχει NBA buyout, δηλαδή μπορεί να επιστρέψει στις ΗΠΑ αρκεί να βρει εγγυημένο συμβόλαιο, και πιθανότατα ο Γουόκερ να το σκέφτεται έτσι. Ότι στην Ευρωλίγκα, όσο καθίσει, θα δείξει ότι βρίσκεται σε τοπ επίπεδο και θα προκαλέσει αρκετούς να τον υπογράψουν. Mε όπλο την αθλητικότητά του και την επαφή του με το καλάθι, μπορεί να κάνει πολλές ζημιές. Παίζει και στη θέση «3» αν και κοντός γι’ αυτήν (1μ.93) και οι αριθμοί του στο ΝΒΑ δείχνουν μάλλον μονοδιάστατο παίκτη (τα ριμπάουντ, οι ασίστ, τα κλεψίματα είναι σε χαμηλό επίπεδο), αλλά αν η διάθεσή του είναι σε υψηλό επίπεδο, μπορεί να διακριθεί και σ’ αυτά.